Άγιοι της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου

1 Αυγούστου 2023

Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης
Λόγος Εγκωμιαστικός,
Περί πάντων των Οσίων και Αγίων Πατέρων των εν τω Αγίω Όρει του Άθω λαμψάντων

Μέρος β’

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=378433

(ι’). Ας υπάγωμεν και εις την Ιεράν και περιώνυμον Μονήν του Δοχειαρίου· και εδώ ευρίσκομεν τον Όσιον και θεοφόρον Ευθύμιον, χρηματίσαντα θείον μεν κατά σάρκα, πατέρα δε κατά πνεύμα του Οσίου και θεοφόρου Πατρός Νεοφύτου, του και κτίτορος της αυτής Μονής. Ούτος λοιπόν εκ της βασιλευούσης των πόλεων καταγόμενος και γνώριμος και φίλος καταστάς προς τον μέγαν Πατέρα ημών Αθανάσιον τον της Μεγίστης Λαύρας, πρώτον έγινε κτίτωρ και οικιστής της ρηθείσης Ιεράς Μονής του Δοχειαρίου.

Και πρότερον μεν μονύδριον οικοδομήσας επ’ ονόματι του μεγάλου Νικολάου, εν τω τόπω τω καλουμένω Δάφνη, εκείσε το της αρετής και ησυχίας μέλι ειργάζετο, με άλλους ομού αδελφούς.

Επειδή δε ήλθον Σαρακηνοί εις το Όρος και άλλα μεν πράγματα του μονυδρίου διήρπασαν, άλλα δε κατηδάφισαν, και μόλις ο Όσιος ελυτρώθη της μαχαίρας εκείνων κρυφθείς μετά των αδελφών εις το δάσος, διά ταύτην την αιτίαν δεν έκρινεν εύλογον να κάθηται εις τοιούτον κινδυνώδη τόπον εις το εξής.

Όθεν απάρας εκείθεν [έφυγε από εκεί] μετά των συν αυτώ Μοναχών, έρχεται εις τούτον τον τόπον, όπου τώρα είναι το Μοναστήριον, ο οποίος ήτο μεν τραχύς και εις την κατοικίαν ανώμαλος, εις ησυχίαν όμως πολύ επιτήδειος. Και λοιπόν αγοράσας τον τόπον παρά του τότε, Πρώτου Ισαάκ, και καθαρίσας αυτόν από την ύλην και ομαλίσας, οικοδομεί πάλιν εκείσε Ναόν, επ’ ονόματι του μεγάλου Νικολάου, ομού και κελλία, με απείρους ιδρώτας και πόνους, εις κατοικίαν αυτού και των συν αυτώ, και ηγωνίζετο επιμελώς εις το της ασκήσεως στάδιον. Αφ’ ου δε μετά ταύτα ήλθεν ο ανεψιός του, εκούρευσεν αυτόν Μοναχόν.

Εγχειρίσας δε εις αυτόν την προστασίαν και επιμέλειαν της Μονής, αυτός του λοιπού εν ησυχία διήγεν, εν η και τω Θεώ το πνεύμα παρέθετο, εκατονταετής γενόμενος γέρων.

Εδώ ευρίσκομεν και τον Όσιον Νεόφυτον τον κτίτορα της αυτής Μονής περί ου προείπομεν, όστις δουκός ων υιός, επί του βασιλέως Νικηφόρου Β’ του Φωκά (963-969) και Ιωάννου του Τσιμισκή (969-976), διά την ευδοκίμησιν την οποίαν είχεν εις την έξω σοφίαν, και μάλιστα διά τας αρετάς αυτού και το ταπεινόν του φρονήματος, ηγαπάτο παρά πάντων· διό και κατεστάθη υπό του βασιλέως πρώτος υπογραφεύς των βασιλικών υπομνημάτων.

Επειδή δε είχε θείον εις το Όρος τον ανωτέρω Ευθύμιον, ηγουμενεύοντα της Μονής του Δοχειαρίου, ηγάπησε να έλθη προς αυτόν να γίνη Μοναχός. Όθεν καταλιπών τον κόσμον και τα εν τω κόσμω, ήλθεν εις την άνωθεν Μονήν και έγινε Μοναχός, αφιερώσας εις αυτήν και όσα χρήματα και υποστατικά είχεν ο αοίδιμος.

Κατασταθείς δε Ηγούμενος της αυτής Μονής παρά του θείου του διά την αξιότητά του, έκτισεν άλλην Εκκλησίαν μεγάλην και πύργον και φρούριον εις το Μοναστήριον, και εφάνη τη αληθεία νέος κτίτωρ αυτού. Τότε δε και διά προσευχής αυτού εφανέρωσαν οι θείοι Αρχάγγελοι τον κεκρυμμένον θησαυρόν· ύστερον δ’ έγινε και Πρώτος του Αγίου Όρους. Είτα παραιτηθείς της ηγουμενίας και ησυχάσας, εν ειρήνη εκοιμήθη.

Εδώ ευρίσκομεν και τον Όσιον Θεοφάνην, όστις εξ Ιωαννίνων καταγόμενος και ελθών εις το Άγιον Όρος, εγένετο Μοναχός εις το αυτό Μοναστήριον του Δοχειαρίου, και εις τόσην τελειότητα αρετής έφθασεν, ώστε έγινε και Ηγούμενος της αυτής Μονής, και θαυμάτων δύναμιν ηξιώθη, έτι ζων, να λάβη παρά Κυρίου.

Διότι το αλμυρόν ύδωρ της θαλάσσης διά προσευχής αυτού εις γλυκύ μετέβαλε και την τρικυμίαν της θαλάσσης εις γαλήνην μετεποίησε, καταβαίνων από την Κωνσταντινούπολιν εις το Άγιον Όρος. Και μετά θάνατον δε, έξω εις το Μοναστήριον όπερ έκτισε των Ασωμάτων εις την χώραν της Βεροίας εν τη Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, πολλά θαύματα εποίησε το άγιον αυτού Λείψανον.

Αλλά και λεπρόν τινα Αγαρηνόν ιάτρευσε· και δαιμονιώντα εθεράπευσε και έναν κουλόν κατά την δεξιάν χείρα υγιά εποίησε· και την χώραν της Ναούσης πολλάκις από την πανώλην διέσωσε· και αιμορροούσαν γυναίκα από την ασθένειαν ελύτρωσε, και άλλα παρόμοια θαύματα εποίησε διά του αγίου Λειψάνου του, εις δόξαν Θεού και εις απόδειξιν της θεαρέστου πολιτείας του.

 

Από τον «Μέγα Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόμος ιδ’, Πεντηκοσταρίου.