Ο εορτασμός για τα 1000 χρόνια του Αγίου Όρους και η αναγέννησή του
10 Μαρτίου 2022i. Ο εορτασμός για τα 1000 χρόνια του Αγίου Όρους
Το 1963 το Άγιο Όρος γιόρτασε την πρώτη χιλιετία του ως μοναστική πολιτεία καθώς συμπληρώθηκαν 1.000 χρόνια από την ίδρυση της Μεγίστης Λαυρας το 963 από τον Αθανάσιο τον Αθωνίτη όπως προαναφέραμε. Ο λαμπρός εορτασμός τελέστηκε παρουσία του τότε Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, των προκαθημένων των Ορθόδοξων Εκκλησιών και του τότε Βασιλέα Παύλου και του διάδοχού του Κωνσταντίνου[1]. Την περίοδο εκείνη ο μοναχισμός και γενικά το Άγιον Όρος βρίσκονταν σε κάμψη και παρακμή. Οι Μονές κατέρρεαν, ο αριθμός των μοναχών συνεχώς μειωνόταν και η μέση ηλικία συνεχώς μεγάλωνε[2] ώστε κάποιοι έφτασαν στο σημείο να διερωτώνται «Για ποιο λόγο πάει ο Πατριάρχης και οι άλλοι Πατριάρχες; Για να κάνουν το μνημόσυνο του Αγίου Όρους;[3]» Όμως, η κάμψη αυτή θα αποδειχθεί προσωρινή καθώς θα ξημερώσει μια εποχή πνευματικής άνθισης και αναγέννησης του αγιορείτικου μοναχισμού την οποία θα παρακολουθήσουμε στη συνέχεια.
ii. Η αναγέννηση του Αγίου Όρους
Το Άγιο Όρος μετά από περίοδο παρακμής (που όπως προαναφέρθηκε κορυφώθηκε στα μέσα του 20ου αιώνα περίπου, στην εορτή των 1000 χρόνων του, λόγω της λειψανδρίας, της κατάρρευσης των όποιων υποδομών από την περίοδο της Τουρκοκρατίας, της προτεσταντικές επιδράσεις και τις προσπάθειες φραγκοποίησης της Ορθοδοξίας που συνοδεύτηκε και από αντιμοναχικό πνεύμα τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση, των Βαλκανικών πολέμων και της έλλειψης φωτισμένων μοναχών), αναγεννήθηκε χάρη σε μια σειρά γεγονότων.
Η σταθερή ανάκαμψη του αγιορείτικου μοναχισμού, άρχισε να καταγράφεται στατιστικά από τις αρχές της δεκαετίας του ’70, καθώς τον Ιούλιο του 1972, διαπιστώθηκε ότι το σύνολο των μοναχών του Αγίου Όρους ανερχόταν στους 1.146, επαυξημένο έστω και κατά μία μονάδα σε σχέση με το 1971[4] (1.145), γεγονός που καταγράφηκε και από το περιοδικό Irénikon, όπου δημοσιεύονταν κατά καιρούς στατιστικά στοιχεία των αγιορειτών μοναχών. Έκτοτε η σταθερή και απειλητική πτώση του αριθμού των μοναχών της Αθωνικής Πολιτείας μεταβλήθηκε σε σταθερή ανάκαμψη, που έγινε πλέον εντυπωσιακή[5] και αριθμεί πλέον περισσότερους από 1.800 μοναχούς[6].
Η αναγέννηση αυτή, κατά πρώτο λόγο επήλθε μέσω της ύπαρξης ηγουμένων-γερόντων με ισχυρή προσωπικότητα. Αυτοί λειτούργησαν σαν πρότυπα και προσείλκυσαν γύρω τους πολυπληθείς ομάδες, με χαρακτηριστική την περίπτωση του Ιωσήφ του Ησυχαστή
και Σπηλαιώτη (+1959) στη σκήτη της Μικράς Αγίας Άννας. Η συνοδεία του αποτέλεσε για τον νεότερο μοναχισμό, μια από τις αρχικές γενεαλογικές βάσεις του σημερινού αγιορείτικου μοναχισμού και ευθύνεται για το 1/3 της αναγέννησης των μονών.
Ο ίδιος ο γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, προφητικά είχε αποκαλύψει σε κάποιον φίλο του (τον Ιωάννη Μπίτσιο) επισκέπτη στο Άγιο Όρος, ότι οι τρεις νέοι μοναχοί που αποτελούσαν τη συνοδεία του, θα ήταν μελλοντικά η αιτία της επάνδρωσης του Αγίου Όρους[7]. Επειδή όμως προγνώριζε το γεγονός αυτό δεν επέτρεψε στους υποτακτικούς του μετά τον θάνατό του να ζήσουν μαζί αλλά τους έθεσε ως εντολή να χωρίσουν, γνωρίζοντας ότι αυτός ο δρόμος θα τους οδηγήσει στο να γίνουν Ηγούμενοι και Γέροντες μεγάλων κοινοβιακών μονών.
Πράγματι, τρείς από τους έξι μοναχούς της συνοδείας του γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή, αναγορεύθηκαν ηγούμενοι νέων μονών ή γέροντες συνοδειών (Φιλοθέου (Εφραίμ), Διονυσίου (Χαράλαμπος) και Βατοπαιδίου (Ιωσήφ)) και κατόρθωσαν να εδραιώσουν το πνεύμα του αγιορείτικου μοναχισμού ακόμη και εκτός του Αγίου Όρους με διάφορα μέσα και τρόπους που θα δούμε παρακάτω (μετόχια εκτός Αγίου Όρους, διαδικτυακή Ποιμαντική κ.α.). Επιπλέον, επάνδρωσαν επαρκώς τις μονές αυτές οι οποίες τελούσαν σε κατάσταση ερήμωσης, ενώ αρκετά πνευματικά τέκνα και εγγόνια του Γέροντα Ιωσήφ ίδρυσαν και έγιναν καθοδηγητές σε γυναικεία και ανδρικά μοναστήρια σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος και του εξωτερικού,όπως ο Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης ο οποίος ήταν ο πνευματικός πατέρας της Ι.Μ. Παναγιάς της Οδηγήτρια στην Πορταριά του Βόλου, της Ι.Μ. Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην Θάσο, της Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Σερρών, της Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Νάουσας[8] κ.α..
Υπολογίζεται ότι από τη ρίζα του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή προέρχονται άμεσα η έμμεσα περισσότεροι από χίλιοι μοναχοί και μοναχές[9], με πλούσια δράση εντός και εκτός του Αγίου Όρους, όπως για παράδειγμα ο αγιορείτης μοναχός Νικόδημος Μπιλάλης (1932 – † 4.6.2014), ο οποίος υπήρξε ο ιδρυτής της Πανελλήνιας Ένωσης Φίλων των Πολυτέκνων (Π.Ε.ΦΙ.Π) που σκοπό έχει την στήριξη των πολυτέκνων οικογενειών[10].
Αναλυτικότερα, από τη συνοδεία του Γέροντα Ιωσήφ προέρχεται ο Γέροντας Εφραίμ ο οποίος επάνδρωσε την Ιερά Μονή Φιλοθέου και αργότερα η συνοδεία του στελέχωσε άλλες τρεις μονές, ενώ ο γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός, οργάνωσε την Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου η οποία ήταν πλήρως αποδιοργανωμένη, με το έργο του να ολοκληρώνεται από το πνευματικό του παιδί τον παπά Εφραίμ (νυν ηγούμενο της Μονής), ο οποίος με την ευχή και τη συμπαράσταση του αειμνήστου Γέροντα, ανακαίνισε τη Μονή και πλέον αριθμεί πάνω από 140 μοναχούς[11], καθιστώντας την ένα σπουδαίο πνευματικό κέντρο, όπου βρίσκουν ανάπαυση χιλιάδες πιστών από τον κόσμο[12].
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής ήταν η γενεσιουργός αιτία της πνευματικής αναγέννησης του Αγίου Όρους. Για να καταδείξουμε το μέγεθος της επιρροής του αξίζει να αναφέρουμε ότι η αγρυπνία που εφάρμοζε υιοθετήθηκε στη Νέα Σκήτη, κατόπιν στον Προβατά και στο Μπουραζέρι και εν μέρει στα σημερινά μεγάλα κοινόβια. Επίσης, υιοθετήθηκε η πρακτική του της καθημερινής εξομολόγησης των λογισμών και η τακτική Θεία Λειτουργία και μετάληψη (τουλάχιστον τέσσερις φορές την εβδομάδα). Στον γέροντα Ιωσήφ αποδίδεται και σύζευξη μεταξύ κοινοβιακού και ησυχαστικού Τυπικού στα μεγάλα κοινόβια του Αγίου Όρους, που απέδωσε την άσκηση δια των διακονημάτων, τη φιλοξενία, και την άσκηση της σιωπής και της νοεράς προσευχής, αρετές οι οποίες μεταλαμπαδεύονται και στους προσκυνητές[13].
Τη σκυτάλη σε αυτήν την αναγέννηση έλαβε στη σύγχρονη εποχή ο Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης ο οποίος υπήρξε ένας ακάματος εργάτης στην υπηρεσία των προσκυνητών, με τον βίο του και την αγάπη του προς τον άνθρωπο που εκφράζονταν είτε με την προσευχή του, είτε με τη διορατικότητά του (που σκοπό βέβαια δεν είχε τον εντυπωσιασμό αλλά την ανάπαυση του ανθρώπου), είτε με τις πολλές ώρες πνευματικών ομιλιών και νουθεσιών. Παραμερίζοντας τον εαυτό του και τα προβλήματά του, συγκίνησε όσο λίγοι τους πιστούς σε όλο τον κόσμο οι οποίοι έδειξαν τεράστιο ενδιαφέρον για τη βιοτή του είτε επισκεπτόμενοι το Άγιο Όρος, είτε αναγιγνώσκοντας βιβλία με τις διδαχές και τα θαυμαστά του έργα. Ενδιαμέσως του Γέροντος Ιωσήφ και του Γέροντος Παΐσίου είχε εμφανισθεί ο γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ (καθώς έζησε στο Έσσεξ τις δυο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του), του οποίου η διδασκαλία και η θεολογία με το βιβλίο του «Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης» οδήγησε πολλούς νέους στον μοναχισμό[14], ενώ ο αναγεννητικός του λόγος επηρέασε και ανθρώπους μη Ορθόδοξους, κάνοντάς τους τίμια μέλη της Εκκλησίας[15]. Έτσι, αυτή η «Αγία Τριάδα» των σύγχρονων αγιασμένων μορφών πρωτίστως συνετέλεσε τα μέγιστα ώστε ο κόσμος να στρέψει την προσοχή του στο Άγιο Όρος και να αναγεννηθεί η πνευματικότητα των πιστών. Δευτερευόντως η αναγέννηση αυτή οφείλεται στην είσοδο συνοδειών εκτός Αγίου Όρους. Η έλευση τους αποτέλεσε «μετάγγιση» για τον αποψιλωμένο πληθυσμό καθώς οι συνοδείες αυτές από τον ελλαδικό χώρο εγκαταστάθηκαν σε αντίστοιχα κοινόβια εντός της χερσονήσου.
Οι ομάδες αυτές ήταν ήδη συγκροτημένες και η μετακίνησή τους προς τη χερσόνησο συνέβαλε καθοριστικά στην παγίωση και ανάδειξη της έως τότε ανανεωτικής τάσης[16]. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί η μετακίνηση της αδελφότητας του Μεγάλου Μετεώρου τα μέλη της οποίας, λόγω του αυξανόμενου ρεύματος τουρισμού στα Μετέωρα, αναζήτησαν αλλού τον ησυχασμό και τον βρήκαν στο Άγιο Όρος το 1972.
Κλιμάκιο της αδελφότητας, αναζήτησε μεταξύ των παρηκμασμένων αγιορείτικων μονών, τον τόπο του ησυχασμού της. Οι επιλογές ήταν μεταξύ των Μονών Φιλοθέου και Σίμωνος Πέτρας, όπου προκρίθηκε η δεύτερη κυρίως για τον λόγο ότι προσομοίαζε κατά πολύ με τα Μετέωρα, της οποίας όμως οι κτηριακές υποδομές ήταν σε ιδιαιτέρως κακή κατάσταση, ενώ το έμψυχό υλικό της αποτελούνταν από επτά υπερήλικους μονάχους.
Στην κενή θέση του ηγουμένου εξελέγη ο πατέρας Αιμιλιανός (ο οποίος επιδόθηκε στην αναδιοργάνωση της νέας αδελφότητας σύμφωνα με την αγιορείτικη παράδοση), με την ηγουμενία του να αξιολογείται ως μια από τις ευλογημένες περιόδους της νεότερης ιστορίας της Μονής, η οποία συνέπεσε με την ευρύτερη αθρόα επάνδρωση και την (επαν)ακτινοβολία του Αγίου Όρους,[17] ενώ ο σπόρος που έριξε (ο Γέροντας Αιμιλιανός) είχε σαν αποτέλεσμα στη σημερινή αδελφότητα που αριθμεί περίπου πενήντα πέντε άτομα, να συγκαταλέγονται μοναχοί που προέρχονται από οκτώ διαφορετικές χώρες[18]. Η μετέγκατασταση της αδελφότητας του Μετεώρου έγινε αφορμή και για άλλες μετεγκαταστάσεις αδελφοτήτων[19] όπως της Ιεράς Μονής Γρηγορίου από τον αρχιμ. Γεώργιο Καψάνη, της Ι.Μ. Ξενοφώντος από τον αρχιμ. Αλέξιο, της Ι.Μ. Κουτλουμουσίου από τον αρχιμ. Χριστόδουλο, της Ι.Μ. Διονυσίου από τον αρχιμ. Χαραλάμπη και της Ι.Μ. Καρακάλλου από τον αρχιμ. Φιλόθεο, βάζοντας με αυτόν τον τρόπο τα θεμέλια για την αναγέννηση του αθωνικού μοναχισμού και της αγιορείτικης πνευματικότητας[20] αλλά και την επανακοινοβιοποίηση μονών.
Τέλος, μπορούμε να πούμε ότι στην αναγέννηση του Αγίου Όρους συνέβαλαν γεγονότα όπως α) η εκκοσμίκευση της ζωής των πιστών και η ρηχή πνευματικά ζωή χωρίς νόημα και βάθος γεγονός που έκανε σε πολλούς να αναζητήσουν την παράδοση και την ανόθευτη Ορθοδοξία, β) η απόρριψη νόθων θρησκευτικών σχημάτων, γ) η αποδιοργάνωση των χριστιανικών αδελφοτήτων, δ) η τουριστικοποίηση των εκτός του Αγίου Όρου μονών, ε) η αναζωπύρωση της μελέτης των Πατερικών κειμένων, στ) η επανακοινοβιοποίηση μονών και ζ) η έξοδος και ο διάλογος των Αγιορειτών μοναχών με τον κόσμο[21].
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ