Η μνημόνευση των Διπτύχων στη Θεία Λειτουργία

22 Οκτωβρίου 2021

Η ευχαριστιακή αναφορά του μυστηρίου της Θείας Λειτουργίας περατώνεται με τα λεγόμενα Δίπτυχα. Τα τελευταία είναι ένα από τα έργα των συλλειτουργούντων, κλήρου και λαού, μέσω των οποίων δηλώνεται η ενότητα της ανά την Οικουμένη Εκκλησίας και συνάπτουν σε χρόνο λειτουργικό και εσχατολογικό το παρελθόν, με το παρόν και το μέλλον. Κατά καιρούς έχουν λάβει ποικίλες ονομασίες, όπως: ιεραί δέλτοι, μυστικαί δέλτοι, μυστικά δίπτυχα, εκκλησιαστικοί κατάλογοι και όσον αφορά αποκλειστικά τους επισκόπους επισκοπικοί κατάλογοι. Η ονομασία Δίπτυχα οφείλεται στην κατασκευή του εν λόγω πίνακα, ο οποίος αποτελείται από δύο φύλλα ή πινάκια, ενωμένα μεταξύ τους στο μέσο, ενώ μπορεί να είναι και τρίπτυχα ή πολύπτυχα.

Η ανάγνωση των Διπτύχων έχει τη βάση της στην εωθινή προσευχή της ιουδαϊκής λατρείας, κατά την οποία, μετά το Schema των δέκα και οκτώ «Ευλογητός», ο αρχισυνάγωγος απηύθυνε εξ ονόματος των μελών της συναγωγής δέηση και δοξολογία προς τον Γιαχβέ, για τις ευεργεσίες Του προς κάθε έναν από αυτούς.

Κάθε ενορία έχει την υποχρέωση να καταρτίζει και να διαφυλάσσει τον πίνακα των Διπτύχων, στον οποίο αναγράφονται όλα τα μέλη της, ζώντα και κεκοιμημένα, κλήρος και λαός, με προεξάρχοντα τον επιχώριο επίσκοπο. Η ανάγνωση των Διπτύχων λάμβανε χώρα μετά την εκφώνηση «Εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου» και ενόσω ο χορός των ψαλτών έψαλλε το θεομητορικό μεγαλυνάριο, ενώ ο λειτουργός ανεγίγνωσκε την ευχή, μετά το σημείο «Καὶ μνήσθητι πάντων…». Στο σημείο αυτό γινόταν η μνημόνευση των Διπτύχων από το διάκονο, πρώτα των κεκοιμημένων μελών του Σώματος (της Θεοτόκου, του Προδρόμου των Αγίων και έπειτα όλων των λοιπών) και στη συνέχεια των ζώντων, με πρώτο τον επίσκοπο, αφού προηγείται η μνημόνευση «Ἐν πρώτοις». Η μνημόνευση δεν περιορίζεται βέβαια μόνο στον κλήρο, αφού η εκφώνηση-πρόσκληση του διακόνου «Καὶ ὧν ἕκαστος κατὰ διάνοιαν ἔχει, καὶ πάντων καὶ πασῶν» μαρτυρά το κάλεσμα προς όλους σε προσευχή υπέρ των κεκοιμημένων και ζώντων οικείων τους.

Η μνημόνευση των Διπτύχων πριν από τον καθαγιασμό και την αναφορά, κατά τη διάρκεια της ακολουθίας της Προσκομιδής, έχει προληπτικό χαρακτήρα και προετοιμάζει για την τέλεση του μυστηρίου. Για το λόγο αυτό, η επισημότερη και εκτενέστερη μνημόνευση των Διπτύχων μετά τον καθαγιασμό έχει βαρύνουσα σημασία, αν και στη σύγχρονη τέλεση του μυστηρίου πολλές φορές παραθεωρείται. Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων σκιαγραφεί στην Ε’ Μυσταγωγική Κατήχηση το περιεχόμενο της μνημόνευσης των Διπτύχων στο συγκεκριμένο σημείο της Θείας Λειτουργίας, αλλά και ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρει τη μνημόνευση μετά τον καθαγιασμό, στις Ομιλίες ΙΗ’ και ΚΑ’ «Εις τας Πράξεις».

Το μνημόσυνο των συμπεριλαμβανομένων στα Δίπτυχα τελείται πλέον μυστικά, χωρίς να γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό από το λαό. Ο ιδιότυπος αποκλεισμός του λαού από τα Δίπτυχα είναι αρκετά σοβαρός, αφού η μεγαλόφωνη εκφώνησή τους, απαλλαγμένη από το περίβλημα των ψαλτικών επιδεξιοτήτων, θα ωφελούσε πολύ το πνεύμα της ενότητας και της ομόνοιας της τοπικής αλλά και της καθ’ όλον Εκκλησίας. Τα Δίπτυχα, άλλωστε, αναγιγνώσκονταν εις ευήκοον όλων των μελών της σύναξης κατά τους αρχέγονους τύπους της Θείας Λειτουργίας, όπως των Αποστολικών Διαταγών και του Ιακώβου του Αδελφοθέου, ενώ εξαίρεση αποτελεί ο τύπος του Αποστόλου Μάρκου, κατά τον οποίο τα Δίπτυχα μνημονεύονται στον πρόλογο της ευχής της Αναφοράς.

Η διαγραφή από τα Δίπτυχα συνιστά σοβαρό εκκλησιαστικό επιτίμιο, το οποίο μνημονεύει ο ιερός Αυγουστίνος, απειλώντας με αυτό, όποιον κληρικό δεν επεδείκνυε πρέπουσα συμπεριφορά. Ο ιερός Χρυσόστομος μετά την αντικανονική καταδίκη του, αλλά και αιρετικοί ιεράρχες, όπως οι Σέργιος, Πύρρος και Παύλος Κωνσταντινουπόλεως, είχαν διαγραφεί από τα Δίπτυχα της αυτής Εκκλησίας. Τα περιστατικά αυτά μαρτυρούν, ότι οι διαγραφές δεν αφορούσαν μόνο ζώντες, αλλά και κεκοιμημένους επισκόπους, που είχαν καθαιρεθεί ή εκπέσει σε αιρετική κακοδοξία, αποκοπτόμενοι από το κοινό ευχαριστιακό σώμα.

Η μνημόνευση των κατά τόπους επισκόπων και αρχιεπισκόπων απαντά σε όλους τους λειτουργικούς τύπους της Ανατολής. Οι Πατριάρχες και επίσκοποι μνημονεύονταν ονομαστικά μετά την εκφώνηση των συλλειτουργούντων κληρικών υπέρ του ποιμενάρχου «Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε» και αφού είχε ολοκληρωθεί η ανάγνωση των Διπτύχων των κεκοιμημένων.

Η σύγχρονη διάταξη της Θείας Λειτουργίας φέρει αναπροσαρμοσμένη την ανάγνωση των Διπτύχων, αφού ο ιερέας αναγιγνώσκει μόνο τις σχετικές δεήσεις, χωρίς να αναφέρει ονομαστικά τα πρόσωπα που περιλαμβάνονται σε αυτά, τα οποία έχει ήδη μνημονεύσει κατά τη προσκομιδή. Η τροπή αυτή οφείλεται στη σπανιότητα της συνιερουργίας διακόνου, έργο του οποίου ήταν η ανάγνωση των Διπτύχων, αλλά και στο μάκρος που λάμβανε η Θεία Λειτουργία με την ανάγνωση όλων αυτών των ονομάτων.

Κατάλοιπο της αρχικής ανάγνωσης των Διπτύχων στο σημείο μετά τον καθαγιασμό απαντά μόνο στα συνοδικά και τα επίσημα αρχιερατικά συλλείτουργα, οπότε, μετά το «Ἐν πρώτοις» λέγεται το τέλος των Διπτύχων των ζώντων με τα μνημόσυνα των Πατριαρχών και των προέδρων των Αυτοκεφάλων κατά τόπους Εκκλησιών. Η απάλειψη από τα Δίπτυχα ενός μέλους της Εκκλησίας συνιστά πράξη αποκοπής του από το Σώμα του Χριστού και αναγνώρισης της απομάκρυνσής του από αυτό. Σίγουρα οι λόγοι της απάλειψης θα πρέπει να είναι πολύ σοβαροί και να συνοδεύονται από ενέργειες που διαστρεβλώνουν τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας και ό,τι συνεπάγεται αυτή. Η Εκκλησιαστική Ιστορία έχει πολλά παραδείγματα αντικανονικής απάλειψης ονομάτων από τα Δίπτυχα, με παράλληλη εφαρμογή ακοινωνησίας, πολλές φορές κινούμενη από πολιτικά και εξωεκκλησιαστικά κέντρα και κίνητρα.

Τα Δίπτυχα, συμπερασματικά, μαρτυρούν την ενότητα της Εκκλησίας, το πνεύμα ομόνοιας και καταλλαγής, αλλά και την περιχαράκωση των μελών του Σώματος, έναντι όσων επιβουλεύονται την αρτιότητα και τον αρραγή χαρακτήρα του. Η επέμβαση καθ’ οιονδήποτε τρόπο στα Δίπτυχα πρέπει να γίνεται μόνο για εξαιρετικά σπουδαίους λόγους, ύστερα από πραγματικά κανονικά παραπτώματα και εξαντλώντας κάθε περιθώριο ανοχής και αγάπης, εκτός εάν συντρέχουν λόγοι που αλλοιώνουν τη διδασκαλία και την δισχιλιετή παράδοση και δομή της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας.

 

Βιβλιογραφία:
Παρασκευόπουλου Γ. Χ., Ερμηνευτική Επιστασία επί της Θείας Λειτουργίας, εκδοτικός οίκος Χαρ. και Ιω. Καγιάφα, Πάτραι 1958.
Τρεμπέλα Παν. Ν., Αι Τρεις Λειτουργίαι κατά τους εν Αθήναις Κώδικας, εκδίδεται υπό της Μ. Πατριαρχικής Επιστημονικής Επιτροπής προς αναθεώρησιν και έκδοσιν των λειτουργικών βιβλίων, Αθήναι 1935.
Του Ιδίου, «Δίπτυχα», ΘΗΕ, 5 (1964), στ. 107-113.
Του Ιδίου, Λειτουργικοί Τύποι Αιγύπτου και Ανατολής, Σειρα: Συμβολαί εις την Ιστορίαν της Χριστιανικής Λατρείας, τ. Β’, εκδ. Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι 20083.
Φουντούλη Ιω. Μ., Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τ. Γ’, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήνα 20023.

naxioimelistes.blogspot.com