Ο ακάματος εργάτης του Ευαγγελίου και ποιμένας Άγιος Αθανάσιος Χριστιανουπόλεως

17 Μαΐου 2020

«Της Κερκύρας τον γόνον, Τριφυλίας το καύχημα, Χριστιανουπόλεως όντος, τον ποιμένα τον Όσιον»

Πανηγυρίζει λαμπρά την 17η Μαΐου,  η Χριστιανούπολη της Μεσσηνίας και ευρύτερα η Μητρόπολη Τριφυλίας και Ολυμπίας για το μεγάλο πνευματικό της ανάστημα, τον άξιο ποιμένα, τον οτρηρό και ακάματο εργάτη του Ευαγγελίου, τον εκκλησιαστικό της ποιμένα Άγιο Αθανάσιο Επίσκοπο Χριστιανουπόλεως Μεσσηνίας.

Γεννήθηκε, κατά άλλους στην Καρύταινα της Γορτυνίας, κατά άλλους στην Κέρκυρα, περίπου το 1640 – 1644 μ.Χ. Γονείς του ήταν ο Ανδρέας και η Ευφροσύνη. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Κορφηνός. Από νεαρής ηλικίας ασκήθηκε στην εγκράτεια, την αδιάλειπτο προσευχή, την συχνή μετοχή στα Άχραντα Μυστήρια, στην ταπείνωση και γενικά αποστράφηκε κάθε μάταιο πράγμα που τον αποσπούσε από το Θεό.

Όταν ενηλικιώθηκε και έφθασε η ηλικία να παντρευτεί, ο πατέρας του τον ανάγκασε να παντρευτεί. Ο Αθανάσιος, όμως, δεν επιθυμούσε κάτι τέτοιο και ήθελε να ωριμάσει κι άλλο, όπως είπε στον πατέρα του. Κατόπιν πολλής πιέσεως, ο πατέρας του τον αρραβώνιασε με την κόρη ενός γνωστού πλούσιου από την Πάτρα. Όταν έφθασε ο καιρός του γάμου, ο πατέρας του τον έστειλε στο Ναύπλιο (τότε το Ναύπλιο ήταν πρωτεύουσα της Πελοποννήσου),για να ετοιμάσει τα νυμφικά ενδύματα. Κάνοντας υπακοή στον πατέρα του, ξεκίνησε για το Ναύπλιο. Στο δρόμο που πήγαινε ξέφυγε από την πορεία του και εισήλθε στο Ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου στο Βιδώνι[1], όπου και προσευχήθηκε μετά δακρύων και καρδίας συντετριμμένης. Αφού τελείωσε την προσευχή του, συνέχισε για τον προορισμό του. Όταν έφθασε στο Ναύπλιο, άρχισε το κατασκεύασμα των νυφικών ενδυμάτων. Μεγάλη η θλίψις και η στενοχώρια του. Το βράδυ έμεινε στο Ναύπλιο και θα έφευγε την επομένη. Του εμφανίζεται στον ύπνο του η Υπεραγία Θεοτόκος με τον Τίμιο Πρόδρομο και του παρήγγειλαν να στείλει τους υπηρέτες που τον συνόδευαν με τα νυφικά ενδύματα στον πατέρα του και η κοπέλα να βρει άλλο άνδρα για γάμο. Ακόμη, του παρήγγειλαν να οδεύσει εις Κωνσταντινούπολη. Το πρωί υλοποίησε ότι ακριβώς του είπαν το βράδυ η Θεοτόκος και ο Τίμιος Πρόδρομος.

Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίσθηκε με τον Πατριάρχη Γαβριήλ[2], στον οποίο εξέφρασε την επιθυμία του να ασπασθεί το αγγελικό σχήμα. Αφού ο Πατριάρχης τον δοκίμασε βλέποντας την σύνεσή του, τον χειροτόνησε Ιεροδιάκονο (ο πρώτος βαθμός της ιερωσύνης). Μετά παρέλευση μερικών ετών, τον προήγαγε στο βαθμό του Πρεσβυτέρου (ο δεύτερος βαθμός της ιερωσύνης).

Το 1711, ο Ενετός κυβερνήτης της Πελοποννήσου, Άγγελος Εμός, πρότεινε ως υποψήφιο της τότε χηρευούσης Αρχιεπισκοπής της Χριστιανουπόλεως, τον γνωστό εκκλησιαστικό ρήτορα και ιεροκήρυκα Ηλία Μηνιάτη[3]. Ο Μηνιάτης, όμως, απέρριψε την πρόταση αυτή. Ο Άγιος Αθανάσιος χειροτονήθηκε Μητροπολίτης (τρίτος βαθμός της ιερωσύνης) Χριστιανουπόλεως, υπέρτιμος και έξαρχος πάσης Αρκαδίας, εις διαδοχή  του Μητροπολίτου Ευγενίου. Γνωρίζοντας το βάρος του μεγάλου και υψηλού αρχιερατικού αξιώματος, «τοῖς πᾶσι γέγονε τὰ πάντα, ἵνα πάντως τινὰς σώσει», όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην Α’ προς Κορινθίους επιστολή του[4].

Ως προς την έδρα της Μητροπόλεως, ο τίτλος «Χριστιανουπόλεως» οδηγεί στην Χριστιανούπολη, το σημερινό χωριόΧριστιάνοι. Ουσιαστικήόμως έδρα της Μητροπόλεως πρέπει να θεωρήσουμε με ασφάλεια την πόλη της Κυπαρισσίας.

Ανήγειρε σχολεία για εκμάθηση των ιερών γραμμάτων, λόγω του ότι οι Ενετοί επεβουλεύονταν την θρησκεία προσπαθώντας να οδηγήσουν κόσμο στον λατινισμό με το να απαγορεύσουν τα γράμματα. Προέτρεπε το ποίμνιό του να μείνει σταθερό και ακλόνητο στην Ορθόδοξη πίστη. Ανήγειρε πολλούς Ναούς, μερικοί εκ των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα (Ναός στην Υπεραγία Θεοτόκο στην Καρυταίνη). Βοηθούσε τους πτωχούς, παρηγορούσε τους θλιβομένους, επιτιμούσε τους απειθείς, επανάφερε τους πεπλανημένους.

Προς το ποίμνιό του ο Άγιος Αθανάσιος στάθηκε αληθινὸςΕπίσκοπος και μιμητής του Χριστού, που ενδιαφέρθηκε όχι μόνο για τους τόπους λατρείας, αλλὰ και για την διακονία του λαού του, προκειμένου να τον ανακουφίσει από τα καθημερινά δεινά της ζωής και της δουλείας. Ἡ αγάπη του προς ταορφανά, τις χήρες, τους ανήμπορουςγέροντες, τους διωκομένους καιαδικουμένους ήταν μοναδική.

Ποίμανε θεοφιλώς το ποίμνιό του και διακόνησε την Εκκλησία του Χριστού, ο Άγιος Άθανάσιος κοιμήθηκε μετά από ολιγοήμερη ασθένεια το 1735.Λίγα χρόνια αργότερα, έγινε η εκταφή του και τοιερό λείψανο βρέθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του αδιάλυτο και μυροβόλο. Τα Λείψανα του Αγίου βρίσκονται στη Μονή Προδρόμου Γορτυνίας.

Πολλά θαύματα επιτέλεσε ο Άγιος και όταν ζούσε, και μετά θάνατον. Πολλοί ενάρετοι Χριστιανοί, όταν λειτουργούσε ο Αθανάσιος έβλεπαν μπροστά στο στόμα του φεγγοβόλο αστέρι. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που επιτελείται μέχρι σήμερα υπό του Ιερού του Λειψάνου. Όταν πρόκειται να συμβεί κάποια θεομηνία, που πρόκειται να καταστρέψει τα κτήματα της Μονής ή όλης της επαρχίας, είτε ακόμη γενική καταδρομή κατά του Έθνους, η λάρνακα που περιέχει το ιερό του λείψανο εκπέμπει τριγμό, άλλοτε ελαφρό και άλλοτε σφοδρό, ανάλογα με το μέγεθος της επερχομένης συμφοράς.

Ας παρακαλέσουμε τον Άγιο Αθανάσιο να μας δίνει δύναμη και φώτιση να πράττουμε το αγαθό και να πρεσβεύει στον Δωρεοδότη Κύριο για τη σωτηρία των ψυχών μας, αλλά και τη σωτηρία της πολυτάραχης πατρίδος μας.

Αμήν!!!!

 

Παραπομπές:

[1]Χωριό της Γορτυνίας.

[2]Ο Γαβριήλ Γ΄ ήταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως την περίοδο 17021707. Γεννήθηκε στη Σμύρνη. Σε μικρή ηλικία χειροτονήθηκε κληρικός και απέκτησε σπουδαία μόρφωση. Διετέλεσε Μητροπολίτης Χαλκηδόνος.

Στις 29 Αυγούστου1702 εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης. Με συνοδικές αποφάσεις αντιμετώπισε ζητήματα που έχουν σχέση με τη νηστεία, την εξομολόγηση, το γάμο, ενώ αντιτάχθηκε στη μετάφραση των Ιερών Κειμένων στη δημοτική, καθώς και στον προσηλυτισμό των καθολικών στις Κυκλάδες. Με ενέργειές του ιδρύθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του το πρώτο ελληνικό σχολείο, ημετέπειτα Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης. Το 1704 αναγόρευσε διδάσκαλο τον Ηλία Μηνιάτη και του ανέθεσε την «επιστασία του διδασκαλικού υπουργήματος». Επί των ημερών της Πατριαρχίας του έγινε η αγιοκατάταξη του Αγίου Διονυσίου Ζακύνθου. Παρέμεινε Πατριάρχης μέχρι το θάνατό του, στις 17 Οκτωβρίου1707. Ετάφη στη Μονή Καμαριώτισσας στη Χάλκη.

[3]Ο Ηλίας Μηνιάτης (Ληξούρι1669Πάτρα1 Αυγούστου1714) ήταν Έλληνας ιεράρχης, ο σημαντικότερος εκκλησιαστικός ρήτορας της Τουρκοκρατίας. Διατέλεσε επίσκοπος Κερνίτσης και Καλαβρύτων κατά τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του.

[4]Α’ Κορινθίους 9,3.