Η γένεση της ελληνικής διασποράς κατά την προεπαναστατική περίοδο

26 Μαρτίου 2023

Η Ελληνική Επανάσταση, όπως και κάθε ιστορικό γεγονός, υπήρξε πολυδιάστατη, πολυπρόσωπη, σύνθετη και εκτυλίχθηκε σε πολλά επίπεδα. Μπορεί, μέσω της ιστορίας που διδάσκεται στο σχολείο, η Επανάσταση να έχει καταγραφεί, στη συνείδηση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, ως μια αλληλουχία ηρωικών μαχών και πράξεων αυτοθυσίας, η έκβασή της όμως προέκυψε από τον συνδυασμό ευρύτερων πολιτικών, ιδεολογικών, οικονομικών και ιστορικών παραγόντων, που εκτυλίχθησαν και εκτός του ελληνικού χώρου.

Όσος και αν ήταν ο ηρωισμός των αγωνιστών του ΄21, δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα, αν δεν εξασφαλιζόταν η επίλυση τριών καίριων ζητημάτων:

  • Η οικονομική ενίσχυση
  • Η πολιτική νομιμοποίηση του αγώνα
  • Η άνοδος του μορφωτικού και ευρύτερα πνευματικού επίπεδου του υπόδουλου Γένους.

Και στα τρία αυτά, καθοριστική υπήρξε η συμβολή των Ελλήνων της Διασποράς. Πρόκειται για μια κατηγορία Ελλήνων πατριωτών, με ποικιλία οικονομικών μέσων, κοινωνικής θέσης και τόπου δράσεως. Είχαν όμως ένα κοινό χαρακτηριστικό: Την αποφασιστικότητά τους να συμβάλλουν στην αποτίναξη ενός βάρβαρου ζυγού και στη δημιουργία ενός ελεύθερου κράτους με πολιτιστική ταυτότητα, πολιτική οντότητα και εθνικό οραματισμό.

Τεργέστη

Οι ρίζες και οι μορφές της ελληνικής Διασποράς

Η Διασπορά, κατά τη διάρκεια της Τουρκικής κατοχής, χωρίζεται σε δύο περιόδους: μία πρώτη για τους τρεις πρώτους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας και μία δεύτερη για το διάστημα μεταξύ των πρώτων δεκαετιών του 18ου αιώνα και της Επανάστασης του 1821.

Α΄ περίοδος

Oι μαζικοί εκπατρισμοί της πρώιμης περιόδου της Tουρκοκρατίας –από τα μέσα, περίπου, του 15ου αιώνα ως τις αρχές του 18ου– οφείλονταν καταρχάς στις δραματικές ανατροπές που προκάλεσε η οθωμανική εξάπλωση όχι μόνο στην πολιτική κυριαρχία των ελληνικών χωρών, αλλά και τις παραδοσιακές οικονομικές και κοινωνικές τους δομές (προπάντων με τις αλλαγές στο γαιοκτησιακό και κοινωνικό καθεστώς).

Σημαντικό, επίσης, ρόλο στις μετακινήσεις πληθυσμών έπαιξε και η δημογραφική συμπίεση του χριστιανικού στοιχείου, εξαιτίας των αθρόων εγκαταστάσεων μουσουλμάνων εποίκων στα πεδινά και εύφορα μέρη. Τα αρχικά αίτια, συνεπώς, ήταν ταυτόχρονα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά. Περισσότερο σαφής είναι ο πολιτικός χαρακτήρας των ελληνικών μετοικεσιών που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά τη λήξη των αλλεπάλληλων πολέμων των Οθωμανών με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την ανατολική Μεσόγειο. Εκτός από τις κατά τόπους καταστροφές, οι πολεμικές συγκρούσεις προκαλούσαν γενική ανασφάλεια σε ξηρά και θάλασσα, και εντεινόμενες τάσεις φυγής του χριστιανικού στοιχείου είτε προς ασφαλέστερα μέρη στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είτε –συνηθέστερα– προς τις εναπομένουσες “φράγκικες” κτήσεις και από εκεί προς τη Δυτική Ευρώπη. Aπό τις μετακινήσεις αυτές οι σημαντικότερες ήταν των Πελοποννησίων, των Kυπρίων και των Kρητικών κατά τους βενετοτουρκικούς πολέμους του 15ου, 16ου και 17ου αιώνα και των κατοίκων διαφόρων ελληνικών περιοχών μετά το τέλος των ρωσοτουρκικών πολέμων στο τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα. Από τις πρώτες συγκροτήθηκαν ουσιαστικά οι παλαιότερες ελληνικές παροικίες της ιταλικής χερσονήσου (με σημαντικότερη την ελληνική κοινότητα της Bενετίας)·από τις δεύτερες οι πρώτοι πυρήνες των νεότερων ελληνικών εστιών της Κριμαίας και της Αζοφικής.

Οι μεταναστεύσεις των Ελλήνων στα μεγάλα εμπορικά κέντρα της νοτιοανατολικής και της μέσης Ευρώπης, καθώς και η εξάπλωσή τους στα μεγάλα λιμάνια της Μεσογείου, είναι από τα πιο ενδιαφέροντα φαινόμενα της νέας ελληνικής και γενικά της ευρωπαϊκής ιστορίας κατά τους νέους χρόνους. Η σπουδαιότητα του φαινομένου αυτού κορυφώνεται μετά την έκρηξη της Γαλλικής Επαναστάσεως. Η ανυπαρξία σχεδόν του τουρκικού εμπορικού ναυτικού και η χαλάρωση της δραστηριότητάς του γαλλικού στην εγγύς Ανατολή μετά την έναρξη των Ναπολεόντειων Πολέμων, δίνουν την ευκαιρία στους Έλληνες ναυτικούς, προπάντων της Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών, να διευρύνουν τις εμπορικές τους επιχειρήσεις.

Βουκουρέστι

Υπό την προστασία της σημαίας της Ρωσίας ή της ουδέτερης απέναντι της Γαλλίας οθωμανικής αυτοκρατορίας, κατορθώνουν μέσα σε λίγα χρόνια να πάρουν στα χέρια τους το πλούσιο μονοπώλιο της μεταφοράς σιτηρών από τα λιμάνια της Αιγύπτου και του Ευξείνου Πόντου στα άλλα λιμάνια της Ανατολής και της Μεσογείου. Τα ελληνικά καράβια, επανδρωμένα με γυμνασμένα πληρώματα, γρήγορα και εξοπλισμένα με κανόνια και άλλα μικρά όπλα, εγγυούνται όχι μόνο για την ταχύτητα της μεταφοράς του εμπορεύματος, αλλά και για την ασφάλειά τους εναντίον των πειρατών. Η εμπορική λοιπόν ναυτιλία των Ελλήνων προετοίμαζε τον πολεμικό τους στόλο για τους αγώνες της ανεξαρτησίας. Τα ναυτικά νησιά Ύδρα, Σπέτσες και Ψαρά συγκέντρωσαν τότε πάμπολλα πλούτη, που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα για την διεξαγωγή των ναυτικών επιχειρήσεων στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας.

Η εικόνα που παρουσίαζε τότε ο Ελληνισμός δεν ήταν διαφορετική από εκείνη της εποχής του αρχαίου αποικισμού, της Μεγάλης Ελλάδας. Από το Γιβραλτάρ ως την Οδησσό αναπτύσσονται και ακμάζουν ελληνικές εμπορικές παροικίες, παρόμοιες προς τα αρχαία ε μ π ό ρ ι α, ενώ στα εμπορικά κέντρα της οθωμανικής αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη κ. α.) ελληνικοί εμπορικοί οίκοι συναγωνίζονται και εκτοπίζουν συχνά από την πρώτη θέση τους ξένους.

Β΄ περίοδος

Οι αιώνες 17ος και 18ος και αρχές του 19ου είναι αιώνες των εμπορικών ταξιδιών των Ελλήνων προς κάθε κατεύθυνση, των πραματευτάδων και των καραβοκύρηδων. Έτσι σκορπίστηκαν πολλοί Έλληνες στα κράτη της Ευρώπης, πλούτισαν και γνώρισαν ξένα ήθη και ξένους πολιτισμούς. Παράλληλα, η Ελλάδα κάνει αισθητή την παρουσία της στην Δυτική Ευρώπη, μέσω των ξενιτεμένων των μεγάλων παροικιών του εξωτερικού, της Βενετίας, αλλά προπάντων, κατά το 18ο αιώνα, της Βιέννης και Βουδαπέστης και των άλλων μικρότερων ελληνικών κοινοτήτων της Κεντρικής Ευρώπης, όπου έχουν εγκατασταθεί Έλληνες από κάθε γωνιά της Ελληνικής γης και ιδίως από τη Μακεδονία.

Οι Έλληνες αυτοί έμαθαν ξένες γλώσσες και μορφώθηκαν. Γνώρισαν καλύτερα τους αρχαίους προγόνους τους και τον αρχαίο πολιτισμό τους, που ήταν το βάθρο του Ευρωπαϊκού. Οι Έλληνες του εξωτερικού, αλλά εν μέρει και του εσωτερικού, αγωνίζονται και συναγωνίζονται στις αγορές ως μεταφορείς και εξαγωγείς ή εισαγωγείς προϊόντων, επιβάλλονται και κατακτούν την οικονομική τους άνεση. Οι παροικίες αυτές του εξωτερικού με τις εκατοντάδες καταστήματα και την ασίγαστη δραστηριότητα των εμπόρων, που πουλούν τα προϊόντα των πατρίδων τους και αγοράζουν τα Ευρωπαϊκά, αποτελούν ισάριθμα κύτταρα οικονομικής ζωής, με τους αντιπροσώπους των κάτω στις σκλαβωμένους χώρες, που έρχονται εκεί σε επαφή με τους αγρότες και βοσκούς της περιοχής και τους κεντρίζουν με την προβολή του κέρδους και του χρυσού ή τους πουλούν προϊόντα της Ευρώπης. Χωρίς τα καταστήματα αυτά δεν μπορεί να νοηθεί η οικονομική άνοδος και η σχετική ευημερία των πατρίδων των μεταναστών.