Ο άγιος μάρτυς Λογγίνος ο εκατόνταρχος ο επί του Σταυρού

16 Οκτωβρίου 2022

‘Ο άγιος Λογγίνος έζησε την εποχή του Τιβερίου Καίσαρος, καταγόταν από την Καππαδοκία και υπήρξε εκατόνταρχος υπό τον Πιλάτο, τον ηγεμόνα της ᾽Ιουδαίας. ῎Ελαβε την διαταγή από εκείνον να υπηρετήσει στα τίμια πάθη και την σταύρωση του Χριστού και να φυλάξει με τους υπ᾽ αυτόν εκατό στρατιώτες τον τάφο με την κουστωδία που ήταν τάγμα στρατιωτών. ῞Οταν είδε τα θαύματα που έγιναν επί του Χριστού, τον σεισμό, την μεταβολή σε σκοτάδι του ηλίου, τους τάφους που ανοίχτηκαν και τους νεκρούς που ξεπήδησαν από αυτούς, καθώς και τις πέτρες που σχίστηκαν, φώναξε με μεγάλη φωνή: ‘πράγματι, αυτός ήταν Υιός Θεού᾽. Γι᾽ αυτό και τα αργύρια που του δόθηκαν από τους ᾽Ιουδαίους, προκειμένου να πεί ψέμματα για την ανάσταση του Χριστού, τα έκανε πέρα μαζί με άλλους δύο στρατιώτες, οι οποίοι ύστερα μαρτύρησαν μαζί με αυτόν.

῎Αφησε λοιπόν το στράτευμα στο οποίο ανήκε και γύρισε πίσω στην πατρίδα του, κηρύττοντας τον Χριστό ως Θεό σαν τους αποστόλους. ‘Ο Πιλάτος που το έμαθε πείστηκε – μάλλον διαφθάρηκε από τους ᾽Ιουδαίους με χρήματα – και κατηγόρησε τον Λογγίνο με γράμματα στον Τιβέριο ότι εγκατέλειψε το στράτευμα και ότι ζει στην πατρίδα του κηρύττοντας τον Χριστό ότι είναι Θεός. ‘Ο Τιβέριος τότε διέταξε να αποκοπεί η κεφαλή του αμέσως μαζί και των δύο στρατιωτών που τον ακολούθησαν, και να μεταφερθεί η κεφαλή του στην ‘Ιερουσαλήμ από την Καππαδοκία, ώστε να να λάβουν γνώση για τον θάνατό του ο Πιλάτος και οι ᾽Ιουδαίοι. Και ο μεν Πιλάτος έλαβε τα συμφωνηθέντα, ενώ την τιμία κεφαλή του την έχωσαν προ της πόλεως μέσα σε κοπριά.

῞Υστερα από πολλά χρόνια κάποια γυναίκα από την Καππαδοκία που τυφλώθηκε και σταμάτησε να βλέπει έφτασε στα ‘Ιεροσόλυμα μαζί με τον μονάκριβο γιό της, προκειμένου να μπορέσει να βρεί την ίαση στους αγίους Τόπους. ᾽Αλλά προστέθηκε στο πρόβλημά της και ο θάνατος του παιδιού της, οπότε ήταν διπλή η τραγωδία και η συμφορά της. ‘Ο μακάριος Λογγίνος τότε της εμφανίστηκε σε όνειρο κι αφού της είπε ποιος ήταν και της φανέρωσε που είναι κρυμμένη η κεφαλή του, την προέτρεψε να την βγάλει από την κοπριά και να την πάρει, για να θεραπευτεί αφενός η ίδια από την τύφλωσή της και αφετέρου να δεί δοξασμένο τον γιό της. ‘Η γυναίκα ανταποκρίθηκε αμέσως πρόθυμα μόλις ξύπνησε, κι αφού βρήκε την κοπριά κι έσκαψε με τα χέρια της βρήκε και πήρε την κεφαλή του αγίου. Τότε απέκτησε και πάλι το φως της, ενώ σε όνειρο πάλι είδε τον γιό της μέσα σε δόξα μαζί με τον άγιο και να απολαμβάνει κοντά του τιμή.

Λοιπόν, σύμφωνα με την εντολή που της έδωσε ο άγιος, σε μία σορό τοποθέτησε και το λείψανο του παιδιού της και την κεφαλή του αγίου, οπότε επέστρεψε μ᾽ αυτήν στην Καππαδοκία, παθαίνοντας παρόμοια με τον Σαούλ, ο οποίος ζητώντας τις πατρικές όνους βρήκε βασιλεία. Κι αυτή ζητώντας να γιατρευτεί από την τύφλωση των οφθαλμών, και την ίαση πέτυχε και τον άγιο έκτοτε βρήκε θερμό προστάτη της. Γι᾽ αυτό και ανήγειρε περικαλλή ναό στον μάρτυρα κι εκεί κατέθεσε το μαρτυρικό λείψανο, το οποίο πρόσφερε πλούσια στην ίδια και σ᾽ όλους τους πιστούς πηγές ιαμάτων, εις δόξαν του Κυρίου ημών ᾽Ιησού Χριστού᾽.

Δεν είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι ο άγιος υμνογράφος ᾽Ιωσήφ αναφέρεται σχεδόν καθ᾽ ολοκληρίαν σε ο,τι συνέβη στον άγιο Λογγίνο κάτω από τον Σταυρό του Κυρίου: τον τρομερό συγκλονισμό του που τον οδήγησε από άπιστος να γίνει πιστός, σε βαθμό μάλιστα που να δώσει έπειτα και την ζωή του γι᾽ Αυτόν. Η Σταύρωση του σαρκωθέντος Θεού, το αίμα και το ύδωρ που ανέβλυσαν από την λογχισθείσα πλευρά Του, η αμαύρωση του ήλιου όπως και όλα τα υπερφυσικά που συνέβησαν τότε, ήταν εκείνα που τον οδήγησαν να ομολογήσει Αυτόν  Θεό και Δεσπότη, και μάλιστα, κατά τον υμνογράφο, να κατανοήσει ότι το Πάθος Του αυτό ήταν εκούσιο και καρπός της άπειρης αγάπης Του. ‘᾽Αφού είδες τον Κύριο να έχει γίνει άνθρωπος και να έχει ανέβει στον Σταυρό, να έχει αμαυρώσει την λάμψη του ήλιου και να έχει αναβλύσει από την πλευρά Του την σωτήρια άφεση των αμαρτιών…ομολόγησες Αυτόν Θεό και Δεσπότη που υπέμεινε τα πάθη εκούσια λόγω της αμέτρητης ευσπλαχνίας Του᾽ (‘Τον βροτόν χρηματίσαντα, και Σταυρώ ομιλήσαντα, και ηλίου έλλαμψιν αμαυρώσαντα, και εκ πλευράς αναβλύσαντα, σωτήριον άφεσιν, κατιδών…ένδοξε, ωμολόγησας, και Θεόν και Δεσπότην εκουσίως υπομείναντα τα πάθη, δι᾽ ευσπλαγχνίαν αμέτρητον᾽) (στιχηρό εσπερινού). ‘Βλέποντας τα βουνά και την γη που σαλεύτηκε κατά την ημέρα του Πάθους, σαλεύτηκες από την στάση της απιστίας᾽(‘῎Ορη τε και την γην σαλευθείσαν θεώμενος, εν τη του πάθους ημέρα, απιστίας στάσεως εσαλεύθης᾽) (ωδή ς´).

‘Η μεταστροφή του αγίου στην πίστη του Χριστού ερμηνεύεται από τον άγιο υμνογράφο και ως καρπός βεβαίως της χάρης του Θεού – ποιος μπορεί μόνος του με τις δυνάμεις του να δεί τον ᾽Εσταυρωμένο ως τον εν σαρκί παθόντα Θεό; – αλλά και ως καρπός της δικής του καλής διάθεσης και φρόνησης. Με λυρισμό μεγάλο ο υμνογράφος καταγράφει την αλήθεια αυτή, προσφέροντάς μας εικόνες εξαίσιες: ‘Βλέποντας, ένδοξε, την κατάκαρπη άμπελο να κρέμεται πάνω στο ξύλο του Σταυρού και να πηγάζει οίνο ζωής και αφέσεως αμαρτιών, έβαλες από κάτω τα χείλη της καρδιάς σου. Κι αφού ήπιες γέμισες από ευφροσύνη, βγάζοντας από μέσα σου την κατάπικρη απιστία σαν εχέφρων άνθρωπος, γιατί ακριβώς προτίμησες πανηγυρικά το καλύτερο από το χειρότερο᾽ (‘Την κατάκαρπον άμπελον, επί ξύλου θεώμενος, ηρτημένην, ένδοξε, και πηγάζουσαν, οίνον ζωής και αφέσεως, τα χείλη υπέθηκας, της καρδίας και πιών, ευφροσύνης πεπλήρωσαι, την κατάπικρον απιστίαν εμέσας ως εχέφρων, ως του χείρονος το κρείττον, περιφανώς προελόμενος᾽) (στιχηρό εσπερινού).

Ο ᾽Ιωσήφ όμως ο υμνογράφος δεν μπορεί να μη συγκρίνει τον άγιο εκατόνταρχο και την μεταστροφή του με τον ληστή που συσταυρώθηκε με τον Κύριο και μετανόησε. Και οι δύο άνδρες, ο σκληροτράχηλος αξιωματικός και το φόβητρο των ανθρώπων ληστής, είναι οι πιο κοντινοί στον Κύριο πάνω στον Σταυρό. Στην πιο δύσκολη θεωρούμενη στιγμή του ενανθρωπήσαντος Θεού – ‘᾽Ηλί, ᾽Ηλί λαμά σαβαχθανί;᾽ φωνάζει ο Κύριος, νιώθοντας εγκαταλειμμένος και από τον ίδιο τον Θεό Πατέρα Του! – δεν βρίσκονται οι μαθητές Του, δεν βρίσκονται (πέραν της Παναγίας και του Ιωάννη κι αυτοί σε κάποια απόσταση) δικοί Του να Τον παρηγορήσουν, αλλά θεωρούμενα ‘ανθρωπόμορφα᾽ θηρία! Κι αποκαλύπτεται ότι αυτά τα ‘θηρία᾽ είχαν πολύ τρυφερή καρδιά. ‘Ο ένας παρακαλεί να τον θυμηθεί ο Κύριος στην Βασιλεία Του, ο άλλος Τον ομολογεί Θεό και άνθρωπο. Και τελικώς και οι δύο εισέρχονται στην Βασιλεία του Θεού. ‘…μετά ληστού του ευγνώμονος, ένδοξε, ωμολόγησας…᾽ (στιχηρό εσπερινού). ‘᾽Αθλοφόρε Λογγίνε, μαζί με τον ευγνώμονα Ληστή ομολόγησες τον πάντων Κύριο Υιόν Θεού, υπέρ του ‘Οποίου και με χαρά σφαγιάστηκες᾽ (‘᾽Αθλοφόρε Λογγίνε, Ληστή συν τω ευγνώμονι, ωμολόγησας τούτον Υιόν Θεού, υπέρ ου και χαίρων εσφαγιάσθης᾽) (εξαποστειλάριο όρθρου).

‘Ο υμνογράφος όμως (ο οποίος στο τροπάριο που μας ενδιαφέρει: το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού, δεν είναι ο άγιος ᾽Ιωσήφ αλλά ο ᾽Ιωάννης ο μοναχός) προβαίνει σε μία ενσυνείδητη  ανακολουθία: βάζει στην θέση του ληστή τον ίδιο τον άγιο. Βλέπει τον Λογγίνο ως τον ληστή. Τα λόγια του ληστή γίνονται λόγια και εκείνου. ‘Καθώς βρισκόσουν στον Σταυρό και έβλεπες αυτά που συνέβαιναν, βλέποντας τον σταυρωμένο επί του ξύλου Θεό και άνθρωπο φώναζες προς αυτόν: ᾽Εν τη βασιλεία σου μνήσθητί μου Κύριε. Γι᾽ αυτό και ο Σωτήρας φώναζε σε σένα: Είσαι μακάριος, Λογγίνε, και θα σε θυμούνται όλοι στους αιώνες᾽(‘᾽Εν τω Σταυρώ παρεστηκώς, και τα γενόμενα σκοπών, τον σταυρωθέντα επί ξύλου, Θεόν και άνθρωπον εωρακώς, εβόας προς αυτόν: ᾽Εν τη βασιλεία σου μνήσθητί μου Κύριε. Διό και ο Σωτήρ εφώνει σοι: Μακάριος ει Λογγίνε, και το μνημόσυνόν σου εις γενεάν και γενεάν᾽). Νομίζουμε ότι στο τροπάριο αυτό και το ‘μπέρδεμα᾽ των ρόλων μεταξύ εκατοντάρχου και ληστή βρισκόμαστε στο πιο υψηλό σημείο της ποίησης της εορτής: ο Λογγίνος είναι ήδη σωσμένος από την ώρα της ομολογίας του κατά το Πάθος του Κυρίου και όχι από την ώρα του μαρτυρίου του. Το βεβαίωσε ο ίδιος ο Κύριος για τον ληστή, συνεπώς και για τον Λογγίνο: ‘αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ᾽ εμού έση εν τω Παραδείσω᾽. Και για κάτι ακόμη: μπροστά στον εσταυρωμένο Κύριο ο όποιος ρόλος του ανθρώπου εξαφανίζεται: είτε εκπρόσωπος του νόμου (ο εκατόνταρχος) είναι κανείς είτε υπόδικος (ο ληστής), αυτό που σώζει είναι η πίστη και η αγάπη στον Χριστό. Για τον Χριστό κάθε άνθρωπος είναι το ίδιο και κάθε έναν τον θέλει στην Βασιλεία Του. Για τον Χριστό κάθε σχήμα του κόσμου τούτου πέραν της ‘καρδιάς᾽ δεν υφίσταται. Αίρεται και χάνεται.

pgdorbas.blogspot.com