Η λειτουργική ανάγνωση των Ένδεκα Εωθινών Ευαγγελίων

1 Ιουνίου 2022

Η αναστάσιμη περίοδος χαρακτηρίζεται, μεταξύ πολλών άλλων, και από τις εμφανίσεις του αναστημένου Χριστού μετά την εκ νεκρών Έγερσή Του, με αποκορύφωμα την Ανάληψή του στους ουρανούς, την τεσσαρακοστή ημέρα από την Ανάστασή του. Οι εμφανίσεις του Κυρίου έλαβαν χώρα ήδη από την ημέρα της Ανάστασής του, αφού εμφανίσθηκε για πρώτη φορά στις Μυροφόρες και συγκεκριμένα στη Μαρία τη Μαγδαληνή. Οι επόμενες εμφανίσεις του έγιναν στον απόστολο Πέτρο, στους αποστόλους Λουκά και Κλεόπα κατά την πορεία τους προς Εμμαούς, στους δέκα από τους ένδεκα μαθητές στα Ιεροσόλυμα το εσπέρας της Ανάστασης (εκτός του Θωμά), στους ένδεκα μαθητές (μαζί με το Θωμά) οκτώ ημέρες μετά την Ανάσταση, σε επτά από τους μαθητές στη λίμνη της Τιβεριάδας, σε όλους τους μαθητές στη Γαλιλαία, αλλά και για τελευταία φορά στο όρος των Ελαιών τη στιγμή της Ανόδου Του στους ουρανούς – Ανάληψής Του. 

Οι ανωτέρω εμφανίσεις του Κυρίου περιγράφονται στην Καινή Διαθήκη από τους Ευαγγελιστές. Οι σχετικές διηγήσεις των εμφανίσεων του αναστημένου Χριστού απαντώνται σε ένδεκα ευαγγελικές περικοπές. Μία εξ αυτών προέρχεται από το ευαγγέλιο του Ματθαίου (Μτ. κη’, 16-20), δύο από το Ευαγγέλιο του Μάρκου (Μκ. ιστ’, 1-8 και 9-20), τρεις από το Ευαγγέλιο του Λουκά (Λκ. κδ’, 1-12, 12-35, 36-52) και πέντε από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη (κ’, 1-10, 11-18, 19-31, κα’, 1-14, 15-25). Το σύνολο αυτών των περικοπών συνιστά τα Εωθινά Ευαγγέλια.

Η ονομασία Εωθινά προέρχεται από την λειτουργική πρακτική ανάγνωσής τους το πρωί της Κυριακής. Ετυμολογικά ο όρος εωθινός παράγεται από τη λέξη εώς, που σημαίνει φως και δηλώνει τη σχέση με το πρώτο φως της ημέρας, δηλαδή την αυγή. Η ονομασία αυτή σχετίζεται άμεσα με την πρώτη εμφάνιση του Κυρίου, μόλις νωρίς το ξημέρωμα της ημέρας της Αναστάσεως, «λίαν πρωί της μιάς Σαββάτων», οπότε οι Μυροφόρες πήγαν να αποδώσουν τις αρμόδιες νεκρικές τιμές στον διδάσκαλό τους, αντίκρισαν το κενό μνημείο και τον άγγελο να τους υποδεικνύει την ανάσταση του Χριστού, ενώ ο Ίδιος εμφανίστηκε στη Μαρία τη Μαγδαληνή, ορίζοντάς της να αναγγείλει το γεγονός της Ανάστασής Του σε όλους τους μαθητές.

Τα Εωθινά Ευαγγέλια έχουν κατασταθεί το αργότερο έως τον Ε’ αι. ως αναπόσπαστα τμήματα της λατρείας της Κυριακής, αφού περιγράφουν, αφενός, το μήνυμα της Ανάστασης και, αφετέρου, τα σχετιζόμενα με αυτή γεγονότα. Οι διηγήσεις αυτές έχουν ενταχθεί στην ακολουθία του Όρθρου της Κυριακής και αναγιγνώσκονται κατά σειρά, ακριβώς όπως έχουν καταγραφεί στην Καινή Διαθήκη, ένα κάθε Κυριακή, δημιουργώντας έναν ιδιαίτερο, μικρό κύκλο αγιογραφικών αναγνωσμάτων, με διάρκεια ένδεκα εβδομάδες.

Η τάξη της ανάγνωσής τους έχει ως ακολούθως. Μετά την ψαλμωδία των τριών (ή τεσσάρων στον ήχο πλ. δ’) αντιφώνων και τη ψαλμωδία του προκειμένου του ήχου της εβδομάδας, ο λειτουργός εκφωνεί «Του Κυρίου δεηθώμεν. Ότι Άγιος ει, ο Θεός ημών», οι χοροί ψάλλουν το «Πάσα πνοή» τρις και ακολουθεί η συνήθης τάξη του Ευαγγελίου. Μετά την ολοκλήρωση της ανάγνωσης, ο προεστώς λέγει το «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι» και οι χοροί ψάλλουν αντιφωνικά τον Ν’ Ψαλμό «Ελέησόν με, ο Θεός». Ο α’ χορός, ακολούθως, ψάλλει «Δόξα πατρί» «Ταις των Αποστόλων» και ο β’ χορός «Και νυν» «Ταις της Θεοτόκου», ενώ ο α’ χορός επαναλαμβάνει τον α’ στίχο του Ν’ Ψαλμού και ψάλλει τον αναστάσιμο ύμνο «Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου». και ακολουθεί η ικεσία του λειτουργού «Σώσον ο Θεός τον λαόν σου», η οποία κατακλείεται με την τριπλή ψαλμωδία του «Κύριε, ελέησον» τέσσερις φορές και την ιερατική εκφώνηση «Ελέει και οικτιρμοίς». Οι τρεις προηγούμενοι ύμνοι αντικαθίστανται, κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, από τους αντίστοιχους κατανυκτικούς «Της μετανοίας άνοιξον»«Της σωτηρίας εύθυνον»«Τα πλήθη των πεπραγμένων μου δεινών».

Η ανάγνωση του Εωθινού Ευαγγελίου έχει κάποιες ιδιαίτερες τελετουργικές διατάξεις.

α) Ο λειτουργός δεν αναγιγνώσκει την ευαγγελική περικοπή από τα βημόθυρα, δηλαδή από την Ωραία Πύλη, όπως συνήθως, αλλά μέσα στο Ιερό Βήμα, από τη νότια πλευρά της Αγίας Τράπεζας. Η στάση του λειτουργού στο σημείο αυτό συμβολίζει την παρουσία του λευκοφόρου αγγέλου πάνω στο λίθο του κενού μνήματος του Κυρίου. Για το λόγο αυτό, ο ιερέας κατά την ανάγνωση του Εωθινού Ευαγγελίου φορά λευκά άμφια, όπως φωτεινά, λευκά άμφια φορούσε και ο άγγελος στο μνήμα του Κυρίου. Η λειτουργική ενδυμασία του λειτουργού, άλλωστε, οφείλει να είναι πάντα λευκή. Τα άμφια του λειτουργού, σύμφωνα με τον Συμεών Θεσσαλονίκης πρέπει να είναι πάντα και μόνο λευκά, με εξαίρεση τις πένθιμες ημέρες της Μεγάλης Σαρακοστής, οπότε ο λειτουργός μπορεί να φέρει πορφυρά άμφια. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το στιχάριο, δηλαδή ο εσωτερικός, ποδήρης χιτώνας που φέρει κάθε λειτουργός, πρέπει να είναι λευκό, αφού συμβολίζει τα λευκά ιμάτια του αγγέλου.

β) Ο ιερέας μετά την ανάγνωση του Εωθινού Ευαγγελίου και κατά την ψαλμωδία του Ν’ Ψαλμού εξέρχεται από την Ωραία Πύλη, έχοντας ανά χείρας το Ευαγγέλιο, στέκεται στο μέσον του ναού και το προτάσσει προς προσκύνηση από τους πιστούς, συνοδευόμενος από λαμπαδούχο. Προβάλλεται, έτσι, για άλλη μία φορά η Ανάσταση του Κυρίου, μεταδίδοντας και τονίζοντας σε όλους τους εντός του ναού πιστούς τη χαρμόσυνη αγγελία. Η έξοδος του ιερέα με το Ευαγγέλιο γίνεται, όταν ο β’ χορός ψάλλει το στίχο του Ν’ Ψαλμού «Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας». Ο στίχος αυτός περιγράφει ξεκάθαρα το μήνυμα του Ευαγγελίου, δηλαδή την αλήθεια της παρουσίας και της διδασκαλίας του Χριστού, ο οποίος ως Υιός και Λόγος του Θεού συνιστά ο Ίδιος την πληρότητα της αλήθειας, είναι ο Ίδιος η αλήθεια, όπως είχε πει «Εγώ ειμί το φως, η αλήθεια και η ζωή».

γ) Η τάξη της προσκύνησης του Ευαγγελίου είναι αναπόσπαστο στοιχείο του όρθρου της Κυριακής. Σύμφωνα με τα παλαιά τυπικά η προσκύνηση του Ευαγγελίου γίνεται ακόμα και στις περιπτώσεις εκείνες, οπότε συμπίπτει δεσποτική ή θεομητορική εορτή ημέρα Κυριακή. Η τάξη του Εωθινού Ευαγγελίου, εν προκειμένω, καταλυμπάνεται και αναγιγνώσκεται αρμόδια για την εορτή περικοπή από τα βημόθυρα της Ωραίας Πύλης. Κατάλοιπο αυτής της συνήθειας αποτελεί η προσκύνηση του Ευαγγελίου καθ’ όλες τις ημέρες της Διακαινήσιμης Εβδομάδας, ενόσω ο χορός ψάλλει το δοξαστικό «Αναστάσεως ημέρα», αν και δεν αναγιγνώσκεται ευαγγελική περικοπή.

δ) Η νεώτερη συνήθεια χρονικής αναδιάταξης της ακολουθίας του Εωθινού Ευαγγελίου είναι καινοφανής και άτοπη. Η μετάθεση της ανάγνωσης του Εωθινού Ευαγγελίου αμέσως μετά τον ειρμό της η’ ωδής των καταβασιών ανάγεται στις αρχές του Κ΄ αι. και εξυπηρετούσε τη διευκόλυνση των πιστών που προσέρχονταν αργότερα να ακούσουν την ευαγγελική περικοπή. Η πρακτική αυτή, εκτός από το γεγονός ότι είναι αμάρτυρη στις τυπικές διατάξεις, δεν ωφελεί μεγάλη μερίδα του εκκλησιάσματος, αφού η αρχική θέση, δηλαδή αμέσως μετά τα αντίφωνα, δεν απέχει κατά πολύ χρονικά από την εξεταζόμενη θέση της ακολουθίας. Η συνήθεια αυτή είχε παρεισφρήσει ακόμα και στην ετήσια έκδοση του τυπικού στα Δίπτυχα της Εκκλησίας της Ελλάδας, ήδη, όμως, από δεκαετίας η τυπική διάταξη του Εωθινού Ευαγγελίου έχει επανέλθει στην οικεία θέση της.

naxioimelistes.blogspot.com