Η σχέση μας με τον Θεό
16 Φεβρουαρίου 2024Αφορμή για τις παρακάτω σκέψεις μου έδωσε το βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά «Ενάντια στην Θρησκεία». Ο Χρήστος Γιανναράς είναι γνωστός θεολόγος και δοκιμιογράφος πολλών βιβλίων αλλά το συγκεκριμένο μου κέντησε την περιέργεια και με προκάλεσε πολλές απορίες, όπως πώς ένας θεολόγος μπορεί να είναι ενάντια στην θρησκεία. Με μια πρώτη ματιά που το έριξα άλλαξα γνώμη και σχημάτισα την γνώμη ότι το θέμα της θρησκείας το διαπραγματεύεται πολύ σοβαρά και επιστημονικά και φτάνει στο συμπέρασμα ότι η Ορθοδοξία δεν είναι θρησκεία με κάποιο ιδεολογικό περιεχόμενο και με μια αντίστοιχη γνωστική προσέγγιση αλλά ένα εκκλησιαστικό γεγονός. Και πάλι όμως οι απορίες μου δεν λύθηκαν κι έτσι αναγκάστηκα να το διαβάσω σε γενικές γραμμές και να παρακολουθήσω το σκεπτικό, στο οποίο στηρίζεται. Και πράγματι δεν βγήκα ζημιωμένος αλλά ωφελημένος, γιατί είδα μια διαφορετική προσέγγιση της Ορθοδοξίας από αυτό που είναι στους περισσότερους γνωστή. Νομίζω λοιπόν πώς είναι ενδιαφέρον να γνωρίσουμε την νέα αυτή προσέγγιση σε έναν πιο απλό λόγο έναντι του πολύ δύσκολου δοκιμιακού λόγου του συγγραφέα, ο οποίος είναι και καθηγητής της φιλοσοφίας και χρησιμοποιεί συχνά φιλοσοφικούς όρους, όχι τόσο πολύ γνωστούς στο πλατύ κοινό.
Ας κάνουμε μια πρώτη προσέγγιση του θέματος διαγράφοντας τις παραμέτρους του θέματος.
Η σχέση μας με τον Θεό, από την οποία εξαρτάται και η σωτηρία μας, συντελείται μόνο εντός της εκκλησίας, που ίδρυσε ο Χριστός με την ανθρώπινη παρουσία του. Πρώτα όμως πρέπει να ξεκινήσουμε με το νοηματικό περιεχόμενο της εκκλησίας.
Για τους αρχαίους εκκλησία, που παράγεται από το έ+κλήση, εκ+καλώ, σήμαινε πρόσκληση για συγκέντρωση και τελικά η ίδια η συγκέντρωση. Η εκκλησία του Δήμου ήταν η συγκέντρωση των Αθηναίων πολιτών για την συζήτηση τρεχόντων ζητημάτων.
Για τους χριστιανούς εκκλησία σημαίνει και πάλι συγκέντρωση αλλά θρησκευτική με λατρευτικό χαρακτήρα. Πρόκειται για θείο εγκαθίδρυμα, το οποίο ήταν αποτέλεσμα της εντολής του Χριστού, ο οποίος διαβεβαίωνε: «Πάλιν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν δύο συμφωνήσωσιν ἐξ ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς περὶ παντὸς πράγματος οὗ ἐὰν αἰτήσωνται, γενήσεται αὐτοῖς παρὰ τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 18.20 οὗ γάρ εἰσιν δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν. (Ματθ. 18, 19-20). Πρόκειται για την Βασιλεία του Θεού, που ο Χριστός «εστερέωσε τω τιμίω του αίματι» και «πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής».
Η ορθόδοξη Παράδοση, όταν κάνει λόγο για εκκλησία, δεν εννοεί μόνο μια συγκέντρωση φυσικών προσώπων, των μελών μιας χριστιανικής κοινότητας, αλλά το σύνολο των μελών, κεκοιμημένων και ζωντανών, με προεξάρχοντας τους αγίους αλλά και όλη την πατερική Παράδοση, όλη την εκκλησιαστική εμπειρία που αποκτήθηκε με το πέρασμα των χριστιανικών αιώνων. Ας δούμε τί λέγει ο Άγιος Νεκτάριος για την εκκλησία[1]:
«Ἡ Ἐκκλησία ὡς θεῖον καθίδρυμα ἱδρυθὲν ὑπό τοῦ Σωτῆρος καὶ ἐγκαινιασθὲν ὑπὸ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος τοῦ ἐπιφοιτήσαντος ἐπὶ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, οἵτινες ἀπετέλεσαν τὸ πνευματικὸν πρόσωπον τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός, διότι αὕτη εἶναι σῶμα αὐτοῦ, αὐτὸς δὲ κεφαλὴ αὐτῆς· ἡ Ἐκκλησία εἶναι πρόσωπον ζῶν εἰς τὸν αἰῶνα, διαιωνίζει τὸ ἀπολυτρωτικὸν ἔργον τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τηρεῖ τὴν παρακαταθήκην καὶ περιφρουρεῖ τὴν ἀλήθειαν τῆς χάριτος· διὸ καὶ στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας ἡ Ἐκκλησία. Επομένως ο ὁρισμός τῆς Ἐκκλησίας δύναται νὰ διατυπωθῇ ὡς ἐξῆς: Ἐκκλησία ἐστὶ τὸ ὄργανον της Θείας Χάριτος, τὸ ἐνεργοῦν τὴν κοινωνίαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων διὰ τῆς πρὸς τὸν Σωτῆρα Ἰησοῦν Χριστόν πίστεως.»
Η σωτηρία του ανθρώπου μέσω της εκκλησίας
Το ερώτημα είναι γιατί η σωτηρία μας να γίνεται μόνο μέσα στην εκκλησία και δεν γίνεται μέσω του εαυτού μας και την προσωπικής γνωριμία μας με τον Θεό, όπως πιστεύουν οι Διαμαρτυρόμενοι. Η απάντηση είναι ότι η σωτηρία μας δεν είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση αλλά κυρίως συλλογική, κοινωνική. Η σωτηρία μας κατά το πνεύμα του Ευαγγελίου περνάει από τον πλησίον και την αγάπη και την πνευματική σχέση μαζί του. Είναι υπέρβαση του Εγώ, που είναι αιτία όλων των συμφορών του ανθρώπινου γένους, είναι υπέρβαση του θανάτου, η οποία εξασφαλίζεται με έναν άλλο θάνατο, τον θάνατο του παλαιού μας εαυτού, ο οποίος είναι δηλητηριασμένος από το φαρμάκι του εγωισμού. Η υπέρβαση αυτή επιτυγχάνεται με την αγάπη, την θυσιαστική αγάπη, την έμπρακτη και όχι θεωρητική αγάπη. Η αγάπη είναι ένας δείκτης, που δείχνει την εμπιστοσύνη μας στον Θεό της Αγάπης, είναι ένα δείγμα προσπάθειας ομοίωσης με τον Θεό, που είναι Αγάπη. Παράλληλα όμως είναι και το στοιχείο που κάνει να συνδέει τους ανθρώπους μεταξύ τους και έτσι να μην περιορίζονται μόνο στο άτομό τους αλλά να γίνονται πρόσωπα και να υπάρχει μια προσωπική σχέση με τον Θεό και μια διαπροσωπική σχέση με τους άλλους ανθρώπους.
Όταν λέμε ότι ο Θεός είναι Αγάπη δεν αναφερόμαστε στην ουσία του Θεού αλλά στην πιο ουσιαστική και σημαντική του ενέργεια. «Τον Θεόν ουδείς εόρακε πώποτε», που σημαίνει ότι οι αισθήσεις δεν είναι ικανές να μας οδηγήσουν στην γνώση του Θεού αλλά το βίωμα της αγάπης είναι που φέρνει τις ψυχές κοντά στον Θεό. Και επειδή ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού, γι’ αυτό και έχει και την αγαπητική διάθεση προς τους άλλους ανθρώπους και προς όλη την κτίση. Αυτό όμως δεν φτάνει. Πρέπει να την κατευθύνουμε σωστά, να βρούμε και να περπατάμε στο μονοπάτι που οδηγεί στο Θεό κι έτσι θα φτάσουμε στο «καθ’ ομοίωση», θα μοιάσουμε δηλαδή με τον Θεό.
[1] ΒΛΑΣΙΑ Δ. ΚΑΣΚΑΝΙΩΤΗ: ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΣΧΙΣΜΑ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ,(διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ., Θεολογική σχολή – τμήμα Θεολογίας, Διαδίκτυο).
(Συνεχίζεται)