Προσβάσιμη σελίδα

«Η μία άβυσσος είναι ο Θεός Πατέρας, η άλλη ο  Λόγος του Θεού»

ΩΡΑ ΤΡΙΤΗ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ

Ψαλμὸς ΜΑ΄ (41)  

εις τέλος εις σύνεσιν τοις υιοίς Κορέ

Εισαγωγικά

Ο ψαλμός αυτός, όπως και ο επόμενος, φαίνεται ότι γράφτηκε από ένα μέλος της οικογενείας Κορέ, ο οποίος βέβαια έπεσε σε δυσμένεια λόγω της ασέβειάς του προς τον Θεό, η οικογένειά του όμως εξακολούθησε να παίζει σημαντικό ρόλο, διότι από αυτήν την οικογένεια προήλθαν πυλωροί και ψάλτες για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Οι δύο αυτοί ψαλμοί αποτελούν ένα ενιαίο ψαλμό, ο οποίος όμως κατατμήθηκε για λειτουργικούς λόγους. Το «εις σύνεσιν» σημαίνει ή ότι ο ψαλμός αυτός είναι διδακτικός ή ότι πρέπει να εκτελεστεί με ιδιαίτερη επιμέλεια. Ο συντάκτης του ψαλμού πρέπει να ήταν συνεξόριστος του Δαυίδ κατά την καταδίωξή τους από τον γιο του Δαυίδ τον Αβεσσαλώμ, ο οποίος επαναστάτησε κατά του πατέρα του. Ο ψαλμός εκφράζει τον διακαή πόθο του συντάκτη να ξαναβρεθεί στο ναό της Ιερουσαλήμ και να συμμετάσχει στις εκδηλώσεις λατρείας που γίνονταν εκεί. Παράλληλα εκφράζει στον Θεό το παράπονό του για τον άδικο κατατρεγμό αλλά συγχρόνως και την ελπίδα του ότι θα τον βοηθήσει.

Ερμηνεία ψαλμού

Ὃν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἔλαφος ἐπὶ τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων,

οὕτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρὸς σέ, ὁ Θεός.

Ερμηνεία

Το ελάφι είναι συχνά διψασμένο για δύο λόγους. Είτε διότι τρέχει πολύ και διψάει, είτε διότι τα φίδια που ξετρυπώνει από τις φωλιές τους, τα τρώει και αυτά του ανάβουν την δίψα για νερό. Η λύση για να ξεδιψάσει είναι να τρέξει σε κάποια πηγή και κορέσει την δίψα του. Έτσι λέει ο ψαλμωδός δίψασε και η ψυχή του για τον Θεό, προφανώς για να έρθει στον ναό του θεού και να τον λατρέψει. Επαναλαμβάνει μάλιστα το ίδιο το ρήμα ποθώ, που δηλώνει έντονη επιθυμία και μάλιστα με επίταση όπως δηλώνει και η πρόθεση επί. Η δίψα είναι μια οργανική ανάγκη και με τέτοια ανάγκη την παρομοιάζει ο ψαλμωδός. Όταν η δίψα για τον Θεό της δικαιοσύνης είναι έντονη, τότε σίγουρα θα οδηγήσει κοντά στο Θεό. Εξάλλου αυτό το νίζει και ο ίδιος ο Χριστός στην Επί του Όρους ομιλία, όταν τονίζει: «μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνη, ότι αυτοί χορτασθήσονται». Μόνο μια τέτοια πείνα και μια τέτοια δίψα οδηγεί στον Θεό.

Μεταφορικά τώρα ελάφι είναι η διψασμένη ψυχή, που έχει διακαή πόθο να βρεθεί στον άγιο ναό του Θεού και να συνομιλήσει μαζί του. Πηγές υδάτων συνεπώς είναι όλες οι εκκλησιές που είναι διάσπαρτες σε όλη τη γη και εκατομμύρια άνθρωποι πάνε να ξεδιψάσουν από τα νάματα των θείων διδαγμάτων. Έτσι θα  καταλάβει και θα νιώσει τον Θεό κοντά του και έτσι θα ησυχάσει. Εξάλλου ο ίδιος ο Χριστός αποκάλυψε στην Σαμαρείτισσα ότι ο  ίδιος είναι «το Ύδωρ το ζων, το αλώμενον προς ζωήν την αιώνιον» Με αυτό ξεδιψάνε οι άγιοι και δεν ξαναδιψάνε, διότι ο Κλυριος γεμίζει όλη την ύπαρξή τους με το θείο ύδωρ της παρουσίας του.

Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεὸν τὸν ἰσχυρόν, τὸν ζῶντα·

πότε ἥξω, καὶ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ;

Ερμηνεία

Υπάρχει πάντα η κυριολεκτική ερμηνεία των στίχων και η μεταφορική. Κατά κυριολεξία ο αιχμάλωτος Εβραίος στη γη της Βαβυλώνας με του νεκρούς και ψεύτικους θεούς είναι φυσικό να νοσταλγεί την πατρίδα του και ιδίως οι ευσεβείς που νοσταλγούν τις ακολουθίες και τις λατρείες που γίνονταν στο ναό της Ιερουσαλήμ. Μεταφορικά ο κάθε πιστός νοσταλγεί την Νέα Ιερουσαλήμ, τον οίκο του Θεού, για να ξεδιψάσει με την ζωντανή παρουσία του Χριστού μέσα σε αυτήν και ιδίως με την μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον».

Ο Εβραίος δεν είχε άλλον ναό παρά μόνο τον ναό της Ιερουσαλήμ και σε αυτόν συνέρρεαν όλοι οι Εβραίοι για να λατρέψουν τον Θεό.  Εμείς οι χριστιανοί έχουμε παντού εκκλησιές και εκκλησάκια και μπορούμε να καταφεύγουμε συχνά σε αυτά και να αναπαυόμαστε ψυχικά. Εκεί θα μας φανερώσει ο Θεός το πρόσωπό του, το πρόσωπο της ειρήνης, της αγάπης και της αγαθότητας.

Ἐγενήθη τὰ δάκρυά μου ἐμοὶ ἄρτος, ἡμέρας καὶ νυκτός,

ἐν τῷ λέγεσθαί μοι καθ᾽ ἑκάστην ἡμέραν, Ποῦ ἐστιν ὁ Θεός σου;

Ερμηνεία

Στην περίοδο της Βαβυλωνιακής αιχμαλωσίας οι Εβραίοι και κυρίως οι ευσεβείς και μέσα σε αυτούς ο Δαυίδ ντρέπονταν όταν οι εχθροί τους τον κορόιδευαν και τους έλεγαν που είναι ο Θεός σας, γιατί δεν σας βοηθάει, άρα ο Θεός σας είναι ψεύτικος και όχι αληθινός. Αυτά άκουγε και ο Δαυίδ και τον έπιαναν τα κλάματα και τα δάκρυά του έτρεχαν μέρα και νύχτα. Και η κοροϊδία ήταν συνεχής και κάθε μέρα. Και όπως το καθημερινό ψωμί δεν μου έλειπαν καμία μέρα, έτσι και τα δάκρυά μου δεν μου έλειψαν  ούτε στιγμή. Και όχι μόνο την ημέρα, δηλαδή στις  χαρούμενες στιγμές της ζωής του αλλά και την νύχτα στις δύσκολες στιγμές της ζωής του. Έγιναν μόνιμος σύντροφος, γιατί μόνιμη ήταν και η αιτία των δακρύων του, ο ξερριζωμός από την πατρίδα τους. Πολύ ωραία εκφράζει αυτήν την νοσταλγία και σε άλλο ψαλμό ο Δαυίδ: «επί τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν καὶ ἐκλαύσαμεν ἐν τῷ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς Σιών. 2 ἐπὶ ταῖς ἰτέαις ἐν μέσῳ αὐτῆς ἐκρεμάσαμεν τὰ ὄργανα ἡμῶν· 3 ὅτι ἐκεῖ ἐπηρώτησαν ἡμᾶς οἱ αἰχμαλωτεύσαντες ἡμᾶς λόγους ᾠδῶν καὶ οἱ ἀπαγαγόντες ἡμᾶς ὕμνον· ᾄσατε ἡμῖν ἐκ τῶν ᾠδῶν Σιών. 4 πῶς ᾄσωμεν τὴν ᾠδὴν Κυρίου ἐπὶ γῆς ἀλλοτρίας; 5 ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, ῾Ιερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου· 6 κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν μή σου μνησθῶ, ἐὰν μὴ προανατάξωμαι τὴν ῾Ιερουσαλὴμ ὡς ἐν ἀρχῇ τῆς εὐφροσύνης μου(Ψαλμ.36, 1-6)

Ταῦτα ἐμνήσθην, καὶ ἐξέχεα ἐπ᾽ ἐμὲ τὴν ψυχήν μου.

Ὅτι διελεύσομαι ἐν τόπῳ σκηνῆς θαυμαστῆς, ἕως τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ,

 ἐν φωνῇ ἀγαλλιάσεως καὶ ἐξομολογήσεως ἤχου ἑορτάζοντος.

Ερμηνεία

Το ταύτα εννοεί είτε τα προηγούμενα, όπως είναι σωστό, είτε τα επόμενα αντί του τάδε και τα μεν προηγούμενα ήταν στενόχωρα και λυπηρά, ενώ τα επόμενα ευχάριστα και αισιόδοξα. Με την πρώτη εκδοχή αυτές οι δυσάρεστες αναμνήσεις τον έκαναν να λιώσει και να ξεσπάσει σε δάκρυα ασταμάτητα. Με  την δεύτερη εκδοχή  αυτά είχαν μεγάλη απήχηση στην ψυχή του και τον έκαναν να χαλαρώσει κάπως και να παρηγορηθεί. Στη συνέχεια περιγράφει κυριολεκτικά την χαρούμενη πορεία μέχρις ότου φτάσει στον οίκο του Θεού, τον ναό της Ιερουσαλήμ, όπου όλοι θα γιορτάσουν και θα πανηγυρίσουν την επιστροφή τους από την ξενιτιά. Όμως οι πατέρες της εκκλησίας δίνουν άλλο νόημα στην φράση. Γι’ αυτούς σκηνή θαυμαστή είναι η ανθρώπινη φύση του Χριστού, την οποία προσέλαβε με θαυμαστό τρόπο και οίκος Θεού είναι η Πανάγια ψυχή του Χριστού, που εισχώρησε στην ανθρώπινη υπόσταση και ενώθηκε με την ανθρώπινη σάρκα. Τόπος πάλι είναι ο ίδιος Θεός Λόγος, που τοποθέτησε μέσα του την ανθρώπινη φύση, την στερέωσε και την αγίασε. Συμβολικά μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτήν την πορεία ως διέλευση από το θνητό σώμα προς τις αυλές του Κυρίου, οι οποίες υπάρχουν στον οίκο του Θεού. ‘Όταν η ψυχή φτάσει στον προορισμό της, θα ακούσει «τον ήχο των εορταζόντων» και θα πλημμυρίσει από αγαλλίαση και χαρά, την οποία θα διαλαλώ και θ την εξομολογούμε προς πάντας.

Ἴνα τὶ περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου, καὶ ἵνα τὶ συνταράσσεις με;

Ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ,

σωτήριον τοῦ προσώπου μου, καὶ ὁ Θεός μου.

Ερμηνεία

Ύστερα από τις παρηγοριές που πήρε με την ανάμνηση της ελευθερίας τους και της επιστροφής τους στην πατρίδα η ψυχή του ανήσυχη συνεχίζει να είναι περίλυπη και ταραγμένη. Οι υποσχέσεις του Θεού είναι αδιαμφισβήτητες και όμως ενδόμυχα ανησυχεί. Αυτή η πάλι της λογικής του Θεού με το συναίσθημα του ανθρώπου κονταροχτυπιούνται προσπαθώντας η κάθε μια να επιβληθεί στον Δαυίδ και σε κάθε άνθρωπο. Η μόνη ελπίδα είναι να στηρίζεται κανείς στον Θεό και ειδικά οι Εβραίοι είχαν πολλές τέτοιες περιπτώσεις που ο Θεός τους στάθηκε θερμός παραστάτης. Έτσι και τώρα, ο Δαυίδ με την προφητική του ικανότητα φέρνει στο μυαλό του τις μελλούμενες χαρές και παρηγοριέται. Μετά την διάσωσή τους και την επιστροφή τους στην πατρίδα  θα αναγκαστεί να ομολογήσει ότι ο Θεός τους ήταν και Σωτήρας τους.

Πρὸς ἐμαυτὸν ἡ ψυχή μου ἐταράχθη·

διὰ τοῦτο μνησθήσομαί σου ἐκ γῆς Ἰορδάνου,

καὶ Ἐρμωνιείμ, ἀπὸ ὄρους μικροῦ.

Ερμηνεία

Οι τωρινές ταλαιπωρίες και οι δυστυχίες δεν τον αφήνουν να ησυχάσει και έτσι είναι πάντα ταραγμένη, γι’ αυτό έφερε και πάλι στο μυαλό του την πατρίδα του, την αγιασμένη περιοχή του Ιορδάνη, τον οποίο ο Ιησούς του Ναυή με θαυμαστό τρόπο διέσχισε και του ευλογημένου βουνού που λέγεται Ερμών, από το οποίο αναλήφθηκε ο Ηλίας προς τον ουρανό. Ο ίδιος βρίσκεται σε κάποιο χαμηλό βουνό, που λέγεται Μικρό Όρος, και από εκεί ατενίζει την πατρίδα του με νοσταλγία.

Ἄβυσσος ἄβυσσον ἐπικαλεῖται εἰς φωνὴν τῶν καταρρακτῶν σου.

Πάντες οἱ μετεωρισμοί σου, καὶ τὰ κύματά σου ἐπ᾽ ἐμὲ διῆλθον.

Ερμηνεία

Υπάρχουν πολλές ερμηνείες γι’ αυτές τις αβύσσους. Ο Δαυίδ μιλώντας κυριολεκτικά εννοεί τις πολλές συμφορές που έπεσαν στον λαό του, που ήταν τόσο πολλές, που λές και η μια καλούσε την άλλη για να τους επιτεθεί, ενώ παράλληλα ακούγονταν σαν καταρράκτες οι συμφορές αυτές καθώς έπεφταν η μια πάνω στην άλλη. Ύστερα μας μεταφέρει στην φουρτουνιασμένη θάλασσα, όπου τα κύματα και οι μετεωρισμοί τους έμοιαζαν με εκείνα που καταπλάκωσαν τους Αιγυπτίους του Φαραώ κατά την διάβαση της Ερυθράς θάλασσας. Πιο φοβερή περιγραφή  με τα μαινόμενα στοιχεία της φύσης να παρομοιάζονται με συμφορές που διαδέχεται η μια τη άλλη δεν υπάρχει. Με αυτήν την περιγραφή θέλει να περιγράψει τις ατέλειωτες συμφορές που βρήκαν τους Εβραίους μέχρι τότε αλλά και από τότε και στο εξής.

Υπάρχει όμως και η αισιόδοξη ερμηνεία των πατέρων κατά την οποία η μία άβυσσος είναι ο Θεός Πατέρας, η άλλη ο  Λόγος του Θεού που με τις συνεχείς επεμβάσεις στους μαθητές μοιάζουν με την φωνή των καταρρακτών, που είναι τα θεία και σωτήρια λόγια του Θεού. Στην περίπτωση αυτή ο Δαυίδ βλέποντας διορατικά την κοσμογονία την μελλοντική, που θα φέρει ο Χριστός στον κόσμο, τον καταλαμβάνει φόβος και δέος  σαν τον Αββακούμ, όταν τα είδε όλα αυτά , όπως λένε οι τέταρτες Ωδές των Καταβασιών και των Κανόνων π.χ. στην ακολουθία του Μεγάλου Σαββάτου: «Τὴν ἐν Σταυρῷ σου θείαν κένωσιν, προορῶν Ἀββακοὺµ ἐξεστηκὼς ἐβόα. Σὺ δυναστῶν διέκοψας κράτος Ἀγαθέ, ὁµιλῶν τοῖς ἐν ᾅδη, ὡς παντοδύναµος». Το θέμα αυτής της Ωδής αναφέρεται στην προσευχή του Προφήτου Αμβακούμ, μετά από προσωπικό διάλογο που είχε με το Θεό. Έχει εσχατολογικό και Μεσσιανικό περιεχόμενο. Παρακαλεί και επικαλείται, αφού βεβαιώθηκε ο Προφήτης για τις προθέσεις του Θεού απέναντι στο λαό, την Χάρη Του προς τον εκλεκτό λαό Του τον Ισραήλ, ιδίως κατά τα έσχατα. Να μην λησμονήσει ο Θεός το λαό.

 Ἡμέρας ἐντελεῖται Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ,

καὶ νυκτὸς ᾠδὴ αὐτῷ παρ᾽ ἐμοί.

Ερμηνεία

Ο Δαυίδ πιστεύει ότι ο Κύριος θα δώσει φανερά την ημέρα εντολή να έλθει το έλεός του στον λαό των Εβραίων και την νύκτα, ύστερα από τους κόπους της ημέρας στις σκληρές δουλειές των Βαβυλωνίων, θα του δοθεί ο χρόνος να υμνήσει και να δοξολογήσει τον Θεό.

Προσευχὴ τῶ Θεῷ τῆς ζωῆς μου·

ἐρῶ τῷ Θεῷ, Ἀντιλήπτωρ μου εἶ. Διὰ τί μου ἐπελάθου,

καὶ ἵνα τὶ σκυθρωπάζων πορεύομαι,

ἐν τῷ ἐκθλίβειν τὸν ἐχθρόν μου·

Ερμηνεία

 Η ωδή ευχαριστίας για την οποία μίλησε πιο πάνω δεν αρκεί, χρειάζεται και προσευχή, για να ζητήσει από τον Θεό την βοήθειά του. Στον προσευχή του θα θυμίσει στον Θεό ότι αυτός πάντοτε τους αντιλαμβάνονταν, με τη σημασία τους καταλάβαινε και τους βοηθούσε, τώρα όμως ύστερα από εβδομήντα χρόνια σκλαβιάς στους Βαβυλωνίους φαίνεται ότι τους ξέχασε ο Θεός και έτσι δίνεται η αφορμή στους εχθρούς τους να τους χλευάσουν, όπως είπε και πιο πάνω. Αναρωτιέται αν πρέπει να σκύβει το κεφάλι του και να βαδίζει σκυθρωπός, και να είναι θλιμμένος επειδή οι εχθροί του  τούς ταλαιπωρούν τόσο πολύ στα δεσμά της σκλαβιάς. Αυτοί έχουν ελπίδα στον ζώντα Θεό.

Ἐν τῷ καταθλᾶσθαι τὰ ὀστᾶ μου, ὠνείδιζόν με οἱ ἐχθροί μου·

 Ἐν τῷ λέγειν αὐτοὺς μοι καθ᾽ ἑκάστην ἡμέραν, Ποῦ ἐστιν ὁ Θεός σου;

Ερμηνεία

Και τώρα αλλά και τότε η σκλαβιά ήταν πολύ βαριά τόσο από τα βάρη που σήκωναν όλη την ημέρα όσο και από τα μαστιγώματα που τους έδιναν με το παραμικρό. Τσακίζονταν τα κοκαλάκια τους κάτω από αυτές τις συνθήκες και δεν τους έφτανε αυτό, αλλά είχαν επιπλέον κι την κοροϊδία των κατακτητών τους, γιατί γίνονταν περίγελο, με το να μην μπορούν να κλείσουν το στόμα τους για τους καθημερινούς ονειδισμούς  λόγω της εγκατάλειψης του Θεού τους.

 

ἵνα τὶ περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου, καὶ ἵνα τὶ συνταράσσεις με;

Ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ·

σωτήριον τοῦ προσώπου μου, καὶ ὁ Θεός μου.

Ερμηνεία

Ο στίχος αυτός επαναλαμβάνεται από τον ψαλμωδό, για δείξει σε τί βαθμό λύπης και ταραχής έχει φτάσει η ψυχή τους. Αυτά τα λέει με ερωτηματική μορφή και θέλει να τονίσει ότι άδικα λυπάται και ταράσσεται η ψυχή του, διότι αυτοί έχουν για στήριγμά τον Θεό τους. Σε αυτόν πρέπει να ελπίζουν, όπως έκαναν πάντα. Ο Θεός ήταν και θα είναι ο Σωτήρας τους και αυτό θα αναγκαστούν να το παραδεχτούν, όταν, όπως προορατικά τα βλέπει ο Δαυίδ, θα ανταποκριθεί στα αιτήματά τους και θα αναγκαστούν να ομολογήσουν την ευεργεσία του Θεού, που θα τους  απελευθερώσει και θα τους αποκαταστήσει και πάλι ελεύθερους στην πατρίδα τους.

Κατά τα άλλα μπορούμε να το δούμε και μεταφορικά για τα δεινά και τις συμφορές της ζωής, από τις οποίες μόνο ο Δυνατός ο Θεός θα μας λυτρώσει από αυτά τα δεσμά.

Πρόσφατες
δημοσιεύσεις
Κάλαντα Βαΐων (Νεανικό Μουσικό Εργαστήρι Θέρμης)
«Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα», Ιδιόμελο Κυριακής των Βαΐων (Ματθαίος Τσαμκιράνης))
«Σήμερον η χάρις του Αγίου Πνεύματος», ήχ. πλ. β΄ (Χορός Ψαλτών Γρ. Νταραβάνογλου)
Μουσικές Φυλλάδες Κυριακής των Βαΐων (28/04/2024)
«Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα», Δοξαστικό Κυριακής των Βαΐων (Θρ. Στανίτσας)