Η περιγραφή του Ναού του Σολομώντος στα έργα του Ιώσηπου

2 Οκτωβρίου 2020

Ο Ιώσηπος είναι αυτός που μας παραδίδει την περιγραφή του Ναού στα έργα του Ιουδαϊκή Αρχαιολογία και Ιουδαϊκός πόλεμος[10]. Όπως και στους δύο προηγούμενους ο άξονας του Ναού είχε κατεύθυνση Ανατολή προς Δύση, με την είσοδο αυτού να βρίσκεται στα ανατολικά[11].

Εξωτερικά, ο Ναός στοιχιζόταν στις τρείς πλευρές του κατά σειρά με βοηθητικές αίθουσες, οι οποίοι χρησιμοποιούνταν ως αποθηκευτικοί χώροι. Όλη η περιοχή του Ναού, με την σειρά της περιβαλλόταν με τείχος, σχηματίζοντας αυλή, όπου σε αυτήν συγκεντρώνονταν οι ιερείς. Η αυλή των ιερέων και αυτή χωριζόταν με μικρότερου ύψους τείχος, από το αίθριο των λαϊκών[12]. Ο Αλέξανδρος Ιανναίος (103-76 π.Χ.) ήταν αυτός που κατασκεύασε το τείχος, όταν λοιδορήθηκε από τους λαϊκούς. Στα ανατολικά εκτείνονταν το αίθριο των γυναικών, το οποίο χωριζόταν από το αίθριο των λαϊκών από την πύλη του Νικάνορα, ενώ πέρα από αυτήν ήταν η αυλή των εθνικών, όπως και τα σημεία τα οποία απέτρεπαν κάποιον αλλόθρησκο να εισέλθει περαιτέρω μέσα στον Ναό[13]. Σε αυτήν την αυλή υπήρχε η μεγαλύτερη κινητικότητα, διότι εκεί μπορούσε κάποιος να αγοράσει ζώα και πρόσφορα για τις θυσίες, όπως και να ανταλλάξει τα νομίσματα του. Στην αυλή των ιερέων στα βόρεια υπήρχε ένας μεγάλος βωμός για προσφορά θυσιών στην οποία οδηγούσε κλητή οδός. Στα νότια επίσης βρισκόταν η «ορειχάλκινη θάλασσα» για την τέλεση των τελετουργικών καθαρμών. Τέλος, μεγάλη σκάλα εδραζόταν στα ανατολικά της αυλής των ιερέων οδηγούσε στην είσοδο του πρώτου εσωτερικού χώρου του Ναού[14].

Ο πρόναος (Αιλάμ), είχε δέκα πήχεις βάθος, είκοσι πλάτος και τριάντα ύψος (όπου κάθε βασιλική πήχη ισοδυναμεί με 52,25 εκατοστά). Στην είσοδο του υψώνονταν, όπως και παλαιότερα, δύο μεγάλοι ορειχάλκινοι ανάγλυφοι κίονες, οι οποίοι έφεραν μεγάλη κομψοτεχνία και λεπτομέρεια.

Το κεντρικό μέρος του Ναού ονομαζόταν ιερό (Χεκάλ) και κάλυπτε σε έκταση το μεγαλύτερο μέρος του κτηρίου. Σε αυτό είχαν πρόσβαση μόνο οι ιερείς και σε αυτόν τον χώρο γίνονταν οι περισσότερες δραστηριότητες εντός του Ναού. Το ιερό είχε είκοσι πήχεις πλάτος, τριάντα ύψος και σαράντα μήκος. Εδώ υπήρχε η χρυσή τράπεζα του «άρτους της Προθέσεως ή Παρουσίας», ο μικρός βωμός, όπου καιγόταν το θυμίαμα και πέντε λυχνίες κοσμούσαν την κάθε πλευρά του[15].

Το Άγιο των Αγίων (Δαβίρ) ήταν το εσωτερικό δώμα όπου βρισκόταν το άδυτο. Διαχωριζόταν από τον υπόλοιπο Ναό, από δύο μεγάλα παραπετάσματα σαν κουρτίνες που κάλυπταν τελείως την είσοδο στο άδυτο. Το άδυτο ήταν ένας τέλειος κύβος με διαστάσεις είκοσι πήχεις η κάθε πλευρά[16]. Μέσα επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι, διότι η Θεότητα ήθελε να κατοικεί σε πυκνό ζόφος «καὶ ἐγένετο ὡς ἐξῆλθον οἱ ἱερεῖς ἐκ τοῦ ἁγίου καὶ ἡ νεφέλη ἔπλησεν τὸν οἶκον καὶ οὐκ ἠδύναντο οἱ ἱερεῖς στῆναι λειτουργεῖν ἀπὸ προσώπου τῆς νεφέλης ὅτι ἔπλησεν δόξα κυρίου τὸν οἶκον» (Α΄ Βασ. 8:10-11). Κανονικά μέσα στο Άγιο των Αγίων θα έπρεπε να υπήρχε η κιβωτός με τα χερουβίμ, όμως, όπως μας πληροφορεί και ο Ιώσηπος ο χώρος ήταν άδειος, επειδή η κιβωτός είχε χαθεί από την εποχή της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας[17]. Στο άβατο έμπαινε μόνο ο αρχιερέας μόνο μια φορά τον χρόνο κατά την εορτή του εξιλασμού (γιομ κιππούρ). Το γεγονός πως ούτε ο αρχιερέας, αλλά ούτε και οι ιερείς μπορούσαν να είναι εντός του Ναού όταν κατερχόταν η νεφέλη του Θεού φανέρωνε την πίστη ότι το θείο ήταν απόμακρο από τον άνθρωπο. Επίσης έδειχνε την άποψη της ιερότητας και της καθαρότητας που διατηρούσε ο Θεός, απέναντι στους ανθρώπους[18].

Τα Σάββατα και τις γιορτές στην «αίθουσα του λαξευμένου λίθου» συγκεντρωνόταν το Σανχεντρίν για ακαδημαϊκούς λόγους. Όταν, τέλος ο Ναός καταστράφηκε το 70 μ.Χ. όλοι οι θησαυροί του που φυλάσσονταν στις αίθουσες μέσα στο κτήριο του Ναού, μεταφέρθηκαν στην Ρώμη και τοποθετήθηκαν στην γνωστή Αψίδα του Θριάμβου που έστησε ο Τίτος. Σήμερα ο Θόλος του Βράχου στέκεται στο ίδιο σημείο περίπου όπου υπήρχε και ο Ναός.

[10] Ιώσηπος, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία 15:11,3-5 και Ιουδαϊκός πόλεμος 5:184-226.
[11] Για σχέδια του Ναού και των διάφορων περιόδων βλ.: VanderKam, An introduction to early Judaism (Grand Rapids, Mich.: William B. Eerdmans, 2001). Σελ. 196-199.
[12] Schürer, et al., The history of the Jewish people in the age of Jesus Christ (175 B.C.-A.D. 135) (τομ. 2; Edinburgh: Clark, 1973). Σελ. 296.
[13] Gowan, Bridge between the Testaments : a reappraisal of Judaism from the Exile to the birth of Christianity (14; Allison Park, Pa.: Pickwick Publications, 1986). Σελ. 73 κ.ε.
[14] Φιλιππίδης, Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης : εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής. Σελ. 475.
[15] Kunin, God’s place in the world : sacred space and sacred place in Judaism. Σελ. 11 κ.ε.
[16] Schürer, et al., The history of the Jewish people in the age of Jesus Christ (175 B.C.-A.D. 135). Σελ. 299.
[17] Ιώσηπος, Ιουδαϊκός πόλεμος 5:219.
[18] Ferguson, Backgrounds of early Christianity (Grand Rapids, Mich.: William B. Eerdmans Pub., 2003). Σελ. 527-530.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ