Ο πλησίον εις το μέσον της πανδημίας

4 Δεκεμβρίου 2020

Σκέφτομαι εκείνα όλα που ο Κύριος μας υπέδειξε και μαζί οι Πατέρες και η Ορθόδοξή μας θεολογία περί του πλησίον και περί της δυναμικής της αγάπης και υπέρβασης της βουλητικής μας αυτοκατάφασης και της διάνοιξης και κοινωνίας μας με τους πάσχοντες και εν πολλοίς και οδυνωμένους αδελφούς μας, όπως και πάντες ημείς.

«Και τις εστίν ο πλησίον;» ερωτά ο νεανίας εκείνος τον Χριστό, για να προκύψει, και μέσα από αυτό, όλη η δυναμική της αγάπης και η θεολογία που τη συνοδεύει. Ο στοργικός Πατήρ και η εκκλησία Του, ως πανδοχείον. Ασθενούντες και οδοιπορούντες είμαστε όλοι μας, και στην ανέχεια πάντοτε τελούμε, καθώς είμαστε όντα πτώσεως. Εν ανάγκη, πάντοτε ενδεείς.

Τα σκέφτομαι, λοιπόν, όλα αυτά, εις το μέσον της πανδημίας και του πειρασμικού τρόπου, που μας οδηγεί, εκόντες άκοντες, στον εγκλεισμό, στην αποστασιοποίησή μας από τους άλλους, που μέσα στα φοβικά σύνδρομα προβάλλει ως ο εχθρός, ο δυνάμει φορέας της πανδημίας, γι’ αυτό και σπεύδουμε έντρομοι να κρυφτούμε στην ασφάλειά μας, αποστρέφοντες το πρόσωπο. Ούτε μία «καλημέρα» δεν τολμούμε να αρθρώσουμε. Βίος, λοιπόν, εν καταφυγίω, και αγνοούμε πως σκέπη και καταφυγή μας είναι μόνον ο Κύριος.

Γυρίζω, λοιπόν, μέρες που ’ναι, στον πλησίον, που δεν είναι τυχαίο πως συνιστά τον πυρήνα και την προϋπόθεση της σωτηρίας μας. Τον πυρήνα της Ορθόδοξης θεολογίας και την προϋπόθεση της σωτηρίας. Υπάρχοντας μέσα στον κόσμο είμεθα όντα εν αναφορά. Αναφερόμαστε πρώτα στον πλησίον κι έπειτα στον Θεό. Η ύπαρξις, για να μιλήσουμε και με τη γλώσσα της υπαρξιακής φιλοσοφίας, εξίσταται προς τον κόσμο και προς τον Θεό που μας «περιέχει», έτσι για να θυμόμαστε και τον Γιάσπερς.

Στον Δυτικό τρόπο βίου, ήδη από την εποχή του Ντεκάρτ, ο κόσμος συνιστά μέγεθος αντικειμενοποίησης και μετά χρηστικής εκμετάλλευσης. Να, η πρωτογενής πηγή και θεματική της ετερότητας. Γίνεται εντέλει «Έρημη Χώρα», όπως στον Έλιοτ, και οι άλλοι, οι αδελφοί μας, είναι η κόλασή μας, για να θυμηθούμε τον Σαρτρ.

Όμως, τόσο ο λόγος του Κυρίου, όσο και αυτός των Πατέρων που ακολουθεί, υποδεικνύουν πως η σωτηρία μας διέρχεται μέσα από τον πλησίον. Θυμίζω μόνο εκείνο το Ευαγγέλιο της Κρίσεως και εκείνο το «όσα εποιήσατε ενί των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε». Μέσα από τον ελάχιστο αδελφό μας, που συνήθως τον προσπερνούμε αδιάφοροι θα προέλθει η σωτηρία μας. «Τον τελευταίο πειναλέο ανθρωπίσκο», για να θυμηθούμε και τον Παπαδιαμάντη.

Ο πλησίον συνιστά και αποκαλύπτει το μέτρο της αγάπης μας. Τον βαθμό της υπέρβασης του εγωισμού μας. Και το κριτήριο της σωτηρίας μας. Την προϋπόθεση της εισόδου μας στην αγκάλη του Κυρίου μας.

Τα σκέφτομαι, λοιπόν, όλα αυτά ξανά εις το μέσον της κρίσεως, που μετρά τον βαθμό της αγάπης μας προς τον αδελφό μας. Αλλά και της αγάπης μας προς τον Θεό. Μαζί και το βαθμό της διακρίσεως, που συνιστά την υψίστη των αρετών. «Μείζων πασών των αρετών η διάκρισις», αποφαίνεται ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος. Έτσι για να πορευόμαστε εν Χριστώ. Ο σεβασμός του πλησίον εμπεριέχει και την προστασία του, μέσα από τη δική μου στέρηση και τη δική μου θυσία.