Θέματα ποιμαντικής προετοιμασίας των μελλονύμφων

4 Νοεμβρίου 2020

Μελετώντας προσεκτικά κάποιος τα πονήματα που έχουν κατά καιρούς γραφτεί σχετικά με το γάμο και την προετοιμασία των μελλονύμφων (εξ επόψεως ορθοδόξου χριστιανικής ποιμαντικής)1, νομίζω ότι είναι σε θέση να συμπεράνει εκ του ασφαλούς τα εξής:

     Κατ’ αρχήν σε κανένα επιμέρους βιβλίο της Αγίας Γραφής ή κείμενο της Ιεράς Παραδόσεως μεμονωμένο υπάρχει συστηματική, άρτια διατυπωμένη και απαρτισμένη διδασκαλία και θεολογία περί γάμου. Όλες οι επί μέρους μαρτυρίες έχουν περιστατικό χαρακτήρα. Γι’ αυτό εντοπίσθηκε η ανάγκη ότι για να συγκροτηθεί σε κάθε περίπτωση μια ορθόδοξη διδασκαλία περί γάμου ως απαραίτητου θεμελίου της ποιμαντικής προετοιμασίας των μελλονύμφων, πρέπει οι περί των δύο φύλων και του γάμου μαρτυρίες να αξιολογηθούν πρωτίστως κατάλληλα, να ερμηνευθούν και να εξηγηθούν με σύγχρονο αλλ’ αληθή και θεολογικό τρόπο επιχειρώντας μία σύνθεση των στοιχείων που προσφέρει η Γραφή, η Παράδοση, τα πορίσματα των ανθρωπολογικών επιστημών και η εμπειρία των χριστιανών συζύγων.Αυτή η σύνθεση γίνεται δυνατή χάρη βεβαίως στην ποιμαντική αρχή της συνεργίας2 η οποία εδώ, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση χρειάζεται να «παντρευτεί» με τη μέθοδο της εξηγητικής έρευνας. Έτσι για παράδειγμα οι πατερικές μαρτυρίες διαπραγματεύτηκαν το θέμα των σχέσεων των δύο φύλων και του γάμου εκτενώς και διαφορετικά σε κάθε περίπτωση ανάλογα με το ποιους είχαν να αντιμετωπίσουν σε κάθε εποχή. Ο ερευνητής θεολόγος λοιπόν, πριν προχωρήσει σ’ οποιοδήποτε πόρισμα, αξιολογεί τούτες τις μαρτυρίες με βάση το κριτήριο της διακρίσεως, προς ποίους δηλαδή απευθυνόντουσαν κάθε φορά οι Πατέρες (εγγάμους, αγάμους, μοναχούς, αιρετικούς, κακοδόξους, έκφυλους κλπ), και το κριτήριο του σκοπού και της επιδιώξεως κάθε φορά του συγκεκριμένου Πατρός. Εξ όλων αυτών των μαρτυριών, σπουδαιότερες φρονώ για την περίπτωσή μας (των ασχολουμένων με τον χριστιανικό γάμο) είναι οι αναφερόμενες στους εγγάμους, στους μελλονύμφους αλλά και στους γονείς και κηδεμόνες αυτών οι οποίοι καλούνται να προετοιμάσουν και να διδάξουν τους μελλονύμφους περί του εγγάμου και οικογενειακού βίου. Στάση πρέπει να κάνουμε στο γεγονός ότι οι Έλληνες, τουλάχιστον, Πατέρες δεν δίδαξαν ποτέ, όπως εσφαλμένα ίσως έχει περάσει στην εποχή μας, ότι οι σαρκικές σχέσεις μεταξύ των συζύγων είναι βδελυρές και αποφευκτέες και μόνο κατ’ οικονομίαν και για την τεκνογονίαν ανεκτές. Αντίθετα εκείνο που τόνιζαν σε κάθε περίπτωση είναι το ότι οι σχέσεις των δύο φύλων άπτονται της διφυούςοντότητας του ανθρώπου, δηλαδή της ψυχοσωματικής. Ομιλούσα λοιπόν η Εκκλησία κάθε φορά περί συζυγικής αγάπης πρέπει να γίνεται κατανοητό και διευκρινιστέο, κι από όσους εκπροσώπους της διδάσκουν και από αυτούς που λαμβάνουν, ότι δεν εννοούν αυτήν ως μία καθαρά ψυχική εκδήλωση, αλλ’ ως ψυχοσωματική, μη παραλείποντες και το σαρκικό στοιχείο. Διότι πρώτοι οι Πατέρες της Εκκλησίας, πριν από οποιονδήποτε ειδικό ανθρωπολόγο της νεώτερης εποχής κατενόησαν και εν πολλοίς δίδαξαν, ερμηνεύοντες και τις Γραφές ακόμα, ότι και το αισθησιακό μέρος του Γάμου συμβάλλει τα μέγιστα στην αύξηση της καθόλου συζυγικής αγάπης, όπως επίσης ότι και το πνευματικό αποτελεί το εχέγγυον διατηρήσεως και αυξήσεως και των δύο σε κοινωνική αλληλουχία.

     Εξαιτίας πάλι των διαφόρωναπόψεων αλλά και προτροπών που ακούγονται κατά καιρούς, ευτυχώς όχι με μεγάλη αποδοχή, για το περιττόν του θεσμού του γάμου, προτρέποντας στο «συζείν» κι όχι στο «συζυγείν», προέχει ο καθορισμός του σκοπού του γάμου ως βασική προϋπόθεση προετοιμασίας αυτού. Εδώ πρέπει να τονισθεί ότι ο γάμος είναι πρωτίστως τρόπος ζωής και κατόπιν μετάδοση ζωής δια της τεκνογονίας. Άρα η αγάπη και η κοινωνία ζωής των συζύγων, η αγιότης, η ενότητα, η καθολικότητα3 και η μετάδοση των παραπάνω, αποτελεί εσωτερικό ή κύριο σκοπό του γάμου. Η δε τεκνογονία εξωτερικό ή δευτερεύοντα σκοπό ή και καρπό του γάμου. Έτσι μπορεί να γίνει αντιληπτό πως για τον δεύτερο αυτό σκοπό της τεκνογονίας και ανατροφής των παιδιών, αναγκαία προϋπόθεση είναι ο πρώτος, αλλά και ότι ο γάμος των ακουσίως ατέκνων δεν θεωρείται από την Εκκλησία αποτυχημένος, ούτε μπορεί εύκολα να διαλυθεί.

     Για το λόγο πάλι ότι η υποτιμημένη θέση της γυναίκας κατά την αρχαιότητα, συνέχισε να είναι τέτοια εν πολλοίς και στον χριστιανικό μετέπειτα κόσμο, πρέπει να διευκρινιστεί ότι οφείλεται σε επιδράσεις πολλών ξένων στοιχείων αλλά και στο γεγονός ότι «άνδρες ήσαν οι νομοθετούντες, δια τούτο κατά γυναικός η νομοθεσία»4. Ανάγκη είναι εδώ να επαναπροσδιοριστούν και να εξεταστούν από την Εκκλησία, στοιχεία της επικρατούσης ακολουθίας του γάμου ή άλλων εν αχρησία γαμηλίων ιερολογιών5, ώστε το άκουσμά της αλλά και ο τρόπος διεξαγωγής της να συμβάλλει τα μέγιστα και με επίκαιρο τρόπο στην κατανόηση της αξίας, των προϋποθέσεων και των σκοπών του γάμου από τους μελλονύμφους και εν συνεχεία νεονύμφους αλλά και τους συμπροσευχομένους εγγάμους ή κυρίως αγάμους υποψηφίους και δυνάμει μελλονύμφους.

     Από όλα τούτα βγαίνει αβίαστα η σκέψη περί της αναγκαιότητας στις μέρες μας, όπου οι συνθήκες ζωής και η κοινωνική πραγματικότης το επιβάλλουν, της προετοιμασίας των μελλονύμφων από την Εκκλησία με κάθε μέσο και δυνατότητα που διαθέτει, μεριμνώντας γι’ αυτό από τα πρώτα έτη της ζωής του ανθρώπου. Εδώ οι ποιμαντικές αρχές της προσλήψεως, της εμπειρίας, της φιλοκαλίας, με πρώτη εκείνη της συνεργείας6, σε συνδυασμό με τις μεθόδους εκείνες που η θεωρία, έρευνα, κατάρτιση και εφαρμογή πρέπει να εφαρμοστούν από την Εκκλησία, παίζουν τον σημαντικότερο ρόλο στον όλο σκοπό της συγχρόνου ποιμαντικής προετοιμασίας των μελλονύμφων. Η σύζευξη επιστήμης και θεολογίας από την Εκκλησία γι’ αυτό το σκοπό αλλά και η κινητοποίηση και ενεργοποίηση αρμοδίων προσώπων που θα λειτουργήσου  ως πρότυπα, παραδείγματα και υποδείγματα ηθικού και θρησκευτικού εγγάμου βίου, είναι αυτό που προς το παρόν μπορεί να προσφέρει η Ορθόδοξη Εκκλησία μαζί με την προσευχή της και την ευλογία της, ως αληθινός φορέας της Θείας Χάριτος, διότι η ουσία της επιτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι ότι αναφορικά προς το περιεχόμενο και τη μέθοδο μιας διαπαιδαγωγήσεως τρόπον τινά των μελλονύμφων, πάσα πληροφορία και προτροπή που θα τους παρέχεται πρέπει να είναι αντικειμενική, αληθής και ακριβής. Οι ωραιοποιήσεις ή η απόκρυψη δυσκολιών και δυσμενών καταστάσεων εν τω γάμω δεσμεύουν, κλονίζουν την εμπιστοσύνη των συμβουλευομένων έναντι των συμβούλων και δύνανται να οδηγήσουν σε αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα.

     Σημαντική συμβολή στο όλο εγχείρημα αποτελεί πιστεύουμε, η υπόδειξη να αποτελέσει το υπάρχον κείμενο της ιερολογίας του μυστηρίου του γάμου πηγή διατυπώσεως μιας συνοπτικής και σύντομης τρόπον τινά θεολογίας του γάμου και η εξαγωγή απ’ αυτό, αρχών για την οικοδόμηση της ποιμαντικής θεολογίας του γάμουž και τούτο γιατί η ιερολογία του μυστηρίου του γάμου, αναφερομένη σε όλες τις πτυχές του εγγάμου βίου, επισημαίνει τις διαστάσεις του και υποδεικνύει την έκταση που μπορεί να λάβει η ποιμαντική προετοιμασία των μελλονύμφων. Το δυστύχημα είναι ότι η ώρα της ιερολογίας του μυστηρίου του γάμου έχει εκπέσει σε κοσμική – κοινωνική εκδήλωση και σχεδόν κανείς δεν παρακολουθεί και δεν προβληματίζεται (για να μην πούμε δεν προσεύχεται) επί των ιερών λογίων που ακούγονται εκείνες τις στιγμές στους ναούς, έχοντας μια μεγάλη μερίδα της ευθύνης γι’ αυτό και η διοικούσα Εκκλησία αλλά και ο εκάστοτε υπεύθυνος της κάθε ιερολογίας. Η ανάλυση της έννοιας «μυστήριον της αγάπης» για τον γάμο οδήγησε, πολύ φυσικά, στην υπόδειξη της ονομασίας «προετοιμασία αγάπης»7 ως δηλωτική της ουσίας της ποιμαντικής προετοιμασίας των μελλονύμφων.Αλλά και η θεώρηση της οικογενείας ως μικράς, κατ’ οίκον, Εκκλησίας συνειρμικά υποδεικνύει την αναγκαιότητα για ένα είδος κατήχησης που θα εισάγει τον μελλόνυμφο ομαλά, και με κάποιες προϋποθέσεις πεπληρωμένες τρόπον τινά, στο μυστήριο της αγάπης της μικρής Εκκλησίας.

     Ολόκληρη η παραπάνω θεώρηση οδηγεί αβίαστα στη σκέψη ότι σήμερα παρά ποτέ η κοινωνία μας για να επιβιώσει υγιής και ανθρώπινη πρέπει να φροντίσει την υγεία του κυττάρου της, δηλαδή της οικογένειας. Και όπως λένε, η καλύτερη θεραπεία, διότι και η κοινωνία και η οικογένεια νοσούν, είναι η πρόληψηž η πρόληψη ώστε τα νέα κύτταρα της κοινωνίας, οι νέες οικογένειες να δημιουργηθούν με προϋποθέσεις τέτοιες, κυρίως αυτοάμυνας, ώστε να αντέχουν στους κλυδωνισμούς και τις προκλήσεις της βαρέως ασθενούς μητέρας τους.Δηλαδή, με λίγα λόγια, καταλήγουμε στην καθολική παραδοχή της αναγκαιότητας ενός εξειδικευμένου οργάνου της «μεγάλης» Εκκλησίας, η οποία είναι αναντίρρητα ο φυσικός φορέας της ποιμαντικής προετοιμασίας των μελλονύμφων, το οποίο είναι η ποιμαντική ομάδα προετοιμασίας Γάμου. Μια τέτοια ομάδα «ειδικών» πρέπει να υπάρχει σε κάθε Ιερά Μητρόπολη ή και σε κάθε μεγάλη ενορία στα αστικά κέντρα. Συγκεκριμένα πρέπει να είναι τα προσόντα8 των συμμετεχόντων σε αυτήν καθώς και οι προϋποθέσεις συμμετοχής. Ενώ πρέπει να δοθεί το κύριο βάρος στην ποιμαντική στάση της αγάπης από πλευράς της ομάδος, προς τους μελλονύμφους, αφού περισσότερο από κάθε άλλον εκείνη τη στιγμή, οι μελλόνυμφοι είναι εκείνοι που προετοιμάζονται για το μυστήριο της αγάπης. Με ωραίο τρόπο πρέπει να συσχετισθεί επίσης η προαναφερθείσα στάση της αγάπης με εκείνη της υποδοχής ως εκφράσεις της γενικότερης ποιμαντικής στάσης της φιλοξενίας9. Το πώς θα χειριστεί δε, η ποιμαντική ομάδα, το ύψιστο θέμα της πληροφορίας (άλλωστε η εποχή μας είναι η εποχή της πληροφορίας) και της εφαρμογής της κατά την επικοινωνία της με τους μελλονύμφους και την μετάδοση του ορθόδοξου χριστιανικού μηνύματος περί γάμου, είναι σημαντικό και πολύτιμο εγχείρημα. Αυτή η επισήμανση θεωρώ ότι έχει ειδικό βάρος, γιατί η επικοινωνία της ποιμαντικής ομάδας με τους μελλονύμφους έχει να κάνει με τη μετάδοση του ορθόδοξου μηνύματος, και πολλές φορές οι τέτοιου είδους πληροφορίες έρχονται υπόψιν των μελλονύμφων, από διαφόρους, με τη μορφή ανακοινώσεως, χωρίς ουσία και επεξήγηση ή την δυνατότητα αντίρρησης και συζήτησης, με τα ανάλογα βέβαια αποτελέσματα. Σε αυτό το σημείο ακριβώς, η βοήθεια της ψυχολογίας για τα προβλήματα των συγχρόνων μελλονύμφων μπορεί να προλάβει δυσάρεστες μορφές επικοινωνίας των μελλονύμφων με το γενικότερο περιβάλλον που τους συμβουλεύει.

Κορύφωση για εμάς, αποτελεί η φροντίδα για θεολογική θεμελίωση της λεγομένης ενεργούς μεθόδου ή και ενεργούς δράσης10, η οποία μπορεί να προκαλέσει την συμμετοχή των μελλονύμφων στην προετοιμασία του γάμου τους. Ακρογωνιαίος λίθος σε ένα τέτοιο ποιμαντικό πρόγραμμα ή έστω ποιμαντική προσπάθεια προετοιμασίας των μελλονύμφων παραμένει πάντα η αρχή της συνεργίας η οποία θυμίζει σε όλους μας την ενεργό συμμετοχή μας και τις μεθόδους εκείνες που οφείλουμε να αναπτύσσουμε κάθε φορά σε τέτοιου είδους προγράμματα, είτε βρισκόμαστε από τη μεριά του συμβούλου, είτε στη μεριά του συμβουλευομένου.  Μια τέτοια ενεργός όμως δράση, θα ήθελα να σημειώσω, ότι απαιτεί συνεχή μαθητεία στη στάση της χριστιανικής αγάπης. Διότι είτε ως έγγαμοι σύμβουλοι ή και άγαμοι αλλά γνώστες του θέματος, είτε ως μελλόνυμφοι (οι μελλόνυμφοι έτι περισσότερο), μαθητές της αγάπης του Χριστού είμαστε όλοι. Μιας αγάπης μάλιστα, εκφραζομένης στην Εκκλησία Του, στην κοινωνία δηλαδή μαζί Τουκαι με τους Αγίους Του, αλλά και στη μικρά Εκκλησία της οικογένειας που δεν αυτομολείται από τη μάνδρα και τα όρια της Μεγάλης Εκκλησίας, τα οποία, ούτως ή άλλως, εκ φύσεως και δυνάμει πρέπει συνεχώς να διευρύνονται ως την κατά χάριν ταύτισην με τον άνευ ορίων Θεό. Η αγάπη των μελλονύμφων, εν τω γάμω, θα έχει τη δυνατότητα να ανοιχτεί, να επεκταθεί προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση. Προς το μυστήριο της Μητρός Εκκλησίας, το μυστήριο της αποκεκαλυμμένης αγάπης του Θεού στον άνθρωπο. Διότι «και ο Χριστός ηγάπησε την Εκκλησίαν, και εαυτόν παρέδωκεν υπέρ αυτής΄ ίνα αυτήν αγιάση, καθαρίσας τω λουτρώ του ύδατος εν ρήματι΄ ίνα παραστήση αυτήν εαυτώ ένδοξον την Εκκλησίαν, μη έχουσαν σπίλον, ή ρυτίδα, ή τι των τοιούτων, αλλ’ ίνα ή αγία και άμωμος»11.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

 

Παραπομπές:

Κυρίως τα: Χρήστου Βάντσου, Ο γάμος και η προετοιμασία αυτού εξ επόψεως ορθοδόξου ποιμαντικής, Αθήνα 1977. Αλεξάνδρου Σταυροπούλου, Ποιμαντική προετοιμασία των μελλονύμφων, Αθήναι 1971. Του ιδίου, Ποιμαντική γάμου και οικογενείας, Αθήνα Τουιδίου, ΕπιστήμηκαιτέχνητηςΠοιμαντικής,  Αθήνα 1997 καιτουMarcelViau, Practicaltheology, AnewApproach, Monday 3rd 2015 in Book Reviews.

Βλ. σχετικά, Αλέξανδρου Σταυροπούλου, Επιστήμη και Τέχνη της Ποιμαντικής, Αθήνα, εκδ. Αρμός, 1997, «Αρχές Ποιμαντικής Θεολογίας».

Βλ. σχετικά, Αλέξανδρου Σταυροπούλου, Ποιμαντική Προετοιμασία των μελλονύμφων, Αθήναι 1971, σελ. 85-92.

Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος ΛΖ΄εις Μτθ. στ΄, PG 36, 298 Β΄.

Βλ. σχετικά, π. Βασιλείου Θερμοῦ Ἀσματική ἀκολουθία τοῦ γάμου, ἐκδ. Ἀκρίτας.

Βλ. Α. Σταυροπούλου, Επιστήμη και Τέχνη της Ποιμαντικής, Όπως παραπάνω.

Του ιδίου, Ποιμαντική προετοιμασία των μελλονύμφων,(προετοιμασία αγάπης), Αθήναι 1971, 173 σ. (δ.δ.).

Του ιδίου, Ποιμαντική Γάμου και Οικογενείας – προ των πυλών του 21ου αιώνα, Αθήνα 1999, σελ. 43-44.

Βλ. του ιδίου, Επιστήμη και Τέχνη της Ποιμαντικής, Αθήνα,εκδ. Αρμός, 1997, «Στάσεις του Ποιμαίνειν».

Βλ. σχετικά στο κείμενο του MarcelViau.

Προς Εφεσίους Επιστολή του Απ. Παύλου, ε΄25-28.