«Ιούδα, φιλείς με;»

13 Απριλίου 2023

Τις συγκλονιστικές ημέρες της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος που πλησιάζει δεν μπορούν να τις αντέξουν οι ανθρώπινες δυνάμεις. Όλα τα γεγονότα, όλα τα πρόσωπα, όλες οι καταστάσεις των ημερών αυτών, με αποκορύφωμα το θέαμα του πάσχοντος Θεού πάνω στον σταυρό, αποτελούν για τον άνθρωπο κρίση φοβερή, κρίση αβάσταχτη, οδυνηρή κατεδάφιση κάθε βεβαιότητας, επώδυνη κατάρρευση κάθε αυτοκαταξίωσης, πλήρη ανατροπή ενός φαντασιακού εαυτού και των υποτιθέμενων κατορθωμάτων του, πλήρη γελοιοποίηση της νοοτροπίας του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Δεν είναι μόνον πως ο Εσταυρωμένος αποκαλύπτει τα πολλά και ζέοντα τραύματά μας. Είναι και πως υφιστάμεθα την οδυνηρότερη και αυστηρότερη κρίση σε ένα άτεγκτο δικαστήριο, όπου στην έδρα βρίσκεται η αγάπη.

Ένας Θεός που κατακρίνει, αντέχεται. Ένας Θεός που εξοργίζεται, αντέχεται. Ένας Θεός που τιμωρεί, αντέχεται. Ο αθώος όμως Αμνός, ο παντελώς γαλήνιος και ολοκληρωτικά ξένος από κάθε ενοχή και κάθε ανθρώπινη αμαρτία, ο άλαλος και πράος, ο επίμονα και παράλογα αγαπών αν και υφιστάμενος ανείπωτα μαρτυρία για ξένες ευθύνες και ξένα κρίματα, φέρνει την ανθρώπινη ύπαρξη στα όριά της. Εάν ένα στοιχειώδες υπαρξιακό φιλότιμο ενεργοποιηθεί μπροστά στο θέαμα του Γολγοθά, η ανθρώπινη ύπαρξη θα συντριβεί. Και τότε οι επιλογές είναι δύο. Είτε ο άνθρωπος που θα κλάψει πίκρα πάνω στα ερείπια ενός ψεύτικου εαυτού που τα έκανε όλα λάθος και έζησε ολοκληρωτικά λάθος, θα πιστέψει σε μία νέα ευκαιρία και θα ξανασταθεί στα πόδια του, είτε θα προτιμήσει να αυτοκαταστραφεί ελπίζοντας ότι θα δραπετεύσει από την ανείπωτη ενοχή μιας ολοκληρωτικής αποτυχίας.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, το πρόσωπο του Ιούδα αποτελεί για μας ένα προκλητικό σύμβολο της διπλής αυτής επιλογής. Τον συγκλονισμό από το μεγάλο, το βαρύ ερώτημα που φέρνει η στάση Του, λαϊκές παραδόσεις πολλών χριστιανικών λαών προσπάθησαν να το απαλύνουν, μετατρέποντας τον Ιούδα σε έναν διαχρονικό αποδιοπομπαίο τράγο, ο οποίος πρέπει να καεί μαζί με τις δικές μας ενοχές.

Για όποιον όμως επιλέξει τα δύσκολα, το πρόσωπο του Ιούδα αντηχεί, όχι ως καμπανάκι αλλά ως τεράστια καμπάνα κινδύνου για τον καθένα που, ενώ έχει διανύσει με οδύνη τον δρόμο της μεταμέλειας, την κρίσιμη στιγμή, τη στιγμή που μένει μόνον ένα τελευταίο βήμα, παραδίδεται στον υπαρξιακό αφανισμό.

Η προσωπικότητα του Ιούδα πρέπει να ήταν ιδιαίτερη, εκρηκτική και πολύ ισχυρή. Συνωμοτεί με σύστημα και, ενώ θα μπορούσε να δώσει στην προδοσία του ιδεολογικό περιεχόμενο (του στυλ «ο διδάσκαλος μου με απογοήτευσε»), επιτρέπει στον εαυτό του να φτάσει στο έσχατο σημείο ευτελισμού, αποδεχόμενος τα αργύρια της προδοσίας, καθιστώντας έτσι τον εαυτό του ένα αιώνιο σύμβολο αισχρής φιλαργυρίας. Και όχι μόνον αυτό. Βρίσκει το θάρρος, μάλλον το θράσος, να προδώσει τον Δάσκαλό του προσωπικά, κοιτώντας τον στα μάτια και μετατρέποντας ένα φίλημα, από ευγενή κίνηση αγάπης, σε μέσον απόλυτης κατάπτωσης.

Εάν ο Ιούδας παρέμενε στον βαθύτατο αυτό πυθμένα της ντροπής, θα μπορούσαμε να μιλάμε για ένα διαχρονικό πρότυπο πώρωσης. Ο Ιούδας όμως, κάποια στιγμή, αποφασίζει να πάρει τον ανήφορο της επιστροφής προς τα πάνω. Όσο ηχηρή ήταν η προδοσία του, τόσο ηχηρή γίνεται η μεταμέλεια του. Κραυγάζει το «ήμαρτον». Διακηρύσσει τον Χριστό αθώο ενώπιον των ηγετών του Εβραϊκού ιερατείου, την ώρα που ο Πέτρος τον αρνείται ενώπιον ασήμαντων ανθρώπων. Και, τέλος, επιστρέφει το αντίτιμο της προδοσίας. Όλα τα έκανε όπως έπρεπε. Δεν του ήταν όμως αρκετό. Το θέαμα του αιμόφυρτου Αθώου κάνει τις ενοχές του βαρύτερες ακόμη και από την πλέον ολοκληρωτική μεταμέλεια.

Είναι ξεκάθαρο πως ο Ιούδας επιδιώκει την ποινή του. Θα ανακουφιζόταν, αν άκουγε από τον Χριστό ένα «ντροπή σου!». Ίσως συνέχιζε να ζει αν την ώρα της δίκης άκουγε από τον Διδάσκαλο του ένα «καταραμένος να ΄σαι, προδότη!». Το βλέμμα της αγάπης όμως, που πιθανόν, κάποια στιγμή, να έπεσε επάνω του κατά τη διάρκεια όλων αυτών των πήγαινε-έλα από τον Άννα στον Καϊάφα, τον έφερε μπροστά στο μεγάλο δίλημμα, το οποίο, σε λίγα χρόνια θα γίνει ο κεντρικός πυρήνας της διδασκαλίας του Αποστόλου Παύλου:
Νόμος η Χάρις;

Ο Ιούδας παραμένει ο κλασικός τύπος του παλαιοδιαθηκικού ανθρώπου, ο οποίος αντλεί την αξία του από τη συμμόρφωση στα μέτρα αυτού του κόσμου και στην εικόνα που δείχνει προς τα έξω, δηλαδή από την συγκρότηση ενός θρησκευτικού υπερεγώ.

Ο Θεός της Καινής Διαθήκης όμως, του κατεδαφίζει εκκωφαντικά το αυτοείδωλό του. Το βλέπει! Το παιχνίδι της αλήθειας είναι πολύ ευρύτερο από τη φαντασίωση αυτού και των ομοίων του Φαρισαίων πως ελέγχουμε τα του Θεού. Στην αναμέτρηση της παλαιοδιαθηκικής του λογικής με τη λογική της πρωτόφαντης θεϊκής αγάπης, συντρίβεται. Για τους μέχρι χθες συντρόφους και συμμαθητές του, είναι ο απόκληρος, ο σιχαμερός. Συντριβή και από εκεί. Για τη συνείδησή του, ενοχές θεόρατες και βαριές για τον Δάσκαλο, τον φίλο, το ίνδαλμα που πρόδωσε. Αυτή κι αν είναι συντριβή! Για όλους και για όλα τελειωμένος! Ναι! Σε όλα έχει δίκιο! Σε αυτό που έχει άδικο είναι πως, για τον μεγάλο Προδομένο, συνεχίζει να έχει οντότητα, όνομα και διαθέσιμη νέα ευκαιρία. Ευκαιρία να δρασκελίσει το κατώφλι που χωρίζει τον παλαιοδιαθηκικό νόμο από την περάν πάσης δικαιοσύνης εξιλέωσης της καινοδιαθικικής Χάριτος. Ο Ιούδας δεν καταφέρνει να δώσει το τελευταίο χτύπημα στο ψευδός της αυτοθεΐας και να βαδίσει ελεύθερος τον δρόμο της αποδοχής εκ μέρους ενός Θεού, από τον Οποίον, λίγο αν περίμενε, είναι βέβαιον πως θα άκουγε, όπως και ο Πέτρος, εκείνο το «Ιούδα, φιλείς με;»

Ο Νόμος θέλει ποινή. Και αφού πλέον ο Θεός έχει αποκαλυφθεί ως πηγή αγάπης και μόνον αγάπης, κάποιος πρέπει να αναλάβει να τιμωρήσει.

«Και απελθών, απήγξατο».

Ιούδας, ο τόσο παλιός και τόσο σύγχρονος! Μακάρι και ο τόσο διδακτικός στην περίοδο των καταρρεύσεων, στην οποίαν εισερχόμεθα. Θα είναι απίστευτο το σοκ των διαψεύσεων και του απόλυτου εξευτελισμού του φαντασιακού ανθρώπου του πολιτισμού μας. Συντομότατα θα ξεμείνουμε από ένοχους. Όσες εκλογές κι αν γίνουνε, από εδώ και στο εξής, πάντα η ένοχη θα περισσεύει. Κάποτε δεν θα υπάρχει πια διέξοδο στην ενοχή μας. Κάποιοι από μας δεν θα το αντέξουν και θα βυθιστούν σε μία αχαλίνωτη dolce vita, μέχρι να εξαντληθούν οι πόροι. Μετά; Ίσως και να οδηγηθούμε στην έμπρακτη μεταμέλεια, όταν το φιλότιμο και η έμφυτη δύναμη του δικαίου που βρίσκεται μέσα μας θα ζητήσει την δίκαιη καταδίκη μας. Τότε, η αγάπη που προδώσαμε, η συμπόνια που προδώσαμε, η εντιμότητα που προδώσαμε, η ακεραιότητα που προδώσαμε, κοντολογίς, ο Θεός που προδώσαμε, θα μας κοιτάξει στα μάτια και, παρακάμπτοντας το δίκαιο και το άδικο, θα μας κοιτάξει στα μάτια και θα μας ρωτήσει τόσες φορές, όσες οι μικρές και μεγάλες προδοσίες μας• τόσες φορές όσες το μόνο όνομα που μας άξιζε ήταν εκείνο του Ιούδα:

«Ιούδα, φιλείς με;».

Κάποιοι θα συνεχίσουν να ζητούν ποινή και εξιλέωση, ακόμη και μέσω της αυτοκαταστροφής. Ας είναι οι λιγότεροι• ας μην είναι κανένας. Εμείς, ας μην αποστρέψουμε το βλέμμα εξαιτίας της ενοχής, και έτσι, δακρυσμένο όπως θάναι, ας απαντήσουμε στο μεγάλο αυτό ερώτημα:

«Γνωρίζεις, Κύριε, πως σ΄ αγαπάμε. Γνωρίζεις πως πάντα Εσένα ψάχναμε. Πίσω από τα λάθη μας, τις πτώσεις μας, ακόμη κι από τις αρνήσεις μας, Εσένα γυρεύαμε. Γνωρίζεις πως ούτε μια μέρα δε ζήσαμε που να μην ακούμε τη φωνή Σου μέσα μας. Δοκιμάσαμε, αλλά δεν καταφέραμε να τη φιμώσουμε. Κύριε, βοήθα μας να αντέξουμε την αγάπη σου».