Πάμε..κατηχητικό; Χαναναία: Πίστη εκτός ορίων

17 Φεβρουαρίου 2024

Αγαπημένε μου κατηχητή,

Αγαπημένη μου κατηχήτρια,

Την Κυριακή θα βρεθούμε μπροστά σε μια από τις συγκινητικότερες σκηνές του Ευαγγελίου. Δεν είναι τόσο η στάση του Χριστού μας, που της δίνει αυτό το χαρακτηριστικό. Αντίθετα, στην αρχή, η συμπεριφορά Του παρουσιάζεται ασυνήθιστα σκληρή. Τους λόγους θα προσπαθήσω να τους δείξω στη συνέχεια. Η συγκίνηση, που προανέφερα, πηγάζει από τη συμπεριφορά μια ειδωλολάτρισσας.

Πριν συνεχίσω, επίτρεψέ μου να σου διηγηθώ κάτι:

Πριν πολλά χρόνια, βρέθηκα με μια ομάδα συγγενών και φίλων σε λειτουργία, που τελούσε μακαριστός πλέον επίσκοπος, με ζωή και δράση, που κανείς, από όσους τον γνώρισαν δεν μπορεί ακόμη να ξεχάσει. Όταν τέλειωσε, λόγω στενής σχέσης ορισμένων από μας μαζί του, τον περιμέναμε, για να αποχωρήσουμε μαζί. Η Εκκλησία είχε αδειάσει. Κάποια στιγμή, παρουσιάστηκε εύχαρις και ευγενικός και αρχίσαμε να περπατάμε προς την έξοδο. Παρουσιάστηκε τότε κάποιος νέος κληρικός, τον πλησίασε και ζήτησε ευλογία. Και ξαφνικά, χωρίς εμφανή λόγο, με έντονη φωνή, ο επίσκοπός μας, προς γενική κατάπληξη, άρχισε να τον επιπλήττει, χαρακτηρίζοντάς τον αμελή, ατίθασο και προσάπτοντάς του μύρια όσα σφάλματα. Ο κληρικός αντέδρασε με ηπιότητα, σοκαρισμένος φανερά, όχι τόσο από τα λεγόμενα, όσο από το ύφος του Δεσπότη, αλλά και τη δική μας παρουσία. Η σκηνή δεν κράτησε πάνω από δυο-τρία λεπτά. Ο κληρικός απεχώρησε κακήν –κακώς, ενώ ορισμένοι από τους παρισταμένους, που συνδέονταν με τον Δεσπότη από τα φοιτητικά τους χρόνια, θέλησαν να του υποδείξουν, ευγενικά βέβαια, πως δεν ήταν ανάγκη, αυτό να γίνει δημοσίως. Εκείνος, εντελώς ήρεμος, αλλά όχι πια χαμογελαστός, ζήτησε δυο λεπτά να αποσυρθεί στο γραφείο του ναού. Όταν βρέθηκε ξανά μαζί μας, με μάτια εμφανώς, βουρκωμένα, μας είπε: «Αυτός που είδατε, έχει δυνατότητα να γίνει ένας πολύ καλός κληρικός».

Εκείνη τη στιγμή, δεν σου κρύβω πως αγανάκτησα. Και για πολύ καιρό, είχαν απομείνει μέσα μου ψήγματα αγανάκτησης. Έπρεπε να περάσουν από τα χέρια πολλά …Γεροντικά, για να βρω το κλειδί αυτής της ανεξήγητης συμπεριφοράς. Τώρα πλέον, κάθε φορά, που βρίσκομαι μπροστά σ’ αυτή την περικοπή, έχω να λέω, πως βρέθηκα κάποτε κι εγώ σε μια περίσταση, όπου ο δρόμος προς υψηλότερα στάδια πνευματικής ζωής περνάει από μια σκληρή παιδαγωγία. Μια παιδαγωγία, ένα … «στύψιμο», που πολλές φορές αναλαμβάνει και ο ίδιος ο Θεός και από την οποία, αντί για παράπονο, θυμό ή απογοήτευση, αναβλύζει μια επίμονη πίστη, αποφασισμένη να ξεπεράσει κάθε όριο, κάθε εμπόδιο, ακόμη και τη σιωπή του Θεού, ακόμη και την φαινομενική απόρριψη του Θεού, για να βρει το κεντρικό νόημα των πραγμάτων και την πηγή της χαράς.

Δεν ξέρω αν είναι πάντα εύκολο να πείσουμε παιδιά και έφηβους να αναγνωρίσουν την αγάπη και το ενδιαφέρον, πίσω από μια σκληρή   παιδαγωγία. Ίσως έχουν δίκιο να είναι επιφυλακτικοί. Πέραν του ότι για δεκαετίες τώρα μεγαλώνουν γενιές εύθικτων και ευαίσθητων «κανακάρηδων» (δεν εξαιρώ και τη δική μου γενιά), λείπουν και οι άνθρωποι εκείνοι –δάσκαλοι, πνευματικοί-, που με τη ζωή και την αγάπη τους να έχουν κερδίσει τέτοια θέση στην καρδιά μας, ώστε να είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε από αυτούς μια ανάλογη σκληρή παιδαγωγία. Γι’ αυτό και εύκολα, ακόμη και από εφήβους, που έχουν πίστη, βγαίνει το παράπονο, πως συχνά ο Θεός δεν ανταποκρίνεται στο κάλεσμα τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μεταφέρω συχνά ένα διάλογο του Γέροντα Παΐσιου με έναν επισκέπτη του, που του παραπονιόταν, πως, εν αντιθέσει με τα νιάτα του, πολύ δύσκολα πια η κατάνυξη, ακόμη και την ώρα της Θείας Κοινωνίας, χτυπάει την καρδιά του. Ο Γέροντας τον ρώτησε:

«Παιδιά έχεις;»

«Έχω», του απάντησε.

«Όταν ήταν μικρά, δεν τους χάριζες καραμέλες;»

«Αμέ».

«Τώρα τους χαρίζεις;»

«Ε, όχι! Τώρα μεγάλωσαν. Μπορούν να τα κερδίσουν μόνα τους».

«Μπορούν δηλαδή να αγοράζουν ό,τι τους χρειάζεται;»

«Βεβαίως!»

«Κι εσύ, πως νιώθεις;», συνέχισε οι Γέροντας.

«Τα χαίρομαι».

«Έτσι κάνει κι ο Θεός. Όταν είμαστε παιδιά πνευματικά, χωρίς γνώσεις και εμπειρίες της αγάπης Του, εύκολα μας στέλνει τις δωρεές. Περιμένει όμως να έρθει η στιγμή, που με την επιμονή και τον αγώνα μας, θα τα κερδίσουμε. Για να μας δει, να μας χαίρεται και να στέλνει ακόμη περισσότερα».

Μια Χαναναία λοιπόν σήμερα ενώπιόν μας, μια επίμονη ειδωλολάτρισσα. Κραυγάζει, ικετεύει, απορρίπτεται, επιμένει και «υποχρεώνει» τον Χριστό να κάνει το θέλημά της. Ας γνωρίζεις, πως η περικοπή βρίσκεται εν μέσω περιστατικών, όπου ο Κύριος δέχεται επιθέσεις από τους ομοεθνείς του. Λίγο πριν, τον έχουν περιφρονήσει στην ίδια του την πόλη, την Γενησαρέτ. Παράλληλα, οι Φαρισαίοι μόλις τον έχουν κατηγορήσει, πως οι μαθητές Του δεν πλένουν τα χέρια τους πριν φάνε, όπως λέει ο Μωσαϊκός Νόμος.. Μέσα σε αυτή την ψυχρότητα, λοιπόν, μέσα σε αυτή τη μιζέρια, η κραυγή μιας ακάθαρτης στα μάτια του εκλεκτού λαού. Κραυγή ισχυρότερη από κάθε νόμο και κάθε τυπικότητα:

«Ελέησε με!».

Εναντίον της η μοίρα, με ένα κορίτσι δαιμονισμένο, εναντίον της η κοινωνία με το στίγμα της ακάθαρτης, εναντίον της και ο ίδιος ο Θεός. Κι εκείνη, έχοντας βγει έξω από τα όρια της πόλης της –όπως λέει το Ευαγγέλιο–, έξω από τα όρια της αντοχής της, έξω από τα όρια της λογικής της:

«Ελέησέ με».

Στην πορεία της πίστης μας, στην πορεία της πίστης των παιδιών που έχουμε μπροστά μας, ας αποδεχτούμε ένα γεγονός και ας τους το πούμε με όποιο τρόπο επιλέξουμε: Εντός των ορίων του κόσμου μας, τίποτε δεν είναι …υπέρ της πίστης μας. Επιστήμες, ειδήσεις, ψυχίατροι, τραγωδίες κοινωνικές και προσωπικές, τα πάντα, όλοι, ψιθυριστά ή φωναχτά, ένα μας λένε:

«Η πίστη σου είναι μάταιη».

Μόνον κάποιοι, λίγοι, ελάχιστοι, εκτός ορίων, άλλοι κεκοιμημένοι και άλλοι ακόμη ανάμεσά μας, μας καλούν να σπάσουμε τον κλοιό του κόσμου τούτου και να βγούμε στην έρημο. Είναι οι άγιοι, αυτοί που μας καλούν να εξέλθουμε των ορίων μας. Όχι βέβαια πλέον στην έρημο της Παλαιστίνης ή της Αιγύπτου, αλλά στην έρημο από υποκατάστατα, έρημο από διασπάσεις, έρημο από κούφιες παρηγοριές, έρημο από ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, έρημο από δικαιολογίες, έρημο από υπεκφυγές, έρημο από αναβολές. Εκεί όπου η βουή των λεωφόρων δεν φτάνει, εκεί όπου ο πειρασμός δεν έχει πού να κρυφτεί, εκεί όπου ο Θεός ακούγεται καθαρότερα, εκεί όπου δεν υπάρχει εμπόδιο να πνίξει το δικό μας «Ελέησόν με».

Ας έρθουμε τώρα στην σημερινή περικοπή, από το 15ο κεφάλαιο του Ματθαίου:

Η πίστη μιας Χαναναίας

21Ο Ιησούς άφησε τον τόπο εκείνο κι αναχώρησε για την περιοχή της Τύρου και της Σιδώνας. 22Τότε μια γυναίκα Χαναναία βγήκε έξω από τα όρια της περιοχής εκείνης και του φώναζε δυνατά: «Ελέησέ με, Κύριε, Υιέ του Δαβίδ. Η θυγατέρα μου βασανίζεται από δαιμόνιο». 23Αυτός δεν της απαντούσε λέξη. Τον πλησίασαν τότε οι μαθητές του και τον παρακαλούσαν: «Διώξε την, γιατί μας ακολουθεί και φωνάζει». 24Ο Ιησούς είπε: «Έχω αποσταλεί μόνο για τους πλανεμένους Ισραηλίτες». 25Εκείνη όμως ήρθε και τον προσκύνησε λέγοντας: «Κύριε, βοήθησέ με». 26Αυτός της αποκρίθηκε: «Δεν είναι σωστό να πάρει κανείς το ψωμί των παιδιών και να το πετάξει στα σκυλιά». 27«Ναι, Κύριε», είπε εκείνη, «αλλά και τα σκυλιά τρώνε από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι των κυρίων τους». 28Τότε ο Ιησούς της απάντησε: «Μεγάλη είναι η πίστη σου, γυναίκα! Ας γίνει όπως το θέλεις». Κι από κείνη την ώρα γιατρεύτηκε η θυγατέρα της.

Για μια ακόμη φορά, ας μην παραλείψουμε να επισημάνουμε στα παιδιά, πόσο σκανδαλώδης ήταν για τους Εβραίους, η συναναστροφή με τους αποσυναγώγους Σαμαρείτες, πόσο μάλλον δε με τους ακάθαρτους ειδωλολάτρες. Ας τους θυμίσουμε επίσης, πως, από τα βασικότερα… refrain των Ευαγγελίων είναι η διαρκής αμφισβήτηση και τελικά η αποδόμηση, το γκρέμισμα της Φαρισαϊκής αλαζονείας. Το μήνυμα είναι ένα και διαρκές: Η Βασιλεία που πλησιάζει δεν …χωράει στα όρια μιας φυλής, ενός φύλου, ενός νόμου, μιας παράδοσης. Όλοι είναι προσκεκλημένοι και μια είναι η προϋπόθεση να μπουν: Η πίστη.

– Φανταστείτε λοιπόν παιδιά, τον σπαραγμό και τις κραυγές αυτής τη γυναίκας, ώστε, ακόμη και οι μαθητές, που, ως Εβραίοι, θα έτρεφαν βαθύτατη περιφρόνηση προς μια ειδωλολάτρισσα, παροτρύνουν έμμεσα τον Χριστό να την διώξει, αφού ανταποκριθεί στο αίτημά της, για να ησυχάσουν!

– Όμως, κύριε, μόνο να τη διώξει Του ζητούν. Όχι να την εισακούσει!

– Σωστό! Για κοιτάξτε όμως παρακάτω. Τι τους λέει;

–  «Δεν στάλθηκα παρά μόνο στα χαμένα πρόβατα του Ισραήλ»

– Ακριβώς! Άρα, ίαση του ζητούν κατά βάθος και Εκείνος παίρνει για λίγο το σκληρό πρόσωπο των συμπατριωτών Του, ίσως για να τους πει, πως, αν εκείνοι οι σκληρόκαρδοι άνθρωποι υποκύπτουν στις κραυγές ενός μισητού συνανθρώπου τους, πόσο ο Θεός της αγάπης δεν θα σπεύσει να βοηθήσει και να γιατρέψει! Είναι όμως και κάτι άλλο: Για λίγες στιγμές, ο Χριστός, τους παρουσιάζει την εικόνα του Θεού, που έχουν μάθει να αναγνωρίζουν. Ενός Θεού, που επιλέγει μόνον έναν εκλεκτό λαό και που μόνον με αυτόν ασχολείται. Έτσι θα φανεί σε λίγες στιγμές ακόμη εντονότερα, πόσο διαφορετικό είναι το πρόσωπο του Θεού, που αποκαλύπτεται, μέσα από τον δικό Του λόγο και τα δικά Του έργα. Θέλω τώρα παιδιά να μου βρείτε μια λέξη, που να συνδέει τον Χριστό με την Χαναναία.

– Είναι η λέξη «εξελθών» και «εξελθούσα».

– Πολύ όμορφα! Τι σημαίνει;

– Βγαίνω έξω από ένα χώρο, που είμαι κλεισμένος.

– Η Χαναναία, από πού βγαίνει;

– Από τον τόπο της.

– Μόνο; Σας θυμίζω πως είναι μια ειδωλολάτρισσα. Και ονομάζει «Κύριο» έναν αλλοεθνή και ένα αλλόπιστο. Από πού λοιπόν επίσης «εξέρχεται»;

– Από τα «πιστεύω» της, την ανατροφή της, τα κοινωνικά της πλαίσια.

– Και τι την κάνει να το αποφασίσει;

– Ο πόνος, η απελπισία της, η αγάπη της για το παιδί της.

– Ο Χριστός, από πού εξέρχεται;

– …

– Εκείνου η έξοδος είναι πιο μεγαλειώδης, από μια απλή έξοδο από τα όρια της Ιουδαίας! Είναι Θεός! Κι όμως…

– Αφήνει …κατά κάποιο τρόπο… τη θεότητά Του και μπαίνει στη δική μας ιστορία. (Με προσοχή τους όρους. Άπτονται θεμελιωδών δογματικών θεμάτων).

– Και τι τον κάνει να μπει σ’ αυτή τη διαδικασία;

– Η αγάπη Του.

– Σκεφτείτε λοιπόν λίγο: Ο άνθρωπος, που η αγάπη του τον έχει βγάλει έξω από τα όριά του, συναντάει τον Θεό που έχει εξέλθει, τρόπον τινά, από τα δικά Του όρια, από αγάπη για τον άνθρωπο. Θα ήθελα λοιπόν να κρατήσετε από την σημερινή εξιστόρηση αυτήν την αλήθεια: Πίστη είναι η έξοδος και η συνάντηση με έναν Θεό αγάπης, έξω από κάθε όριο και συμβατικότητα.

Ας πάμε σε κάτι άλλο:

– Συνειδητοποιείτε παιδιά, πώς αποκαλεί στην αρχή ο Χριστός την γυναίκα;

– «Κυνάριο»

– Δηλαδή, σκυλάκι.

– …

– Εκείνη ικετεύει για το παιδί της και εισπράττει την έσχατη περιφρόνηση, και μάλιστα δημοσίως! Πώς αντιδρά; Θίγεται;

– Καθόλου!

– Γιατί;

– Η αγάπη της έχει ξεπεράσει κάθε ίχνος εγωισμού.

– Εγώ θα έλεγα, ακόμη και αξιοπρέπειας. Κοιτάξτε όμως την εξέλιξη: Εκεί, που θα έλεγε κανείς, πως η γυναίκα αυτή δεν έχει πλέον προσωπικότητα, ο Χριστός, για χάρη της, ανατρέπει την ίδια την προσευχή που δίδαξε στους Μαθητές του.

– Πώς, κύριε;

– Για θυμηθείτε το «Πάτερ ημών». Δε λέει στη 4η φράση «γενηθήτω το θέλημά Σου» προς τον Θεό;

– Μάλιστα!

– Τι της λέει τώρα ο Χριστός;

– «γενηθήτω σοι ως θέλεις».

– Είδατε λοιπόν; Αυτή η μεγάλη πίστη, που θαυμάζει ο Χριστός, δεν είναι μια υποταγή. Δεν θέλει ο Θεός μια τέτοια σχέση με τους ανθρώπους. Αντίθετα, θέλει μια σχέση αγάπης, που ενώνει δυο θελήματα, το Θείο και το ανθρώπινο, και τα κάνει ένα.

Νομίζω, πως είναι πολλά τα νοήματα της περικοπής, από τα οποία μπορείς να επιλέξεις ένα ή δύο και να τα αναδείξεις σε κεντρικά. Ούτως ή άλλως, σε έναν κοινό τόπο οδηγούν: Στη πίστη, όχι απλώς πως ο Θεός υπάρχει –εκεί που μένουν οι περισσότεροι–, αλλά πως ο Θεός αγαπά τον άνθρωπο με μιαν αγάπη, όντως, εκτός ορίων.