«1922-2022, Σ. Παπαλουκάς, Φ. Κόντογλου, Σ. Βασιλείου, Ιστορίες μνήμης και τέχνης»

11 Ιουλίου 2022

Στο πλαίσιο της επετείου των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή ξεκίνησε από τις 11 Ιουνίου 2022 στο Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο Ύδρας το πρώτο εκθεσιακό επετειακό αφιέρωμα μνήμης το οποίο θα διαρκέσει κατά τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο.

Η μεγάλη αφιερωματική έκθεση με τίτλο «1922 – 2022, Σ. Παπαλουκάς, Φ. Κόντογλου, Σ. Βασιλείου, Ιστορίες μνήμης και τέχνης» με έργα των τριών σπουδαίων αυτών ζωγράφων στο πεδίο της εκκλησιαστικής ζωγραφικής, πραγματοποιείται με αφετηρία τα τραγικά γεγονότα του Μεσοπολέμου που ώθησαν τους Έλληνες καλλιτέχνες σε πνευματικό αναστοχασμό και εξερεύνηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς.

Είναι η περίοδος που ο Σπύρος Παπαλουκάς, ο Φώτης Κόντογλου και λίγο αργότερα ο Σπύρος Βασιλείου, καλλιτέχνες με σκευή ακαδημαϊκή, ανακαλύπτουν τις αισθητικές αξίες της βυζαντινής ζωγραφικής και τολμούν τη σύζευξη του μοντερνισμού με την παράδοση. Η έκθεση περιλαμβάνει σειρά γνωστών και άγνωστων θρησκευτικών έργων (μακέτες, προσχέδια, σχέδια και εικόνες) των τριών καλλιτεχνών με στόχο να ιχνηλατήσει την πορεία τους στην αναζήτηση της «ελληνικότητας» στην τέχνη.

Η πρωτοποριακή αυτή έκθεση διαρθρώνεται σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη σκιαγραφείται η  πρόσληψη της βυζαντινής ζωγραφικής μέσω της «μαθητείας» σε πρωτότυπα έργα, ενώ στις δύο επόμενες αναδεικνύεται η προσωπική εικαστική έκφραση του κάθε καλλιτέχνη, όπως αυτή αποτυπώθηκε τόσο στη μνημειακή τέχνη όσο και τις φορητές εικόνες αντίστοιχα.


Η έκθεση επιχειρεί να αναδείξει ότι οι τρεις συγκεκριμένοι δημιουργοί, εμφορούμενοι από το πνεύμα του Μοντερνισμού στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, παραδίδουν με καθαρά προσωπικό και συνάμα πρωτοπόρο εικαστικό τρόπο, παράλληλες και ταυτόχρονα διαφορετικές ο καθένας δυναμικές μορφοπλαστικές εκφάνσεις της εκκλησιαστικής ζωγραφικής, αποδεικνύοντας εν τέλει ότι η πρόσληψη και η γόνιμη μετουσίωση στο έργο τους των αισθητικών αξιών της βυζαντινής, μεταβυζαντινής και λαϊκής ζωγραφικής, αφενός υπηρετεί την ώσμωση της παράδοσης με τα νεωτερικά καλλιτεχνικά ρεύματα και αφετέρου αναδεικνύει τη βυζαντινή τέχνη σε τέχνη ευρωπαϊκή.