Ο δρόμος του καλού, της κατάφασης δηλαδή στην κλήση του Θεού, περνάει από την αγάπη του πλησίον!

2 Ιουλίου 2021

Το όραμα του Αποστόλου Παύλου. Εικόνα του Γιώργου Κόρδη.

(Επιμέλεια αφιερώματος Στέλιος Κούκος)

Χαίρετε μετά χαιρόντων και κλαίετε μετά κλαιόντων.
(Προς Ρωμαίους ΙΒ, 15)

Όσο κι αν στη ζωή μας επιδιώκουμε τη χαρά και την ευχαρίστηση, ο πόνος και το κλάμα περισσεύουν.

Για την πίστη και τη θεολογία της Εκκλησίας του Χριστού αυτό συμβαίνει γιατί ο κόσμος τούτος και η ζωή μας σε αυτόν κυριαρχείται από το κακό που είναι η αιτία του πόνου και του κλάματος.

Όσο και να μη το συνειδητοποιούμε η ζωή μας σ’ αυτόν τον κόσμο αποτελεί επιλογή μας ως ανθρωπότητας, είτε συμβολικά στο πρόσωπο του πρώτου και αρχέτυπου ανθρώπου, του Αδάμ, είτε πραγματικά προσωπική μας επιλογή.

Καθ’ όσον δεν επιλέγουμε με εμπιστοσύνη την άμεση κατάφαση στην ζωογόνα κλήση που μας απηύθυνε ο Θεός αμέσως με τη δημιουργία μας, όπως οι άγγελοι, αλλά ούτε και την οριστική άρνησή της με φθόνο, όπως οι δαίμονες, επιλέγουμε τη γνώση πριν την οριστική μας απόφαση.

Και η επιλογή αυτή συνιστά ακριβώς την «πτώση» μας στον κόσμο τούτον της γνώσης του κακού και της διάκρισής του από το καλό, δηλαδή την άρνηση του Θεού από την κατάφασή Του.

Έσχατο κακό εδώ στη γη ο θάνατος. Κάθε κακό που μας συμβαίνει είναι ένας μικρός θάνατος, έχει την πικρή του γεύση.

Χριστιανά τα τέλη τής ζωής ημών ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά, εύχεται η Εκκλησία.

Τις προάλλες στην Επανομή, μια έφηβη γνώρισε οδυνηρό για την ίδια αλλά και για τους δικούς της, επαίσχυντο για όποιους ενδεχομένως ευθύνονται, συγκλονιστικό για όλους μας, θάνατο.
Ποιο άραγε το χρέος των χριστιανών σε ένα τέτοιο δράμα, σε μια τέτοια ακραία εκδήλωση του κακού στον κόσμο;

Όσο κι αν κυριαρχεί το κακό και ο πόνος δεν μπορεί να αποκλειστεί το καλό και τη χαρά ως έργο του Θεού και σύνεργο και επιλογή δική μας.

Γιατί η ζωή μας στον κόσμο τούτον δεν είναι μόνο γνώση του κακού αλλά και πάλη εναντίον του με την επιλογή και πράξη του καλού.

Κάθε μικρή ή μεγάλη νίκη μας σε αυτή την πάλη αποτελεί πηγή χαράς και ευχαρίστησης.

Και ο δρόμος του καλού, της κατάφασης δηλαδή στην κλήση του Θεού, περνάει από την αγάπη του πλησίον, του καθενός μας δηλαδή που πάσχει το κακό, που υποφέρει είτε ευθύνεται είτε όχι.

Είναι ο ανηφορικός μεν δρόμος του εκούσιου σταυρικού πάθους που καταλήγει όμως στην αναστάσιμη χαρά.

Αυτό ίσως και το νόημα των χριστιαν(ικ)ών τελών της ζωής ημών.

Δεν γίνεται να χαιρόμαστε μόνοι μας ενώ ο πλησίον μας κλαίει (πολύ περισσότερο αν κλαίει εξ αιτίας μας).

Συμμετέχοντας έμπρακτα στο κλάμα του, το ελαφρύνουμε και το μετατρέπουμε λίγο πολύ σε χαρά πολλαπλάσια την οποίαν έτσι μοιραζόμαστε κι εμείς.

Και αυτό είναι το νόημα των σχέσεών μας είτε των συγγενικών είτε των φιλικών και των συζυγικών.

Αυτό φαίνεται να είναι και το νόημα της προτροπής αυτής του Αποστόλου Παύλου προς τους χριστιανούς της Ρώμης.