Η Εκκλησία από το τέλος της εικονομαχίας μέχρι τους νεότερους Χρόνους

21 Μαρτίου 2021

ii. Από το τέλος της εικονομαχίας μέχρι τους νεότερους Χρόνους

Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της ιστορικής περιόδου είναι η σταδιακή διάσπαση της ενιαίας επί οκτώ αιώνες εκκλησιαστικής παράδοσης λόγω της μερικής διαφοροποίησης της δογματικής πίστης των Εκκλησιών της Ανατολής και της Δύσης.

Αποτέλεσμα αυτής της έντασης ήταν η επικέντρωση της ιεραποστολής μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων θρόνων της παλιάς (πρεσβυτέρας) και νέας Ρώμης (Κωνσταντινούπολης). Από τη σύγκρουση των θρόνων τον Θ΄ αιώνα, προέκυψε η διαίρεση των Χριστιανών σε Ανατολικούς (ορθόδοξους) και σε δυτικούς (καθολικούς) τον ΙΑ΄ αιώνα. Η Ανατολική Εκκλησία λόγω της κατάληψης εδαφών της από τους Άραβες έχασε μεγάλα πληθυσμιακά ερείσματα πιστών. Διότι στις περιοχές της Συρίας, της Παλαιστίνης και της βορείου Αφρικής αλλοιώθηκαν είτε πληθυσμιακά, λόγω εποικισμού είτε θρησκευτικά, λόγω βίαιων εξισλαμισμών. Ως εκ τούτου χάθηκε και η προοπτική διατήρησης του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού.

Επιπλέον η Ανατολική Εκκλησία στερήθηκε δια παντός την πνευματική αίγλη των Πατριαρχείων Αλεξάνδρειας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων, τα οποία ήταν για αιώνες μια αστείρευτη πηγή θεολογικών ανανεωτικών αναζητήσεων. Συνεργούντων των Αράβων η Κωνσταντινούπολη έμεινε το μοναδικό πνευματικό και εκκλησιαστικό κέντρο του Χριστιανισμού στην Ανατολή. Ήταν ο συντονιστικός και ελεγκτικός φορέας του βίου και των πνευματικών τάσεων και ανησυχιών των Χριστιανών στην εναπομείνασα Βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο θρόνος της Κωνσταντινούπολης οδηγούσε και έλεγχε τον πιστό με κριτήριο την καθολική πατερική παράδοση των πρώτων οκτώ αιώνων. Την πατερική παράδοση την προέβαλε σαν κανόνα υγιούς ζωής και πίστης.

Η απόσχιση της Δυτικής εκκλησίας από τη ενιαία Χριστιανοσύνη άφησε πλέον μοναδικό εκκλησιαστικό και πνευματικό ηγέτη της Ανατολή τον θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Η πατερική παράδοση διαμορφώθηκε κατά τους οκτώ πρώτους χρόνους του βίου της εκκλησίας από τις αποφάσεις των συνόδων και από τα πνευματικά έργα των μεγάλων εκκλησιαστικών πατέρων. (Φειδάς, 2002:21-22)

Η σταδιακή απομάκρυνση της Δυτικής Εκκλησίας από την Ανατολική δε έγινε χωρίς πνευματικές απώλειες για τη Δύση. Στερήθηκε αφενός την πνευματικότητα την Ανατολής και αφ’ ετέρου τον πλούτο της πατερικής ελληνικής παράδοσης. Στοιχεία απαραίτητα για την αναζωογόνηση της πίστης της. Αντί αυτών η παπική Εκκλησία υποτάχθηκε για λόγους επιβίωσης στα αρειανικά γερμανικά φύλα (Βησιγότθους, Οστρογότθους, Βάνδαλους κ.λ.π.) με αποτέλεσμα να απορριφθεί και να αφομοιωθεί ολοκληρωτικά από αυτά.

Αυτή η ολέθρια σύνδεση του παπικού θρόνου με τη Δύση σήμανε την απώλεια του εκκλησιαστικού αυτεξούσιου της η οποία την καταδίκασε σε αργό εκκλησιαστικό θάνατο. Ο πνευματικός στραγγαλισμός της δυτικής εκκλησίας από τους Φράγκους της επέβαλε την σχολαστική θεολογία αποκόπτοντας την άντληση ζωής από την κοινή εκκλησιαστική παράδοση των πρώτων οκτώ αιώνων. Το απολυταρχικό πνεύμα της Φράγκικης πολιτικής εξουσίας πέρασε και στην θεολογία της. Στη παπική θεολογία δεσπόζει ένας έντονος πολιτικός και πνευματικός ανθελληνισμός ο οποίος βασίζεται στην κατά το δοκούν ερμηνεία των έργων του Ι. Αυγουστίνου (νέο-Αυγουστινισμός). Ο ανθελληνισμός έδρασε σαν ιστορικός καταλύτης στα δύο διακριτά πλέον εκκλησιαστικά γίγνεσθαι, επιταχύνοντας τις ιστορικές εξελικτικές διαδικασίες. Επέσπευσε τη σύγκρουση του Θ’ αιώνα και το μεγάλο σχίσμα του ΙΑ αιώνα. Την οριστική αποκοπή μετά το Σχίσμα της δυτικής Εκκλησιάς από την κοινή παράδοση των Ελλήνων και Λατίνων Πατέρων των πρώτων οκτώ αιώνων, επέφερε η στροφή τη Δύσης στην σχολαστική παράδοση αριστοτελικής χροιάς (ΙΒ΄- ΙΓ΄ αιώνας).

Η ενδοκαθολική σύγκρουση με την προτεσταντική Μεταρρύθμιση έφερε την Δυτική Εκκλησία σε πνευματικό αμηχανία και διέλυσε την σχολαστική υφή της. Η δυτική Εκκλησία αντέδρασε ακαριαία συγκαλώντας την εν Τριδέντω Σύνοδο (1545-1563). Η εν λόγω σύνοδος ανάγκασε τους Δυτικούς θρησκευτικούς ηγέτες να αναζητήσουν ασφαλή πνευματικά κριτήρια από την κοινή παράδοση των πρώτων αιώνων. Η σύγκρουση της Μεταρρύθμισης με την Αντιμεταρρύθμιση (ΙΣΤ΄- ΙΖ’ αιώνα ) ήταν σωτήρια για την Δυτική διανόηση διότι ελευθερώθηκε από την αυθεντία που παπικού θρόνου. Από την απελευθέρωση μορφοποιήθηκαν πνευματικές τάσεις οι οποίες αντιτίθονταν στην εκκλησία και στη θρησκεία η ισχύς των οποίον κορυφώθηκε κατά τη περίοδο του Διαφωτισμού (ΙΗ΄αιώνας). (Φειδάς, 2002:22)

Το μεγαλύτερο πλήγμα για την ανατολική Χριστιανοσύνη ήταν η πτώση της Κωνσταντινούπολης του πνευματικού και καθοδηγητικού κέντρου της Ορθοδοξίας, από τον Μωάμεθ το 1453. Το γεγονός αυτό πολιτικά σήμανε την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και την υποταγή της Ορθοδοξίας σε ένα αλλόθρησκο λαό. Η Ορθόδοξη Ρωσία ή οποία είχε ελευθερωθεί πρόσφατα από τον Μογγολικό ζυγό δεν διέθετε τα πνευματικά εχέγγυα για υπερασπιστεί του υποταγμένους Ορθόδοξους λαούς. Το Οικουμενικό πατριαρχείο όντας σε αιχμαλωσία ανέλαβε μια νέα αποστολή η οποία ήταν θρησκευτική και πολιτική . Σαν θρησκευτική αυθεντία παρέμεινε οικουμενικό, αλλά σαν πολιτική εξουσία έγινε Εθναρχία. Η Ορθοδοξία στην περίοδο της αιχμαλωσίας έπρεπε να ζήσει με την καταπίεση της Υψηλής Πύλης, με τον άνευ όρων προσηλυτισμό της Ουνίας και με τον προτεσταντικό Μισσιοναρισμό. Οι αιχμάλωτοι Ορθόδοξοι λαοί παρά τις δυσκολίες που τους επέφερε η αιχμαλωσία δεν είχαν αποκοπεί από τις πνευματικές διεργασίες της Δύσης. Τα αποτελέσματα της επίδρασης των νέων επαναστατικών ιδεών στην ανατολή φάνηκαν από τον ΙΗ΄ αιώνα στην παιδεία και στην αναζήτηση της ελευθερίας τους. (Φειδάς, 2002:23)

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ