Η δόξα του Δοξάτου!

6 Ιουλίου 2020

Το Δοξάτο μετά την καταστροφή και την σφαγή των κατοίκων του.

Τη δόξα του Δοξάτου μη την αναζητήσετε στις βαθιές μέσα στον χρόνο καταβολές του, στις προϊστορικές ή στις αρχαιοελληνικές μακεδονικές του μέρες, που ακόμη αναζητεί και φέρνει στο φως η αρχαιολογική έρευνα.

Τη δόξα του Δοξάτου μη την αναζητήσετε στην περίοπτη θέση του στον ευρύ και εύφορο κάμπο, που φαντάζει σαν ένα λιακωτό, ούτε και στους πάλαι ποτέ πλούσιους καπνεμπόρους του, στα λαμπρά δείγματα αρχιτεκτονικής των κατοικιών του, στην προσφορά των πολιτών του στους αγώνες του γένους και στη μορφωτική, πνευματική και πολιτιστική ανάπτυξή τους.

Η δόξα του Δοξάτου είναι οι μάρτυρες και τα μαρτύριά του!

Η παράδοξη δόξα του Δοξάτου είναι το κούρσεμά του, η καταστροφή του, η πυρπόληση και το λαμπάδιασμά του, οι σφαγές και η εξουδένωση των κατοίκων του, η απελπισία και η απόγνωση που αλλοίωσε εις το διηνεκές τα πρόσωπα και τις ψυχές των ορφανών, των χαροκαμένων Ρωμιών της περιοχής.

Αυτό άλλωστε ήταν και το μοναδικό αποτρόπαιο έγκλημά τους, η ελληνική καταγωγή!

Στις 30 Ιουνίου 1913 η ανθούσα κωμόπολη της Δράμας και οι κάτοικοί της έζησαν στιγμές συλλογικού μαρτυρίου, ένα πραγματικό ολοκαύτωμα. Οι βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής και στην περίπτωση του Δοξάτου τήρησαν απαρέγκλιτα όλα τα πολιτισμικά, ανθρωπιστικά και στρατιωτικά τους ήθη…

Έτσι, ο βουλγαρικός στρατός, τον οποίο καταδίωκαν ο ελληνικός και ο σερβικός από τα μέρη που είχε καταλάβει κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, αποχωρούσε αλλά παράλληλα λήστευε και λεηλατούσε, βομβάρδιζε και έκαιγε, τρομοκρατούσε και έσπερνε τον πανικό, βίαζε και σκότωνε ανυπεράσπιστους ανθρώπους κάθε ηλικίας, από βρέφη μέχρι ηλικιωμένους.

Στο Δοξάτο ο βουλγαρικός στρατός βρήκε ως συνεργούς και μουσουλμανικά κακοποιά στοιχεία. Αξίζει όμως να μνημονεύσουμε και να εξάρουμε τις λαμπρές εξαιρέσεις μουσουλμάνων που προστάτευσαν και στάθηκαν στους έλληνες συμπολίτες τους!

Η συνεχής επανάληψη από τον βουλγαρικό στρατό του ίδιου εγκληματικού σεναρίου και η συμμετοχή αξιωματικών του και άλλων βουλγάρων κρατικών αξιωματούχων στα τερατουργήματα αυτά δεν αφήνει περιθώρια για να χαρακτηριστούν οι ωμότητες και φρικαλεότητες αυτές ως πράξεις κάποιων άξεστων θερμοκέφαλων ή απλά των ατάκτων κομιτατζήδων.

Άλλωστε η αμετροεπής, υπερφίαλη και κυρίως εγκληματική καθοδήγηση του βουλγαρικού στρατού από τους επικεφαλής του έδειξε από πολύ νωρίς ποιες ήταν οι πραγματικές τους διαθέσεις, τόσο εναντίον των συμμάχων τους όσο και εναντίον των κατοίκων των κατακτημένων περιοχών και κυρίως εναντίον των Ελλήνων και των μουσουλμάνων.

Το ίδιο είχαν πράξει και με το έμπα τους μέσα στην ίδια τη Θεσσαλονίκη εναντίον των ποικίλων εθνοτήτων κατοίκων της. Γι’ αυτό και μετά την εκδίωξή τους από τον ελληνικό στρατό, Έλληνες, Μουσουλμάνοι, Εβραίοι και λοιπές μικρότερες εθνότητες πανηγύριζαν αντάμα.

Η ανάμνηση του μαρτυρίου της πολλαπλά μαρτυρικής κωμόπολης του Δοξάτου αποσκοπεί αφενός να τιμήσει τους μάρτυρες και τους απογόνους τους -που κουβαλούν και οι ίδιοι στις ψυχές τους τα τραύματα της τραγωδίας αυτής- και αφετέρου να προειδοποιήσει όλους μας για το πόσο τρεπτή είναι η ανθρώπινη φύση και πόσο απάνθρωπα και εγκληματικά μπορεί να συμπεριφερθεί κάποιος κάτω από έκτακτες περιστάσεις.

Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα, που ακραίες πολιτικές θέσεις και εγκληματικές συμπεριφορές έχουν γίνει αποδεκτές από συμπολίτες μας. Η οικονομική και ευρύτερη πολιτική και πνευματική πτώχευση δεν αποτελεί δικαιολογία. Η αξιοπρέπεια, οι πολιτισμικές ανθρωπιστικές καταβολές μας και η πατροπαράδοτη εγκαρδιότητά μας θα πρέπει να μας κατευθύνουν συνετά και δημιουργικά και να μας δίνουν κουράγιο για την έξοδό μας από την ανθρωπιστική κρίση στην οποία έχουμε περιέλθει.

Τιμούμε, λοιπόν, και μνημονεύουμε τη δόξα του Δοξάτου, που είναι δόξα μαρτυρική και σταυρική και όχι προπετής και αλαζονική, η οποία αποτελεί παράλληλα μια προσφορά στα ποικίλα ολοκαυτώματα της Ρωμιοσύνης αλλά και του Ελληνισμού της Βόρειας Ελλάδας για την επιβίωση και την προκοπή του.

Και βεβαίως η δόξα του Δοξάτου δεν περικλείεται μόνο στα γεγονότα της 30ής Ιουνίου 1913, αφού και αργότερα, και στις μετέπειτα βουλγαρικές κατοχές, βίωσε αντίστοιχα γεγονότα.