Page 4 - Μακάριοι ενάρετοι γέροντες
P. 4

Tεύχος 02 / Μακάριοι ενάρετοι Γέροντες / 15 Ιανουαρίου 2012                www.pemptousia.gr




        μόλις  ημερών,  ξεριζώθηκαν  κι  αυτοί  απ’  την  πατρίδα   στην αποθήκη, γιατί τους έδιναν υποσχέσεις ότι σε λίγο
        τους,  το  Λιβίσι,  μαζί  με  τα  υπόλοιπα  γυναικόπαιδα   θα τους μεταφέρουν αλλού, θα τους δώσουνε χωράφια
        και τους γέροντες, καταληστευμένοι και ταλαιπωρημέ-   και θα τους φτιάξουνε σπίτια…
        νοι πολύ απ’ τους Τούρκους, που είχαν γίνει πιά για
        τους Έλληνες μόνο μαχαιροβγάλτες, άρπαγες και βια-           Ο μικρός Ιάκωβος δεν έβγαινε να παίξει καθό-
        στές. «Θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς…». Τα    λου στον δρόμο, δεν μπορούσε να ακούει τα παιδάκια
        καράβια της προσφυγιάς που μετέφεραν τους Έλληνες     του  χωριού  και  μαζί  μ’  αυτά  και  προσφυγόπουλα  να
        πρόσφυγες, βασανισμένους από πείνα, δίψα και ψείρα,   λένε τις κακές λέξεις, έστω κι αν δεν τις καταλάβαινε.
        «πιάσανε» στον Πειραιά. «Όταν κατεβήκαμε στο λιμάνι   Προτιμούσε να πηγαίνει κάθε απόγευμα με τη γιαγιά
        του Πειραιά», αφηγείτο ο ίδιος ο Γέροντας, «παρόλη τη   και τη μητέρα του ν’ ανάβουνε τα καντηλάκια και να
        νηπιακή μου ηλικία, θυμάμαι ότι ακούσαμε για πρώτη    βάζει τη γιαγιά του να του λέει για τους βίους των αγί-
        φορά στην ζωή μας κάποιους Έλληνες να βλαστημάνε      ων και για τους Ιερομόναχους της οικογένειάς τους.
        τα Θεία. Τότε η γιαγιά μου είπε: “Πού ήρθαμε εδώ; Κα-
        λύτερα να γυρίσουμε πίσω να μας σκοτώσουν οι Τούρ-
        κοι, παρά να ακούμε τέτοια λόγια. Στη Μικρά Ασία δεν   Η εγκατάσταση στην Βόρεια Εύβοια
        ξέραμε τέτοια αμαρτία». Τα λόγια αυτά της γιαγιάς του
        Γέροντος Ιακώβου φανερώνουν το πώς οι Μικρασιάτες            Στα τέλη του 1925 η οικογένεια του Γέροντος
        ζούσαν τον Θεό.                                       Ιακώβου μεταφέρθηκε μαζί μ’ άλλους πρόσφυγες στην
                                                              Βόρεια Εύβοια, στο χωριό Φαράκλα. Εγκαταστάθηκαν
               Από τον Πειραιά το καράβι που μετέφερε και     αρχικά σε κάτι σκηνές και μετά από δύο χρόνια σε μι-
        την οικογένειά του Γέροντα έφυγε για την Ιτέα, όπου   κρά σπίτια και καλλιεργούσαν κτήματα.
        εκεί τους κατέβασαν μαζί με τους υπόλοιπους πρόσφυ-
        γες και στη συνέχεια τους οδήγησαν ποδαρόδρομο σ’            Ο  πατέρας  του  Γέροντα  ήταν  και  πολύ  καλός
        ένα χωριό της Άμφισσας, τον Άγιο Γεώργιο, όπου έμει-  τεχνίτης,  χτίστης,  κι  ο  κόσμος  τον  προτιμούσε  και  γι’
        ναν μαζί με άλλες οικογένειες κάτω από δύσκολες συν-  αυτό συχνά έλειπε απ’ το σπίτι. Έτσι, καθοριστικό ρόλο
        θήκες, σε μία μακρόστενη αποθήκη για δύο χρόνια.      στη ζωή του Γέροντα Ιακώβου έπαιξε η προσωπικότητα
                                                              της μητέρας του, Θεοδώρας. Στολισμένη εκείνη με τις
               Η πρόνοια του Θεού έφερε μετά από δύο χρόνια   αρετές της πίστεως, της ευσεβείας και της ελεημοσύνης,
        στην  περιοχή  όπου  ζούσαν  τον  πατέρα  του  Γέροντος   της εγκρατείας (νηστείας-σωφροσύνης), της εργατικότη-
        για αναζήτηση εργασίας, ο οποίος είχε δραπετεύσει απ’   τας και της νοικοκυροσύνης, τις μετέδωσε με αγάπη και
        τους Τούρκους, παρόλο που τον φύλαγαν σαν τα μάτια    υπομονή στην απαλή ψυχή του παιδιού της, Ιακώβου.
        τους, γιατί τον είχαν ανάγκη για αρχιμάστορα, κι έτσι   Του έμαθε επίσης να προσεύχεται και να κάνει πολλές
        ξανάσμιξε με την οικογένειά του με θαυμαστό τρόπο.    μετάνοιες. Από έξι χρονών ο μικρός Ιάκωβος, χωρίς να
                                                              ξέρει ακόμη γράμματα, είχε μάθει απ’ έξω τα της Θείας
                                                              Λειτουργίας και τα σιγόψελνε μόνος του, κάνοντας ελά-
                                                              χιστα  λάθη.  Τόση  αγάπη  δε  απέκτησε  στις  μετάνοιες,
                                                              ώστε ακόμη και τις Κυριακές που πήγαινε απ’ τη νύχτα
                                                              στην  εκκλησία  για  να  διακονήσει  αρχικά  στο  ιερό  κι
                                                              αργότερα στο αναλόγιο, μέχρι να έλθει ο κόσμος έκανε
                                                              συνέχεια μετάνοιες στρωτές.

                                                                     Αφηγείτο  σχετικά  ο  Γέροντας  Ιάκωβος:  «Κά-
                                                              ποια Κυριακή πρωΐ με βρήκε ο ιερέας να κάνω μετά-
                                                              νοιες στο ιερό και μου είπε: Παιδί μου Ιάκωβε, σήμερα
                                                              Κυριακή, ημέρα αναστάσιμη, ανέστη ο Κύριος, δεν κά-
                                                              νουν μετάνοιες». Κι εγώ του απάντησα: «Κάνω μετά-
                                                              νοιες πάτερ, γιατί η μητέρα μου έτσι με έμαθε».

                                                                     Έλεγε επίσης ο Γέροντας: «Όταν λειτουργούσε
                                                              ο παπάς του χωριού, την ώρα που οι ψάλτες έψαλλαν
                                                              “Οι τα χερουβείμ μυστικώς εικονίζοντες…”, εγώ άκουα
        Η κλίση του προς το Θεό                               φτερουγίσματα γύρω απ’ την αγία Τράπεζα». «Ο πα-
                                                              πάς», έλεγε ο Γέροντας, «νόμιζα ότι δεν έχει σώμα. Εί-
               Ο  Γέροντας  Ιάκωβος,  πέντε  χρονών  παιδάκι   ναι άγγελος. Έλεγα έχει δύο κόκκαλα στους ώμους, σαν
        τότε, για παιχνίδι του είχε ένα κεραμιδάκι στο οποίο   κρεμάστρα και κρέμονται τα ράσα απ’ εκεί».
        έβαζε  καρβουνάκι  απ’  την  πυροστιά  που  μαγείρευαν
        και ψάλλοντας «αλούγια – αλούγια» (αλληλούϊα), λιβά-         Έτσι, έβλεπαν την ιερωσύνη τα παιδικά μάτια
        νιζε την οικογένειά του κι όλες τις προσφυγικές οικογέ-  της αγνής ψυχής του. Έβλεπε τον ιερέα σαν επίγειο άγ-
        νειες που έμεναν στην αποθήκη, έχοντας για χωρίσματα   γελο, που λειτουργεί με τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ.
        κουβέρτες που κρέμονταν ανάμεσά τους. Μένανε πάντα    Κι έτσι στ’ αλήθεια τα θεία πράγματα είναι.

        Σελίδα 4                                                                   Αρχιμ. Κύριλλος, Καθηγούμενος Οσίου Δαυΐδ Γέροντος
   1   2   3   4   5   6   7   8   9