Ο αγιασμός του ανθρώπου μέσω της εκκλησίας

16 Απριλίου 2024

          Ο αγιασμός του ανθρώπου είναι ο σκοπός της ζωής του χριστιανού. Πριν όμως από αυτόν προηγείται ο εξαγιασμός ή μάλλον ο εξαγνισμός. Η εξαγρίωση είναι το χαρακτηριστικό του μεταπτωτικού ανθρώπου. Η απομάκρυνσή μας από τον Θεό μας οδήγησε σε αυτήν την εξαγρίωση, την εξομοίωση με τα άγρια θηρία, τα οποία και αυτά επηρεάστηκαν από αυτήν την απομάκρυνση . Η βασιλεία του Θεού ήταν η πρώτη μας κατοικία, αλλά τώρα διωχτήκαμε από αυτήν και είμαστε ξένοι και πάροικοι  σε μια αφιλόξενη γη. Όμως τα πράγματα άλλαξαν με την επίγεια παρουσία του Θεού, ο οποίος έφερε την Βασιλεία των Ουρανών στην γη, μια και ο Θεός δεν άντεχε να βλέπει το πλάσμα του να δυστυχεί.  Γι’ αυτό ο Κύριος μας έδωσε το δικαίωμα να ζητάμε από τον Θεό Πατέρα να έρθει η Βασιλεία του και στη γη. Ζούμε επομένως σε μια περίοδο Χάριτος κατά την οποία η εκκλησία, που εγκαθίδρυσε ο Θεός,  μας παρέχει όλες τις δυνατότητες εισόδου στην Βασιλεία των Ουρανών με μια προϋπόθεση: να είμαστε αγνοί και καθαροί. Γι’  αυτό παρακαλούμε «καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός». Αυτός ο εξαγνισμός της καρδιάς θα φέρει και τον εξαγιασμό του ανθρώπου και στη συνέχεια τον αγιασμό και την θέωση κι έτσι θα εξασφαλίσουμε το εισιτήριο για να εισέλθουμε στην Βασιλεία των Ουρανών.

          Το κρίσιμο όμως ερώτημα είναι  αν μπορούμε να γίνουμε άγιοι. Αυτό μας το διαβεβαιώνει ο ίδιος ο Θεός: «άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος  ειμί», (Α΄Πέτρ 16). Συνεπώς για να μας το λέει ο Θεός, σημαίνει ότι μπορούμε να γίνουμε με την βοήθειά του. Κι’  αυτό γιατί μας έδωσε όλα τα εφόδια που είναι η εκκλησία με όλα της τα μυστήρια.

Η αγιαστική Χάρη της εκκλησίας[1]

          Η εκκλησία έχει την δυνατότητα  να μας παρέχει την αγιαστική Χάρη του Θεού. Αρχίζει με το Βάπτισμα, με το οποίο απεκδυόμαστε τους δερμάτινους χοϊκούς χιτώνες και ενδυόμαστε το αγιασμένο ένδυμα του Χριστού και γινόμαστε δυνάμει θεοί αλλά μπορούμε να γίνουμε και κατά χάρη Θεού ύστερα από την πάλη κατά των δαιμόνων, γι’ αυτό και η εκκλησία μας αλείφει με το Χρίσμα, γιατί έχουμε να παλέψουμε τις παγίδες του Πονηρού. Με τη πάροδο του χρόνου, όπως ο Χριστός «προέκοπτε σοφία και χάριτι» έτσι και οι νεαροί χριστιανοί πρέπει να προκόπτουν «εν Χριστώ». Στη συνέχεια η εκκλησία παρακολουθεί βήμα προς βήμα τα μέλη της εκκλησίας, για να παράσχει πάντοτε την κατάλληλη βοήθεια. Δεν θα επεκταθούμε στην αγιαστική Χάρη των άλλων μυστηρίων αλλά θα επικεντρωθούμε στην αγιαστική χάρη που αποκομίζουμε κατά την Θεία Λειτουργία, για να γίνουμε πιο σαφείς.

          Της Θείας Λειτουργίας προηγείται ο Όρθρος, που είναι μια ακολουθία  που προετοιμάζει τους πιστούς για να συμμετάσχουν στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Δεν θα κάνουμε λεπτομερή αναφορά σε όλα τα σημεία αγιασμού των πιστών μέσα στην Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία αλλά θα τονίσουμε μόνο μερικά, που τα ακούμε αλλά ενδεχομένως να μην έχουμε εμβαθύνει σε αυτά.

          Η Θεία Λειτουργία είναι μία μυσταγωγία, η οποία τελείται μέσα στον άγιο ναό του Θεού. Παράλληλα με τον σταυρό που κάνουμε ανάβουμε και τα κεράκια μας για την υγεία των ζωντανών και την ανάπαυση των κεκοιμημένων. Η είσοδός μας μέσα στο ναό είναι είσοδος στο βασιλικό παλάτι του Βασιλέως των όλων, όπου τα πάντα μιλούν με τον δικό τους τρόπο και υποβάλλουν τον πιστό με την ομήγυρη των αγίων, που αποτελούν την θριαμβεύουσα εκκλησία, που συμπροσεύχεται με την στρατευόμενη.

Η Θεία Λειτουργία αρχίζει με το: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεί τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν». Οι εκκλησιαζόμενοι ως μέλη του σώματος του Χριστού αποτελούν την εκκλησία,  δηλαδή την βασιλεία των Ουρανών. Αυτό είναι ευχή της εκκλησίας και προσευχή του πιστού: «Ελθέτω η Βασιλεία σου».  Ακολουθούν οι αιτήσεις που αναφέρονται σε όλα τα θέματα τα πνευματικά και υλικά που απασχολούν τους Χριστιανούς. Θα πρέπει να σταθούμε στην ευχή «υπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως», που αποτελεί καθολικό αίτημα της Ορθόδοξης εκκλησίας αλλά και όλων των εκκλησιών και όλων των ανθρώπων, κάτω από την ενοποιό δύναμη του Παντοδύναμου Θεού. Τις αιτήσεις τις συμπληρώνει ο ιερέας με την ευχή: «Ὁ τὰς κοινὰς ταύτας καὶ συμφώνους ἡμῖν χαρισάμενος προσευχάς, ὁ καὶ δυσὶ καὶ τρισὶ συμφωνοῦσιν ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου τὰς αἰτήσεις παρέχειν ἐπαγγειλάμενος. Αὐτός καὶ νῦν τῶν δούλων σου τὰ αἰτήματα πρὸς τὸ συμφέρον πλήρωσον, χορηγῶν ἡμῖν ἐν τῷ παρόντι αἰῶνι τὴν ἐπίγνωσιν τῆς σῆς ἀληθείας καὶ ἐν τῷ μέλλοντι ζωὴν αἰώνιον χαριζόμενος. Ήδη έγινε η μυστική ένωση των πιστών στην κοινή λατρεία του Τριαδικού Θεού.

Η δέηση στην πρεσβείες της Θεοτόκου θεωρούνται πρωταρχικές και γι’ αυτό προτάσσονται αλλά μετά απευθυνόμαστε στο Θεό: «σώσον ημάς Υιέ Θεού». Ακολουθεί η μικρή είσοδος του Ιερού Ευαγγελίου που συμβολίζει την επί γης πορεία του Χριστού, γ’ αυτό και ο ιερέας καλεί και τους αγγέλους και αρχαγγέλους να μας συνοδεύσουν, να συλλειτουργήσουν και να δοξολογήσουν μαζί μας: «Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ καταστήσας ἐν οὐρανοῖς τάγματα καὶ στρατιὰς Ἀγγέλων καὶ Ἀρχαγγέλων, εἰς λειτουργίαν τῆς σῆς δόξης, ποίησον σὺν τῇ εἰσόδῳ ἡμῶν εἴσοδον ἁγίων Ἀγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ἡμῖν, καὶ συνδοξολογούντων τὴν σὴν ἀγαθότητα. Ὅτι πρέπει σοι πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

          Ακολουθεί ο τρισάγιος αγγελικός ύμνος, για τον οποίο ο ιερέας γεμάτος κατάνυξη παρακαλεί τον Τρισάγιο Θεό να δεχτεί και από τα στόματα των θνητών ανθρώπων τον ύμνο των αγγέλων: «Ὁ Θεὸς ὁ Ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος, ὁ τρισαγίῳ φωνῇ ὑπό τῶν Σεραφεὶμ ἀνυμνούμενος καὶ ὑπό τῶν Χερουβεὶμ δοξολογούμενος, καὶ ὑπὸ πάσης ἐπουρανίου δυνάμεως προσκυνούμενος ὁ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς το εἶναι παραγαγὼν τὰ σύμπαντα».

          Ακολουθούν τα Αναγνώσματα, Αποστολικό και Ευαγγελικό, προσαρμοσμένα στην εορτή της ημέρας. Προηγείται η ευχή του ιερέα για το φως της θεογνωσία που περιέχουν τα αναγνώσματα: «Ἔλλαμψον ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, φιλάνθρωπε Δέσποτα, τὸ τῆς σῆς θεογνωσίας ἀκήρατον φῶς, καί τοὺς τῆς διανοίας ἡμῶν ὀφθαλμοὺς διάνοιξον εἰς τὴν τῶν εὐαγγελικῶν σου κηρυγμάτων κατανόησιν.  Σὺ γὰρ εἶ ὁ φωτισμός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός».

          Και μετά τα αναγνώσματα επαναλαμβάνονται αιτήσεις για κατηγορίες χριστιανών που χρειάζονται την θεία βοήθεια.  

          Ο ιερέας εξ ονόματος όλων των πιστών ζητά την κάθαρση και την πνευματική προκοπή: «Πάλιν καὶ πολλάκις σοι προσπίπτομεν καί σοῦ δεόμεθα, ἀγαθὲ καὶ φιλάνθρωπε, ὅπως, ἐπιβλέψας ἐπὶ τὴν δέησιν ἡμῶν, καθαρίσῃς ἡμῶν τὰς ψυχὰς καὶ τὰ σώματα ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, καὶ δῴης ἡμῖν ἀνένοχον καὶ ἀκατάκριτον τὴν παράστασιν τοῦ ἁγίου σου θυσιαστηρίου. Χάρισαι δέ, ὁ Θεός, καὶ τοῖς συνευχομένοις ἡμῖν προκοπὴν βίου καὶ πίστεως καὶ συνέσεως πνευματικῆς, δὸς αὐτοῖς πάντοτε, μετὰ φόβου καὶ ἀγάπης λατρεύειν σοι, ἀνενόχως καὶ ἀκατακρίτως μετέχειν τῶν ἁγίων σου μυστηρίων, καί τῆς ἐπουρανίου σου βασιλείας ἀξιωθῆναι».

          Οι ψάλτες στη συνέχει μας θυμίζουν ότι  « Οἱ τὰ Χερουβεὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες, καὶ τῇ ζωοποιῷ Τριάδι τὸν τρισάγιον ὕμνον προσᾴδοντες, πᾶσαν τὴν βιοτικὴν ἀποθώμεθα μέριμναν». για να υποδεχτούμε τον Βασιλέα των όλων, ενώ ο ιερέας κατά την μεγάλη είσοδο παρακαλεί «πάντων υμών μνησθείη Κύριος ο Θεός».

Ακολουθούν και πάλι αιτήσεις « έτι και έτι του Κυρίου δεηθώμεν…», για να διέλθουμε όλες τις ημέρες της ζωής αποβλέποντας στα καλά και συμφέροντα για τις ψυχές μας.

Πριν από την ομολογία της πίστεως ο ιερέας μας καλεί «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν».  Η μυσταγωγία προχωρεί μυστικά με την ενεργό συμμετοχή των πιστών «Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου, πρόσχωμεν, τὴν ἁγίαν ἀναφοράν, ἐν εἰρήνῃ προσφέρειν…Ἔλεον εἰρήνης, θυσίαν αἰνέσεως… Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας.Ἔχομεν πρὸς τὸν Κύριον.

          Η αποκορύφωση της θείας μυσταγωγίας εκφράζεται με τον επινίκιο ύμνο, για να ακολουθήσει η θεία Μετουσίωση του άρτου σε σώμα Χριστού και του οίνου σε αίμα Χριστού, όπου οι πιστού εκφράζουν τις άπειρες ευλογίες και ευχαριστίες για την μεγάλη αυτή δωρεά. Η θεία Κοινωνία, εύχεται ο ιερέας να αποβεί σε ψυχική ωφέλεια των πιστών: «Ὥστε γενέσθαι τοῖς μεταλαμβάνουσιν εἰς νῆψιν ψυχῆς, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, εἰς κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος, εἰς Βασιλίας οὐρανῶν πλήρωμα, εἰς παρρησίαν τὴν πρὸς σέ, μὴ εἰς κρῖμα ἢ εἰς κατάκριμα».

Ήρθε η στιγμή οι πιστοί να κοινωνήσουν του θείου σώματος και του θείου αίματος και ο ιερέας υπενθυμίζει: «τα Ἅγια τοῖς Ἁγίοις»  με την έννοια ότι μόνο σε αυτούς που αγωνίζονται για τον Χριστό δίνονται αυτά τα θεία δώρα, και ο λαός να  αναγνωρίσει  ότι: «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός».

          Η εκκλησία δείχνει μεγάλη κατανόηση και σε αυτούς που δεν μπόρεσαν να κοινωνήσουν και για να μην τους αφήσει αβοήθητους τους δίνει το αντίδωρο, αφού δεν πήραν το θείο δώρο, την Θεία Κοινωνία.

          Θέλω επίσης να τονίσω την σημασία και τον συμβολισμό του θυμιάματος από τον ιερείς. Όπως ξέρουμε το λιβάνι αρμόζει στον Θεό και αυτόν θυμιάζουμε, όμως και οι άνθρωποι είναι εικόνες του Θεού και γι’  αυτό θυμιάζονται και αυτοί. Αυτήν την αξία δίνει στον καθένα μας η εκκλησία και εμείς με σεβασμό κλίνουμε τον αυχένα για να ευχαριστήσουμε γι’  αυτήν την τιμή που μας κάνει ο Θεός.

          Η μικρή αυτή αναφορά στην όλη τελετουργία και μυσταγωγία της Θείας Λειτουργίας νομίζω ότι υποδηλώνει την αγιαστική δύναμη της εκκλησίας και την αγιαστική χάρη που παίρνουμε από αυτήν. Η κάθε συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Λειτουργίας είναι μια επιβεβαίωση της ένωσης πάντων των χριστιανών και ένας πνευματικός ανεφοδιασμός στον σκληρό αγώνα κατά του Πονηρού, ο οποίος μισεί τον αγιασμό των ανθρώπων, διότι αυτός τους απομακρύνει από τα πλοκάμια του.

          Ας κάνουμε όμως μια βαθύτερη προσέγγιση του Θέματος. Είπαμε στην αρχή ότι ο αγιασμός είναι ο προορισμός του ανθρώπου, που σημαίνει ότι όταν μιμούμαστε τον Θεό γινόμαστε άγιοι. Ο Θεός όμως είναι αγάπη και συνεπώς μίμηση αγάπης σημαίνει μίμηση Θεού. Ο Τριαδικός Θεός είναι η απόδειξη της αγάπης, διότι σε αυτήν το κάθε πρόσωπο της Αγίας Τριάδας ελεύθερα και αγαπητικά  προσφέρει την ουσία Του στο άλλο χωρίς να χάνει την δική του ουσία και έτσι μέσα σε αυτήν την «ουσιώδη» ένωση των τριών προσώπων επιτυγχάνεται η αγάπη. Το δόσιμο προς τον άλλο και η παραδοχή του άλλου είναι η ουσία της αγάπης, η ουσία του Θεού, που είναι Αγάπη. Μέσα στην εκκλησία, όπου όλοι οι πιστοί γίνονται μέλη του ενός σώματος του Χριστού και της εκκλησίας, ανθίζει η αγάπη και αποκτά πραγματική ύπαρξη. Ο πιστός θυσιάζοντας την αυτονομία του δεν μεταβαίνει σε ετερονομία αλλά αναβαθμίζει την αυτονομία του, αφού είναι ελεύθερος από όλα ακόμη και από τον εαυτό του. Οι πιστοί επικοινωνούν και κοινωνούν μεταξύ τους «εν τω συνδέσμω της αγάπης» πράγμα που το πραγματοποίησαν οι πρώτοι χριστιανοί με τις «Αγάπες» όπου ο σύνδεσμος της αγάπης ήταν πολύ στενός, η θέληση του άλλου ήταν και δική του θέληση, η ανάγκη του άλλου ήταν και δική του ανάγκη και έτσι γίνονταν ένα σώμα, μια ψυχή, το σώμα και η ψυχή του Χριστού. Και αυτό βασικά μέσα στο αγιαστικό κλίμα της εκκλησίας, η οποία λειτουργούσε και με την συμμετοχή τους σε κοινό δείπνο, όπου η Θεία κοινωνία ήταν το επισφράγισμα της μεταξύ τους ένωσης. Αυτός είναι ο στόχος της εκκλησίας, αυτή είναι η αιτία της ύπαρξη της εκκλησίας και αυτόν τον σκοπό υπηρέτησε με το αίμα του ο Χριστός με την μεγάλη, την θυσιαστική του αγάπη.

          Ο Θεός είναι αυτός που πρώτος κάνει την κίνηση της αγάπης και συνεπώς αυτός είναι και που θα την διδάξει. Στο πρόσωπο του Χριστού ενσαρκώνεται η τέλεια και η ανιδιοτελής αγάπη, την οποία  οι άγιοι απέκτησαν σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό.  Οι άγιοι δεν διστάζουν να θυσιάσουν τα πάντα ακόμη και τον εαυτό τους για την αγάπη του Χριστού. Οι άγιοι δεν ενδιαφέρονται για τίποτα άλλο παρά να έχουν μέσα τους τον Χριστό. Όταν τον έχουν, έχουν τα πάντα, είναι «οι μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες» (Β΄Κορινθ. 6, 10). Μια τέτοια αυτάρκεια και πληρότητα είναι ο μήνυμα που εκπέμπει συνεχώς η εκκλησία στους πιστούς. Ο αγιασμός του ανθρώπου είναι το μεγαλύτερο δώρο, το οποίο αν το έχουμε, δεν έχουμε ανάγκη από τίποτε άλλο.

 

[1] Η αγιότητα ως έκφραση της ηθικής αυτονομίας, Χριστόφορου Παπαδόπουλου, Θεσσαλονίκη 2017 (Πεμπτουσία).