Τι να το ονομάσουμε αυτό το φαγοπότι, συμπόσιο ή φονευτήριο;

30 Αυγούστου 2022

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Εγκώμιο στην αποκεφάλιση του μεγάλου Προδρόμου

(Απόσπασμα)

 

Ζ’. Λυπήθηκε, λέει το ιερό Ευαγγέλιο, ο βασιλιάς

Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος.

[Ηρώδης]. Επειδή όμως είχε ορκιστεί και είχε υποσχεθεί μπροστά στους καλεσμένους, έδωσε εντολή να της δοθεί η κεφαλή.

Έστειλε τότε στη φυλακή και αποκεφάλισε τον Ιωάννη. Και έφεραν την κεφαλή πάνω στην πιατέλα και την πρόσφεραν στην

κόρη και αυτή στη μάνα της (Ματθ. 14, 11).

Ω κακό τέλος διαβολικής προετοιμασίας!

Ποιος έμπηξε το θανατερό ξίφος στην ιερή Κεφαλή; Ένας άνομος υπηρέτης, που σαν άλλος Δωήκ δεν μιμήθηκε εκείνους τους Ιουδαίους οι οποίοι με φρόνηση και ανδρεία αντιστάθηκαν στον βασιλιά Σαούλ, τότε που τους διέταξε να φονέψουν τους προφήτες του Θεού. Και έφεραν την κεφαλή του Ιωάννη πάνω στην πιατέλα…

Τι να το ονομάσουμε αυτό το φαγοπότι, συμπόσιο ή φονευτήριο; Τι να αποκαλέσουμε τους κρασοκυβέρνητους προσκαλεσμένους,ομοτράπεζους ή αιματοβαμμένους;

Ω πρωτόγνωρο θέαμα! Ω αμαρτωλό όραμα! Από το ένα μέρος προσφέρονταν κοτόπουλα και από το άλλο φέρνανε το προφητικό κεφάλι. Από τη μια μεριά κερνούσαν πλούσια καθαρό κρασί και από την άλλη έρεε με ορμή του δικαίου το αίμα. Ω πόσο φοβερό είναι να το πω και πόσο φρικτό να το εκφράσω!

Και το ’δωσαν στο κορίτσι και το πήγε στη μάνα του. Αλίμονο! Πόσο τρομερή αλλοκοτιά!

Χαρίστηκε η ατίμητη κεφαλή για μια άτιμη πράξη, στην καταραμένη και βέβηλη, η αγνή και ανέγγιχτη και απ’ τους αγγέλους αξιοσέβαστη Κεφαλή. Και την έδωσε στην μάνα της σαν να της πρόσφερε καλομαγειρεμένο φαγητό σε κείνη που οργιαστικά σκηνοθέτησε το θάνατο, σα να της έλεγε:
– Φάε, μανούλα μου, κρέας από τις σάρκες εκείνου μου έζησε στη γη σαν άσαρκος. Πιε αίμα από τον νηστευτή. Τώρα πια κλείσαμε μια για πάντα το στόμα εκείνου που μας έλεγχε.

 

η’. Και ήρθαν οι μαθητές του, συνεχίζει το ιερό Ευαγγέλιο, πήραν το σώμα του και το έθαψαν (Ματθ. 14,13). Πρόσεξε εσύ που αγαπάς την ιστορία, Πώς εικονίζεται ο ενταφιασμός του δικαίου και αποστόμωσε τους εχθρούς των αγίων εικόνων σαν εχθρούς της Αλήθειας. Βάλε καλά στο νου σου την ιστορία και βγάλε ωφέλιμο συμπέρασμα.

Πώς παίρνουν το δεμένο με βαριές αλυσίδες άγιο από την φυλακή.

Πώς ο δήμιος σηκώνει σαν άγριο θηρίο το ξίφος ενάντια της ιερής Κεφαλής.

Πώς μετά τον αποκεφαλισμό προσφέρεται η μυρόβλητη Κεφαλή στην έξαλλη Ηρωδιάδα.

Πώς ακόμα θάβεται το ιερό σώμα από τα χέρια των μαθητών του, που ολόγυρα παραστέκουν δακρυσμένοι με πόνο που σκίζει την ψυχή τους.

Πώς άλλος αγκαλιάζει τα πόδια του Αγίου, άλλος πασχίζει να συνταιριάσει την άγια Κεφαλή στο ακίνητο σώμα και άλλος θυμιάζοντας ψέλνει επικήδειες υμνωδίες.

Τώρα βρίσκομαι εκεί με το νου, ακροατές μου, και βλέπω την ταφή του δικαίου να γίνεται μέσα σε ατμόσφαιρα ειρήνης, όπως αναφέρεται στον Προφήτη Ησαΐα (Ησ. 57, 2).

Οραματίζομαι το αγγελικό εκείνο πρόσωπο που έδυσαν τα μάτια του σαν δύο ήλιοι λαμπεροί και που μέσα σ’ αυτά είχε αποτυπωθεί όλη η ψυχική του ομορφιά. Χωρίς την πρόσκαιρη και επίγεια τούτη πνοή, αλλά γεμάτο από την μοσχομύριστη ευωδιά της θείας Χάρης.

Ασπάζομαι τα ιερά εκείνα χέρια, που αμαρτία δεν αγγίξανε και που με το δάκτυλό τους έδειξαν στους ανθρώπους τον Χριστό, που σήκωσε επάνω Του την αμαρτία ολοκλήρου του κόσμου.

Προσκυνώ εκείνα τα ωραία πόδια, που ευαγγελίστηκαν τα αγαθά στους ανθρώπους και με τα οποία προετοιμάστηκε η οδός της παρουσίας του Κυρίου. Φέρτε να προσκυνήσω και την τίμια αλυσίδα με την οποία δέθηκε ο πιο πολύτιμος και αγγελόμορφος ανάμεσα στους ανθρώπους.

Φέρτε και τη σεβάσμια πιατέλα όπου τοποθετήθηκε η πολυσέβαστη και απ’ όλα τα χρυσάφια ακριβότερη Κεφαλή. Ακόμα αν έβρισκα δεν θ’ άφηνα απροσκύνητο το φονικό μαχαίρι που μπήχθηκε στον ιερό τράχηλο, ούτε θα δίσταζα να καταφιλήσω το χώμα όπου φρουρήθηκε ο θησαυρός, με τη βεβαιότητα, ότι και αυτό θα μου μετέδιδε θεία Χάρη.

Μακαριστέ τάφε και χαρμόσυνη ταφόπετρα, που σκέπασες το τρισμακάριστο εκείνο σκήνωμα και τύλιξες μέσα σου το πολυτιμώτερο από σωρούς σμαράγδια και μαργαριτάρια σώμα.

Εκεί λοιπόν βρισκόταν ορατά η συντροφιά των μαθητών και αόρατα πλήθη αγγέλων, ευφημώντας, δοξάζοντας, υψώνοντας στον ουρανό και μεταφέροντας στην ατελείωτη χαρά αυτόν που έζησε σαν ένσαρκος άγγελος και προανάγγειλε το Μεσσία.

Αυτόν που υπήρξε γνήσιος φίλος του Κυρίου, που οδήγησε στον ουράνιο Νυμφίο την Εκκλησία, το άσβηστο λυχνάρι του ανεκφράστου φωτός, τη ζωντανή φωνή του Θεού Λόγου, τον ανώτερο απ’ τους προφήτες, τον μεγαλύτερο απ’ όσους γέννησε ποτέ γυναίκα.

Τέτοια λοιπόν όπως περιγράψαμε, ειρηνική ήταν η ταφή του δικαίου, πρόξενος και αγαλλίασης και σωτηρίας, σ’ ολόκληρο τον κόσμο.

 

Απόσπασμα από το «Εγκώμιο στην αποκεφάλιση του μεγάλου Προδρόμου» του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου όπως περιέχεται στο βιβλίο, «Το θεϊκό λυχνάρι, ο Τίμιος Πρόδρομος», των εκδόσεων Ετοιμασία, της Ι. Μ. Τίμιου Προδρόμου Καρέα.