Ένα σχόλιο πάνω στη σχέση οντολογίας και ηθικής

30 Μαΐου 2022

Στις προηγούμενες ενότητες έγινε αναφορά στην ανθρωπολογική διδασκαλία της Εκκλησίας, τόσο όσον αφορά  στην ανθρώπινη φύση, ως τη δεδομένη οντολογική βάση του ανθρώπου, την οποία η Αγία Γραφή εκφράζει με τη φράση κατ’εικόνα, όσο και στην πραγματοποίηση των ανθρωπολογικών δυνατοτήτων, ώστε να φθάσει ο άνθρωπος  στο καθ’ομοίωσιν, ο οποίος είναι ο σκοπός της δημιουργίας του κόσμου και του ανθρώπου. Εφόσον το κατ’εικόνα είναι η φύση του ανθρώπουκαι το καθ’ομοίωσιν ο τρόπος ζωής του, τότε η  σχέση μεταξύ τουκατ’εικόνακαι τουκαθ’ομοίωσιν,είναι η σχέση ανάμεσα στην οντολογία και την ηθική.

Η ανθρωπολογία της Αγίας Γραφής και ιδιαίτερα της Καινής Διαθήκης, αναδεικνύει  περισσότερο την ηθική διάσταση της ανθρωπολογίας και λιγότερο την οντολογική. Τα διδάγματα του Χριστού, ο τρόπος που έζησε και κυρίως ο σταυρικός του θάνατος, είναι το απόλυτο παράδειγμα πραγμάτωσης της θέωσης του ανθρώπου. Ο ίδιος ο Χριστός έδωσε την εντολή στους μαθητές του «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν»[1].Ιδιαίτερη σημασία για το θέμα,έχουν οι λέξεις τηρεῖν και ἐνετειλάμην. Σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ματθαίο, πρόκειται για εντολές οι οποίες θα πρέπει να τηρηθούν.Στο σημείο αυτό, έχουν διατυπωθεί διάφορες ενστάσεις.Πως είναι δυνατόν να αξιώνουν καθολική εφαρμογή συγκεκριμένοι κανόνες, εφόσον ο κάθε άνθρωπος είναι ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο πρόσωπο, το οποίο ζει κάτω από μοναδικές και ανεπανάληπτες συνθήκες[2]; Οι περισσότεροι θεολόγοι σήμερα συμφωνούν ότι η ηθική, έτσι όπως διαμορφώθηκε από τον δυτικό σχολαστικισμό και την αυγουστίνεια έννοια της δικαιοσύνης, είναι ξένη προς την πατερική διδασκαλία[3]. Ο Ζηζιούλας θεωρεί ότι η ηθική είναι κάτι που επιβάλλεται έξωθεν, για αυτό και βρίσκεται μακριά από το είναι του ανθρώπου, γεγονός που την καθιστά ξένη προς την ορθόδοξη πατερική θεολογία[4].

Προκειμένου να διερευνηθεί η  σχέση οντολογίας και ηθικής,  θα πρέπει πρώτα  να εξεταστεί η  σημασία τους.Όσον αφορά στον όρο οντολογίαως τεχνικός όρος  χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Γερμανό φιλόσοφο Γοκλήνιο τον 17ο αι., αλλά ως συστηματική θεωρία αποτελεί διδασκαλία του Αριστοτέλη[5]. Ωστόσο πριν από τον Αριστοτέλη, ο πρώτος που ασχολήθηκε με την οντολογία ήταν ο προσωκρατικός φιλόσοφος Παρμενίδης, ο οποίος αναζητούσε την αλήθεια στο είναι των όντων πέρα από κάποια συγκεκριμέναφυσικά στοιχεία[6].Άρα η οντολογία αναφέρεται στην αλήθεια, στην ουσία των όντων. Από την αρχαία φιλοσοφία παρέλαβε τον όρο και η πατερική σκέψη.

Το ζήτημα γίνεται πιο  σύνθετο, όσον αφορά στον όρο ηθική. Η ηθική ως τεχνικός όρος σημαίνει ένα διαμορφωμένο σύνολο κανόνων συμπεριφοράς, με στόχο την εύρυθμη λειτουργία της ανθρώπινης κοινωνίας. Η ηθική συνδέεται με το ήθος, δηλαδή με τη συμπεριφορά του ανθρώπου, ο οποίος εφαρμόζοντας τις κοινωνικά αποδεκτές αξίες, προσπαθεί να πραγματώσει το ατομικό και κοινωνικό ιδεώδες[7].Αυτό το ήθος, συνδέθηκε κατά καιρούς με την επιφανειακή συμμόρφωση σε συγκεκριμένους κανόνες. Η ωφελιμιστική ηθική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο προτεσταντισμός και ο νεοορθόδοξος ευσεβισμός, είναι μερικά πολύ χαρακτηριστικά δείγματα τέτοιας ηθικής. Αυτού του τύπου η ηθική έδωσε την αφορμή να δημιουργηθούν θεολογικές απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες η ηθική δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια του όντος, αλλά μόνο για τη συμπεριφορά του[8]. Έτσι διαμορφώθηκε η έννοια τους οντολογικής ηθικής, η οποία φαίνεται να έχει διαφορετική σημασία για τους θεολόγους. Για τον Ζηζιούλα, η οντολογική ηθική συνίσταται «Στο να μην ταυτίζουμε τον άνθρωπο με τους πράξεις του, να μην αφήνουμε την ηθική να καθορίζει την οντολογική τους σχέση με τον άλλο»[9]. Η οντολογία έχει απόλυτη προτεραιότητα σε σχέση με την ηθική για αυτό και γίνεται αποδεκτή μόνο όταν υποτάσσεται στην οντολογία[10].Για τον Ζηζιούλα «Δεν υπάρχουν ηθικές αρχές γενικού κύρους πάνω από τα πρόσωπα, το είναι του προσώπου είναι υπέρτερο κάθε ηθικής. Είναι πολύ πιο ιερό και πιο απόλυτο το να υπάρχει απλώς ο άνθρωπος, παρά το να είναι καλός»[11]ενώ  θεωρεί  απολύτως αρνητικό το γεγονός της ταύτισης του είναι με το πράττειν[12].

Οι διατυπώσεις αυτές προκαλούν κάποια ερωτηματικά. Είναι γεγονός, ότι οι πράξεις του ανθρώπου αποτελούν έκφραση της ουσίας του. Η μόνη περίπτωση να αξιοποιήσει ο άνθρωπος τα θεϊκά χαρίσματα, βρίσκεται στις πράξεις του, αφού μόνο έτσι πραγματώνει  το αυτεξούσιο, το οποίο σύμφωνα με τους Πατέρες, είναι η ουσία του κατ’εικόνα. Η ηθική με την έννοια του ηθικισμού, της επιβολής με άλλα λόγια, απολυτοποιημένων  κανόνων τυποποιημένης συμπεριφοράς, οπωσδήποτε αποτελεί μία επιφανειακή κατάσταση, η οποία σαφώς έρχεται σε αντίθεση με το είναι του ανθρώπου, συνιστώντας το φαινόμενο της υποκρισίας. Ο ηθικισμός είναι σαφές ότι διακρίνεται από την ηθική. Εάν η ηθική είναι ο τρόπος ζωής,ο οποίος διαμορφώνεται με βάση την ιστορικότητα, δηλαδή συγκεκριμένες κοινωνικές, ανθρωπολογικές, θρησκευτικές ακόμα και γεωγραφικές συνθήκες, είναι σίγουρο  ότι αυτός ο τρόπος ζωής θα παίρνει διαφορετικές μορφές. Η ηθική μπορεί να στηρίζεται σε γενικές ηθικές αρχές και κατευθύνσεις διαχρονικής ισχύος, αλλά βρίσκεται πέρα από συγκεκριμένους και απόλυτους κανόνες. Η διδασκαλία των Ευαγγελίων, τα λόγια και οι πράξεις του Χριστού, αποτελούν τα διαχρονικά κριτήρια των κατευθύνσεων αυτών.Όπως  αναφέρει ο Παπαπέτρου, «ο ηθικός νόμος μπορεί να είναι καθολικός και η εφαρμογή του υφ’τους εκάστου υποκειμένου ανεπανάληπτος. Η ηθική πράξις του υποκειμένου αποτελεί ένωσιν καθολικότητας και ιστορικότητας»[13]. Ωστόσο όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, τόνισαν ότι το είναι του ανθρώπου είναι ένα διαρκές γίγνεσθαι, βρίσκεται συνεχώς εν κινήσει. Αυτό συμβαίνει ακριβώς επειδή οι πράξεις του ανθρώπου και το είναι του, η οντολογία και η ηθική, αλληλοπεριχωρούνται και βρίσκονται συνεχώς σε διαλεκτική σχέση. Οι πράξεις διαμορφώνουν το είναι και το είναι εκφράζεται μέσα από τις πράξεις. Το είναι βρίσκεται εν κινήσει, γιατί οι πράξεις του ανθρώπου βρίσκονται σε κίνηση και μπορεί να είναι και στροφή πολλών μοιρών, όταν εκφράζουν τη μετάνοια. Ο Ζηζιούλας, αναφέρει χαρακτηριστικά:«η αμαρτία είναι απόρροια του θανάτου»[14] και «η αμαρτία έχει οντολογικές και όχι ηθικές ρίζες».Αλλά σύμφωνα και με τουςΠατέρες τους Εκκλησίας, ο θάνατος προήλθε από την αμαρτία, από την αστοχία των πρωτόπλαστων να διαχειριστούν την ελευθερία της βούλησης που τους χάρισε ο Θεός.«καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν· καὶ νῦν τους ποτε ἐκτείνῃ τουςὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τουςῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τουςὸν αἰῶνα»[15]. Η πρώτη αμαρτία ήταν η πράξη εκείνη,η οποία προκάλεσε την οντολογική πτώση του ανθρώπου. Η αμαύρωση του κατ’εικόνα, είναι οντολογική αμαύρωση.Η φύση των ανθρώπων ήταν αγαθή πριν από την πτώση. Η πράξη τους, δηλαδή η ηθική τους, ήταν αυτή που προκάλεσε την οντολογική τους πτώση και τη συνέπεια του θανάτου. Με αυτήν την έννοια,η ηθική προηγείται της οντολογίας.

Ένα άλλο σημείο που προκαλεί ερωτηματικά, είναι η απόρριψη της έννοιας του ορθού λόγου όσον αφορά στην ηθική συμπεριφορά. Ο Ζηζιούλας λέγοντας ότι με την ορθολογοποίηση της συμπεριφοράς, η ηθική γίνεται έρμαιο του ορθολογισμού[16], προφανώς έχει υπόψη του την έννοια του ορθού λόγου, όπως επικράτησε ακρωτηριασμένη στον δυτικό σχολαστικισμό. Ο ορθός λόγος,όπως  τον εισήγαγαν  οι προσωκρατικοί Έλληνες φιλόσοφοι, σήμαινε την καθολική αλήθεια[17],όλο το νοητικό δυναμικό του ανθρώπου,το οποίο βρίσκεται πολύ πέρα από την  απλή, μαθηματική συλλογιστική. Οι προσωκρατικοί και ιδιαίτερα ο Ηράκλειτος, απέδιδαν στον λόγο τη σταθερή και αιώνια ρυθμιστική αρχή, η οποία βρίσκονταν πίσω από το διαρκές γίγνεσθαι του κόσμου[18]. Σε όλη τη χριστιανική θεολογία αλλά και στην Καινή Διαθήκη,διακηρύσσεται ότι «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος»[19].Ο ακρωτηριασμένος ορθολογισμός του δυτικού σχολαστικισμού, αποτελεί διαστρέβλωση του αρχαιοελληνικού όρου, αφού οι αρχαίοι Έλληνες με τον όρο αυτόν θεωρούσαν ολόκληρο το πνευματικό δυναμικό του ανθρώπου ή  με θεολογικούς όρους όλα τα χαρίσματα του κατ’εικόνα, γιατί είναι τα δώρα του Θεού. Προκαλεί εντύπωση η  φράση του Ζηζιούλα «Το ήθος δεν περνά από τον ανθρώπινο λόγο, αλλά διαμορφώνεται μέσα από σύμβολα, χωρίς λογική αιτιολόγηση. Δεν ξέρω γιατί κάνω τον Σταυρό μου. Σε όλα αυτά δεν μεσολαβεί η λογική, εκτός αν θέλουν να τους κάνουν “συνειδητούς χριστιανούς”»[20]. Εδώ φαίνεται μία  απαξίωση του λόγου, υπέρ μιας ασυνείδητης  συνήθειας, εφόσον ο Ζηζιούλαςθεωρεί, ότι η ασυνείδητη συνήθεια είναι έκφραση του είναι του πιστού και για αυτόν τον λόγο έχει απόλυτη αξία[21]. Ωστόσο η συνήθεια είναι  μια επαναλαμβανόμενη εξαρτημένη συμπεριφορά, η οποία στερείται νοήματος αφού γίνεται με αντανακλαστικό τρόπο. Η λογική, είναι βασικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης και ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του κατ΄εικόνα, το οποίο ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα ζώα.Η συμπεριφορά ως αποτέλεσμα της συνήθειας, πλησιάζει περισσότερο την ενστικτώδη συμπεριφορά των ζώων και λιγότερο τη συνειδητή συμπεριφορά ενός ανθρώπου. Η  έννοια του χριστιανού από συνήθεια, βρίσκεται μακριά και από την βιβλική και από την πατερική παράδοση. Καταργεί ολόκληρη την Αγία Γραφή και ιδιαίτερα την Καινή Διαθήκη, αφού μειώνεται με αυτόν τον τρόπο η χρησιμότητα και η σημασία της Αποκάλυψης. Η Αποκάλυψη του Θεού είναι γεγονός που βρίσκεται πολύ πέρα από μία συνήθεια ή μία απλή παράδοση, γιατί είναι Λόγος.Βρίσκεται στην αντίπερα όχθη του ένστικτουκαι θεμελιώνεται στη ανθρώπινη συνείδηση, προκειμένου να γίνει κατανοητή. Αν τοποθετηθεί η συνήθεια πάνω από τη συνειδητή πράξη της διδασκαλίας του Χριστού, τότε θα βρεθούμε μπροστά στο απολύτως παράλογο συμπέρασμα, αν μάθει ένας πίθηκος να κάνει τον σταυρό του, τότε να θεωρείται χριστιανός. Αυτό που κάνει έναν άνθρωπο χριστιανό είναι  η συνειδητή πράξη της αγάπης προς τον Χριστό και τον πλησίον. Η αγάπη, η οποία  είναι ο  αυθεντικός τρόπος ύπαρξης του προσώπου, είναι επιλεγμένη  πράξη ελευθερίας, μακριά από παραδόσεις και συνήθειες.Με τον ίδιο τρόπο  η πίστη είναι γεγονός ελευθερίας, είναι η απόλυτη κατάφαση του χριστολογικού γεγονότος, είναι η βεβαιότητα για το αβέβαιο.Είναι ο λόγος για τον οποίο  ο Χριστός αρνήθηκε να κατέβει  από τον σταυρό με ένα θαύμα, ώστε να υποδουλώσει τους ανθρώπους και να αναιρέσει την ελευθερία τους.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

 

Παραπομπές:

[1]Μτ.,28:19.

[2] Κ. Παπαπέτρου, Η ιδιοτροπία ως πρόβλημα οντολογικής ηθικής, 42.

[3] Ι.Ζηζιούλα, Μητροπολίτη Περγάμου, «Οντολογία και ηθική», Φρέαρ τευχ., 3(2013).

[4]Όπ.,

[5]Θ. Πελεγρίνη., Λεξικό της Φιλοσοφίας,

[6]Χ. Χαραμή, «Παρμενίδης ο προπάτορας της σύγχρονης επιστημονικής σκέψης», στον διαδικτυακό τόπο: https://www.manosdanezis.gr/syghroni-epistimi/ (ημερομηνία ανάκτησης 11-4-2021).

[7]Στ. Γιαγκάζογλου, «Το Ορθόδοξο “Ήθος”», στο: Κ. Αγόρας, Στ. Γιαγκάζογλου, Ν. Λουδοβίκος, Στ. Φωτίου, Πίστη κα Βίωμα της Ορθοδοξίας,(Πάτρα: Έκδ. Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου,2002) 250.

[8]Ι. Ζηζιούλα, Μητροπολίτη Περγάμου, «Οντολογία και ηθική»,5.

[9]Όπ.,11.

[10]Όπ.,11.

[11]Όπ.,10.

[12]Όπ.,5.

[13] Κ. Παπαπέτρου, Η ιδιοτροπία ως πρόβλημα οντολογικής ηθικής, 43.

[14]Ι. Ζηζιούλα, Μητροπολίτη Περγάμου, «Οντολογία και ηθική»,7.

[15]Γεν.3:22.

[16]Ι. Ζηζιούλα, Μητροπολίτη Περγάμου, «Οντολογία και ηθική»,5.

[17]Μ. Μπέγζου, «Οι πρώτες διαφοροποιήσεις ανατολικού (ελληνόφωνου) και δυτικού (λατινόφωνου) χριστιανισμού, στο: Μ. Μπέγζος, Στ. Πορτελάνος, Αλ. Καρυώτογλου, Γ. Μεταλληνός, Η Ορθοδοξία ως Κληρονομιά (Πάτρα: έκδ. Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, 2001)33.

[18]Θ.Πελεγρίνη, Λεξικό της Φιλοσοφίας,364.

[19]Ιω.1:1.

[20] Ι. Ζηζιούλα, Μητροπολίτη Περγάμου, «Οντολογία και ηθική»,10.

[21]Όπ.,10.