Προσβάσιμη σελίδα

«Όσες αρετές και να έχουμε, αν δεν έχουμε μετάνοια, οι αρετές είναι άχρηστες»

ΟΡΘΡΟΣ Μ. ΤΕΤΑΡΤΗΣ

(Ο Όρθρος της Μ. Τετάρτης τελείται το απόγευμα της Μ. Τρίτης)

 Εισαγωγικά

Στην Τρίτη κατά σειρά ακολουθία η εκκλησία μας προβάλλει ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο, μια πόρνη, αλλά με ένα σημαντικό χαρακτηριστικό, την μετάνοια. Εμάς δεν μας ξενίζει που γίνεται λόγος για πόρνες και ληστές, γιατί αυτοί, κατά τον Λόγο του Θεού, μας οδηγούν στον Παράδεισο. Και η πόρνη που μετάνιωσε για την άστατη ζωή της και ο ληστής που είπε πάνω στο Σταυρό το «Μνήσθητί μου Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία του»κέρδισαν τον Παράδεισο.  Η πόρνη και ο ληστής είναι παραδείγματα μετάνοιας, που οδηγεί στην αλλαγή της στάσης απέναντι στη ζωή και σε τελευταία ανάλυση οδηγεί στην λύτρωση και την σωτηρία.

Ο  Ιούδας είναι κλασικό παράδειγμα μεταμέλειας, η οποία οδηγεί στην αναγνώριση του σφάλματος, αλλά μέχρι εκεί. Δεν προχωρεί στην αλλαγή της ζωής του και στην έμπρακτη μετάνοια, αλλά αντίθετα στην καταστροφή και τον θάνατο πολλές φορές. Αν ο Ιούδας μετάνιωνε πραγματικά, ζητούσε συγχώρηση από τον Θεό και άλλαζε τρόπο ζωής του, τότε δεν θα πήγαινε να απαγχονιστεί αλλά θα αξιοποιούσε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής στην διάπραξη του καλού, δηλαδή στην έμπρακτη μετάνοια. Δεν το έκανε όμως, γιατί είχε γίνει όργανο του Σατανά, είχε εισχωρήσει μέσα του το τελώνιο της φιλαργυρίας, ώστε να παραπονιέται για την αξία του μύρου, που έχυσε η γυναίκα στα πόδια του, και το χειρότερο δεν θα πρόδιδε τον δάσκαλο και Κύριό του.

Να γιατί η εκκλησία μας προβάλλει την μετάνοια της πόρνης, γιατί όσες αρετές και να έχουμε, αν δεν έχουμε μετάνοια, οι αρετές είναι άχρηστες. Οι αρετές φυσικά είναι χρήσιμες, αλλά πρέπει να συνοδεύονται από ένα πνεύμα μετάνοιας, γιατί ό,τι και να κάνουμε είναι λίγα μπροστά σε αυτά που μας προσφέρει ο Θεός.

ΣΥΝΑΞΑΡΙΟΝ
Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Τετάρτῃ, τῆς ἀλειψάσης τὸν Κύριον μύρῳ Πόρνης γυναικός, μνείαν ποιεῖσθαι οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν,  
ὅτι πρὸ τοῦ σωτηρίου Πάθους μικρὸν τοῦτο γέγονε.

 

Στίχοι

Γυνή, βαλοῦσα σώματι Χριστοῦ μύρον,

Τὴν Νικοδήμου προὔλαβε σμυρναλόην.

Ἀλλ’ ὁ τῷ νοητῷ μύρῳ χρισθείς, Χριστὲ ὁ Θεός,

τῶν ἐπιρρύτων παθῶν ἐλευθέρωσον,

καὶ ἐλέησον ἡμᾶς, ὡς μόνος ἅγιος, καὶ φιλάνθρωπος. Ἀμήν.

 

Ἦχος α’

 Ὅτε ἡ ἁμαρτωλός προσέφερε τὸ μύρον,

τότε ὁ μαθητής συνεφώνει τοῖς παρανόμοις·

 ἡ μὲν ἔχαιρε κενοῦσα τὸ πολύτιμον,

ὁ δὲ ἔσπευδε πωλῆσαι τὸν ἀτίμητον,

αὕτη τὸν Δεσπότην ἐπεγίνωσκεν,

οὗτος τοῦ Δεσπότου ἐχωρίζετο,

αὕτη ἠλευθεροῦτο

καὶ ὁ Ἰούδας δοῦλος ἐγεγόνει τοῦ ἐχθροῦ·

δεινὸν ἡ ῥαθυμία! μεγάλη ἡ μετάνοια!

ἥν μοι δώρησαιΣωτήρ,

ὁ παθὼν ὑπὲρ ἡμῶν καὶ σῶσον ἡμᾶς. 

Ερμηνεία

Το τροπάριο παρουσιάζει τους δυο πρωταγωνιστές  της ημέρας σε μια ενέργεια, στην οποία ο καθένας αντέδρασε διαφορετικά. Ο τρόπος συμπεριφοράς του καθενός είναι ακριβώς αντίθετος από τον τρόπο συμπεριφοράς του άλλου. Έχουμε αντιθετικά ζευγάρια για το ίδιο θέμα:

Η πόρνη έσπευσε να προσφέρει το πολύτιμο μύρο στον Χριστό και ο Ιούδας έσπευδε να συμφωνήσει με τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους για να τον παραδώσει.

Η γυναίκα αυτή γνώριζε για πρώτη φορά την μεγάλη συγχωρητικότητα και ευσπλαχνία του Δεσπότη Χριστού, ενώ ο Ιούδας, που ήταν μαζί του για τρία ολόκληρα χρόνια με τους άλλους μαθητές, τώρα διαχωρίζει την θέση του από αυτούς και χωρίζει από τον Δεσπότη και δάσκαλό του.

Η πόρνη απαλλάσσονταν από τα δεσμά της αμαρτίας και ελευθερώνονταν, ενώ αντίθετα ο Ιούδας δένονταν με το πάθος της φιλαργυρίας, τώρα  ακόμη περισσότερο, και γίνονταν δούλος του πονηρού εχθρού.

Το συμπέρασμα.

Η ραθυμία ήταν αυτή που απέκλεισε τις μωρές παρθένες από τον Νυμφώνα της Βασιλείας του Θεού, η ραθυμία και τώρα του Ιούδα τον έστειλε στον θάνατο και στην κόλαση. Είναι όντως φοβερή η ραθυμία, αντίθετα είναι μεγάλη η μετάνοια, την οποία παρακαλούμε τον Θεό να μας την δώσει, ιδιαίτερα τώρα στην περίοδο προετοιμασίας για την υποδοχή του Νυμφίου κατά την Μεγάλη Εβδομάδα.

Ἦχος πλ. β’

Ἡ βεβυθισμένη τῇ ἁμαρτίᾳ

εὗρέ σε λιμένα τῆς σωτηρίας

καὶ μύρον σὺν δάκρυσι κενοῦσά σοι ἐβόα:

Ἴδε ὁ τῶν ἁμαρτανόντων τὴν μετάνοιαν φέρων,

ἀλλὰ, Δέσποτα, διάσωσόν με

ἐκ τοῦ κλύδωνος τῆςἁμαρτίαςδιὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Ερμηνεία

Η πόρνη γυναίκα τα είχε «θαλασσώσει», ζούσε δηλαδή μέσα στην θάλασσα της αμαρτίας και το χειρότερο είχε βουλιάξει και είχε βυθιστεί μέσα στην θάλασσα αυτή. Το παρήγορο γι’ αυτήν είναι ότι ανέβηκε πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας, ψυχανεμίστηκε για το πού θα πάει και τράβηξε προς το λιμάνι, το οποίο ήταν, ευτυχώς γι’ αυτήν, λιμάνι σωτηρίας. Η παραμονή της στο λιμάνι αυτό ήταν πολύ σύντομη, όσο να προλάβει να προσφέρει στο Χριστό το πολύτιμο μύρο αναμειγμένο με τα δάκρυά της και να ζητήσει την διάσωσή της από τα τρικυμισμένα κύματα  της αμαρτίας. Ήξερε σε ποιον απευθύνονταν. Απευθύνονταν στο λιμένα των χειμαζομένων αμαρτωλών,  που δέχονταν την μετάνοιά τους. Το ίδιο κι εμείς.   Ζητάμεαπό τον  Κύριο, ο οποίος ξέρει να γαληνεύει την θάλασσα και να φέρνει την γαλήνη και στις ψυχές μας, να μας απαλλάξει από την τρικυμία που φέρνει η αμαρτία, και να μας σώσει .

Το ίδιο θέμα διαπραγματεύεται και το επόμενο τροπάριο:

Ἦχος πλ. β’

Ἡ ἀπεγνωσμένη διὰ τὸν βίον καὶ ἐπεγνωσμένη διὰ τὸν τρόπον,

τὸ μύρον βαστάζουσα, προσῆλθέ σοι βοῶσα.

Μή με τὴν πόρνην ἀπορρίψῃς ὁ τεχθεὶς ἐκ Παρθένου,

μή μου τὰ δάκρυα παρίδῃς ἡ χαρὰ τῶν Ἀγγέλων·

ἀλλὰ δέξαι με μετανούσαν,

ἣν οὐκ ἀπώσω ἁμαρτάνουσαν, Κύριε, διὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Δόξα… Καὶ νῦν… Ἰδιόμελον Ἦχος πλ. δ’

Ποίημα Κασσιανὴς Μοναχῆς

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή

τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,

ὀδυρομένη μύρα σοι πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.

Ερμηνεία

Ο λόγος και πάλι για την πόρνη γυναίκα, η οποία  περιέπεσε σε πολλές αμαρτίες. Το σπουδαίο γι’  αυτήν είναι ότι αντιλήφθηκε την θεότητα του Κυρίου και ο υμνογράφος την παρομοιάζει με τις Μυροφόρες. Εκείνες πήγαν να αλείψουν το σώμα του νεκρού Χριστού με μύρα, και η γυναίκα αυτή πήγε να αλείψει και αυτή με μύρα το πόδια του Χριστού. Η διαφορά είναι ότι οι Μυροφόρες ήταν αγνές γυναίκες, ενώ αυτή αμαρτωλή. Εκείνες είχαν κάθε δικαίωμα να αλείψουν με μύρα τον Χριστό, γιατί ήταν το αγαπητό τους πρόσωπο, όταν ήταν στη ζωή, αλλά και τώρα που τον έχασαν, πήγαν στο μνήμα να δείξουν την αγάπη τους. Η γυναίκα όμως αυτή, σε όλη της την ζωή αγνοούσε τον Χριστό και λέρωνε τηνψυχή της με τις αμαρτίες. Ο Χριστός και τα μύρα των Μυροφόρων δέχτηκε με χαρά αλλά και με περισσότερη ίσως χαρά δέχτηκε και το μύρο ης αμαρτωλής γυναίκας, διότι αυτό ήταν αναμεμειγμένο με τα δάκρυα της μετάνοιας. Ακόμη το μύρο της αμαρτωλής γυναίκας ήταν συμβολικό, γιατί το πρόσφερε πριν από τον ενταφιασμό του Χριστού, ενώ οι Μυροφόρες μετά τον ενταφιασμό.

 Οἴμοι! λέγουσα ὅτι νὺξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος[1]ἀκολασίας,

ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας.

Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,

 ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·

κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,

 ὁ κλίνας τοὺς οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει·

καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,

ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις,

Ερμηνεία

Είναι μάλλον σίγουρο ότι η αμαρτωλή γυναίκαδεν είπε τίποτα από αυτά που γράφει η μεγάλη υμνογράφος Κασσιανή ότι είπε,  αλλά ερμηνεύοντας ως η ποιήτρια το βουβό αναφιλητό της στα πόδια του Χριστού,  μας   δίνει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο τα συναισθήματα της γυναίκας αυτής. Παρουσιάζει την γυναίκα να χτυπιέται και να λέει: αλίμονό μου, μέσα στην ψυχή μου υπάρχει μια νύχτα ζοφερή, που δεν φωτίζεται ούτε από την Σελήνη, ένας οίστρος ακολασίας και ένας έρωτας αμαρτίας. Είχε πάρει τον κατήφορο της αμαρτίας και κανένας δεν μπορούσε να την σταματήσει. Ο δαίμονας της αμαρτίας και της ακολασίας την είχε τόσο πολύ καβαλικέψει, ώστε αυτή έτρεχε  χωρίς να σκέφτεται τίποτα, χωρίς να βάζει κανέναν φραγμό.

Τώρα όμως τα δάκρυά της τρέχουν και παρακαλεί τον Θεό, αυτόν που ρυθμίζει με τα νερά των νεφελών το νερό της θάλασσας, να την δεχτεί στην αγκαλιά  του. Οι στεναγμοί της καρδιάς της είναι τόσο δυνατοί, ώστε παρακαλεί τον Θεό να καμφθεί σε αυτούς τους στεναγμούς, αυτός ο οποίος έκλινε από τον ουρανό με την απερίγραπτη «κένωση», ενανθρώπιση, και ήρθε στον αμαρτωλό άνθρωπο, για να τον σώσει. Τομύρο δεν της ήταν αρκετό, για να παρακαλέσει τον Κύριο να την συγχωρήσει. Προχώρησε ακόμη πιο πέρα. Φιλούσε και ξαναφιλούσε τα άχραντα πόδια του Χριστού και τα σκούπιζε με τις τρίχες των μαλλιών της. Άκρα ταπείνωση, άκρα μετάνοια. Δεν μπορεί να μην συγκινηθεί ο Κύριος, ο οποίος μαζί με τους αγγέλους χαίρονται «επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι».

ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,

κρότον τοῖςὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.

Ερμηνεία

Το σημείο αυτό είναι το πιο πολυσυζητημένο για το αν αναφέρεται στην Εύα μέσα στον Παράδεισο ή  στην ίδια κατά επίσκεψη του αυτοκράτορα σε αυτήν. Σίγουρα απηχεί εκείνο το δειλινό του Παραδείσου, όπου μετά την παρακοή οι Πρωτόπλαστοι ντύθηκαν πρόχειρα και κρύφτηκαν όταν ήρθε ο Θεός και τους φώναζε να φανερωθούν. Ανθρωπομορφικά παρουσιάζεται  Θεός να κάνει θόρυβο με το περπάτημά του μέσα στον Παράδεισο και ο θόρυβος των παπουτσιών του τρόμαξε την Εύα και κρύφτηκε, γιατί δεν «είχε μούτρα ούτε πρόσωπο», για δει τον Θεό μετά την παρακοή. Τι σχέση έχει αυτό με την πόρνη γυναίκα. Από πρώτη άποψη, καμιά. Κι όμως γυναίκα ήταν η πρώτη που έπεσε στην αμαρτία και παρέσυρε τον Αδάμ, γυναίκα ήταν και η πόρνη που έσερνε στην αμαρτία και όλους τους άντρες που πήγαιναν με αυτήν. Η Εύα δεν ζήτησε συγχώρηση από τον Θεό και έπεσε η κατάρα του Θεού στους ανθρώπους, ενώ η αμαρτωλή με την έμπρακτή της μετάνοια κέρδισε την σωτηρία της.

Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους,

τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;

Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Ερμηνεία

Υπάρχει εδώ μια αντίθεση ανάμεσα στα «πλήθη των πεπραγμένων  δεινών», όπως γράφει ο υμνογράφος αλλού, και στην άβυσσο του ελέους του Θεού. Αυτό όμως είναι το παρήγορο. Το έλεος του Θεού είναι τόσο μεγάλο, ώστε οι αμαρτίες των ανθρώπων όσο μεγάλες κι αν είναι, να μην μπορούν να συγχωρεθούν από τον Θεό. Ο Θεός «ο ετάζωνκαρδίαν και νεφρούς» μπορεί να εξιχνιάσει τις καλές προθέσεις των ανθρώπων, το αντίθετο όμως δεν μπορεί να γίνει. «άβυσσος το περιβόλαιον αυτού»κατά τον Δαυίδ, πόσο μάλλον οι προθέσεις και τα σχέδια του Θεού για τον άνθρωπο και για όλον τον κόσμο. Η μόνη καταφυγή μας είναι ο Κύριος, γι’ αυτό και η αμαρτωλή γυναίκα, όπως κι εμείς, ας ζητούμε να μην  περιφρονήσει ο Θεός εμάς τους πιστούς δούλους τους, γιατί το έλεός του είναι αμέτρητο.

[1] οίστρος είναι ένα έντομο που όταν τσιμπάει τα ζώα, ιδίως τα βόδια, τα κάνουν και τρέχουν, για να γλιτώσουν από το τσίμπημα.

Πρόσφατες
δημοσιεύσεις
Χερουβικόν ήχος πλ.α΄ | Κωνσταντίνου Πρίγγου
Λόγος και Μέλος: Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία (Ζαχάρου) Έσσεξ: Ομιλήματα Τεσσαρακοστής (B')
Λόγος και Μέλος: Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία (Ζαχάρου) Έσσεξ: Ομιλήματα Τεσσαρακοστής (Α')
«Βυζαντινά Πάθη» του Μιχάλη Αδάμη (24/4/2024, Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης)
Λόγος και Μέλος: Περιμένοντας την Ανάσταση - Εισαγωγή στο Θείο Δράμα