Μικρά Ασία, όνειρο αληθινό

21 Σεπτεμβρίου 2022

Απ’ όνειρο αληθινό νύχτα πανσέληνη ξυπνώ.

Ο μικρασιάτης παππούς μου, μ’ έναν αιώνα ζωή στην πλάτη,

ήρθε στον ύπνο μου λόγια καρδιάς να μού θυμίσει.

«Τα δάκρυά μου πέτρωσαν!

Πέθανα με τον βαρύ καημό της επιστροφής στη Μικρά Ασία,

στη δική μου αγαπημένη γη που μου ’δωσε πνοή.

Μια θρυαλλίδα ελπίδας, πως τα προγονικά άγια χώματα
θα πατούσα, έσβησε μεμιάς.

Στης μάνας μου τον υγρό τάφο θα σκόρπιζα λουλούδια,

θα ’βρισκα τον τάφο των παππούδων μου,

θ’ άναβα καντήλι, θα μύριζε θυμίαμα.
Στον τόπο που γεννήθηκα, πάει, δεν θα γυρίσω!

Δεν θα αντικρίσω ακρογιαλιές, τις εκκλησιές,

τη γειτονιά μου, το σχολειό, το σπίτι των γονιών μου. 

Τον κήπο δεν θα δω με τις τριανταφυλλιές, τα δέντρα,

την κληματαριά, το πέτρινο πηγάδι, τα ξύλινα παιχνίδια μου,

τον σκύλο με τη γάτα, το κόκκινο ποδήλατο, το πιάνο στο σαλόνι.
Στης γειτονιάς τους δρόμους δεν θα τρέξω,

να βρω τους φίλους μου και τους συμμαθητές μου.

… Την πύρινη καταστροφή στη συνοικία την Αρμένικη
και την Ελληνική πώς να ξεχάσω; Τις κραυγές, τον κοπετό,
την οιμωγή, εκείνη τη σφαγή, την κόλαση, τις ικεσίες;

Τον πατέρα μου έπιασαν αιχμάλωτο για τα τάγματα εργασίας,
την αδελφή μου έσυραν απ’ τα μαλλιά Τούρκοι στρατιώτες

(οι τρομακτικές κραυγές της, ηχούν μέσα στ’ αυτιά μου),
η γλυκιά μου μάνα πνίγηκε στα αιμάτινα νερά της Σμύρνης.

κι εγώ, από θαύμα μ’ έναν μπόγο αγκαλιά, σε βάρκα
με ανθρώπους «λείψανα» να ξεμακραίνω,
αφήνοντας στάχτες και αίμα, ξεκλήρισμα στις ρίζες μου!

Υποσχέσου πως εσύ θα επιστρέψεις στην πατρίδα!

Σαν φτάσεις, τον σταυρό σου μην ξεχάσεις,
λούλουδα σκόρπισε στη θάλασσα, το χώμα του κήπου να φιλήσεις,
μύρισε τις τριανταφυλλιές, πήγαινε στο πηγάδι.
Έπειτα τη δίφυλλη θύρα άνοιξε προσεχτικά,

την ξύλινη σκάλα ν’ ανεβείς με χάρη.

Στη μεγάλη κρεβατοκάμαρα σαν μπεις,

τη χειροποίητη εικόνα της Παναγίας
βάλε ξανά στη θέση της, μες στο εικονοστάσι.

Τα παραθυρόφυλλα διάπλατα ν’ ανοίξεις.
ας μπει ο ήλιος λεύτερος, της θάλασσας η αλμύρα,
τα χρώματα, οι ευωδιές, μηνύματα τ’ αγέρα.
Λιβάνισε ολόγυρα. ας ευφρανθούν οι ακοίμητες ψυχές.
και γίνε εσύ συνεχιστής στην μακραίωνη πορεία μας…».

« Παππού, δεν πρόλαβες την επιστροφή στην πατρώα γη!

Δεν πρόλαβες το ειρηνικό ταξίδι στο αρχιπέλαγος 
στον πηγαιμό για τη γενέθλια αγαπημένη γη σου.

Δεν πρόλαβες της κληματαριάς σταφύλια,

της ρόδινης τριανταφυλλιάς μπουμπούκια,

το κόκκινο ποδήλατο, τα ξύλινα παιχνίδια σου,

τον σκύλο με τη γάτα, φίλους αγαπημένους.

Φτεροκόπησε η καρδιά μου!

Αχ, λαβωμένε παππού, Έλληνα παππού!

Στης επιστροφής το μακάριο ταξίδι δεν θα λείπω!

Μνήμες λαξεμένες στην εθνική συνείδηση τα λόγια σου.

Φωτιά, λόγχη, μαχαίρι, δολοφονίες, βιασμοί, διωγμός,
εξολόθρευση των Ελλήνων της μικρασιάτισσας γης.

Να είσαι σίγουρος. Την ημέρα της επιστροφής,
με την εικόνα της Παναγίας αγκαλιά, θα ’σαι κι εσύ μαζί μου.
Φτάνοντας στο λιμάνι λούλουδα θα σκορπίσουμε.
Την ξώθυρα θ’ ανοίξουμε κάνοντας το σταυρό μας,
του ολάνθιστου κήπου θ’ ασπασθούμε το χώμα.
Τα τριαντάφυλλα θα μυρίσουμε, θα βηματίσουμε προς το πέτρινο πηγάδι.

Έπειτα τη δίφυλλη πόρτα θ’ ανοίξουμε. στην κρεβατοκάμαρα
την χειροποίητη εικόνα της Παναγίας θα βάλουμε στη θέση της.

Όλα τα παράθυρα θ’ ανοίξουμε, φως να μπει λαμπρό και λεύτερο.
Λιβάνι θα σκορπίσουμε για όλων των προγόνων τις ψυχές,

στο πιάνο θα καθίσω παίζοντας τραγούδια π’ αγαπούσες.
κι εγώ συνεχιστής… της ανηφορικής μακραίωνης πορείας του Γένους».

Γέλασε ο παππούς κοιτώντας με βαθιά μέσα στα μάτια
ενώ το χαμόγελό του σκόρπισε φωτίζοντας αλύτρωτες πατρίδες!