Ο Αθηνών Ιερώνυμος για την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος

4 Ιουνίου 2023

Τέ­κνα εν Κυ­ρίω α­γα­πητά,

Η 5η Ι­ου­νίου, ως παγ­κό­σμια η­μέρα ευ­αι­σθη­το­ποί­η­σης και α­νά­λη­ψης δρά­σεων για την προ­στα­σία του πε­ρι­βάλ­λον­τος, μας υ­πεν­θυ­μί­ζει δι­αρ­κώς ένα α­νε­ξό­φλητο χρέος, αλλά και την α­νε­πάρ­κειά μας στη συ­νε­χι­ζό­μενη οι­κο­λο­γική κρίση του πλα­νήτη μας.

Το οι­κο­λο­γικό πρό­βλημα προ­έ­κυψε από την α­παί­τηση του νε­ω­τε­ρι­κού αν­θρώ­που να κυ­ρι­αρ­χή­σει στον κό­σμο και στην ι­στο­ρία με την α­λό­γι­στη και δί­χως ό­ρια ε­κμε­τάλ­λευση της φύ­σης.

Οι ε­πι­στη­μο­νι­κές α­να­κα­λύ­ψεις, ο Δι­α­φω­τι­σμός, η Βι­ο­μη­χα­νική Ε­πα­νά­σταση και η σύγ­χρονη προ­η­γμένη τε­χνο­λο­γία, παρά τη θαυ­μα­στή πρό­οδο της γνώ­σης και του πο­λι­τι­σμού, πολ­λα­πλα­σί­α­σαν και ε­νί­σχυ­σαν την ε­πι­θυ­μία του αν­θρώ­που για δύ­ναμη και κυ­ρι­αρ­χία μέσω της κα­τά­χρη­σης του φυ­σι­κού πε­ρι­βάλ­λον­τος.

Ο σύγ­χρο­νος άν­θρω­πος πα­ρα­σύ­ρε­ται ο­λο­ένα και πε­ρισ­σό­τερο από τον πο­λι­τι­σμό της κα­τα­να­λω­τι­κής ευ­ζω­ΐας, της τε­χνο­λο­γίας και ο­σο­νούπω της τε­χνη­τής νο­η­μο­σύ­νης.

Στον σύγ­χρονο πο­λι­τι­σμό μας δι­αρ­κώς πε­ρι­θω­ρι­ο­ποι­εί­ται και η ό­ποια συμ­βα­τική η­θική, είτε θρη­σκευ­τική είτε κοι­νω­νική. Ω­στόσο, κάθε φορά που πα­ρα­βι­ά­ζε­ται κα­τά­φωρα η η­θική και εν προ­κει­μένω η σε­βα­στική στάση του αν­θρώ­που προς το φυ­σικό πε­ρι­βάλ­λον, η η­θι­κο­λο­γία ε­πα­νέρ­χε­ται στο προ­σκή­νιο για λό­γους κοι­νω­νι­κής η α­κόμη και πο­λι­τι­κής χρη­σι­μό­τη­τας.

Η βελ­τί­ωση των ό­ρων και των κα­νό­νων που χρει­ά­ζε­ται να δι­έ­πουν τη σχέση του αν­θρώ­που με το πε­ρι­βάλ­λον κα­θι­στά την η­θική και συ­χνά την η­θι­κο­λο­γία πάν­τοτε ε­πί­και­ρες και πα­ρού­σες, έ­στω και με τραυ­μα­τι­σμένο το κύ­ρος που εί­χαν. Ω­στόσο, η λύση του οι­κο­λο­γι­κού προ­βλή­μα­τος και της σο­βού­σας πλέον κλι­μα­τι­κής κρί­σης δεν μπο­ρεί να προ­κύ­ψει μο­νο­σή­μαντα ούτε από την η­θική ούτε από τον ε­πι­στη­μο­νικό ορ­θο­λο­γι­σμό. Εί­ναι πλέον και­ρός να ε­πα­να­προσ­δι­ο­ρί­σουμε σε βά­θος την υ­πεύ­θυνη σχέση του αν­θρώ­που με το φυ­σικό του πε­ρι­βάλ­λον.

Μία άλλη αν­θρω­πο­λο­γική θε­ώ­ρηση, η ο­ποία δεν πε­ρι­ο­ρί­ζε­ται στα στε­γανά της συμ­βα­τι­κής η­θι­κής και του ορ­θο­λο­γι­σμού, θα μπο­ρούσε να ο­δη­γή­σει σε έ­ναν δι­α­φο­ρε­τικό πο­λι­τι­σμό και ένα άλλο ή­θος στη σχέση του αν­θρώ­που με το πε­ρι­βάλ­λον.

Για την Εκ­κλη­σία και τη θε­ο­λο­γία Της η ε­να­σχό­ληση με το φυ­σικό πε­ρι­βάλ­λον δεν εί­ναι πο­λυ­τέ­λεια.

Το πρό­βλημα της προ­στα­σίας του φυ­σι­κού πε­ρι­βάλ­λον­τος δεν εί­ναι ά­σχετο με την πε­ρι­πέ­τεια της ε­λευ­θε­ρίας και της ευ­θύ­νης του αν­θρώ­που έ­ναντι του Θεού, του κό­σμου και της ι­στο­ρίας.

Ο άν­θρω­πος εξ αρ­χής κα­τέ­στη υ­πεύ­θυ­νος για τη ζωή και την πο­ρεία του υ­λι­κού κό­σμου, ο ο­ποίος του προ­σφέρ­θηκε όχι για να τον ε­ξαν­τλή­σει παν­τοι­ο­τρό­πως, αλλά για να τον φρον­τί­ζει και να τον προ­στα­τεύει δι­αρ­κώς.

Η κτίση ε­ξαρ­τά­ται εξ ο­λο­κλή­ρου από τον άν­θρωπο. Μό­νον ο άν­θρω­πος, ως ει­κόνα του Θεού στον κό­σμο, α­πο­τε­λεί το κυ­ρί­αρχο και ε­λεύ­θερο πρό­σωπο της υ­λι­κής δη­μι­ουρ­γίας. Ο άν­θρω­πος ως πρό­σωπο, αλλά και μι­κρό­κο­σμος μπο­ρεί να α­να­κε­φα­λαι­ώ­σει και να α­νυ­ψώ­σει τη ζωή του κό­σμου πάνω από τη φθορά και την κα­τα­στροφή του.

Στην Ορ­θό­δοξη Πα­ρά­δοση, η περί δη­μι­ουρ­γίας και ζωής του κό­σμου αν­τί­ληψη της Εκ­κλη­σίας συν­δέ­ε­ται με τη Θεία Ευ­χα­ρι­στία ως μία ε­πα­να­λαμ­βα­νό­μενη πράξη «υ­πέρ της του κό­σμου ζωής».

Μέ­χρι τα έ­σχατα της Βα­σι­λείας του Θεού, η ευ­χα­ρι­στι­ακή πράξη της α­να­φο­ράς του κό­σμου στον Θεό εί­ναι η μόνη δυ­να­τό­τητα του αν­θρώ­που να προ­γεύ­ε­ται εν­τός της ι­στο­ρίας το ε­σχα­το­λο­γικό αυτό γε­γο­νός και να αν­τι­πα­λεύει δι­αρ­κώς τη φθορά και τον θά­νατο, προσ­δο­κών­τας την εν Χρι­στώ α­νά­σταση.

Πα­ράλ­ληλα, η ευ­χα­ρι­στι­ακή χρήση του κό­σμου και της ζωής α­να­δει­κνύει και την προ­σω­πική σχέση του αν­θρώ­που με την κτίση. Η ευ­χα­ρι­στι­ακή θε­ώ­ρηση του κό­σμου και της ζωής μπο­ρεί να α­να­δεί­ξει τη ση­μα­σία που εμ­πε­ρι­έ­χει πλέον ως κοι­νω­νικό ή­θος για την αν­τι­με­τώ­πιση του οι­κο­λο­γι­κού προ­βλή­μα­τος.

Για να κα­τα­στεί αυτό δυ­νατό, χρει­ά­ζε­ται να πα­ρου­σι­α­στεί όχι μόνο η ι­δι­ά­ζουσα θε­ώ­ρηση του κό­σμου και της δη­μι­ουρ­γίας, η ο­ποία ε­νυ­πάρ­χει στην Ορ­θό­δοξη λει­τουρ­γική και α­σκη­τική ζωή, αλλά να με­τα­φερ­θεί και να ε­πι­και­ρο­ποι­η­θεί εμ­πνευ­σμένα το νό­ημά της στη ζωή του σύγ­χρο­νου αν­θρώ­που.

Το νό­ημα αυτό της Ευ­χα­ρι­στίας ε­νέ­χει μία βα­θύ­τατη ερ­μη­νεία της ι­στο­ρίας και των προ­βλη­μά­των του κό­σμου και του αν­θρώ­που, η ο­ποία δεν πρέ­πει α­πλώς να εγ­κλω­βί­ζε­ται σε μία τε­λε­τουρ­γική πράξη, αλλά να ε­πε­κτεί­νε­ται στην κα­θη­με­ρινή ζωή και να δι­α­μορ­φώ­νει έμ­πρα­κτα ένα ευ­χα­ρι­στι­ακό, προ­σω­πικό και κοι­νω­νικό ή­θος και όχι α­πλώς ένα σύ­στημα α­το­μι­κών κα­νό­νων συμ­πε­ρι­φο­ράς. Κατ’ αυ­τόν τον τρόπο, η θε­ο­λο­γία και η πράξη της Εκ­κλη­σίας ως «ευ­χα­ρι­στία μετά την Ευ­χα­ρι­στία» μπο­ρεί να εμ­πνεύ­σει έ­ναν άλλο πο­λι­τι­σμό και μία άλλη στάση ζωής, που θα σέ­βε­ται έμ­πρα­κτα το φυ­σικό πε­ρι­βάλ­λον.

Για να γί­νει αυτό δυ­νατό η Εκ­κλη­σία μας εδώ και αρ­κετά χρό­νια, ύ­στερα και από τις εμ­πνευ­σμέ­νες πρω­το­βου­λίες του Οι­κου­με­νι­κού Πα­τρι­αρ­χείου, πα­ρο­τρύ­νει τον γό­νιμο δι­ά­λογο της θε­ο­λο­γίας με τις ε­πι­στή­μες, την πο­λι­τική, τη φι­λο­σο­φία και την η­θική, και συ­νάμα προ­κα­λεί συ­νέρ­γειες με τις οι­κο­λο­γι­κές ορ­γα­νώ­σεις και την κοι­νω­νία των πο­λι­τών στον δη­μό­σιο χώρο.

Το οι­κο­λο­γικό πρό­βλημα χρει­ά­ζε­ται να αν­τι­με­τω­πι­στεί πο­λυ­πα­ρα­γον­τικά και με τη συ­νερ­γα­σία ό­λων, σε το­πικό και οι­κου­με­νικό πλαί­σιο. Η Εκ­κλη­σία και η θε­ο­λο­γία Της δεν μπο­ρεί να αν­τι­κα­τα­στή­σει το έργο της ε­πι­στή­μης, της πο­λι­τι­κής, της φι­λο­σο­φίας, της η­θι­κής η των οι­κο­λο­γι­κών ορ­γα­νώ­σεων, αλλά μπο­ρεί να συ­νερ­γα­στεί, να εμ­πνεύ­σει και να νο­η­μα­το­δο­τή­σει έ­ναν άλλο πο­λι­τι­σμό στο κοινό έργο της προ­στα­σίας και βι­ω­σι­μό­τη­τας του πε­ρι­βάλ­λον­τος.

Ας μη μεί­νουμε στα λό­για, ας προ­χω­ρή­σουμε ε­πι­τέ­λους σε έργα με σκοπό την προ­στα­σία και την α­ει­φο­ρία του πε­ρι­βάλ­λον­τος «για να ζή­σει ο κό­σμος».