Χριστός Ανέστη! Πότε, πού και πώς;

30 Απριλίου 2019

Η ευλογημένη περίοδος της Μεγάλης Εβδομάδας, αισίως για μια ακόμα φορά οδήγησε στην Ανάσταση του Θεανθρώπου. Χαράς τα πάντα πεπλήρωται της Αναστάσεως Χριστού. Καμπάνες σήμαναν το μήνυμα ότι Χριστός, θανάτω θάνατον πατήσας, εξήλθε εκ του μνήματος, χαρίζοντας Ζωήν την Αιώνιο.

anastasis

 Και ενώ ταύτα πάντα καταλύουν κάθε ίχνος μικροπρέπειας θέλω να σταθούμε στα στοιχεία που προσβάλουν το μέγα γεγονός της Αναστάσεως. Τούτο, όχι από διάθεση κακής προαίρεσης, αλλά από διάθεση βελτίωσης και ενδυνάμωσης της βιωματικής Αναστάσιμης χαράς.

 Είδαμε την Μεγάλη Εβδομάδα τους Αδελφούς μας να κατακλύζουν τις Εκκλησιές μας. Γέμισαν έστω και εθιμικά από ανθρώπους που βρίσκονται στις ιερές ακολουθίες μόνο αυτή την περίοδο, ενώ όλον τον άλλο καιρό ξεχνούν την Άγια Πόρτα της Ενορίας τους. Και όμως! Δεν είναι κακό! Ο Θεός ξέρει. Και όταν ο Θεός επιτρέπει σε όλους την είσοδο στο σπίτι Του, εμείς ως Αδελφοί, πρέπει να κινούμαστε, ως εν μέσω αδελφών, αγκαλιάζοντας όλους αυτούς που θα θυμηθούν έστω για λίγο την σχέση τους με τον Πατέρα μας. Άγιο πράγμα και όμορφο και μάρτυράς μου ο Θεός, με γεμίζει χαρά η παρουσία του αμελούς, όσο και η παρουσία του επιμελούς Χριστιανού.

Εξάλλου στο Σταυρό αυτό το υπόδειγμα παρέδωσε ως ύστερο και στερνό μάθημα σε όλους μας. Ποιο είναι αυτό; Μα είναι απλό. Δώδεκα μαθητές επιμελείς – και δεν εξαιρώ τον Ιούδα – και όμως κανένας δεν εισήλθε μαζί του στον Παράδεισο. Ο  πρώτος βεβαιωμένος, μοναδικά βεβαιωμένος, κάτοικος της βασιλείας των Ουρανών, είναι ένας αμελής «μαθητής» της τελευταίας στιγμής! Ένας ληστής, που στο παρά πέντε, ξεπέρασε όλους τους Αποστόλους και κατήλθε στον Άδη με το Χριστό, για να μεταβεί στον Παράδεισο, με την ασφάλεια της συνοδοιπορίας του Χριστού. Τραγικό! Να είσαι τρία χρόνια στον κόπο και να σε προσπερνά ο άσχετος. Αυτή όμως είναι η πίστη μας: Υπέρβαση της λογικής και φυσικής τάξης!

Την Μεγάλη Εβδομάδα τα πάντα στο πένθιμο της χαρμολύπης. Παντού μωβ και μαύρα. Πρόσωπα πονεμένα που εξαντλούν την θρησκευτική βιωματικότητα στο πεδίο της εξωτερικότητας και όχι στην βιωματικότητα μιας εσωτερικής αναμόρφωσης. Σπουδή για τα ωραία ψαλτικά, σπουδή για τους στολισμούς, πεταμένα χρήματα για γαρίφαλα και κορδέλες. Άκρατος συναισθηματισμός, για να καλύψουμε όλοι την ελλειμματική μας παρουσία στην Εκκλησία Του. Το ακόμα χειρότερο, μέσα στο πλαίσιο της κατανυκτικής και ενίοτε μελαγχολικής πραγματικότητας μιας ανερμήνευτης χαρμολύπης, ο Χριστιανός στέκεται στην λύπη και ταυτίζεται συναισθηματικά με αυτή ξεχνώντας την χαρά της Αναστάσεως.

Σε αυτά τα φαινόμενα δύναται κάποιος να πει πως την Μεγάλη εβδομάδα ο Χριστιανός κάνει ακριβώς την απόλυτη ταύτιση με κάθε καταθλιπτικό στοιχείο, με κάθε συναισθηματική επι-φόρτιση και μάλιστα με το πρόσχημα μιας σχετικής καθολικότητας των πένθιμων ημερών. Πόσο θλιβερό είναι τούτο το πράγμα. Αντί ο άνθρωπος να αναχθεί στην χαρά της Ανάστασης, κατέρχεται σε έναν άκρατο συναισθηματισμό, που επιβάλει στην Ανάσταση να προσαρμοστεί στην δική μας έλλειψη.  Άνθρωποι να κλαίνε. Φολκλορικές συμπεριφορές βίου ορθοδοξίας. Χαμηλός φωτισμός που φτιάχνει την ατμόσφαιρα. Θεατρινισμοί ανάμεσα στην ουσία του θείου δράματος και στην περι-ουσία μιας θείας κωμωδίας. Και όλα αυτά για να ταυτιστεί ο άνθρωπος όχι με αυτά που πρέπει, αλλά με αυτά που είναι. Ο Νυμφίος εξέρχεται εν μέσω σιγοψαλτικής ψευδοσυμμετοχής, ο Μυστικός Δείπνος μένει αφάγωτος, γιατί στο τραπέζι αντί να δοξάσουμε την παράδοση   των Αχράντων και Επουρανίων και φρικτών Μυστηρίων του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου, απλά αναζητούμε τον Ιούδα, για να έχουμε μέτρο σύγκρισης της φαινομενικής μας αγιότητας, δίνοντας ελαφρυντικά στον εαυτό μας για  την δική μας αμαρτωλότητα.

 Όλα αυτά τα ανόητα συναισθηματικά, οδηγούν σε Εκκλησιολογική εκτροπή. Ο άνθρωπος νοιάζεται περισσότερο για το στολισμό του Επιταφίου, παρά για τον χορτασμό του πλησίον. Και σαφώς δεν κάνω αναφορά στα περιττά οικονομικά έξοδα, αλλά για το επιτηδευμένο που επιχειρείται να αποδοθεί στον ανεπιτήδευτο και ασχημάτιστο Θεό.

Θυμάμαι στο χωριό μου, παιδιά πιτσιρίκια, στην ευλογημένη Ενορία της Αγίας Τριάδος και στην γείτονα και όμως λίαν αγαπημένη Ενορία του Αη-Γιώργη του Καβαλάρη μας, του Παλληκαριού των συγχωριανών μου, το συναίσθημα ήταν Συναίσθημα, αλλά υγιές. Από εσπέρας της Μεγάλης Πέμπτης, παιδιά με καλάθια και σακούλια διαβαίναμε τις γειτονιές, χτυπούσαμε τις πόρτες και οι νοικοκυραίοι έκοβαν τα λουλούδια του κήπου τους για να στολιστεί ο Επιτάφιος. Πρόσφεραν δηλαδή συναισθηματικά τον κόπο τους, το μόχθο που είχαν βάλει στον κήπο τους, στερούνταν στην ομορφιά της δικής τους αυλής για να αποκτήσει ομορφιά η Ενορία, για να είναι όμορφος ο Επιτάφιος της Εκκλησιάς τους. Αγνή δοτικότητα. Άνθη προσευχής!!! Κατάθεση βιώματος στον Τάφο του Κυρίου. Έτσι, το συναίσθημα γινόταν ένα με το λογικό βίωμα και το βίωμα γινόταν αγιότητα υπέρ του Πλάστη!

Σήμερα το συναίσθημα έγινε σακούλα πληρωμένη με άνθη εμπορίου, ο Επιτάφιος δεν είναι  στολισμένος από την προσπάθεια, από τον κόπο και το μόχθο μας, αλλά από το ακριβοπληρωμένο ανθοπωλείο της περιοχής. Τα άνθη συμμετρικά και όμορφα, αλλά άοσμα πνευματικής προσπάθειας. Ο Επιτάφιος αποκτά καλλιστειακή  διάσταση σε σύγκριση με την διπλανή Ενορία. Και όμως ο Χριστός επιμένει να Ανασταίνεται!

Σε αυτό το πλαίσιο οδηγούμαστε στο λαμπρό βράδυ της Αναστάσεως. Και επειδή ως ορθά λέγει το ευαγγελικό ανάγνωσμα της ημέρας  «Εν αρχή ην ο Λογος, και ο Λογος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λογος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. πάντα δι’ αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν. εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων. και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν.» (Ιω. 1,1-5), αρχίζει μια δεύτερη εκτροπή, γιατί ο άνθρωπος αρνείται να εξέλθει ουσιαστικά από το καταθλιπτικό συναίσθημα της πτώσης και παραμένει καθηλωμένος στον άκαρπο συναισθηματισμό αποστρεφόμενος κάθε λογική. Ποια είναι η ορθή λογική; Μα να Κοινωνήσει της Αναστάσεως του Χριστού με την μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων! Αντί όμως αυτής της Κοινωνίας, ο άνθρωπος σπεύδει να κοινωνήσει με μαγειρίτσες, με αρνιά και με εδέσματα, κλείνοντας ερμητικά τα αυτιά του στο κάλεσμα του ιερού Χρυσοστόμου που σε αυτή την Αγία Ημέρα, παραγγέλνει μέσα από τον Κατηχητικό Λόγο του: «Νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, ευφράνθητε σήμερον, Η τράπεζα γέμει τρυφήσατε πάντες, ο μόσχος πολύς μηδείς εξέλθη πεινών, Πάντες απολαύετε του συμποσίου της πίστεως. Πάντες απολαύσατε του πλούτου της χρηστότητος, Μηδείς θρηνείτω πενίαν εφάνη γαρ η κοινή βασιλεία…».

Αξίζει να μελετήσει κάποιος πόσο ισχυρά επιμένει η Εκκλησία στην ορθή πορεία εκλογίκευσης του συναισθήματος και της βιωματικής αντιμετώπισης του γεγονότος της Αναστάσεως. Στην Ανάσταση ο κληρικός, ταράζει επί τρεις φορές την Οικουμένη ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη» και το χαμόγελο της αναστάσιμης χαράς απλώνεται από τον διάχυτο συναισθηματισμό στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, αλλά δυστυχώς μένει εκεί  χωρίς να ριζώνει στην καρδιά και στο νου, χωρίς να μετέχει ο λόγος, χωρίς να καρπίζει η λογική.

Ο επόμενος στίχος που προτάσσεται από την Εκκλησία είναι, «Αναστήτω ο Θεός, και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού, και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν», και εκεί βλέπουμε την πρώτη άρνηση του Πέτρου να εκφράζεται σε ένα μεγάλο μέρος των παρισταμένων «πιστών». Οι Χριστιανοί αρχίζουν να φεύγουν. Διασκορπίζονται σε πλατείες και δρόμους, ως να είναι εχθροί του Αναστάντος Χριστού.

 Η Εκκλησία επιμένοντας να συνάγει τα τέκνα της και να συγκεντρώσει την ποίμνη της, βοά τον δεύτερο στίχο για να συνετίσει το συναίσθημα, που αδυνατεί να κατανοήσει την Ανάσταση. Λαλεί ο κληρικός για δεύτερη φορά: «Ως εκλείπει καπνός, εκλιπέτωσαν, ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός». Μια δεύτερη ματιά στον κόσμο της Ανάστασης που φεύγει, εστιάζει σε κεριά που λιώνουν στην αύρα της άνοιξης καθώς απομακρύνονται από την Εκκλησία , αφήνοντας πίσω τους τον καπνό της φευγαλέας κίνησης. Σε αυτή την πράξη και πάλι οι Χριστιανοί γίνονται εκφραστές της δεύτερης άρνησης του Πέτρου.

 Διακρίνοντας αυτή την εικόνα η Εκκλησία και σκληραίνοντας την στάσης της, σε μια ύστατη προσπάθεια περιχαράκωσης των ψυχών, ξεστομίζει το «Ούτως απολούνται οι αμαρτωλοί από προσώπου του Θεού, και οι δίκαιοι ευφρανθήτωσαν». Πράγματι, σε αυτό το στίχο οι Χριστιανοί είναι ήδη μακριά από πρόσωπο του Θεού. Έχουν χαθεί στους δρόμους και στα οικοδομικά τετράγωνα της πόλης. Έχουν στρέψει τις πλάτες τους στην Εκκλησία. Και δυστυχώς εδώ εντοπίζεται η τρίτη και τελευταία άρνηση του Πέτρου!

 Η Εκκλησία όμως πάντα είναι χώρος ειρήνευσης και ελευθερίας. Καταλαγιάζοντας το όλο θέμα, διακηρύττει περίτρανα: «Αύτη η ημέρα, ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμενεν αυτή», συγκεντρώνοντας έτσι τους εναπομείναντες Χριστιανούς σε μια δοξολογική αναστάσιμη μετοχή στον Οίκο του Αναστάντος Κυρίου, συνεχίζοντας την χαρά της Αναστάσεως. Αυτοί, οι συνήθως λίγοι εναπομείναντες, είναι οι πιστοί μαθητές, που δεν αποστρέφονται την Αγία Τράπεζα του Μυστηρίου μένοντας και όχι φεύγοντας, όπως έφυγε ο Ιούδας από εκείνη την πρώτη Αγία Τράπεζα του Μυστικού Δείπνου. Οι πιστοί που παραμένουν στην τέλεση της αναστάσιμης Λειτουργίας επίστανται βιωματικά την αλήθεια ότι η μόνη σώζουσα βιωματική πρακτική, είναι αυτή που καταγγέλλεται στην είσοδο του Ιερού Ευαγγελίου, με την διαρκή προτροπή όπως  «Εν Εκκλησίαις ευλογείτε τον Θεόν, Κύριον εκ πηγών Ισραήλ, σώσον ημάς, Υιέ Θεού, ο αναστάς εκ νεκρών, ψάλλοντάς σοι˙  Αλληλούϊα».

 Η άρνηση του σύγχρονου ανθρώπου να ζήσει βιωματικά το μυστήριο της Αναστάσεως είναι προδοσία κατά του Διδασκάλου. Αν επιχειρήσουμε να δούμε σε ανθρώπινη κλίμακα τούτο το σφάλμα αυτή η προδοσία της αποστροφής της Ανάστασης είναι μεγαλύτερη. Ο Ιούδας πρόδωσε τον Θεάνθρωπο Χριστό επί γης. Ο Χριστιανός που αποχωρεί από την Μυσταγωγία της Αναστάσεως προδίδει Χριστόν τον Αναστάντα, δηλ. όχι μόνο τον Θεό, αλλά και την αναστημένη  ανθρώπινη φύση.

 Η απάντηση στο «πότε», «που» και «πως» ανασταίνεται ο Χριστός, βρίσκεται το βράδυ της Αναστάσεως επί της Αγίας Τραπέζης. Όποιος «γεύεται» αυτό το Τραπέζι γνωρίζει. Δεν είναι τυχαίο ότι την ίδια ημέρα πριν την Θεία Κοινωνία η Εκκλησία ψάλλει «Σώμα Χριστού μεταλάβετε, πηγής αθανάτου γεύσασθε».

Αληθώς Ανέστη Αδελφοί!!!