Η θαυμαστή δεύτερη συνάντηση του αγίου Ζωσιμά με την αγία Μαρία την Αιγυπτία!

4 Απριλίου 2023

Ο άγιος Ζωσιμάς κοινωνά την αγία Μαρία της Αιγυπτίας (Φορητή εικόνα, λεπτομέρεια).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

«Βίος Μαρίας Αιγυπτία της από εταιρίδων οσίων ασκησάσης κατά την έρημο του Ιορδάνου».

[…]

Ο Ζωσιμάς πίσω στο Μοναστήρι
Και καθ’ όλο εκείνο το χρόνο, ο Γέροντας ησύχαζε, χωρίς να τολμά να πει σε κανένα τίποτα, απ’ όσα είδε, παρακαλούσε μόνο από μέσα του το Θεό να του δείξει και πάλι το πρόσωπο που επιθυμούσε. Στεναχωριόταν δε και λυπόταν πάρα πολύ, όταν σκεφτόταν τη χρονική περίοδο, ήθελε δε, αν ήταν δυνατό, ο χρόνος να γινότανε μία μέρα. Όταν δε έφτασε η Κυριακή που θα άρχιζαν οι ιερές νηστείες, αμέσως μετά την καθιερωμένη ευχή, όλοι μεν οι άλλοι βγήκαν ψάλλοντες, αυτός όμως αρρώστησε και αναγκάσθηκε να μείνει στο Μοναστήρι, οπότε θυμήθηκε την Οσία, που του είπε: «Αν θέλεις να βγεις, δεν θα σου γίνει καλό». Όταν δε πέρασαν λίγες μέρες ανέλαβε από την αρρώστια και παρέμεινε το Μοναστήρι.

Ο Ζωσιμάς πηγαίνει προς συνάντηση
Όταν δε πάλιν οι μοναχοί επέστρεψαν και έφτασε η νύχτα του Μυστικού Δείπνου, έκαμε όσα τον διάταξε και αφού έβαλε σ’ ένα μικρό ποτήρι το Άχραντο Σώμα και Αίμα του Χριστού, του Θεού μας, αναχώρησε πολύ πρωί, φέροντας μαζί του και μικρό καλάθι από φοίνικα και φακές βρεγμένες. Όταν δε έφτασε στον Ιορδάνη κάθησε στο χείλος του και περίμενε να έλθει η Οσία. Επειδή όμως καθυστερούσε να έλθει η ιερή γυναίκα, ο Ζωσιμάς παρέμεινε άγρυπνος, βλέποντας προσεχτικά την έρημο και περιμένοντας να τη δεί. Έλεγε δε από μέσα του ο Γέροντας καθισμένος: «Μήπως συνέβηκε τίποτε και την εμπόδισε να έλθει; Μήπως ήλθε και επειδή δεν με βρήκε επέστρεψε»;

Αφού είπε αυτά και δάκρυσε και αναστέναξε και αφού σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό, παρακάλεσε τον Θεό, λέγοντας: «Δέσποτα και πάλι επέτρεψε να δω εκείνο που πεθυμούσα κι’ έτσι να μη φύγω άπρακτος, ελεγχόμενος από τις αμαρτίες μου». Ενώ όμως προσευχόταν και έλεγε αυτά κλαίοντας, παρέπεσε σ’ άλλο λογισμό, λέγοντας από μέσα του: «Όταν έλθει, πως θα περάσει τον Ιορδάνη και να έλθει κοντά μου, αφού δεν υπάρχει πλοίο; Αλοίμονο τότε σε μένα τον ανάξιο και ελεεινό, που θα στερηθώ τέτοιου καλού, να λάβω την ευχήν της Οσίας».

Η οσία κοινωνά
Ενώ όμως, ο Γέροντας συλλογιζότανε αυτά, ιδού έφτασε και η Οσία γυναίκα, που στάθηκε στο απέναντι μέρος του ποταμού, απ’ όπου ερχόταν. Τότε ο Ζωσιμάς στάθηκε όρθιος χαίροντας και δοξάζοντας τον Θεό.

Αλλά συνέχιζε να παλεύει με το λογισμό, πως δηλαδή θα περνούσε τον ποταμό, οπότε βλέπει αυτήν να κάμει το σημείο του Σταυρού (αν και ήταν νύκτα, όμως έφεγγε, γιατί ήταν πανσέληνος) και αφού περπάτησε πάνω στο νερό ήλθε κοντά του. Μόλις δε εκείνος πήγε να βάλει μετάνοια, εκείνη τον εμπόδισε λέγοντας: «Τι κάμνεις Αββά, θέλεις να βάλεις μετάνοια, εσύ που είσαι ιερέας και μάλιστα κρατάς τα Θεία Δώρα»;

Εκείνος υπάκουσε και τότε η Οσία του είπε:
«Ευλόγησε, Πάτερ, ευλόγησε».

Ο δε Γέροντας τρέμοντας και θαυμάζοντας και το τέτοιο θέαμα, αποκρίθηκε σ’ αυτήν:
«Πραγματικά είναι αληθινός ο Θεός, λέγοντας ότι μπορούμε να ομοιωθούμε μαζί Του, φτάνει να θελήσουμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας. Δόξα σοι Χριστέ, ο Θεός μας, ο Οποίος δεν στέρησες το έλεός σου από μένα το δούλο σου. Δόξα σοι Χριστέ, ο Θεός μας, ο Οποίος μου φανέρωσες μέσω αυτής της δούλης Σου, πόσον απέχω από την τελειότητα».

Ενώ έλεγε αυτά η γυναίκα ζήτησε να πει το «Πιστεύω» και το «Πάτερ ημών» και όταν τέλειωσε τον ασπάστηκε κατά τη μοναχική συνήθεια και μετάλαβε των Ζωοποιών Μυστηρίων. Αφού δε σήκωσε τα χέρια της στον ουρανό, αναστέναξε με δάκρυα και είπε:
«Νυν απολύεις την δούλην Σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν Σου».

Τότε λέει στον Γέροντα:
«Συγχώρησέ με, Αββά, και εκπλήρωσέ μου και άλλην επιθυμίαν. Να γυρίσεις τώρα με τη βοήθεια του Θεού στο Μοναστήρι και τον ερχόμενο χρόνο να έλθεις και πάλι σ’ εκείνο τον χείμαρρο, όπου με συνάντησες την πρώτη φορά. Να έλθεις οπωσδήποτε και θα με δεις καθώς θέλει ο Κύριος».

Ο δε Ζωσιμάς της αποκρίθηκε:
«Μακάρι να ήμουν άγιος από τώρα να σε ακολουθήσω και να βλέπω παντοτεινά το τίμιό Σου πρόσωπο. Αλλά πάρε και φάε από τη λίγη αυτή τροφή που σου έφερα».

Και λέγοντας αυτά, της έδωσε το μικρό καλάθι που κρατούσε. Η δε γυναίκα, αφού πήρε με τα άκρα των δακτύλων της τρεις κόκκους φακής, τους έβαλε στο στόμα της λέγοντας:
«Είναι αρκετή η χάρη του Αγίου Πνεύματος, να συντηρεί και να φυλάει την ουσία της ψυχής καθαρή».

Και αφού είπε αυτά, στράφηκε προς τον Γέροντα και του ζήτησε να προσεύχεται στον Κύριο γι’ αυτή την αμαρτωλή. Ο Γέροντας άγγιξε τότε τα πόδια της Οσίας και αφού προσευχήθηκε με δάκρυα και στεναγμούς, την άφησε να φύγει, γιατί δεν τολμούσε να κρατήσει περισσότερο την ακράτητη. Η δε Οσία, αφού έκαμνε και πάλι το σημείο του Σταυρού, περπάτησε πάνω στο νερό του ποταμού, όπως και προηγουμένως και τον διαπέρασε. Ο δε Γέροντας γύρισε πίσω με πολύ χαρά και φόβο συγχρόνως, αλλά περιγελούσε τον εαυτό του, γιατί δεν ρώτησε να μάθει τ’ όνομα της Οσίας, έλπιζε όμως να το πετύχει τον ερχόμενο χρόνο.

Απόσπασμα από την ιστοσελίδα: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/osia_maria_aigyptia.htm Έκδοση Ορθόδοξον Ίδρυμα «Απόστολος Βαρνάβας».