Όταν θα ξαναβρέξει αγάπη

19 Αυγούστου 2021

Πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας συμφωνούν πως και κανένα από τα κείμενα της Καινής Διαθήκης να μην είχε διασωθεί, θα αρκούσε η παραβολή του Ασώτου Υιού για να συνοψίσει όλο το σχέδιο της αγάπης του Θεού για την σωτηρία των ανθρώπων. Το ίδιο ισχύει και για τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου της Γένεσης, όσον αφορά τη δομή της ανθρώπινης ύπαρξης και την διαδρομή της από το κατ΄ εικόνα το καθ΄ ομοίωσιν δηλ. από την θεία δωρεά των ξεχωριστών δυνατοτήτων προς τον άνθρωπο μέχρι την εκπλήρωσή τους μέσω της ελευθερίας και της πνευματικής ωρίμανσης.

Αντίστοιχα, αν κανείς θελήσει, έστω και ελάχιστα, να εμβαθύνει στην αρχή της Βίβλου, δηλ. στα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης, θα διαπιστώσει πως εκεί θεμελιώνονται οι πρώτες κατευθύνσεις για μια βαθειά αγαπητική σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, τον συνάνθρωπο και το περιβάλλον, μέσα στο οποίο τον τοποθέτησε ο δημιουργός του. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος, αφού έρθει στη ζωή και αναγνωρίσει τον Ζωοδότη Του («ποιήσωμεν άνθρωπον»), εμφανίζεται ενώπιον του Θεού με την δεύτερη μεγάλη ανάγκη του μετά τη ζωή: τη σχέση με συνάνθρωπό του («ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον»), ενώ σχεδόν ταυτόχρονα προκύπτει η ανάγκη καθορισμού του ρόλου του στον Παράδεισο, δηλ. στο φυσικό του περιβάλλον («εργάζεσθαι και φυλάττειν»). Η σχεδόν ταυτόχρονη ανάδειξη αυτού του τριπλού δεσμού φανερώνει και την μεταξύ τους σχέση και αλληλεπίδραση. Αυτό άλλωστε αποδεικνύεται και με την εξίσου ταυτόχρονη αλλοτρίωση και των τριών αυτών σχέσεων, όπως φανερώνεται από τα λεγόμενα του Θεού, λίγο πριν την απομάκρυνση του ανθρώπου από την Εδέμ[1].

Με τα δεδομένα αυτά, αποτελεί καθοριστικό λάθος να διαχωριστούν τα θέματα που σχετίζονται με την μία ή την άλλη διάσταση του τριπλού αυτού δεσμού. Δεν είναι δυνατόν οι διαταραγμένες ανθρώπινες σχέσεις να μην υποδηλώνουν στρεβλή ή και ανύπαρκτη σχέση με τον Δημιουργό, ούτε η καταστροφική σχέση με το περιβάλλον να μην έχει να κάνει με επιβαρυμένες ανθρώπινες σχέσεις από τον εγωισμό και την απληστία. Η πραγματικότητα γύρω μας, ορατή και αόρατη, αποτελεί ένα αδιάσπαστο σύνολο, γεγονός που ακόμη και οι πιο «στεγανές» επιστήμες έχουν αρχίσει ήδη από τις αρχές του περασμένου αιώνα να ανακαλύπτουν ή μάλλον να επανανακαλύπτουν. Ειδικά το περιβαλλοντικό πρόβλημα έρχεται στις μέρες μας με τρόπο συγκλονιστικό να καταλάβει πρωτεύουσα θέση στην καθημερινότητά μας, διότι για πρώτη φορά αμφισβητείται τόσο έντονα το θέμα της επιβίωσης. Για αιώνες όμως, η ίδια η ζωή, ως γεγονός γαλήνης, δημιουργικότητας και αγάπης, ως σύνολο αρμονικών ανθρώπινων σχέσεων, αλλά και επαφής με τις δυνάμεις που την συγκροτούν και την διασώζουν από τον θάνατο, κατακρεουργείται αιώνες τώρα από τα ανθρώπινα πάθη. Όλη η ανθρώπινη ιστορία φαντάζει ως ατέλειωτη διαδοχή έργων ανθρώπινης διαστροφής και οι φωτεινές της στιγμές φαντάζουν θλιβερές υπομνήσεις μιας άλλης ζωής που αξίζαμε και που μόνοι μας την απαρνιόμαστε.

Είναι αλήθεια πως η απομάκρυνση του ανθρώπου από την πηγή της ζωής αλλά και της γνώσης έγινε η αιτία να διαστρεβλώνονται λεγόμενα και γεγονότα ακόμη και των ιερών κειμένων. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί εκείνο το περίφημο «κατακυριεύσατε της γης», που βρίσκεται σε εκείνα τα τόσο πυκνά και αποκαλυπτικά, όπως προαναφέραμε, πρώτα κεφάλαια της Βίβλου. Και μάλιστα, το ρήμα αυτό αποτελεί ακόμη και επιχείρημα κατά της χριστιανικής διδασκαλίας εκ μέρους διανοουμένων οικολογικών οργανώσεων βάσει του οποίου ο χριστιανισμός ουσιαστικά καθιερώνει και πρακτικά προσφέρει «ιερό» άλλοθι στον πόλεμο ανθρώπου και φύσης[2]. Στα πλαίσια αυτά, η φύση εκλαμβάνεται ως ανεξάντλητη πηγή μέσων ανάπτυξης και απόλαυσης, ή, στην χειρότερη περίπτωση, ζηλότυπη αντίπαλη δύναμη, η οποία στερεί ζωτικό χώρο του πλανήτη από την άνθρωπο. Όπως και να ΄χει, η φύση πρέπει να υποταχτεί, να κατακτηθεί και να αποτελέσει τελικά τρόπαιο υπεροχής. Υπάρχει, για να προσφέρει στον άνθρωπο πεδίο νικών. Ακόμη και οι λέξεις είναι αποκαλυπτικές: Μιλάμε για την κατάκτηση της Άγριας Δύσης ή του διαστήματος, ή ακόμη και για την εκδίκηση της φύσης στις ανθρώπινες αυθαιρεσίες. Σε κάθε περίπτωση ήμαστε σε πόλεμο με ένα φυσικό περιβάλλον που αρνείται να μας κάνει τα χατίρια. Αν και το θέμα είναι ευρύ και περίπλοκο, αποδεικνύει ακόμη μία φορά την αλληλεπίδραση όλων των πτυχών του ανθρώπινου βίου. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό το «κατακυριεύσατε» εξελήφθη ως εντολή ασκήσεως εξουσίας, προερχόμενη από έναν Θεό, ο οποίος κατανοήθηκε από τον δυτικό άνθρωπο περισσότερο ως φορέας εξουσίας, τάξης και δικαιοσύνης και λιγότερο ως  προσωπικό Ον, που επιζητά αγαπητική σχέση με τον άνθρωπο, ακόμη και στην κατάσταση που τον έφερε η προπατορική του πτώση. Αυτή η αντιπαλότητα μοιάζει να καλύπτει μια προαιώνια έχθρα του ανθρώπου προς τον Θεό, που οι ρίζες της φτάνουν μέχρι τις ρίζες του δέντρου στον κήπο της Εδέμ, όταν ο πειρασμός καταφέρνει να πείσει τον άνθρωπο πως ο Δημιουργός του είναι μοχθηρός και ζηλότυπος.

Βεβαίως και τον ρήμα «κατακυριεύσατε» αποτελεί εντολή εξουσίας επί τη δημιουργίας. Όλοι οι Πατέρες συμφωνούν, πως όλη η Κτίση αποτελεί δώρο προς τον άνθρωπο και ως εκ τούτου εγείρονται ανθρώπινα δικαιώματα επ΄ αυτής. Πρέπει όμως η πραγματικότητα αυτή να ιδωθεί μέσα από το πρίσμα του πνεύματος της Καινής Διαθήκης. Διότι η ενανθρώπιση του Λόγου του Θεού, πέρα από όλες τις λυτρωτικές επιπτώσεις που είχε στην ανθρώπινη φύση, υπάρχει πλέον ως διαρκής δύναμη ανατροπής της στρεβλής εικόνας που το προπατορικό αμάρτημα κληροδότησε στον άνθρωπο σχετικά με τον Δημιουργό του, αλλά και των διαστάσεων των όρων «εξουσία» και «δικαίωμα». Βεβαίως «κατακυριεύσατε», αλλά κατά μίμισιν ποίου και τι είδους κυρίαρχου; Είναι φυσικό, πως, όταν ο άνθρωπος φαντάζεται τον Θεό του ως Θεό αντίπαλο και πανίσχυρο, που πρέπει να διατηρήσει πάση θυσία την εξουσία Του, θα θελήσει να αντλήσει μοντέλα δυνάμεως και εξουσίας από αυτή την φαντασιακή εικόνα. Την ώρα όμως που οι ίδιοι του οι μαθητές, λίγο πριν το Πάθος, ζητούν εξουσία[3], ξεχνούν πως ο Χριστός τους έχει προειδοποιήσει πως στην επερχόμενη βασιλεία οι έσχατοι έσονται πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι[4].  Με αυτά αυτά τα λόγια επιδιώκει ο Χριστός να επαναφέρει την ανθρώπινη νόηση στην ενατένιση της αυθεντικής αξιολογικής κλίμακας και του «φυσικού» περιεχομένου των δύο αυτών όρων. Ο Θεός παραμένει παντοδύναμος, μόνο που, αυτού του η παντοδυναμία, πηγάζει από την άπειρη αγάπη Του. Την ώρα που ο βασανισμένος λαός του Ισραήλ περιμένει τον ουράνιο στρατηλάτη και ελευθερωτή από τους Ρωμαίους, τον ουράνιο αδέκαστο κριτή που θα αποκαταστήσει με ρομφαία τη δικαιοσύνη, Εκείνος, άλαλος ως αμνός, αγόμενος στη σφαγή, παίρνει τη ζυγαριά της αγάπης και κρίνει τον κόσμο. Αυτής της αγάπης η δύναμη μπορεί να αποτελεί το σκάνδαλο για του Εβραίους, μωρία για τους Έλληνες και αιτία ειρωνικών σχολίων για τους image makers και τους μεγαλοσχήμονες των κυβερνήσεων και των πολυεθνικών. Ακόμη όμως και με τη λογική των κέντρων της εξουσίας, όπου όλα κρίνονται εκ του αποτελέσματος, η λογική της δυνάμεως δεν κατάφερε ούτε σε ένα τομέα να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής. Οι τυραννίες πέφτουνε και αμέσως γεννιούνται καινούργιες, το δίκαιο αποκαθίσταται και αμέσως μεταλλάσσεται σε αδικία, που θα γεννήσει την νέα επανάσταση. Αυτός ο φαύλος κύκλος αποκαλύπτεται πολύ  περισσότερο στα θέματα του περιβάλλοντος. Η αγάπη όμως; Τι διαφορετικό φέρνει στην ανθρώπινη συμπεριφορά και από πού αντλεί την όντως αποτελεσματική της δύναμη γενικότερα, αλλά και ειδικά στο πεδίο της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση; Για πολλούς αποτελεί ένα γλυκό, αλλά ίσως όχι και τόσο δυναμικό συναίσθημα. Λίγοι όμως την έχουν εκτιμήσει ως μια όντως δύναμη, τη μόνη ίσως δύναμη αλλαγής των παραμέτρων προς το καλύτερο, δύναμη ικανή να αλλάξει τον πυρήνα της ανθρώπινης ζωής και δράσης και να δώσει απτά αποτελέσματα. Πολλά μπορεί να πει κανείς γι΄ αυτήν, κυρίως αν ανήκει στους ευλογημένους εκείνους που την έχουν γευτεί και την έχουν προσφέρει. Εδώ ας αναφέρουμε μόνο ένα: όποιος αγαπά, ξέρει να δωρίζει. Και όποιος ξέρει να δωρίζει είναι ικανός να ευγνωμονεί για τις δωρεές που δέχτηκε. Εάν σήμερα το περιβάλλον δεινοπαθεί, είναι διότι ο άνθρωπος, αποκομμένος από την πηγή της αγάπης, έχασε την δυνατότητα να αντιμετωπίζει την δημιουργία ως δώρο ζωής και την κατάντησε λάφυρο δυνάμεως.

Όσο για το περίφημο αυτόν όρο «δικαίωμα», που έχει γίνει σημαία σε κάθε διεκδίκηση, μπορεί να αποτελεί ως ένα σημείο εργαλείο παρηγοριάς σε μια ανθρωπότητα βουτηγμένη στην αδικία και την καταπίεση. Όταν όμως θεοποιηθεί και γίνει το μοναδικό ζητούμενο κάθε ανθρώπινης επιδίωξης, καταντάει εργαλείο αυθαιρεσίας, ουσιαστικά άλλοθι μιας εγωιστικής αυθαιρεσίας που κατατρώγει χειρότερα και από τη στυγνότερη δικτατορία την καθημερινότητα των ανθρώπων. Το δίκιο και το άδικο αυτού του κόσμου δεν μετριέται με το βάρος του δικαιώματος αλλά με το βάρος της αγάπης. Αυτή φανερώνει στον άνθρωπο τον τρόπο ζωής που θα γαληνέψει αυτόν και τον κόσμο γύρω του, αυτή είναι η μονή δύναμη που αποκαλύπτει την κτηνωδία, την γελοιότητα και την τραγικότητα της δίψας του ανθρώπου για εξουσία και δύναμη, αυτή δείχνει με το δάκτυλό της τα καμένα δάση και τους σκουπιδότοπους. Ο Θεός δε δικάζει[5], η αγάπη Του  θα κρίνει τον κόσμο.

Ο άνθρωπος πλάστηκε αχόρταγος. Πριν την πτώση, αχόρταγος για αγάπη, κατ΄  εικόνα και ομοίωση της αγάπης του Δημιουργού του.  Μετά την πτώση, αχόρταγος για τα ξυλοκέρατα της αρπαγής. Το περιβάλλον δεν αποτελεί παρά μια απεικόνιση αυτής της αλλοτρίωσης. Έχουμε την …τύχη να ανήκουμε στη γενιά εκείνη, που εντονότερα από κάθε άλλη, βλέπει και ψηλαφεί τα δεινά μιας αλλοτριωμένης ανθρώπινης ιστορίας, που φτάνει στο τέλος της. Και αν κάποτε η ανάγκη αλλαγής των ψυχών έμοιαζε κήρυγμα πολυτέλειας και θεωρητικολογίας, αναδεικνύεται πλέον ως η πρακτικότερη λύση επιβίωσης, την ίδια ώρα, που συνεδριάσεις, συνελεύσεις, μέτρα, οικολογικές καμπάνιες και κροκοδείλια δάκρυα εκείνων, που ντοπάρισαν γενιές και γενιές ανθρώπων με το ασυδοσία του εύκολου πλούτου και της αδίστακτης εξουσίας, προκαλούν μόνο ειρωνεία και απογοήτευση.

Έλεγε ένας αβάς, πως η αγάπη είναι τόσο ζωντανή, τόσο απτή, σαν ένα καρβέλι ζεστό ψωμί. Έφτασε ο καιρός να ψηλαφίσουμε το στέρεμα της στο νερό που τελειώνει, στα δάση που ξεψυχάνε, στον αέρα που πνίγει. Είναι καιρός πίκρας για την ανθρώπινη αποτυχία, καιρός απογύμνωσης των φορέων μιας στρεβλής εξουσίας, καιρός, που η Εκκλησία θ΄ αρχίσει να μετριέται στα πρόσωπα ανθρώπων ευθύνης, ταπείνωσης, πίστης, αγάπης και δράσης. Τέτοιων ανθρώπων τα έργα, τέτοιας Εκκλησίας τα έργα θα αλατίσουν πάλι τον κόσμο και το αλάτι αυτό, σαν μια άλλη, όχι όξινη μα γλυκιά βροχή θα πλημμυρίσει ξηρές και θάλασσες και θα κάνει τη γη άξια να την εποικίσουν όντα αγάπης και ευγνωμοσύνης.

 

Παραπομπές:

[1] Για την φιλανθρωπία του Θεού, όπως εκδηλώνεται στα λόγια και στις ενέργειές Του, αμέσως μετά την Πτώση, βλ. Παν. Νέλλα, Ζώον Θεούμενον, εκδ. ΣΥΝΑΞΗ, όπου, με τρόπο υποδειγματικό, ανακεφαλαιώνεται όλη η πατερική σκέψη επί του θέματος και αποκαθίσταται η στρεβλή εικόνα ενός εξοργισμένου Θεού-τιμωρού με εκείνης του πράου Θεού των οικτιρμών και της αγάπης.

[2] Και βέβαια είναι γεγονός, πως από τα πεπραγμένα της …χριστιανής λευκής φυλής δεινοπάθησε –και δεινοπαθεί ακόμη- όχι μόνον η φύση αλλά και τεράστιες ομάδες του ανθρωπίνου γένους, ιδιαιτέρα κατά του τελευταίους πέντε-έξι αιώνες. Από την άλλη όμως, δεν μπορεί κανείς να παραμερίσει το γεγονός, πως πολλές πτυχές του τεχνολογικού πολιτισμού, προϊόν κυρίως της Δ, Ευρώπης, αλλά και πτυχές ακόμη και της εξωτερικής πολιτικής του φυσικού της τέκνου, των Ηνωμένων Πολιτειών, επηρεάζονται έμμεσα ή άμεσα από στρεβλές θεολογικές προσεγγίσεις.

[3] Μαρκ. 10,37

[4] Ματθ. 20,16

[5] Ιω. 5,22