Μ. Κωνσταντίνος, Γιατί τόση διαστροφή, μένος, πολεμική, εχθρότητα, προκατάληψη, άγνοια εναντίον του;

7 Ιουλίου 2022

Άγιος Μέγας Κωνσταντίνος. (Τοιχογραφία Μανουήλ Πανσέληνου, ναός Πρωτάτου Άγιον Όρος.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Οι άγιοι Κωνσταντίνος και Παύλος

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=345369

Ας πάμε, όμως, λίγο, σε κάποια λεπτά που έχομε ακόμη, να μιλήσομε για τον ισόκυρο και ισότιμο του αποστόλου Παύλου. Τον άγιο και Μεγάλο Κωνσταντίνο. Ο οποίος, όπως και ο Παύλος, «ουκ εξ ανθρώπων την κλήσιν δεξάμενος», όπως λέει το ωραίο απολυτίκιο, δεν εδέχθη την κλήση εξ ανθρώπων ο Μέγας Κωνσταντίνος. Όπως και ο Παύλος. Αλλά από τον ουρανό.

Τους εκάλεσε άμεσα ο Χριστός. Τον ένα με το όραμα της Δαμασκού και τον άλλο με το όραμα του Τιμίου Σταυρού και το «Εν τούτω νίκα».

Γι’ αυτό υπήρξαν ουρανομήκεις άνδρες.

Κατά την ταπεινή μου γνώμη, οι μεγαλύτεροι της Εκκλησίας και της ιστορίας της εκκλησιαστικής, αλλά και της παγκοσμίου ιστορίας. Γι αυτό και ο άγιος και Μέγας Κωνσταντίνος βάλλεται.

Τόσα παράλογα είπαν, κατά την ημέρα της εορτής του. Τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, εφημερίδες, ομιλίες. Γιατί τόση διαστροφή; Γιατί τόσο μένος; Γιατί τόση πολεμική; Γιατί τόση εχθρότητα; Γιατί τόση προκατάληψη; Γιατί τόση άγνοια;

Γιατί ο Μέγας και άγιος και ισαπόστολος Κωνσταντίνος έκαμε έργο τιτάνιο. Και έργο αιώνιο.

Έβαλε στην άγια του Χριστού Εκκλησία, αφού πρώτος εκείνος εμπήκε, με τρόπο θαυμαστό κι από πεποίθηση, έβαλε και τους υπηκόους του. Έβαλε πάντα τα έθνη.

Αφού ήτο βασιλεύς και αυτοκράτωρ πάντων των εθνών της απέραντης, τότε, πολυεθνικής και αχανούς Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τους έβαλε με τρόπο ανεξίθρησκο. Με τρόπο αρχοντικό. Και περισσότερο, με το υπέροχο και μοναδικό και πειστικό παράδειγμά του. Έπραττε ο Κωνσταντίνος. Και παρακαλούσε και τους άλλους, αν θέλουν, να πράττουν.

Μπήκε στην Εκκλησία και παρακαλούσε. Και λέει: «Παιδιά μου, εδώ είν᾽ ο δρόμος. Εδώ είν᾽ η αλήθεια. Εδώ είν’ η ζωή. Εδώ είναι το φως. Αν θέλετε, ελάτε κοντά μου. Κι αν δεν έλθετε, πάλι εγώ θα σας αγαπώ. Πάλι εγώ θα σας φροντίζω».

Τον κατηγορούν τον Κωνσταντίνο τον Μέγα, ότι εκράτησε το αξίωμα του μεγάλου αρχιερέως της ρωμαϊκής θρησκείας, σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του. Μα δεν το καταλαβαίνουν ότι ήταν σκόπιμο;

Δεν το καταλαβαίνουν, ότι ο Κωνσταντίνος ήτο άρχοντας κι είχε τη μεγάλη αρετή στην ορθοδοξία, που λέγεται διάκρισις; «Μείζων πασών των αρετών η διάκρισις εστί», κατά τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο, τον μέγα νηπτικό Πατέρα της Εκκλησίας μας.

Διότι όλοι δεν έγιναν ορθόδοξοι. Κι ο Κωνσταντίνος δεν πήρε το ρόπαλο ούτε το όπλο ούτε τον ψυχαναγκασμό εξάσκησε, προκειμένου να κάνει χριστιανούς πάντα τα έθνη. Άφησε την πόρτα ανοικτή. Όπως την έχει κι ο Χριστός, που είπε: «Εγώ είμαι η θύρα», όπως ακούσαμε προηγουμένως στο ευαγγέλιο. «Δι᾽ εμού, εάν τις εισέλθη, σωθήσεται και εισελεύσεται και εξελεύσεται», με όλη την άνεση, μπαινοβγαίνω, «και νομήν ευρήσει».

Δεν ήλθε να εξαναγκάσει τα έθνη.

Ούτε να τα κάνει να εκμανούν εναντίον του, ως ειδωλολάτραι όντες, υποκινούμενοι πάντα από τους κατάλληλους και να γίνει επανάσταση. Και να γίνει διχασμός στην αυτοκρατορία. Και να προκύψει εμφύλιος πόλεμος. Και να χυθεί αίμα αδελφικό.

Δεν το ήθελε ο Κωνσταντίνος με τίποτε αυτό.

Αφού και τους τυράννους αυτοκράτορες της Ρώμης, τους συναυτοκράτορές του, αφού εκίνησαν διωγμό και πόλεμο εναντίον του, τους συνέλαβε και δεν τους εφόνευε. Δεν άντεχε η ψυχή του. Και μάλιστα τους χάρισε και την ελευθερία. Αλλά εκείνοι τι κάνανε;

Σαν αφέθησαν ελεύθεροι, συνέχισαν το καταχθόνιο έργο τους, για ν’ αποδείξουν και μ’ αυτό, επιτέλους, ότι ήσαν φυτεία, φυτεία, «ην ουκ εφύτευσεν ο Πατήρ ο επουράνιος», όπως είπε ο Χριστός μας. Φυτεία του διαβόλου. Και ύστερα, έδωσε εντολή και τους έβγαλαν από τη μέση. Και τότε, σαν ελευθερώθηκε η ανθρωπότητα από τους τυράννους, ανέπνευσαν οι συνάνθρωποί μας.

Σήκωσαν το κεφάλι ψηλά. Κοίταξαν ο ένας τον άλλο με εμπιστοσύνη. Ευχαρίστησαν τον Θεό και τον μεγάλο τους προστάτη, τον άγιο και Μέγα Κωνσταντίνο. Ο οποίος τους υπεραγαπούσε. Ο οποίος τους εφρόντιζε. Ο οποίος έκανε τα πάντα γι αυτούς. Εις τρόπον ώστε, όταν εκείνος, 21 προς 22 Μαΐου, του έτους 337 μ.Χ., απόγευμα της Κυριακής της Πεντηκοστής, εκοιμήθη στη Νικομήδεια, όλοι οι υπήκοοί του, χριστιανοί και μη, τον έκλαυσαν. Αισθάνθηκαν ορφάνια. Αισθάνθηκαν απροστάτευτοι. Ένιωσαν μόνοι.

Και κρουνηδόν έρεαν από τους οφθαλμούς των τα δάκρυα αυτά, για την απώλεια του μεγάλου τους προστάτη. Τόσο πολύ τον αγάπησαν. Τόσα πολλά τους προσέφερε. Που τον είχαν όλοι δικό και κατάδικό τους άνθρωπο, χριστιανοί και ειδωλολάτρες. Γι’ αυτό και όταν εκοιμήθη, οι εθνικοί και ειδωλολάτραι τον κατέταξαν με τους θεούς.

Ήταν ο Θεός στη γη. Ένσαρκος ο Θεός, που μας καλοφρόντιζε και μας καλοείχε και μας σκέπαζε και μας οδηγούσε. Οι δε χριστιανοί τον κατέταξαν με τους αγίους. Και μάλιστα με τους μεγάλους αγίους. Με τους ισαποστόλους.

Ήτο ίσον το έργον του, όπως λέει ο μεγάλος και ομώνυμός του ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο εθνικός μας ιστορικός, ήτο το έργον του ίσον με το έργο των αποστόλων. Και όπως λέει ο άγιός μας Νεκτάριος, ο Μέγας Κωνσταντίνος και η αγία Ελένη, η μητέρα του, σαν τα δύο χέρια του Χριστού πάνω στη γη. Τα δύο χέρια του Χριστού πάνω στη γη!

Και τους βλέπομε στην άγια εικόνα να πλαισιώνουν και οι δυο, ποιον; Τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό του Χριστού μας! Τον οποίον ο ένας είδε στον ουρανό, με το «εν τούτω νίκα», και η άλλη τον βρήκε στους Αγίους Τόπους. Πλαισιώνουν τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό!

Κι από κει πήραν την δύναμη. Κι εβοήθησαν πάντα τα έθνη.

Γιατί ο Σταυρός ο Τίμιος, ο Σταυρός του Χριστού, μας εμπνέει τη θυσία. Την αυτοθυσία. Την αγάπη. Τον ηρωισμό. Το μεγαλείο. Την αγιοσύνη. Και είναι ουρανομήκης. Και με τις δυο διαστάσεις του, με την κάθετη μας φέρνει και μας ενώνει με τον Θεό και Τον λατρεύομε, και με την οριζόντια διάσταση μας ενώνει με τους ανθρώπους.

Τα δύο μεγάλα μεγέθη, ας επιτραπεί αυτή η ταυτολογία, είναι το απόλυτον μέγεθος, που λέγεται Θεός, και το σχετικόν μέγεθος, που λέγεται άνθρωπος.

Όταν λατρεύομε τον Θεό μας, τον Ιησού Χριστό μας, την Αγία Τριάδα μας, και στ’ όνομά Του, του Θεού μας, διακονούμε τους ανθρώπους, τότε είμεθα ένθεοι.

Τότε είμεθα και σταυρωμένοι αλλά και αναστημένοι. Τότε, έχομεν λόγον υπάρξεως.

Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=346708

 

Από το βιβλίο του μακαριστού Αρχιμανδρίτη, π. Ανανία Κουστένη, «Αγιολόγιο», τόμος δ’, των εκδόσεων Ακτή, Λευκωσία 2009.