Ο Θεός δίνει μεγάλες παρηγοριές σ’ όσους Τον υπηρετούν από αίσθημα υποχρέωσης, και όχι περιμένοντας μισθό!

28 Ιανουαρίου 2023

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Για την παραμυθία που δίνει το έλεος του Θεού σ’ όσους ακολουθούν για χάρη Του τον βίο της ησυχίας

 

1. Ποιος μπορεί να φθάσει το ύψος της Χάριτος του Θεού;

Ποιος μπορεί να μετρήσει το αχανές βάθος του ελέους Του;

Ο Θεός δίνει μεγάλες παρηγοριές σ’ όσους Τον υπηρετούν από αίσθημα υποχρέωσης, και όχι περιμένοντας μισθό.

Αυτοί που εργάζονται σαν να ήταν μισθωτοί είναι εκείνοι που χάνουν την χαρά τους όταν χρειαστεί να υποστούν θλίψεις και αντιξοότητες για χάρη του Κυρίου μας.

Αν μάλιστα εργασθούν για ένα σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς να λάβουν στην συνέχεια την παρηγοριά ή την άνεση που προσδοκούν, τότε καταλήγουν στην νωθρότητα, στα παράπονα και την λιποψυχία.

Κι αυτό γιατί δεν έχουν βάλει στον νου τους πως οι θλίψεις για χάρη του Θεού είναι για εμάς γιορτή μεγάλη, ακόμη κι αν ήταν να συνεχιστούν χωρίς καμιά παρηγοριά η διακοπή μέχρι το τέλος της ζωής μας.

Όποιος δεν μπορεί να αποδεχθεί με χαρά και να υπομείνει τούτες τις θλίψεις που δίνει ο Θεός, να ξέρει πως κι ο Θεός δεν θα συσσωρεύσει γι’ αυτόν αγαθά αντάξια του πλούτου Του.

Κι ο άνθρωπος αυτός δεν θα βρίσκει μέσα του υπομονή. Στ’ αλήθεια, «οι σπείροντες εν δάκρυσιν», με σκέψη αδέσμευτη, σαν τα παιδιά, «εν αγαλλιάσει θεριούσιν»*, πέρα από κάθε τους προσδοκία.

 

2. Όταν ο μοναχός φρουρείται από την εγρήγορση, η ησυχία είναι μόνιμη και δεν υπάρχει
έξοδος απ’ αυτήν.

Όταν αυτός έχει πλέον μελετήσει πολύ τις Γραφές κι έχει επιμείνει, μέσα στην αδυναμία του, στην συνεχή παράκληση και ευχαριστία με το βλέμμα του στραμμένο αδιαλείπτως προς την Χάρη του Θεού, όταν έχει υπομείνει μια μεγάλη αποθάρρυνση διατηρώντας την κατάσταση της ησυχίας, τότε αρχίζει η καρδιά του λίγο-λίγο να διευρύνεται.

Η χαρά γεννάται με μιαν εσωτερική διαδικασία γονιμοποίησης που ξεκινά με κάποιον λογισμό· εντούτοις όμως δεν είναι ο άνθρωπος αρχή και αιτία της χαράς.

Ο άνθρωπος γνωρίζει βεβαίως πως η καρδιά του χαίρεται, αγνοεί όμως την αιτία.

Στην ψυχή του κυριαρχεί τότε η αγαλλίαση, κι αυτός την απολαμβάνει, περιφρονώντας κάθε τι ορατό. Ο νους με τις δυνάμεις του μπορεί να δει, ποια είναι η αρχή αυτού του αρπαγμού της σκέψης που βιώνει, δεν μπορεί όμως να καταλάβει γιατί του συμβαίνει.

Βλέπει πως υπερβαίνει κάθε συσχετισμό με τα πράγματα, βλέπει πως ανυψώνεται και
βρίσκει τον εαυτό του πάνω από τον κόσμο τούτο, πάνω από τις κατώτερές του σκέψεις.

Περιφρονεί τον έγχρονο κόσμο ολόκληρο, και τον διώχνει μακριά του. Εντούτοις, μ’ όλη την καρδιακή αυτή κίνηση, μ’ όλη την υπομονή που δείχνει η διάνοια κατά την δοκιμασία της, ο νους δεν επεκτείνεται.

 

3. Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει την φύση αυτών των αγαθών που μας δίνει η Χάρη του
Θεού.

Γνωρίζουμε μόνον πως είναι ευλογημένος όποιος υπέμεινε την ακηδία, την κρυφή αυτή δοκιμασία της αρετής του νου και της ανάπτυξής του, κρατώντας σταθερή την ελπίδα του στην Χάρη του Θεού.

Η ακηδία είναι σαν τον σκοτεινό και θυελλώδη χειμώνα με τις σκληρές μεταπτώσεις του,
που κάνει τον σπόρο να βλαστήσει κρυφά καθώς αποσυντίθεται μέσα στην γη.

Με την προσδοκία για τον τελικό καρπό, με ελπίδα μακροπρόθεσμη, μπορεί ο άνθρωπος να διώξει μακριά του την ακηδία.

Χάρη στην ελπίδα, ο οφθαλμός της ψυχής του δεν σκοτίζεται, γιατί μελετά τα αγαθά που προσδοκά και μένει προσηλωμένος σταθερά στα αγαθά αυτά, από τα όποια μπορεί να αναδυθεί μέσα στην ψυχή η χαρά και η αρετή του νου.

Τούτα τα αγαθά όμως θα πρέπει να τα προσμένει κανείς σαν από απόσταση, και να μην τα θεωρεί κοντινά, γιατί αλλιώς μπορεί να απελπιστεί αν δεν λάβει σύντομα παρηγοριά ως ανταμοιβή για τους κόπους του, σαν τον εργάτη που δούλεψε για το ημερομίσθιο και εξαπατήθηκε.

Επίσης, ένας εύστροφος και σοφός μοναχός μπορεί να δελεάσει έξυπνα τον εαυτό του με μια βραχυπρόθεσμη προσδοκία, ώστε με τις υποσχέσεις να απομακρύνει από την ψυχή του την ακηδία.

Έτσι η ψυχή του θα ανακουφιστεί, πρόθυμη καθώς είναι ν’ αποδέχεται ελπιδοφόρους λογισμούς, και να περνά από την θλίψη στην χαρά μέσω μιας προσδοκίας.

* Ψαλμ. 125, 5.

Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=363632

 

Απόσπασμα από το βιβλίο, Ισαάκ του Σύρου, «Ασκητικά», τόμος Β3, Λόγοι ΙΒ’-ΜΑ’, των εκδόσεων Θεσβίτης. Μετάφραση από τα Συριακά Νέστωρ Καββαδάς.