«Το Άγιο Πνεύμα και η απόκτησή Του»

15 Ιουνίου 2022

‘’ Τό Ἅγιο Πνεῦμα καί καί ἡ ἀπόκτησή Του ‘’ *

 

Σεβασμιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Τίμιον καί  Εὐλαβέστατον Πρεσβυτέριον,

Ἀγαπητοί μου χριστιανοί

Συχνά ἀκοῦμε νά λένε οἱ συνάνθρωποί μας ἀλλά καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά ὁμολογοῦμε πολλές φορές ὅτι ‘’ ὁ τάδε εἶναι μορφωμένος καί καλλιεργημένος.  Εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος ‘’. Ὅταν ὁμιλοῦν ἤ ὁμιλοῦμε μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐντοπίζουμε τό γεγονός τῆς πνευματικότητας ἑνός ἀνθρώπου στό ἐπίπεδο τῶν γνώσεων πού κατέχει. Κρίνουμε τήν ποιότητα του ἀνάλογα μέ τίς σπουδές του, τό ρητορικό του λόγο, τά μεταπτυχιακά του διπλώματα καί τίς διατριβές του καί γενικότερα τήν ἐνασχόλησή του μέ τίς τέχνες, τά γράμματα καί τίς ἐπιστῆμες.

 Ἡ  Ἐκκλησία μας, ὅμως, πού κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ1, χωρίς νά ὑποτιμᾶ τή λογική καί τά σπουδαῖα, θαυμάσια καί μεγάλα ἀνθρώπινα ἔργα κάθε μορφῆς μέ τά ὁποῖα εἶναι προικισμένος ὁ κόσμος, πιστεύει ὅτι ‘’ πνευματικός ἄνθρωπος ‘’ εἶναι ἐκεῖνος , ὁ ὁποῖος ἀξιοποίησε, κατά τό ἀνθρωπίνως δυνατόν, τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔλαβε τήν ἡμέρα πού βαπτίσθηκε καί χρίσθηκε μέ τό Ἅγιο Μῦρο. Εἶναι ἐκεῖνο τό πρόσωπο, πού ἐνισχυόμενο καί φωτιζόμενο ἀπό τή ΄΄Χάρη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ΄΄ προσπαθεῖ καί ἀγωνίζεται ἰσοβίως νά καθαρίσει τήν ψυχή του ἀπό τόν ὀλέθριο καί σκοτεινό κόσμο τῶν παθῶν. Εἶναι ἐκείνη ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη, πού θέτει τόν ἑαυτό της στό θέλημα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ ἀββάς Μακάριος, ὁ Αἰγύπτιος, ἀναφέρει πώς ὁ ἀββάς Λογγῖνος εἶπε στόν Ἀββά  Ἀκάκιο: ΄΄ Ἡ ψυχή τότε γνωρίζει ὅτι συνέλαβε πνεῦμα ἅγιον ὅταν παύσουν νά κινοῦνται τά πάθη. Δῶσε αἷμα καί λάβε πνεῦμα  ΄΄ 2.

Ὁ εὐλογημένος καί τρισμακάριος χῶρος τῆς Ἐκκλησίας μας κρίνει, ἀντιλαμβάνεται, ζυγίζει καί μετράει τά πράγματα διαφορετικά ἀπό ὅτι τά βλέπουν τά μάτια τοῦ κόσμου. Μέ τά κοσμικά κριτήρια καί τήν ἔπαρση πού προσφέρει ἡ λογική,  ἡ  Ἁγία  Γραφή καί τό  Εὐαγγέλιο  τοῦ Χριστοῦ μας θά παραμένουν πάντοτε κείμενα ἀκατανόητα. Οἱ φιλόσοφοι καί οἱ ἰδεολόγοι γιά τό πνεῦμα τοῦ  κόσμου θά εἶναι  ἀνώτεροι ἀπό τούς προφῆτες , ὅπως ἔλεγαν οἱ αἱρετικοί τοῦ 14ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι τελικά ἀντιμετωπίστηκαν νικηφόρα μέ τήν  ἁγιοπνευματική διδασκαλία τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ  Παλαμᾶ.

Οἱ ἀξίες αὐτοῦ τοῦ κόσμου μέ τίς διάφορες μορφές καί παραλλαγές θά εἶναι πάντοτε τό χρῆμα, τά χτήματα, τά ἀξιώματα, τό φαϊ, ἡ διασκέδαση, τό σέξ, τό γλέντι 3, ἡ ἀποθέωση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καί τεχνολογίας καί τελικά ἡ ὑποτίμηση, παραθεώρηση καί ἄρνηση τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος.

Ἄς δοῦμε, ὅμως, τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρῶτα στήν Παλαιά Διαθήκη, ἔπειτα στήν Καινή καί γενικότερα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας καθώς καί τήν ἀπόκτησή Του ἐκ μέρους τοῦ ἀνθρώπου.

α) Τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν Παλαιά Διαθήκη:

Τό  Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἀποτελεῖ πρωτοφανές γεγονός στούς χρόνους τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἑρμηνεύοντας τόν Κανόνα τῆς Πεντηκοστῆς, μᾶς παραθέτει ὅλα ἐκεῖνα τά χωρία ἀπό τό Νόμο πού φανερώνουν τήν προκήρυξή Του. Συγκεκριμένα, τό βιβλίο τῆς Γενέσεως, ὅταν ἀναφέρεται στήν ‘’ ἐκ τοῦ μή ὄντος ‘’ δημιουργία τοῦ κόσμου,  μᾶς λέγει τά ἑξῆς γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα: ‘’ Τό Ἅγιο Πνεῦμα κινοῦνταν ἐπάνω ἀπό τήν ἄβυσσο τῶν νερῶν καί μέ τή ζωτική ἐνέργειά του συνέθαλπτε καί ζωογονοῦσε τή φύση τῶν νερῶν, ὅπως τό πτηνό, τό ὁποῖο κλωσσᾶ τά αὐγά του ‘’. ( Γέν. 1, 2 ). Ἐπίσης, τό ἴδιο βιβλίο, ὅταν μιλᾶ γιά τόν Ἰωσήφ τό Ἅγιο Πνεῦμα μᾶς φανερώνει: ‘’  Εἶπε ὁ Φαραώ σέ ὅλους τούς αὐλικούς του  μήπως μποροῦμε νά βροῦμε ἄλλον ἄνθρωπο, τέτοιον, ὅπως ὁ Ἰωσήφ, στόν ὁποῖο νά ὑπάρχει  τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ; ‘’ ( Γέν 41, 38 ). Ἐνῶ τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου μᾶς ἀναφέρει τά ἑξῆς γιά τό Πανάγιο Πνεῦμα: Εἶπε ὁ Θεός στό Μωϋσῆ ‘’  Νά ὁμιλήσεις δέ σχετικά σέ ὅλους ἐκείνους τούς ἀνθρώπους, πού τό μυαλό τους εἶναι πολύ δυνατό καί τούς ὁποίους ἐγώ γέμισα μέ πνεῦμα σοφίας καί ἀντιλήψεως ‘’ ( Ἐξ. 28, 3 ). Ἀκόμη, ἀναφερόμενος ὁ Θεός στό πρόσωπο τοῦ Βεσελεήλ εἶπε: ‘’ Τόν ἐγέμισα δέ μέ θεῖο πνεῦμα σοφίας καί διανοητικῆς ἱκανότητος καί γνώσεως, γιά νά μπορεῖ νά σκέπτεται σέ κάθε ἔργο, πού πρόκειται νά κάμει ‘’. ( Ἐξ. 31, 3 ). Στό βιβλίο τῶν Ἀριθμῶν ὁ Θεός ὑπόσχεται στόν Μωϋσῆ τά ἑξῆς: ‘’ Καί ἐγώ θά κατεβῶ καί θά ὁμιλήσω μαζί σου ἐκεῖ καί χωρίς νά ὀλιγοστεύσω τό διοικητικό χάρισμα, τό ὁποῖο σοῦ ἔδωκα, θά πάρω τό ἴδιο τό δικό σου χάρισμα καί θά μεταδώσω στούς ἄνδρες αὐτούς ‘’ ( στούς ἑβδομήκοντα ἄνδρες δηλ. τούς πρεσβυτέρους ). ( Ἀριθμ. 11, 17 ). Ἐπίσης, στό ἴδιο κεφάλαιο ὁ Μωϋσῆς ἀπάντησε ὡς ἑξῆς στόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ μετά τήν ἐκλογή τῶν ἑβδομῆντα πρεσβυτέρων: ‘’ Ποιός μπορεῖ νά ἐμποδίσει τόν Κύριο νά κάμει ὅλο τό λαό προφῆτες, ὅταν ἀποφασίσει νά δώσει τό Πνεῦμα του σ’ αὐτούς; ’’ ( Ἀριθμ. 11, 29 ) 4.

Τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅμως, προκηρύχθηκε καί ἀπό τούς προφῆτες: Ὁ προφήτης Ἰωήλ μᾶς λέει τά ἑξῆς: ‘’ Θά χύσω πλούσια τίς δωρεές τοῦ Πνεύματός μου κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη στούς δούλους καί στίς δοῦλες μου ‘’ ( Ἰωήλ. 3, 2 ). Ἐπίσης ὁ προφήτης  Μιχαίας: ‘’ Ὅλοι δέ θά τούς κατηγοροῦν ( δηλ. τούς ψευδοπροφῆτες ) καί θά καταφέρονται ἐναντίον τους καί δέ θά ὑπάρχει κανείς πλέον, πού νά τούς δίδει προσοχή. Πλήν, ὅμως, ἐγώ εἶμαι διά τοῦ Πνεύματος τοῦ Κυρίου πλήρης δυνάμεως καί δικαιοσύνης καί ἐξουσίας ‘’ ( Μιχ. 3, 7 – 8 ). Ἀλλά καί ὁ μεγαλοφωνότατος τῶν προφητῶν Ἡσαϊας μᾶς λέγει τά ἑξῆς γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα: ‘’ Καί ἐμεῖς συνελάβαμε πνευματικά ἐν γαστρί, ἐδοκιμάσαμε τούς πόνους τοῦ τοκετοῦ καί ἐγεννήσαμε πνεῦμα σωτηρίας. Ἐφέραμε εἰς φῶς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς πού μᾶς ἔδωσε ἡ ἀπό σέ σωτηρία  ‘’ ( Ἡσ. 26, 18 ).  Ὁ δέ προφητάναξ Δαυϊδ ὁμιλεῖ ὡς ἑξῆς: ’’ Δημιούργησε μέσα μου, ὦ Θεέ μου, καρδία νέα, καθαρά ( διότι αὐτή πού ἔχω εἶναι τελείως διεφθαρμένη, ) καί στά βάθη τῆς ὑπάρξεώς μου ἐγκαθίδρυσε πνεῦμα εὐθύτητος καί εἰλικρινείας ‘’ ( Ψαλμ. 50, 12 ). Καί συνεχίζει: ‘’ Μή μέ ἀφαιρέσῃς ἀπό ἐμέ τό Πνεῦμα Σου τό Ἅγιο ‘’. Ἀλλά καί ὁ πολύπαθος Ἰώβ γράφει στό βιβλίο του: ‘’ ὅτι ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει  μέσα μου ἀναπνοή, ἐφ’ ὅσον τό Θεῖον αὐτό ἐμφύσημα, ἡ ἀναπνοή μου, εἰσέρχεται καί ἐξέρχεται ἀπό τά ρουθούνιά μου ‘’ ( Ἰώβ. 27, 3 ) . Ὁμολογώντας  δέ πιό κάτω : ‘’ Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέ  ἐδημιούργησε, ἡ πνοή δέ καί ἡ ἔμπνευση Κυρίου τοῦ Παντοκράτορος εἶναι αὐτή πού μέ διδάσκει ‘’ ( Ἰώβ 33, 4 ). Ἀλλά καί ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ ὁμιλεῖ ὡς ἑξῆς γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα: ’’ Θά δώσω σέ σᾶς νέα καρδιά, καινούργιο πνεῦμα θά δώσω σέ σᾶς. Θά ἀφαιρέσω τήν σκληρά σάν πέτρα καρδία σας, τήν ὁποία ἔχετε ἐντός τοῦ σώματός σας, καί θά δώσω σέ σᾶς σαρκίνη καρδία, εὐαίσθητη ‘’ 5 ( Ἰεζ. 36, 26 ).

β) Τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν Καινή Διαθήκη:

Ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς,  ὡς γνωστόν, ἦταν μία ἀπό τίς μεγάλες ἐτήσιες ἑορτές τῶν Ἰουδαίων.  Εὐχαριστοῦσαν καί προσέφεραν στό Θεό  τίς ἀπαρχές, δηλαδή τίς προσφορές τους ἀπό τούς νέους καρπούς καί ἑορταζόταν πενήντα  ἡμέρες μετά τό Πάσχα. Παράλληλα, ἀποτελοῦσε ἀνάμνηση τῆς διαθήκης πού συνάφθηκε ἀνάμεσα στό Θεό καί τό Μωϋσῆ καί κατ’ ἐπέκταση στόν Ἰσραήλ στό Σινᾶ μετά τήν παράδοση τοῦ νόμου6 .

Ἡ ἑορτή, λοιπόν, τῆς Πεντηκοστῆς προσείλκυε στά  Ἱεροσόλυμα πλήθη Ἰουδαίων, πού ἔρχονταν ἀπό ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου. Τήν ἡμέρα αὐτή  θέλησε ὁ Κύριός μας νά φανερώσει τή δόξα  καί τή δύναμή Του. Σύμφωνα μέ τή χριστιανική παράδοση ἡ Πεντηκοστή ἐκεῖνο τό ἔτος συνέπεσε τήν Κυριακή. Ἔτσι, ὄχι μόνο μέ τήν Ἀνάσταση ἀλλά καί μέ τήν ἀποστολή τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος, ἡ Κυριακή καθιερώθηκε ὡς ἡμέρα ἀνάμνησης καί ἑορτασμοῦ τῶν πιό σημαντικῶν γεγονότων πού ἀπεργάστηκαν τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων 7.

Ἄς δοῦμε, λοιπόν,  τή σχετική περικοπή, πού διαβάζουμε τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς στούς Ἱερούς Ναούς μας: ‘’ Ὅταν ἔφτασε ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἦταν ὅλοι μαζί συγκεντρωμένοι στό ἴδιο μέρος. Ξαφνικά  ἦρθε ἀπό τόν οὐρανό μιά βουή σάν νά φυσοῦσε δυνατός ἄνεμος, καί γέμισε ὅλο τό σπίτι ὅπου ἔμεναν. Τότε τούς παρουσιάστηκαν γλῶσσες σάν φλόγες φωτιᾶς, πού μοιράστηκαν καί κάθισαν ἀπό μία στόν καθένα ἀπ’ αὐτούς. Ὅλοι τότε πλημμύρισαν ἀπό Πνεῦμα Ἅγιο καί ἄρχισαν νά μιλοῦν σέ ἄλλες γλῶσσες, ἀνάλογα μέ τήν ἱκανότητα πού τούς ἔδινε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Στήν Ἱερουσαλήμ βρίσκονταν τότε εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι ἀπό ὅλα τά μέρη τοῦ κόσμου. Ὅταν ἀκούστηκε αὐτή ἡ βουή, συγκεντρώθηκε πλῆθος ἀπ’ αὐτούς καί ἦταν κατάπληκτοι, γιατί ὁ καθένας τούς ἄκουγε τούς ἀποστόλους νά μιλᾶνε στή δική του γλῶσσα. Ἔμειναν ὅλοι ἐκστατικοί καί μέ ἀπορία ἔλεγαν μεταξύ τους : ‘’ Μά αὐτοί ὅλοι πού μιλᾶνε δέν εἶναι Γαλιλαῖοι; Πῶς, λοιπόν, ἐμεῖς τούς ἀκοῦμε νά μιλοῦν στή δική μας μητρική γλῶσσα; Πάρθοι, Μῆδοι καί Ἐλαμίτες, κάτοικοι τῆς Μεσοποταμίας, τῆς Ἰουδαίας καί τῆς Καππαδοκίας, τοῦ Πόντου καί τῆς Ἀσίας, τῆς Φρυγίας καί τῆς Παμφυλίας, τῆς Αἰγύπτου, καί ἀπό τά μέρη τῆς λιβυκῆς Κυρήνης, Ρωμαῖοι πού εἶναι ἐγκατεστημένοι ἐδῶ, Κρητικοί καί Ἄραβες, ὅλοι ἐμεῖς, εἴτε ἰουδαϊκῆς καταγωγῆς εἴτε προσήλυτοι, τούς ἀκοῦμε νά μιλοῦν στίς γλῶσσες μας γιά τά θαυμαστά ἔργα τοῦ Θεοῦ ‘’.8

Οἱ μαθητές καί  Ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου μας δέν ἦρθαν πρώτη φορά σέ ἐπαφή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τήν πρώτη τους ἐμπειρία τήν ἔλαβαν, ὅταν συνάντησαν τόν Ἀναστημένο Κύριο, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης9.Τότε, ἀποστέλλοντάς τους στόν κόσμο γιά νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο καί ἀναθέτοντάς τους τό ἔργο τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, ἐμφύσησε στά πρόσωπά τους καί τούς εἶπε : ‘’ Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον ‘’. Ὅμως, ἡ μετοχή αὐτή ἀποτελοῦσε τήν ἀρραβώνα τῆς Πεντηκοστῆς, πού ἔμελλε νά λάβουν μέ τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Πνεύματος10.

Τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, λοιπόν, πού οἱ μαθητές ἅπαντες βρίσκονταν συνηγμένοι στά  Ἱεροσόλυμα  ξαφνικά καί ἐντελῶς ἀπροσδόκητα ἀκούστηκε ἀπό τόν οὐρανό μιά φοβερή βοή. Ἔμοιαζε μέ ἰσχυρότατο ἄνεμο πού ἄρχισε νά φυσᾶ αἰφνίδια καί ἀπότομα. Ἡ ἔκχυση τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος ἦταν ἀνάγκη νά ἐπιβεβαιωθεῖ μέ ἁπτό τρόπο, γιά νά γίνει αἰσθητή στούς ἀνθρώπους, ὅπως καί τήν ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου μας στόν Ἰορδάνη ποταμό, ὅπου τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐμφανίστηκε μέ τή μορφή τῆς περιστερᾶς. Ἔτσι καί δῶ, γιά τήν ἀκοή ἔχουμε τή βοή καί γιά τήν ὅραση τίς πύρινες γλῶσσες. ‘’ Τό Πνεῦμα ‘’ , ὑπογραμμίζει ὁ Οἰκουμένιος, ‘’ δέν ἐπιφοιτᾶ ἀνεπαίσθητα ἀλλά αἰσθητά, γιά νά καταστήσει τό θαῦμα ἀδιάβλητο. Διότι, ἄν καί ἔγινε αἰσθητή ἡ ἐπιφοίτηση, διέβαλαν τό θαυμαστό γεγονός σάν μέθη, τί δέν θά ἔλεγαν, ἄν δέν εἶχε γίνει ἔτσι; ‘’ 11.

Μετά τό ἄκουσμα τῆς βοῆς ἀκολουθεῖ ἡ θέα τῶν πύρινων γλωσσῶν. Οἱ μαθητές εἶδαν νά κατεβαίνει φωτιά, πού ἀμέσως ἄρχισε νά διαμοιράζεται σάν σέ γλῶσσες πύρινες. Τό πῦρ φανέρωσε τήν ἑνότητα τῆς ρίζας καί τῆς πηγῆς, δηλ. τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ διανομή τῶν γλωσσῶν ὑποδήλωνε τή δωρεά, τόν πλοῦτο καί τήν ποικιλία τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος12.

Ἀλλά καί ἡ μορφή τῆς δωρεᾶς τοῦ Πνεύματος,  οἱ πύρινες γλῶσσες, φανέρωνε ὅτι τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, λόγος ἔναρθρος πού ἡ γλώσσα ὑπηρετεῖ, θά ἦταν καρπός τῆς δυνάμεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Οἱ  Ἀπόστολοι δέχονται τή δωρεά τοῦ Πνεύματος δίκην πυρίνων γλωσσῶν, γιατί μέ τή γλώσσα τους  ἔμμελε νά ἐξαγγείλουν στούς ἀνθρώπους τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ 13.

Οἱ γλῶσσες, πού διαμοιράζονται στούς Ἀποστόλους ἦταν ‘’ γλῶσσαι  ὡσεί πυρός ‘’. Αὐτό σημαίνει ὅτι ‘’ οὐκ ἦν πῦρ τό φαινόμενον, ἀλλά πῦρ ἐνομίζετο ‘’. Ἔμοιαζαν μέ πύρινες γλῶσσες  εἶχαν τά ἐξωτερικά γνωρίσματα τοῦ πυρός. Τό πῦρ ὡς σύμβολο τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, τῆς παρουσίας του ἤ τῆς δραστικῆς ἐνέργειάς του κατέχει στή βιβλική παράδοση σημαίνουσα θέση. Ἡ φωτιστική καί καθαρτική δύναμή του μποροῦσε ἄριστα νά ἀπεικονίσει τή φωτιστική καί καθαρτική ἐνέργεια τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος. Ὡστόσο, τό Ἅγιο Πνεῦμα  εἶναι Θεός. Καί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ ὑπέρκειται τοῦ ὑλικοῦ κόσμου καί εἶναι ἀπρόσιτη στόν ἄνθρωπο στίς αἰσθήσεις καί στό νοῦ μας14.

Ὅμως, μετέχουμε  μόνο στίς ἐνέργειες καί στίς δωρεές τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι καί αὐτές, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ  Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἄκτιστες, δηλ. ὑπερφυσικές. Φαίνονται  γιά φυσικές μερικές φορές, ὅπως ἐδῶ – τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς –  ἡ ἐνέργεια  τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος σάν βοή σφοδροῦ ἀνέμου πού γεμίζει τήν οἰκία καί σᾶν γλῶσσες πύρινες, πού διαμοιράζονται στούς μαθητές. Ἐν τούτοις δέν εἶναι, γιατί κοντά στά ἄλλα τό Πνεῦμα δέν διαιρεῖται, εἶναι ἀμέριστο. Μερίζονται καί γίνονται μεθεκτά ἀπό τούς ἀνθρώπους μόνο τά χαρίσματά του15.

Οἱ πύρινες γλῶσσες, ξεχωρίζοντας μεταξύ τους, ἦρθαν καί κάθισαν ἀνά μία πάνω στούς Ἀποστόλους16. Οἱ δέ μαθητές πλημμυρισμένοι ἀπό τή Χάρη τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος, ἄρχισαν νά μιλοῦν ξένες, δηλ. γλῶσσες διαφορετικές ἀπό τή μητρική πού γνώριζαν καί πού χρησιμοποιοῦσαν τότε οἱ  Ἀπόστολοι. Οἱ μαθητές μιλοῦσαν στίς δικές τους γλῶσσες, ἄγνωστες σέ αὐτούς ( δηλ. στούς  Ἀποστόλους ) μέχρι τήν ὥρα ἐκείνη17.

Τό Ἅγιο Πνεῦμα χορηγοῦσε στούς Ἀποστόλους τή δύναμη νά χρησιμοποιοῦν ξένες γλῶσσες,  πού ποτέ δέν εἶχαν μάθει. Καί ἡ ἐκπληκτική ποικιλία τῶν γλωσσῶν δέν ἦταν στά αὐτιά τῶν ἀκροατῶν ἀλλά στό στόμα ἐκείνων, πού μιλοῦσαν. Μέ βάση, λοιπόν, τίς μαρτυρίες τῆς Ἁγ. Γραφῆς ὀφείλουμε νά δεχτοῦμε ὅτι ἡ γλωσσολαλιά  ἦταν ὑπερφυσική ἐκδήλωση καί ἀποτελοῦσε ἔκτακτο χάρισμα τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος. Καί   ‘’  ὅπως τότε παλιά ‘’, διδάσκει ὁ ἁγ. Ἰω. ὁ Χρυσόστομος, ‘’ οἱ γλῶσσες κομμάτιασαν τήν οἰκουμένη καί τήν κακή συμφωνία ( πού ἐπεδίωξαν οἱ ἄνθρωποι ) δηλ. στήν περίπτωση τοῦ Πύργου τῆς Βαβέλ ὁδήγησαν σέ διαίρεση, ἔτσι καί τώρα οἱ γλῶσσες συνένωναν τήν οἰκουμένη καί ἐπανέφεραν στήν ὁμόνοια τά χωρισμένα ἔθνη 18 .

Τά δέ λεγόμενα τῶν Ἀποστόλων δέν ἦταν ἄναρθροι φθόγγοι ἀλλά λόγοι σαφεῖς καί ἀπόλυτοι κατανοητοί ἀπό τό ἑτερόγλωσσο πλῆθος. Γι’ αὐτό καί ὁ ἱερός Λουκάς ὑπογραμμίζει μέ ἔμφαση τήν ἀπορία τοῦ συγκεντρωμένου πλήθους: πῶς ἦταν δυνατόν ὁ καθένας ν’ ἀκούσει τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ νά μιλοῦν στή μητρική τους γλῶσσα; 19

γ) Ἡ πλάνη τῶν Πεντηκοστιανῶν:

Ὡς γνωστόν ἀπό τήν αἵρεση τοῦ Προτεσταντισμοῦ προέρχονται πάμπολλες ἄλλες αἱρέσεις. Μία ἀπό αὐτές εἶναι καί οἱ Πεντηκοστιανοί. Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τους διακηρύττουν ὅτι κατέχουν τό χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μιλοῦσαν τίς γλῶσσες τῶν λαῶν πού ἦλθαν νά προσκυνήσουν στά  Ἱεροσόλυμα, γιά νά τούς κατηχήσουν στό Εὐαγγέλιο καί ὄχι ὁποιεσδήποτε γλῶσσες ἀλλά τίς γλῶσσες ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων,  πού ἦταν ἐκεῖ στά Ἱεροσόλυμα καί δέ γνώριζαν τήν ἑβραϊκή γλῶσσα, γιά ν’ ἀκούσουν τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ καί νά πιστεύσουν. Ἄρα, οἱ ἄναρθρες κραυγές δέν ἔχουν καμία σχέση μέ τό χάρισμα τῆς γλωσολλαλιᾶς, τήν ὁποία ἐπικαλοῦνται οἱ Πεντηκοστιανοί20. Πόσο μακριά ἀπό τήν ἀληθινή ἐμπειρία τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος βρίσκονται οἱ Πεντηκοστιανοί, μᾶς τό λέγει σ’ ἕνα ὡραῖο κείμενό του ὁ π. Γεώργιος Καψάνης: << Ἔτυχε νά βρεθῶ σέ μιά συνάντηση Πεντηκοστιανῶν στήν Ἀμερική τό 1966 πού ἤμουν ἐκεῖ.  Ἡ ‘’ ἐκκλησία ‘’ τους  ἦταν σάν μιά αἴθουσα σχολείου. Ἄρχισε  πρῶτα ἕνα ὄργανο νά παίζη κάποια μουσική μέ ἁπαλούς καί σιγανούς ἤχους, πού ὅσο προχωροῦσε γινόταν πιό ἐντατική, πιό ἐκκωφαντική καί ἔξαλλη, ὥστε νά προκαλλῆ ἔξαψι. Τελείωσε ἡ μουσική καί ἄρχισε ὁ ἱεροκήρυκας. Ἄρχισε καί αὐτός ἁπαλά καί, ὅσο προχωροῦσε, φώναζε δυνατώτερα. Στός τέλος δημιούργησε καί αὐτός  μιά κατάστασι ἐξάψεως. Καί τότε, ὅταν ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶχαν πάθει ὁμαδική ὑποβολή καί ὑστερία, ἄρχιζαν νά φωνάζουν, νά σηκώνουν καί νά κινοῦν τά χέρια, νά βγάζουν ἄναρθρες κραυγές. Ἔνοιωσα τότε ὅτι δέν ἦταν ἐκεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι πνεῦμα εἰρήνης καί ὄχι ταραχῆς καί ἐξάψεως. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν ἔρχεται μέ τεχνητούς καί ψυχολογικούς τρόπους. Μάλιστα, μᾶς λέγει ὁ π. Γεώργιος, λυπήθηκα τά παιδιά, πού ἦταν ἐκεῖ μέσα μαζί μέ τούς γονεῖς τους καί θά ὑφίσταντο τίς συνέπειες αὐτῆς τῆς ὁμαδικῆς νευρώσεως .

> Κάποιος δέ νέος, πού ἔγινε μοναχός στό Ἅγιο Ὄρος εἶχε περάσει  πρῶτα ἀπό τήν ἰνδουϊστική γιόγκα. Ὅταν ἦταν ἐκεῖ καί ἤθελαν νά δοῦν φῶς γιά νά ζήσουν δηλ. μιά ‘’ ἐμπειρία ‘’ τοῦ Θεοῦ ἤ μᾶλλον καλύτερα τοῦ σατανᾶ θά λέγαμε ἐμεῖς, ἔτσι ὥστε νά βλέπουν κάποια φωτάκια. Ὅταν ἤθελαν καί πάλι νά ἀκούσουν ἀσυνήθιστους ἤχους, ἔκαναν κάποιες συμπιέσεις στά αὐτιά τους, ὥστε νά δημιουργοῦνται ἦχοι  >>21.

δ)  Τό Ἅγιο Πνεῦμα  στή  ζωή τῆς Ἐκκλησίας

Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τή δογματική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ Θεός εἶναι Ἕνας καί Τριαδικός, δηλαδή ἔχει Τρία Πρόσωπα.  Εἶναι ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα . Στό Θεό ἀκόμη διακρίνουμε οὐσία καί ἐνέργεια, ὅπως ἄλλωστε καί σέ κάθε ὄν. Τό Ἅγιο Πνεῦμα, λοιπόν, παραμένει καί κατοικεῖ μόνιμα στήν Ἐκκλησία, τό σῶμα τοῦ Θεανθρώπου  Κυρίου, λαμβάνοτας ἐπισήμως τή σκυτάλη  τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, σύμφωνα μέ τήν ἐπαγγελία τοῦ Κυρίου μας στούς μαθητές του γιά τήν ἀποστολή τοῦ Παρακλήτου ἀπό Ἐκεῖνον ( δηλ. τόν Κύριό μας ), πού εἶναι τό Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας καί ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα 22, δίδοντας τούς εὔχυμους καρπούς Του,  πού εἶναι οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, τά πολύτιμα ἄνθη τοῦ παραδείσου, οἱ πολύφωτοι ἀστέρες τῆς Οἰκουμένης, ὅπως εὔστοχα ὀνομάζονται ἀπό τούς ἱερούς ὑμνωδούς μας.  Ἐπίσης μέ τήν ἐνέργεια τοῦ  Ἁγ. Πνεύματος, οἱ συγγραφεῖς τῶν βιβλίων τῆς Ἁγίας Γραφῆς συνέγραψαν τά ἱερά κείμενα καί ἑρμήνευσαν θεοπνεύστως οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, χωρίς νά ἀφομοιώνεται καί νά καταργεῖται ὁ προσωπικός χαρακτήρας τόσο τοῦ συγγραφέως ὅσο καί τοῦ ἑρμηνευτοῦ. Μέ τή βοήθεια  τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες στίς Οἰκουμενικές Συνόδους ἐξέφρασαν σωστά καί ὀρθά τήν πίστη μας, διακρίνοντας καί χωρίζοντας τήν ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη καί τήν αἵρεση.   Ἐκεῖνο δέ μᾶς χαρίζει τή χάρη τῶν μυστηρίων23.  Μέ τή δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι παροῦσα στά Μυστήρια τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος  καί τοῦ Ἱεροῦ Χρίσματος ὁ ἄνθρωπος λαμβάνει τή χριστιανική του ταυτότητα καί πολιτογραφεῖται στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Σέ κάθε Θεία Λειτουργία τό Ἅγιο Πνεῦμα μεταβάλλει πραγματικά, ἀλλά μυστηριακά τόν ἄρτο καί τόν οἶνο σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Τό Ἅγιο Πνεῦμα βρίσκεται σέ κάθε  ‘’ συντετριμμένη καί ταπεινωμένη καρδία ‘’, πού βαδίζει τόν δύσκολο ἀλλά σωτήριο δρόμο τῆς μετανοίας. Μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες στόν πιστό ἄνθρωπο, πού σκύβει τό κεφάλι του καί γονατίζει εὐλαβικά καί ταπεινά  κάτω ἀπό τό πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ του γιά νά τοῦ διαβάσει τή συγχωρητική εὐχή, ἀφοῦ προηγουμένως  ἔχει ἐξομολογηθεῖ τά μικρά καί μεγάλα ἁμαρτήματά του. Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι παρών στή χειροτονία τῶν κληρικῶν  καί τούς καθιερώνει στό ἔργο τῆς διοικήσεως, τοῦ κηρύγματος καί τῆς τελειώσεως τῶν Μυστηρίων. Μέ τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θεραπεύονται οἱ ψυχοσωματικές ἀσθένειες στό Μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου. Ἀλλά καί στό Γάμο καθιδρύει καί ἐνισχύει τήν οἰκογενειακή ζωή24. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅλον ‘’  συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας ‘’ 25.

ε) Ὁ τελικός σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς

Ὁ ἁγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ μᾶς λέγει ὅτι ‘’ ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί κάθε χριστιανικό ἔργο, ὅσο καλό καθ’ ἑαυτό, δέν ἀποτελεῖ τόν σκοπό τῆς χριστιανικῆς μας ζωῆς, ἀλλά χρησιμεύει σάν μέσο γιά τήν ἐπιτυχία του .Ὁ πραγματικός σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτησις τοῦ  Ἁγίου  Πνεύματος ‘’[26] . Αὐτός ἄραγε δέν ὀφείλει νά εἶναι καί ὁ δικός μας στόχος;  Ὅλα τά ὑπόλοιπα ὅσο λαμπρά καί ἄν εἶναι δέν μποροῦν νά ἀποτελοῦν τό νόημα τῆς τόσο σύντομης ἀλλά πολύτιμης ζωῆς μας, διότι εἶναι ἐφήμερα, παροδικά καί ἀσταθῆ. Ἡ ὑπερεκτίμηση τῆς ὕλης καί τῶν γνωστικῶν ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων περισσότερο  ἀπό ὅ, τι πρέπει, ἀδικοῦν σέ τελευταῖα ἀνάλυση τόν ἴδιο μας τόν ἑαυτό, διότι ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ‘’ κατ’ εἰκόνα ‘’ Θεοῦ μέ προορισμό νά φθάσει στό ‘’ καθ΄ ὁμοίωσιν ‘’ Του. Νά,  λοιπόν τί μᾶς λέγει ὁ ἁγ. Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀπευθυνόμενος στόν Εὐτρόπιο: ‘’ Δέν γνωρίζεις ὅτι ἡ παροῦσα ζωή εἶναι ἀποδημία; Μήπως ἐδῶ εἶσαι πολίτης; Διαβάτης εἶσαι. Κατάλαβες τί εἶπα; Δέν εἶσαι πολίτης, ἀλλά διαβάτης καί ὁδοιπόρος. Μήν πεῖς ἔχω     ( ὡς μόνιμη κατοικία ) αὐτή τήν πόλη, ἔχω ἐκείνη. Κανείς δέν ἔχει πόλη. Ἡ πόλη εἶναι ἄνω ( στόν οὐρανό ). Ἡ παροῦσα ζωή εἶναι δρόμος. Ὁδοιποροῦμε λοιπόν κάθε μέρα, ἐφ’ ὅσον παρέρχεται ὁ χρόνος. Ποιός ἀποταμιεύει χρήματα ἐνῶ ταξιδεύει; Ποιός κρύβει χρυσάφι στό δρόμο πού περπατᾶ; Καί ὅταν στό ξενοδοχεῖο εἰσέλθεις, τό ξενοδοχεῖο στολίζεις; Βεβαίως ὄχι, ἀλλά  τρῶς, πίνεις καί βιάζεσαι νά ἀναχωρήσεις. Μέ ξενοδοχεῖο μοιάζει καί ὁ παρών βίος. Εἰσήλθαμε σ’ αὐτόν ( μένουμε προσωρινά ) καί τελειώνει ἡ παροῦσα ζωή. Ἄς φροντίσουμε νά ἐξέλθουμε ἀπ’ αὐτόν μέ καλές ἐλπίδες, χωρίς νά ἀφήσουμε τίποτα ἐδῶ, γιά νά μή ζημιωθοῦμε ἐκεῖ, στήν ἄλλη ζωή. Ὅταν εἰσέρχεσαι στό ξενοδοχεῖο, τί λές στόν ὑπηρέτη σου; Πρόσεξε ποῦ τοποθετεῖς τίς ἀποσκευές, μήπως ξεχάσεις κάτι ἐδῶ, ὅταν φύγουμε, γιά νά μή χαθεῖ τίποτε, οὔτε μικρό οὔτε ἀσήμαντης ἀξίας, ἀλλά ὅλα νά τά μεταφέρουμε στήν οἰκία. Αὐτό καί ἐμεῖς ἄς πράττουμε στήν παροῦσα ζωή. Ἄς θεωροῦμε ὡς ξενοδοχεῖο τό βίο τοῦτο καί ἄς μήν ἀφήσουμε τίποτα σ’ αὐτόν, ἀλλά ὅλα στή Μητρόπολη ( στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ), ἄς τά μεταφέρουμε. Διαβάτης καί ὁδοιπόρος εἶσαι καί μάλιστα σέ κατώτερη θέση ἀπ’ αὐτόν. Καί πῶς αὐτό; Ἰδού. Ὁ διαβάτης καί ταξιδιώτης γνωρίζει πότε θά εἰσέλθει καί πότε θά ἐξέλθει ἀπ’ αὐτό  ‘’ [27].

Τελειώνω τήν ταπεινή μου εἰσήγηση μέ μιά ἱστορία ἀπό τό Μ. Γεροντικό τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπου φαίνεται ξεκάθαρα  ὅτι ὅλοι μας εἴτε ὡς κληρικοί εἴτε ὡς λαϊκοί μπορεῖ μέσα μας νά ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀρκεῖ ἡ καρδιά μας νά τό ζητήσει καί νά τό θελήσει. Νά ἔχουμε διάθεση καί πρόθεση κάθε στιγμή καί κάτω ἀπό τίς ὁποιεσδήποτε συνθῆκες νά πραγματοποιοῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ μέ ταπείνωση καί ἀγάπη.

΄΄ Κάποτε τήν ὥρα πού προσευχόταν ὁ ἀββάς Μακάριος στό κελί του, ἄκουσε μιά φωνή πού ἔλεγε: ‘’ Μακάριε, δέν ἔφθασες ἀκόμη στά μέτρα τῶν τάδε γυναικῶν αὐτῆς τῆς πόλης ‘’. Τό πρωϊ ὁ Γέροντας σηκώθηκε, πῆρε τό βαϊτικό ραβδί του κί ἄρχισε νά ὁδοιπορεῖ στήν πόλη.

Ὅταν ἔφθασε στήν πόλη καί βρῆκε τό σπίτι, χτύπησε τήν πόρτα. Βγῆκε ἡ μία καί τόν ὐποδέχθηκε στό σπίτι. Ἀφοῦ κάθισε γιά λίγο, ἦρθε καί ἡ ἄλλη. Τίς κάλεσε, κι ἐκεῖνες ἦρθαν καί κάθισαν μαζί του. Τίς λέει ὁ Γέροντας: ‘’ Γιά σᾶς ἔκανα τόση πορεία καί ὑπέμεινα τόσο κόπο, ὥσπου νά φτάσω ἀπό τήν ἔρημο. Πέστε μου λοιπόν τήν ἐργασία σας. Ποιά εἶναι ; ‘’.

‘’ Πάτερ – τοῦ λένε – πίστεψέ μας. Δέν εἴμαστε ἡ καθεμιά μας ἔξω ἀπό τήν κλίνη τοῦ ἄνδρα της μέχρι σήμερα. Ποιά ἐργασία λοιπόν ζητᾶς ἀπό μᾶς; ‘’ Ὁ  Γέροντας ἔβαλε μετάνοια καί τίς παρακαλοῦσε: ‘’ Φανερῶστε μου τό ἔργο σας ‘’ . Τότε τοῦ λένε: ‘’ Ἐμεῖς κατά  κόσμον εἴμαστε  ξένες μεταξύ μας. Ἔτυχε, ὅμως, νά παντρευτοῦμε δύο ἀδελφούς κατά σάρκα. Καί νά, ἐδῶ καί δεκαπέντε χρόνια ὥς σήμερα κατοικοῦμε σ’ αὐτό τό σπίτι καί δέν ξέρουμε νά φιλονικήσουμε ποτέ ἤ νά ἀναφερθήκαμε σέ αἰσχρά πράγματα. Μάλιστα, ἦρθε στό λογισμό μας νά ἀφήσουμε τούς ἄνδρες μας καί νά μποῦμε στό τάγμα τῶν μοναχῶν. Πολύ παρακαλέσαμε τούς ἄνδρες μας νά μᾶς ἐπιτρέψουν νά φύγουμε, ἀλλά δέν τούς πείσαμε. Ἔτσι, ἀφοῦ δέν πετύχαμε αὐτόν τόν σκοπόν, κάμε συμφωνία μεταξύ μας καί μέ τόν Θεό, μέχρι τόν θάνατό μας νά μή βγεῖ ἀπό τό στόμα μας κανένας κοσμικός λόγος ‘’.

Ὅταν τ΄ ἄκουσε αὐτά ὁ ἀββᾶς Μακάριος, εἶπε: ΄΄ Ἀλήθεια. Δέν ὑπάρχει παρθένα ἤ παντρεμένη ἤ μοναχός ἤ κοσμικός. Ὁ Θεός τήν πρόθεση ζητάει καί δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα σέ ὅλους ΄΄ [28].

Σεβασμιώτατε,

Εἴθε καί τή δική μας πορεία μέ τίς προσευχές καί τίς εὐχές Σας, νά φωτίζει  καί νά ἁγιάζει τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιά νά αἰσθανόμεθα ΄΄ ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, ἀγαθότητα, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια  ΄΄[29] , φανερώνοντας μέ τή μετάνοια καί τόν προσωπικό μας  πνευματικό   ἀγώνα , ὅτι τό  Εὐαγγέλιο δέν εἶναι οὐτοπία ἀλλά ὁλοζώντανη  πραγματικότητα καί  ΄΄ ρήματα  ζωῆς αἰωνίου  ΄΄[30].

΄΄ Πάντα χορηγεῖ τό  Πνεῦμα τό Ἅγιον ΄΄[31]. Ἀμήν.

 

* Εἰσήγηση σέ κληρικολαϊκή σύναξη μέ τήν παρουσία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου  Μυτιλήνης  κ.  Ι Α Κ Ω Β Ο Υ

Παραπομπές:

1 Α’ Κορ. 10, 17.

2 Μον. Μωϋσέως, Ἡ εἰρήνη τῶν ἀρετῶν καί ἡ ταραχή τῶν παθῶν, ἐκδ. Τῆνος,

   Ἀθήνα 1989, σ. 77.

3 Μητρ. Νικοπ. Μελετίου, περιοδ. Λυχνία, Ἰούνιος 1999, ἀριθμ. φύλλου 191,

  ἔτος ΙΘ’.

4 Ἁγ.Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Ἑορτοδρόμιον, Τόμ. Γ’, ἐκδ. Ὀρδόδοξη Κυψέλη,

   Θεσ/νίκη 1987, σ. 129 – 130.

5 ὅ.π., σ.130.

6 Μητρ. Ν. Σμύρνης  Συμεών  Κούτσα, Οἱ Ἀπόστολοι τῶν Κυριακῶν, τόμ. Α’,

  Ἀποστολική  Διακονία , ἔκδ. Α΄, Ἀθήνα  2002, σ. 146.

7 ὅ.π..

8 Πρ.2, 1- 11.

9 Ἰω. 20, 22. Βλ. Μητρ. Ν. Σμύρνης, ὅ.π., σ. 150.

10 ὅ.π..

11 ὅ.π., σ. 147.

12 ὅ.π., σ. 148.

13 ὅ.π., σ.  148 – 149.

14 ὅ.π., σ. 149.

15 ὅ.π..

16 ὅ.π..

17 ὅ.π., σ. 150 – 151.

18 ὅ.π., σ. 151.

19 ὅ.π., σ. 154.

20 Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Ἐμπειρίες τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἱερά  Μονή Ὁσίου

    Γρηγορίου, Ἅγιον Ὄρος 1998, σ. 28 – 29.

21 ὅ.π., σ. 22 – 23.

22 Ἰω. 15, 26.

23 Ἀρχιμ. Συμεών Κούτσα  ( νῦν Μητροπ. Ν. Σμύρνης ), Μαθητεύσατε, ἐκδ. ΤΗΝΟΣ, σ. 141.

24 Ἐπισκόπου Ἀχελώου  Εὐθυμίου ( νῦν Τιτουλ. Μητροπ.) , Γιά νά γίνει ὁ ἄνθρωπος

     Θεός, Βοήθημα γιά Ἐκκλησιαστική κατήχηση, Ἀποστ. Διακ., ἔκδ.Δ’, σ. 113.

25 Στιχηρόν Ἰδιόμελον τῆς ἑορτῆς.

[26] Ὅσιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Ι.Μ. Παρακλήτου, Ὡρωπός Ἀττικῆς 1991, σ. 360 καί ἑξῆς.

[27]  Πληροφόρηση. Περιοδ. Ι.Μ. Δημητριάδος, Ἰαν- Φεβρ. 2004, σ. 5.

[28]  Μέγα Γεροντικό, Τόμ. Δ’ , Ἱ. Ἡσυχαστ. ΄΄Τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου ΄΄ Πανόραμα

     Θεσσαλονίκης, ἔκδ. Α΄, Μάρτιος 1999 , σ. 475.

[29]  Γαλ. 5, 23.

[30] Ἰω.  6, 68.

[31]  Τροπάριο τῆς ἑορτῆς.