Η κρίση του φιλότιμου

24 Ιανουαρίου 2020

Η φράση «περνάμε κρίση» μπορεί και να ΄ναι η πιο διαδεδομένη σε συζητήσεις, επιχειρηματικά μήτιγκ, οικονομικούς σχεδιασμούς, ακόμη και σε οικογενειαά συμβούλια (όπου τουλάχιστον οι οικογενειακοί δεσμοί το επιτρέπουν). Αυτό που κρύβεται πίσω απ΄ αυτήν, έχει συνήθως να κάνει με οικονομική στενότητα και επενδυτική αβεβαιότητα. Είναι αυτονόητο, πως σε εποχή κρίσης, το μυαλό στρέφεται περισσότερο σε αριθμούς ή σε λογιστικά μεγέθη και οπωσδήποτε σχεδιάζει εντατικότερα, διεξόδους και εναλλακτικά σενάρια αντίδρασης σε απρόβλεπτες καταστάσεις ύφεσης, συρρίκνωσης της αγοράς κλπ. Έντυπα και αναλυτές ψάχνουν, αναλύουν και συμβουλεύουν πανικόβλητους επενδυτές για τις καλύτερες κινήσεις. Δείκτες και μακροοικονομικά μεγέθη ανατέμνονται όπως παλιά τα εντόσθια των ζώων από τους μάντεις, μήπως και ρίξουμε μια ματιά στο μέλλον, που μια πυκνή ομίχλη το κρύβει.

Κι όμως! Η αποκλειστική ταύτιση του όρου «κρίση» με την διατάραξη της ομαλής πορείας μιας διαδικασίας και μάλιστα εντελώς  περιορισμένης σε οικονομικά μεγέθη και μόνο, ίσως να μας στερεί τη δυνατότητα μιας πιο διευρυμένης, πιο ολιστικής ανάλυσης του όρου και μοιραία μιας συνολικότερης και κατά συνέπεια αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης.  Πρώτη μας επιλογή είναι να θυμηθούμε τη σχέση του όρου «κρίση» με την εμβάθυνση και την εξαγωγή σωστών συμπερασμάτων (π.χ.  «εμπιστεύομαι την κρίση σου») Μια δεύτερη επιλογή θα ήταν να συσχετίσουμε τον όρο με την απόφαση του δικαστηρίου που αποδίδει δικαιοσύνη («η κρίση των ενόρκων ήταν καταδικαστική»)[1]. Κάθε φορά λοιπόν που χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρο, η πλούσια σε νοήματα γλωσσά μας, μας καλεί να βαθύνουμε στις καταστάσεις, αλλά και να αντιμετωπίσουμε την τωρινή κατάσταση ως  αποκατάσταση μιας δικαιοσύνης, που παραβιάστηκε. Οι δύο αυτές προσεγγίσεις, αν και φαινομενικά ασύμβατες, ουσιαστικά αλληλοσυμπληρώνονται αρμονικότατα: Η αναμφίβολη κρίση που περνάμε, μας καλεί να μην αρκεστούμε σε μια επιφανειακή προσέγγιση αριθμών, αλλά να εκβαθύνουμε στο επίπεδο τη διατάραξης κάποιων πανανθρώπινων και διαχρονικών ισορροπιών που διαταραχτήκαν.

Πηγή: www.asceticexperience.com

Σε άλλες εποχές όχι και τόσο μακρινές, τέτοιες προσεγγίσεις ίσως και να αντιμετώπιζαν ειρωνικά σχόλια εκ μέρους τεχνοκρατών οικονομολόγων. Είναι όμως πλέον αυτοί οι ίδιο τεχνοκράτες που επιλέγουν ολιστικότερες προσεγγίσεις, αντί ενός στείρου οικονομισμού. Οικονομικοί αναλυτές και από τις δύο ακτές του Ατλαντικού επικεντρώνουν την προσοχή τους, όχι τόσο στην αποτυχία οικονομικών μοντέλων, όσο στο λάθος ενός παγκόσμιου συστήματος να διεκδικήσει τη θέση πανάρχαιων αρχών και αξιών και αφήνοντας ορθάνοιχτο τον δρόμο, για επέλαση της ανθρώπινης απληστίας[2].  Το εντυπωσιακότερο μάλιστα είναι πως επίσημες μελέτες επιδιώκουν να συσχετίσουν την οικονομία με το σύστημα αξιών διαφόρων χωρών της Ασίας και της Αφρικής[3].

Η προτροπή να προσεγγίσουμε την σημερινή κατάσταση με ένα τρόπο, που θα περιλαμβάνει ευρύτερες λειτουργίες της ανθρώπινης ύπαρξης, από εκείνες της λογιστικής και της κατανάλωσης, δεν προέρχονται από χώρους δογματικής μεταφυσικής, όπως η Εκκλησία, αλλά από μια εντελώς νέου τύπου επιστημονική ανάλυση, η οποία φαίνεται να έχει ξεπεράσει αγκυλώσεις άλλων εποχών και να μην διστάζει να εμπλέξει στα δεδομένα παράγοντες άλλων ποιοτήτων, όπως το συναίσθημα, την πίστη, ακόμη και τα ανθρώπινα πάθη. Αυτό δεν σημαίνει πως αυτομάτως και απροϋπόθετα, οι θρησκείες και γενικότερα οι μεταφυσικές διδασκαλίες, όπως διατυπώθηκαν σε εντελώς διαφορετικές εποχές, παίρνουν μια άτυπη ρεβάνς και ξαναέρχονται στο προσκήνιο[4]. Είναι όμως σαφές, πως τα μοντέλα των προϋπολογισμών και ισολογισμών δεν είναι σε θέση, ούτε την παρούσα κατάσταση να αναλύσουν επαρκώς, ούτε στον χείμαρρο των «γιατί» που κατακλύζουν την κοινωνία μας να δώσουν ικανοποιητική απάντηση. Λέξεις, όπως «δικαιοσύνη», «ευθύνη», «αλληλεγγύη», «πατρίδα» κλπ, μπορεί φαινομενικά να μας γυρίζουν σε άλλες εποχές, όλο και συχνότερα όμως εμπλέκονται σε σενάρια λύσεων και εξόδου από την κρίση. Μια κρίση, που δεν χρειάζονται ειδικοί για να μας πείσουν για κάτι, που καιρό τώρα ήταν κοινή διαπίστωση όλων μας: Το συνολικό μοντέλο ζωής μας είναι από καιρό μη λειτουργικό. Και ακριβώς επειδή πρόκειται περί συνολικής κρίσεως, δεν μπορεί παρά να απαιτούνται συνολικές λύσεις. Για όσους λοιπόν θα αποφασίσουν να σκεφτούν βαθύτερα (με…«κρίση»), όροι όπως οι παραπάνω, αλλά και άλλοι παρόμοιοι υπάρχει βάσιμη ελπίδα να γίνουν αφορμή για νέα προσέγγιση και νέα νοηματοδότηση των θεμελιωδών επιλογών της ζωής μας.

Για εκείνον, που θα αποφασίσει να μην αρκεστεί εύκολες εξηγήσεις του τύπου «τα έφαγαν οι πολιτικοί» ή «να πληρώσει η πλουτοκρατία», η νηφάλια και διευρυμένη πρόσληψη των δεδομένων, θα τον βοηθήσει να αντιληφθεί την παρούσα κρίση και ως αποκατάσταση ισορροπιών, αλλά και μιας, τρόπον τινά, δικαιοσύνης. Δεν είναι τόσο η οικονομική παραβατικότητα,  ούτε το απόλυτο ξεχαρβάλωμα κάθε μηχανισμού που μας έφτασε στ όρια. Είναι πως «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ», που λέει και ο Καβάφης[5], χτίσαμε ψηλά τείχη, όχι που μας έκλεισαν «από τον κόσμον έξω», αλλά που μας χώρισαν από τον ίδιο μας το εαυτό. Μείναμε μόνο συντροφιά με κείνο το κομμάτι της ψυχής μας, που ψάχνει τη γαλήνη, μέσα από την απόκτηση πραγμάτων και εξουσίας. Δεν φταίει η ανάγκη αυτή. Είναι κομμάτι της φύσης μας. Αυτό που φταίει, είναι πως άλλα κομμάτια της ψυχή μας, πλασμένα να στοχάζονται τα αιώνια και να μας θυμίζουν τα όρια και τις αλήθειες που ξεπερνάνε την προσωρινότητά μας, τα περιφρονήσαμε, τα μαράναμε και τελικά ξεχάσαμε και την ύπαρξή τους ακόμη. Εκεί βρισκότανε το μέτρο των πραγμάτων, το ζύγι του σωστού και του λάθους, το μυστικό της χαράς μέσα από τη μοιρασιά, το μυστικό της γαλήνης μέσα από τα λίγα και μέσα από τη σιωπή. Κι όταν αυτών η λησμονιά μάς ακρωτηρίασε, μείνανε μόνον οι διαφημίσεις, η μόδα και το λάϊφ-στάιλ να μας υπόσχονται χαμένους παραδείσους. Ανθρώπινες σχέσεις, ψυχικές ισορροπίες και υπαρξιακά ερωτήματα, βάλθηκε να τα ρυθμίσει η αγορά. Μα ο νόμοι της σταθήκαν ανήμποροι να δικαιώσουν τις μεγαλοστομίες για αναπτυξιακούς παραδείσους. Και η κριτική αυτή, πάλι, δεν προήλθε από εκπροσώπους θρησκειών ή πνευματικούς καθοδηγητές, αλλά από τους οικονομικούς γκουρού των σύγχρονων ναών: Των αγορών και των χρηματιστηρίων[6].

www.asceticexperience.com

Οι ήχοι της οικονομικής κατάρρευσης δεν είναι μόνο οικονομικής φύσεως. Μαζί μ΄ αυτούς, ανακατεύονται οι κραυγές ενός έγκλειστου μέρους του εαυτού μας που ζητάει τα δικαιώματά του. Ο ίδιος μας ο εαυτός, η ίδια η ψυχή μας ζητάει να ξαναζήσει ολόκληρη, ακέραιη. Μπορεί να φωνασκούμε και να εκτονωνόμαστε από τα πορίσματα επιτροπών για μίζες και σκάνδαλα. Ξέρουμε όμως κατά βάθος, πως είμαστε κομμάτι της αδικίας, πρώτα προς τον εαυτό μας και μετά προς τον κάθε «πλησίον», είτε λέγεται συνάνθρωπος, είτε συμπατριώτης είτε άλλος λαός. Ξέρουμε πως δεν είναι δυνατόν να έχει ο καθένας ένα πλανήτη για να τον αρμέγει. Γι΄  αυτόν πού η κρίση θα μετατραπεί σε αυτοκριτική, μια ζωή λειψή θα σταθεί εμπρός του και θα του ζητήσει όλα εκείνα που της στέρησε. Ζωή της εύκολης αρπαγής, της εύκολης …παράκαμψης όσων νόμων ισχύουν ακόμη, της άκοπης και δανεικής ευζωίας, της μοναξιάς και της μιζέριας των χρυσών κλουβιών, των απατηλών ονείρων, του πνιγμού της ψυχής μας μέσα από μια αχόρταγη κατανάλωση και μια ακόρεστη δίψα δημοσιότητας.

Η αληθινή ζωή όμως, η ζωή που απεχθάνεται τα μίζερα κα τα φθαρτά, αργά η γρήγορα θα αναζητήσει τις μεγάλες απαντήσεις.   Δυστυχώς όμως, τουλάχιστον στην πατρίδα μας, δεν φαίνεται πως θα τις βρει εύκολα εύκολα. Κι αυτό, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι πως όλα τα αποθέματα τέτοιων απαντήσεων, καρποί μακραίωνης παράδοσης και κόπων πολλών γενεών, χλευάστηκαν συστηματικά είτε μέσα από θολές θεωρίες όψιμων διεθνιστών, είτε μέσα από τα εγκληματικά ολισθήματα ψευδεπίγραφων θρησκευτικών ηγετών. Ο δεύτερος λόγος είναι πως την τελευταία ειδικά τριακονταετία, στα κέντρα αποφάσεων βρέθηκαν πρόσωπα, που όχι μόνον υιοθέτησαν για τον εαυτό τους το ιδεώδες της άνευ όρων απόκτησης πλούτου και δυνάμεως, αλλά και το προέβαλαν ως την υπέρτατη αξία ζωής. Κοντολογίς, οι περιβόητοι θεσμοί δεν είναι, επί του παρόντος,  σε θέση να βοηθήσουν. Με το δεδομένο αυτό, η κρίση στην πατρίδα μας προβάλλει και ως πρόσκληση στην ανάληψη της προσωπικής ευθύνης του καθενός. Την ώρα που αρχέγονες και πανανθρώπινες αλήθειες, όπως εκείνη της προσωπικής συνέπειας, της επίγνωσης των ορίων, της αξιοκρατίας, της μείζονος προσπάθειας και της υπομονής πριν την επιτυχία θα μάχονται  τη …φρέσκια νοοτροπία του «έτσι κάνουν όλοι», της απόλαυσης πέραν των οικονομικών ορίων, του ρουσφετιού, της ελάσσονος προσπάθειας και της κοινωνικής και οικονομικής ανέλιξης πάση θυσία, ο καθένας θα κληθεί να υπερασπιστεί, ή μια ελπίδα που αναγεννιέται ή ένα σύστημα που σαπίζει.   Όσοι διαλέξουν το πρώτο, ίσως νιώσουν να ξαναχτίζουν μια κοινωνία από το μηδέν. Ενώ από χρεοκοπημένες επιτροπές, δήθεν ευθύνες θα καταλογίζονται για το θεαθήναι, ο μικρόκοσμος του καθενός θα αρχίσει να μεταβάλλεται σε πυρήνα μιας νέας αρχής, όπου η αξιοπρέπεια, η γνώση και η τιμή θα αρχίσουν πάλι να βρίσκουν νόημα. Από εκεί θα αρχίσουν οι αληθινές ανατροπές. Ποτέ ο άτιμος δεν φοβήθηκε του νόμους. Ο φόβος του πάντα ήταν και είναι η κατακραυγή των φιλότιμων ανθρώπων.  Με την έννοια αυτή, μόνη ελπίδα φαίνεται να είναι μια επανάσταση του φιλότιμου των πολλών και ανώνυμων ανθρώπων. Είναι αυτοί, που θα επαναφέρουν στη κοινωνία μας το μέτρο της ντροπής, αφού πρώτα αναλάβουν την ευθύνη της προσωπικής τους αποτυχίας. Διότι όλοι μας, στο γκρίζο αυτό, που πάει να μας πνίξει, έχουμε βάλει την πινελιά μας. Και γι΄ αυτό, στο νέο ξεκίνημα, οι νέοι άνθρωποι αποτελούν τη μεγάλη ελπίδα. Και μόνον η προστασία τους από νοοτροπίες των περασμένων γενεών, ισοδυναμεί με εξαγορά αμαρτημάτων πολλών.

Όλοι πια ξέρουμε, πως ο καιροί που έρχονται θα επιβάλλουν αλλαγές. Άλλοι θα προσπαθήσουν να προσαρμοστούν, άλλοι θα τα βάλουν με την κακοτυχία τους και άλλοι θα ξεκινήσουν να αλλάζουν μέσα τους. Αν αυτοί οι τελευταίοι αντέξουν τη χλεύη και την ειρωνεία των πατρικίων του συστήματος, που θα θελήσουν να διατηρήσουν τα κεκτημένα, θα βρούνε πολύτιμη βοήθεια στην πνευματική πορεία και τις αξίες της παράδοσης αυτού του τόπου. Θα βρουν τρόπους να οργανώσουν κοινότητες με θεμέλια τον θαυμασμό στην μοναδικότητα του ανθρώπου, την ισόρροπη καλλιέργεια του νου και της καρδιάς, τον στοχασμό πάνω στα ουσιώδη της ζωής, το θάρρος να υπερασπιστείς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, όχι τόσο τη δική σου, όσο των άλλων, την αναμέτρηση με τον θάνατο μέσα από την προσφορά και τη δημιουργία, τον σεβασμό για εκείνα και εκείνους που θα μείνουν, όταν η ζωή του καθενός ανοίξει πανιά για άλλους τόπους κι άλλους ουρανούς.

Το κυριότερο όμως είναι πως η χαρά,  η αληθινή χαρά, το ζητούμενο όλων τα των ανθρώπων, σε όλες τις εποχές, θα απαγκιστρωθεί από τα λαμπερά αντικείμενα των διαφημίσεων και θα φωλιάσει στις καρδιές εκείνων, που θα μάθουν να ζουν, να αγαπούν και να πλουτίζουν τη ζωή τους μέσα από τους άλλους._

Παραπομπές:

[1] Βλ. Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας, εκδ. Κέντρου Λεξικολογίας, Αθήνα 1998, σ. 965.

[2] Βλ. Μπρικνέρ Πασκάλ, συνέντευξη στον Αντουάν Μερσιέ, σε ραδιοφωνική εκπομπή του «France Culture» στις 23 Δεκεμβρίου 2008 ( μτφρ.  Θανάση Γιαλκετσή, εφημ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 9/8/2009, ένθ. ΕΠΤΑ, σ. 26-27) Πρβλ. Tickle, Phyllis A. Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα. Απληστία. Εκδ.  Νεφέλη  2005.  Πρβλ. Γέλινεκ Ελφρίντε, Απληστία (μτφ. Γιώργος Δεπάστας), εκδ. Εκκρεμές, 2007.

[3] Πρβλ. «Το ισλαμικό «πρότυπο» αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης», άρθρο στην εφ. ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 28-5-09 (www.kathimerini.gr με πληροφορίες από Pravda.ru, Sunday’s Zaman, islameconomic.com, bigness.ru), όπου, ως παράγων οικονομικής ευρωστίας των ισλαμικών τραπεζών, αναφέρεται η απαγόρευση των τόκων εκ μέρους του Κορανίου.

[4] Αν και τέτοιες αντιδράσεις υπήρξαν σε κοινωνίες με αντίστοιχη οικονομική κρίση, όπως η Αργεντινή.

[5] Κ. Καβάφη, Τείχη, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1984.

[6] «Απαρνούμαι την πίστη μου, έκανα λάθος. Πίστευα ότι η αγορά είχε συνείδηση, ότι θα ρύθμιζε τι ανθρώπινες σχέσεις και στην πραγματικότητα δεν έγινε τίποτα από αυτά». Δηλώσεις του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών Άλαν Γκρίσπαν σε επιτροπή της Γερουσίας στις 22/10/2008. Πηγή: Μπρικνέρ Πασκάλ, συνέντευξη στον Αντουάν Μερσιέ, σε ραδιοφωνική εκπομπή του «France Culture» στις 23 Δεκεμβρίου 2008 ( μτφρ.  Θανάση Γιαλκετσή, εφημ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 9/8/2009, ένθ. ΕΠΤΑ, σ. 26.