Το Μοναστήρι των Βραγκιανών αποκαλύπτει τα μυστικά του

3 Αυγούστου 2023

Ίχνη παλαιότερης εγκατάστασης, αλλά και την πραγματική «ηλικία» του σημερινού ναού αποκάλυψαν οι εργασίες συντήρησης της Μονής Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στα Βραγκιανά, που ολοκληρώθηκαν πρόσφατα. Ο επιστήμονας συντήρησης και συντηρητής έργων τέχνης, Αλέξανδρος Κωνσταντάς, που ήταν ο ιθύνων νους των εργασιών, έχοντας εγκαταστήσει ένα κανονικό εργαστήρι στη Μονή, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις τους, μας «ξεναγεί» σε έναν ναό που η εσωτερική του όψη έχει αλλάξει πλήρως, μας μιλάει για τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην αποκατάσταση των τοιχογραφιών και του τέμπλου και μας δίνει μια «πρόγευση» των νέων πτυχών της ιστορίας της Μονής που ήρθαν στο φως…

Μπαίνοντας οι πιστοί στον ναό του Σωτήρος, ποιες αλλαγές πρέπει να είναι έτοιμοι να αντικρίσουν σε σχέση με το περσινό τους προσκύνημα;

Η εσωτερική όψη του ναού, έχει αλλάξει πλήρως. Έγινε μεγάλη προσπάθεια από την ομάδα μας για τη συντήρηση του μνημείου ώστε να αναδειχθεί πλήρως η καλλιτεχνική του αξία. Πολύ γενικά μπορούμε να πούμε ότι από όλες τις επιφάνειες του ναού, αφαιρέθηκαν με επιμέλεια στρώματα σκόνης και αιθάλης τρεισήμισι αιώνων, πολλά υλικά που η πορεία τους στο χρόνο δεν τους επέτρεπε να είναι λειτουργικά, αντικαταστάθηκαν, όπως για παράδειγμα τα οξειδωμένα βερνίκια, αλλά επίσης αφαιρέθηκαν επιλεκτικά οι μεταγενέστερες επεμβάσεις  που ιστορικά αδικούσαν τις τοιχογραφίες, το τέμπλο, τον ξυλόγλυπτο χορό και τις εικόνες. Και όχι μόνον αυτό, αλλά επιπλέον η δομή τόσο των τοιχογραφιών, όσο και των υπόλοιπων έργων ενισχύθηκε με τα εκάστοτε υλικά, εργασίες που δεν είναι ορατές. Να σημειωθεί ότι κάθε επέμβαση έγινε με βάση τους κανονισμούς της συντήρησης και αποκατάστασης των έργων τέχνης, ενώ προηγήθηκε και σχετική μελέτη.

Φυσικά όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν αντιληπτά εύκολα, αλλά νομίζω πως η συνολική εσωτερική όψη του ναού έχει πλήρως αλλάξει και ο θεατής θα είναι σε θέση να «αναγνώσει» καλύτερα τις παραστάσεις, τις αγίες μορφές και το κάλλος αυτό που απέδωσε η καλλιέπεια και η ευλάβεια των προγόνων μας στον τόπο αυτό.

-Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε στην αποκατάσταση των τοιχογραφιών και του τέμπλου;

Η βασική δυσκολία ήταν πως όλες οι εργασίες έπρεπε να γίνουν επιτόπου. Αυτό συμβαίνει κάθε φορά που αναλαμβάνουμε ένα έργο, αλλά στην περίπτωση αυτή, λόγω της απόστασης από την έδρα μας, αλλά και από τις αγορές, έπρεπε καταρχήν να μεταφέρουμε σχεδόν όλο το εργαστήριο και να το στήσουμε στο μοναστήρι. Δεκάδες εργαλεία, μηχανήματα, υλικά κάθε είδους (δομικά, ζωγραφικά, συντήρησης κ.α.), εξοπλισμός, το παραμικρό, μεταφέρθηκαν δίπλα στο ναό, σε χώρο που διαμορφώθηκε ειδικά. Υπολογίστε επιπλέον και τα απαραίτητα για τη διαβίωση των μελών του εργαστηρίου. Μια άλλη δυσκολία, ήταν το γεγονός ότι το μεγάλο μέρος του έργου αποπερατώθηκε μέσα στο χειμώνα, όπου αντιμετωπίσαμε κυρίως το κρύο και την υγρασία. Μια τελευταία τεχνική δυσκολία, όχι σε επίπεδο εργασίας, αλλά μάλλον χρόνου, ήταν ότι αποφασίστηκε κατά την εξέλιξη του έργου να αφαιρεθεί το τσιμέντο από τις επιφάνειες του τοίχου, κάτω από τις τοιχογραφίες, και να αποκαλυφθεί η πέτρινη τοιχοδομή, η οποία στη συνέχεια και αρμολογήθηκε. Ήταν όντως μια αθέμιτη παλιά επέμβαση που έπρεπε να αφαιρεθεί, αλλά δεν ήταν στο πρόγραμμα. Ανταποκριθήκαμε όμως, νομίζω, με τον καλύτερο τρόπο και χαιρόμαστε που η εργασία αυτή συμβάλλει στην όλη αισθητική του ναού.

Πόσο κοντά (ή πόσο μακριά) από την αρχική κατάσταση βρίσκονται πλέον οι τοιχογραφίες και το τέμπλο;

Οι τοιχογραφίες, όσες σώζονται, δεν απέχουν ιδιαίτερα από την αρχική τους κατάσταση. Και λέω «όσες σώθηκαν» διότι από την αρχιτεκτονική του ναού (συνεπτυγμένος αθωνίτικος τύπος), διαπιστώθηκε ότι έφερε χαμηλό τρούλο, και γύρω του υπήρχαν μερικές ακόμη χτιστές επιφάνειες, τοιχογραφημένες φυσικά, που χάθηκαν ανεπιστρεπτί. Ακόμη, και οι επιφάνειες απ’ όπου αφαιρέσαμε το τσιμέντο κάτω από τις υπάρχουσες τοιχογραφίες, καλύπτονταν κάποτε με ζωγραφικές διακοσμήσεις που χάθηκαν, πιθανόν λόγω της υγρασίας. Οπότε καταλαβαίνετε πως ήδη σώζεται περίπου το 70% του αρχικού διακόσμου. Σε όσες όμως επιφάνειες παραλάβαμε εμείς, μόνο η οριστική απώλεια ορισμένων τμημάτων λόγω των συνθηκών και του χρόνου, η οποία δεν μπορεί να αναπληρωθεί, μας απομακρύνουν από την αρχική κατάσταση. Ευτυχώς οι φθορές αυτές είναι ελάχιστες, και μπορούμε να χαρούμε τις κυριότερες χριστολογικές παραστάσεις, τη θαυμάσια ζώνη των ολόσωμων Αγίων κλπ.

Το τέμπλο, ο χορός και οι εικόνες, σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση, με κάποιες μεταγενέστερες προσθήκες που θεωρούνται όμως ιστορικής σημασίας. Ειδικά τα επιστύλια (οι ξυλόγλυπτες ζώνες με τις παραστάσεις πάνω από τις δεσποτικές εικόνες) και ο χορός είναι σχεδόν άθικτα, και είμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς γι’ αυτό.

-Μιλήστε μας για τα υλικά και τη μέθοδο αποκατάστασης που χρησιμοποιήσατε.

Όπως ανέφερα και παραπάνω, όλες οι επεμβάσεις είναι σύμφωνες με τους κανονισμούς που ισχύουν για τη συντήρηση και αποκατάσταση έργων τέχνης. Ο τρόπος σκέψης του συντηρητή, είναι να παρατείνει το χρόνο ζωής του έργου, κι αυτό σημαίνει πως δεν μένουμε μόνο στην αποτελεσματικότητα των υλικών μας, αλλά μάλλον στη συμβατότητά τους και στην αντιστρεψιμότητα της επέμβασης, δηλαδή τη δυνατότητα επαναδιαπραγμάτευσης της διαδικασίας από κάποιον μεταγενέστερο συντηρητή, που ίσως θα εχει μια καλύτερη λύση. Για το λόγο αυτό είναι σημαντική, πέρα από την κατανόηση των υλικών την οποία έχουμε διδαχθεί και μελετήσει, και η έρευνα του προς συντήρηση αντικειμένου σε όλα του τα επίπεδα: ιστορία, χρήση, τεχνοτροπία, υλικά, φθορές. Όλα αυτά έγιναν με επιμέλεια πριν από κάθε εργασία. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για τις επεμβάσεις καθαρισμού ήταν απολύτως μή καταστρεπτικά. Τα της αποκατάστασης είναι πλήρως συμβατά στη σύσταση και στην αισθητική, και φυσικά αναστρέψιμα, σύμφωνα με τις μελέτες που κάναμε για το λόγο αυτό.

-Ποιά ιστορικά στοιχεία είναι τα πιο προφανή που αναδεικνύονται από την εργασία σας;

Κατά τους καθαρισμούς, αναγνώστηκαν ορθότερα επιγραφές και χρονολογίες μείζονος σημασίας για την ιστορία της Μονής. Στη βιβλιογραφία, επικρατεί η άποψη ότι η Μονή ιδρύθηκε το 1655, σύμφωνα με χρονολογία που αναγράφεται στην εξίτηλη κτητορική επιγραφή, στο δυτικό τοίχο του κυρίως ναού. Ωστόσο, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως η χρονολογία αυτή, αναφέρεται μάλλον στο έτος τοιχογράφησης του ναού, ενώ το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι προγενέστερο (1652/3), σύμφωνα με επιγραφή που αναγνώσθηκε στη ζωγραφική του τέμπλου κατά τους καθαρισμούς. Επομένως και η ανέγερση του ίδιου του ναού θα πρέπει να είχε ξεκινήσει ακόμη πιο νωρίς, ίσως από τα τέλη της 3ης δεκαετίας του 17ου αιώνα, και όταν ολοκληρώθηκαν κατασκευάστηκε το τέμπλο το 1652/3 στα μέτρα του ναού. Έπειτα, δύο-τρία χρόνια αργότερα, το 1655, η τοιχογράφηση του κυρίως ναού βρίσκεται σε κάποια πρόοδο ή (το πιθανότερο) έχει ολοκληρωθεί. Στο διάγραμμα αυτό, παρατηρείται μια πάνω-κάτω πενταετής περίοδος πυρετωδών εργασιών, από τις οποίες ο κυρίως ναός, «έκ βάθρων» (εμείς πιστεύουμε ότι υπήρχε και παλιότερη εγκατάσταση) παραδίδεται λειτουργικός και εξοπλισμένος στην αδελφότητα της Μονής. Μπήκε έτσι μια σειρά στα γεγονότα.

Είναι πολύ ωραίο να αναφερθούν και τα ονόματα κάποιων από τους ζωγράφους που εργάσθηκαν: ο Θεόδωρος του οποίου η υπογραφή «ΧΕΙΡ ΕΥΤΕΛΟΥΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ» βρέθηκε στη δεσποτική εικόνα της Μεταμόρφωσης, και οι Θεοδόσιος και Αθανάσιος «[… αδέλ]φια εκ κώμης σπη[νάσας]» (Σπινάσα είναι η σημερινή Νεράιδα), οι οποίοι στις 25 Μαΐου 1797 υπογράφουν την αγιογράφηση του νάρθηκα.

Ο Θεοδόσιος, αναφέρεται ως «Θεόδωρος» στη βιβλιογραφία, και η ορθή ανάγνωση του ονόματος επιτεύχθηκε με τη βοήθεια ειδικής μεθόδου φωτογράφισης κατά τη μελέτη μας.

Από τη θέση αυτή, ανακοινώνουμε ότι όλα αυτά, ετοιμαζόμαστε να τα βάλουμε σε μια σειρά για την παρουσίασή τους στο ευρύ κοινό.

Σαν κατακλείδα, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, και προσωπικά τον Μητροπολίτη κ. Τιμόθεο αλλά και τη σεβαστή επιτροπής της Μονής, για τη συμπαράσταση και συνεργασία.

Ακόμη, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Καρδίτσας και την κα Μαργαρίτα Τηλιοπούλου, τμηματάρχισσα συντήρησης, για τη βοήθεια και άψογη ανταπόκριση σε όλες τις διαδικασίες.

Επίσης θερμά ευχαριστούμε τον κ. Φάνη Στάθη για την αμέριστη υποστήριξή του, χωρίς την οποία δεν θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί η μεγάλη αυτή εργασία. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους συνεργάτες μου, επιστήμονες συντήρησης, αρχαιολόγους, ιστορικούς της τέχνης και τους συντηρητές έργων πολιτιστικής κληρονομιάς που συνέβαλαν σημαντικά με τις γνώσεις τους στο έργο αυτό.