Χημειοθεραπεία

6 Νοεμβρίου 2020

Χημειοθεραπεία είναι η συστηματική χρήση φαρμάκων που έχει αποδειχτεί ότι μπορούνε να καταστρέψουν τα καρκινικά κύταρα και γι’ αυτό το λόγο συχνά τα αποκαλούμε «αντικαρκινικά φάρμακα».

Υπάρχουν περισσότερα από 80 είδη διαφορετικών χημειοθεραπευτικών φαρμάκων, τα οποία δρουν στα καρκινικά κύταρα, ωστόσο επηρεάζουν και τα υγιή. Έτσι, ο ασθενής παρουσιάζει διάφορες παρενέργειες, όπως εμέτους, διάρροια, πτώση των τριχών, ονυχομυκητιάσεις, νευροτοξικότητα, πτώση των τιμών των στοιχείων του αίματος και άλλα. Μορφές καρκίνου που θεωρούνται ιάσιμες κυρίως με τη χημειοθεραπεία είναι το χοριοκαρκίνωμα, το σεμίνωμα, το λέμφωμα Burkitt, η λεμφοβλαστική λευχαιμία κλπ. Μάλιστα, η χημειοθεραπεία μπορεί να πετύχει πλήρη θεραπεία ορισμένων κακοηθών τύπων, όπως της νόσου του Hodgkin, της λευχαιμίας και του καρκίνου των όρχεων, ακόμη κι αν ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση. Τα φάρμακα της χημειοθεραπείας χορηγούνται γενικά στον ασθενή με ένεση ή ενδοφλεβίως.

Οι περισσότεροι ασθενείς με καρκίνο υποβάλλονται σήμερα σε χημειοθεραπεία είτε σε αρχικό είτε σε προχωρημένο στάδιο της νόσου, με σκοπό είτε την ίαση ή την ανακούφιση. Όσο περισσότερα φάρμακα λαμβάνει ένας ασθενής, τόσο περισσότερες ελπίδες θεραπείας υπάρχουν. (Νοσοκομείο Άγιος Σάββας, 2019).

Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται πιο συχνά μετά από μια επέμβαση για αφαίρεση καρκινικού όγκου, ακόμη κι αν ο καρκίνος δεν έχει κάνει μετάσταση. Σ’ αυτήν την περίπτωση ονομάζεται «επικουρική χημειοθεραπεία». Σε μερικούς καρκίνους, ιδιαίτερα του μαστού και του παχέος εντέρου, η επικουρική χημειοθεραπεία έχει δείξει ότι μειώνει τις πιθανότητες επανεμφάνισης του καρκίνου. Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία αυξάνουν το προσδόκιμο επιβίωσης. Όμως η χημειοθεραπεία μπορεί να γίνει και πριν από την επέμβαση, προκειμένου να συρρικνώσει, όσο γίνεται, τον καρκίνο, ώστε η επέμβαση στη συνέχεια να γίνει πιο εύκολη ή πιο αποτελεσματική. Αυτή ονομάζεται «προεγχειρητική χημειοθεραπεία» και χρησιμοποιείται για καρκίνους της κεφαλής και τραχήλου, του στήθους, του ορθού, του πρωκτού. Σε περιπτώσεις που ο καρκίνος είναι ανίατος, η χημειοθεραπεία μπορεί τουλάχιστον να μειώσει τα συμπτώματα και να βελτιώσει την ποιότητα ζωής. Αυτή ονομάζεται «παρηγορητική χημειοθεραπεία».

Η χημειοθεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει τη λήψη ενός ή και περισσοτέρων φαρμάκων. Η δράση αυτών των φαρμάκων γίνεται ταυτόχρονα, ώστε να εξαλειφθούν τα καρκινικά κύταρα. Ωστόσο, τα φάρμακα αυτά μπορεί να έχουν και παρενέργειες, αφού πολύ συχνά επηρεάζουν και τα φυσιολογικά κύτταρα εκτός από τα καρκινικά. Τα φυσιολογικά κύτταρα που επηρεάζονται συχνότερα είναι αυτά που διαιρούνται γρήγορα, όπως αυτά που βρίσκονται στο μυελό των οστών, στο βλεννογόνο της γαστρεντερικής οδού, στο αναπαραγωγικό σύστημα και στους θύλακες των τριχών. Ωστόσο, τις περισσότερες φορές τα φυσιολογικά κύτταρα αναρώνουν μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας.

Οι παρενέργειες που μπορεί να προκαλέσει η χημειοθεραπεία εξαρτώνται από το φάρμακο που χορηγείται. Έτσι, μπορεί ο ασθενής να εμφανίσει τριχόπτωση, πληγές στο στόμα, δυσκολία στην κατάποση, ξηροστομία, ναυτία, εμετό, διάρροια, αιμορραγία, μεταβολή στις τιμές της αιματολογικής του εικόνας, λοίμωξη. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί βλάβη στην καρδιά, στο ήπαρ, στους πνεύμονες, στα νεφρά ή στα νεύρα. Η βλάβη στα νεύρα προκαλεί συνήθως μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα των χεριών ή των ποδιών. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι παρενέργειες εξαφανίζονται, μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας. Οι ειδικοί εξακολουθούν να εργάζονται, για να μειώσουν ή, αν είναι δυνατόν, να απαλείψουν εντελώς αυτές τις παρενέργειες. (Νοσοκομείο Άγιος Σάββας, 2019).