Οι σχετικές με το πρόσωπο του Αποστόλου Ιωάννου πληροφορίες των βιβλίων της Καινής Διαθήκης

8 Μαΐου 2012

Οι αναφορές των βιβλίων της Καινής Διαθήκης στο πρόσωπο του αποστόλου Ιωάννου δεν είναι πολλές. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι με μοναδική ίσως εξαίρεση το βιβλίο της Αποκαλύψεως[1], το όνομα του εν λόγω αποστόλου (αν όντως πρόκειται γι’ αυτόν) απουσιάζει εντελώς από τα αποδιδόμενα βάσει της εκκλησιαστικής παραδόσεως σε αυτόν έργα του Κανόνος της Καινής Διαθήκης (Δ’ Ευαγγέλιο, τρεις επ’ ονόματι Ιωάννου Καθολικές Επιστολές, βιβλίο Αποκαλύψεως), ενώ μόλις που απαντά στα πλαίσια ένδεκα παραλλήλων η μη περικοπών της Συνοπτικής παραδόσεως[2], πέντε του βιβλίου των Πράξεων[3] και μιας της προς Γαλάτας επιστολής του αποστόλου Παύλου[4].

Ειδικότερα, και σε ο,τι αφορά στις διηγήσεις των Συνοπτικών Ευαγγελίων, το όνομα του απ. Ιωάννου μνημονεύεται στα πλαίσια των διηγήσεων α) της κλήσης των πρώτων μαθητών (Μτ. 4,21. Μκ. 1,19-20. Λκ. 5,10), β) της θεραπείας της πενθεράς του Σιμωνα (Μκ. 1,29), γ) της εκλογής των δώδεκα αποστόλων από τον Ιησού (Μτ. 10,2. Μκ. 3,16-17. Λκ. 6,14), δ) της ανάστασης της κόρης του Ιαείρου (Μκ. 5,37. Λκ. 8,51), ε) της Μεταμορφώσεως του Κυρίου (Μτ. 17,1. Μκ. 9,2. Λκ. 9,28), στ) της κυριακής ρήσεως «ος γαρ ουκ έστι καθ’ ημών, υπέρ ημών εστιν» (Μκ. 9,38. Λκ. 9,49), ζ) της αφιλοξενίας των Σαμαρειτών κατά το ταξίδι του Ιησού για την πόλη της Ιερουσαλήμ (Λκ. 9,54), η) του αιτήματος των υιών Ζεβεδαίου «ίνα καθίσωσιν … εις εκ δεξιών και εις εξ ευωνύμων εν τη βασιλεία» του Ιησού (Μκ. 10,35.41), θ) της κυριακής προρρήσεως των δεινών πριν από το τέλος του κόσμου (Μκ. 13,3), ι) του τελευταίου (μυστικού) δείπνου (Λκ. 22,8), και ια) της προσευχής του Ιησού στον κήπο της Γεθσημανή (Μτ. 26,36-46. Μκ. 14,32-42. Λκ. 22,39-46.)

Από το σύνολο των προαναφερθεισών συνοπτικών διηγήσεων πληροφορούμαστε ότι ο απόστολος Ιωάννης ήταν υιός του Ζεβεδαίου και αδελφός του επίσης μαθητού και αποστόλου του Κυρίου, Ιακώβου[5]. Σε ό,τι αφορά στη μητέρα του δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου «η μήτηρ των υιών Ζεβεδαίου» εμφανίζεται δύο φορές· την πρώτη στα πλαίσια της διήγησης του αιτήματος των υιών Ζεβεδαίου, όταν η ίδια φέρεται να ζητά από τον Ιησού «ίνα» οι δύο υιοί της «καθίσωσιν … εις εκ δεξιών … και εις εξ ευωνύμων» του «εν τη βασιλεία» του (Μτ. 20,20-28), και τη δεύτερη, ως μία από τις γυναίκες εκείνες που παρακολουθούσαν από μακρυά τη Σταύρωση του Ιησού στο Μτ. 27,56: «ην Μαρία η Μαγδαληνή, και Μαρία η του Ιακώβου και Ιωσή μήτηρ, και η μήτηρ των υιών Ζεβεδαίου». Η αντιπαραβολή του τελευταίου αυτού χωρίου με το παράλληλό του στο κατά Μάρκον Ευαγγέλιο (Μκ. 15,40: «Ήσαν δε και γυναίκες από μακρόθεν θεωρούσαι, εν αις Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου του μικρού και Ιωσή μήτηρ, και Σαλώμη») ήταν και ο λόγος που πολλοί υποστήριξαν ότι το όνομά της ήταν Σαλώμη, ενώ βάσει του Ιω. 19,25 («ειστήκεσαν … παρά τω σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή») υποστηρίχθηκε και η άποψη ότι ήταν αδελφή της Παναγίας. Γεγονός, που αν όντως ισχύει, θα καθιστούσε τον Ιησού και τον Ιωάννη πρώτα ξαδέλφια[6].

Η οικογένεια του Ιωάννη θα πρέπει να διέμενε στην πόλη της Καπερναούμ της Γαλιλαίας, η τουλάχιστον κοντά σε αυτήν[7], «παρά την Γεννησαρίτιν λίμνην»[8], όπου σύμφωνα με τις ευαγγελικές διηγήσεις ο Ιωάννης μαζί με τον πατέρα του και τον αδελφό του ασχολούνταν επαγγελματικά με την αλιεία[9], όπως άλλωστε και το μεγαλύτερο μέρος του παρόχθιου πληθυσμού της περιοχής εκείνη την εποχή[10]. Οι αλιείς των χρόνων του Ιησού αποτελούσαν μία από τις πλέον γνωστές και δημοφιλείς κατηγορίες επαγγελματιών σε ολόκληρη την Παλαιστίνη[11]. Και αυτό, προφανώς διότι προμήθευαν τον πληθυσμό της με ένα από τα βασικότερα και καθημερινά είδη διατροφής του[12].

Η ευρύτερη περιοχή της Γαλιλαίας ήταν από πολύ παλιά γνωστή στον ιουδαϊκό κόσμο ως «Γαλιλαία των Εθνών» (Galil ha-Goyim)[13], λόγω του ότι για πολλά χρόνια υπήρξε κοινός χώρος διαμονής και δράσης Εβραίων και Εθνικών[14]. Ειδικά μάλιστα κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, την περίοδο  δηλαδή που εδραιώνεται σε ολόκληρη την περιοχή της Παλαιστίνης η παρουσία του ελληνικού πολιτισμού, το ιουδαϊκό στοιχείο της Γαλιλαίας αποτελούσε ένα μόνο μέρος του γενικού πληθυσμού της περιοχής, γεγονός που αποτελεί ένδειξη ότι το ειδωλολατρικό στοιχείο θα πρέπει να ήταν το πληθυσμιακά κυρίαρχο[15]. Οι προσπάθειες των Ασμοναίων βασιλέων Υρκανού (135-105 π.Χ.) και Αριστόβουλου Α’ (104 π.Χ.) να εξιουδαΐσουν βίαια τον ντόπιο ειδωλολατρικό πληθυσμό δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, γεγονός που σε συνδυασμό με την ολοένα και πιο έντονη παρουσία του ελληνικού πολιτισμού στην περιοχή είχε ως συνέπεια η Γαλιλαία των ρωμαϊκών χρόνων, και κατά συνέπεια των χρόνων της εποχής της Καινής Διαθήκης να χαρακτηρίζεται από τον κατεξοχήν ελληνικό χαρακτήρα της. Έτσι, δεδομένης της μεγάλης επίδρασης του ελληνικού πολιτισμού στην εν λόγω περιοχή, δεν θα πρέπει να προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι το όνομα του αποστόλου Ιωάννη αποτελούσε εξελληνισμένη μορφή του εβραϊκού ονόματος Ιωανάν[16], που σήμαινε στα ελληνικά «εκείνον που ελέησε ο Κυριος»[17] και που αποτελούσε ένα ιδιαίτερα διαδεδομένο στον ιουδαϊκό κόσμο της εποχής όνομα[18]. Είναι άλλωστε γνωστό ότι τέτοια φαινόμενα ήταν ιδιαίτερα συνήθη όχι μόνο στην περιοχή της Γαλιλαίας, αλλά και σε ολόκληρη την Παλαιστίνη των χρόνων της Κ.Δ[19]. Εξελληνισμένη άλλωστε μορφή εμφανίζονται να έχουν και τα ιουδαϊκά ονόματα που έφεραν τόσο ο αδελφός του Ιωάννη Ιακωβος, όσο και ο πατέρας του Ζεβεδαίος, καθώς το μεν πρώτο ήταν απλός εξελληνισμός του ιδιαίτερα διαδεδομένου εβραϊκού ονόματος Ιακώβ[20], το δε δεύτερο εξελληνισμένη μορφή του επίσης εβραϊκού ονόματος Ζαβαδίας[21], που σήμαινε μάλιστα στα ελληνικά «δώρο Θεού/Ιεχωβά», ήτοι Θεόδωρος[22].

Η οικογένεια του Ζεβεδαίου, σύμφωνα με τις διηγήσεις και των τριών Συνοπτικών Ευαγγελίων, είχε στην κατοχή της αλιευτικό «πλοίο» (Μτ. 4,22. Μκ. 1,20. Λκ. 5,11). Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την ιδιαίτερη πληροφορία του Ευαγγελιστή Λουκά ότι ο Ζεβεδαίος με τα παιδιά του «ήσαν κοινωνοί Σίμωνι», ότι συνεργάζονταν δηλαδή επαγγελματικά με τον Πέτρο (Λκ. 5,10), αλλά και με εκείνη του Μαρκου, ότι είχαν «μισθωτούς» στην υπηρεσία τους (Μκ. 1,20), επιτρέπει την υπόθεση ότι η οικογένειά του Ζεβεδαίου ήταν σχετικά εύπορη[23]. Υπόθεση που επιβεβαιώνεται και από μία άλλη σειρά σχετικών αναφορών των Ευαγγελίων, όπως π.χ. τη δυνατότητα της επί μεγάλα χρονικά διαστήματα συναναστροφής και μαθητείας των υιών Ζεβεδαίου κοντά στον Ιησού[24].

Ο Ιωάννης, βάσει των ευαγγελικών διηγήσεων, κλήθηκε στο αποστολικό αξίωμα από τον ίδιο τον Ιησού[25], από τον οποίο μάλιστα από κοινού με τον αδελφό του Ιακωβο ονομάστηκαν «Βοηνεργές» (Μκ. 1,19-20), δηλ. «υιοί βροντής» (Μκ. 3,17), προφανώς λόγω της «θυελλώδους ιδιοσυγκρασίας» τους[26]. Μαζί με τον Πετρο, οι δύο υιοί Ζεβεδαίου ανήκαν στο στενότερο κύκλο των μαθητών του Κυρίου, δεδομένου ότι μόνο αυτοί από τους δώδεκα μαθητές ήταν παρόντες στα γεγονότα της αναστάσεως της κόρης του Ιαείρου (Μκ. 5,37. Λκ. 8,51) και της Μεταμορφώσεως (Μτ. 17,1. Μκ. 9,2. Λκ. 9,28), ενώ μόνο αυτοί ήταν και οι μαθητές εκείνοι που ο Ιησούς πήρε μαζί του κατ’ ιδίαν, όταν λίγο πριν τη σύλληψή του προσευχήθηκε στον κήπο της Γεθσημανή (Μτ. 27,37. Μκ. 14,33).

Πέρα όμως από τα Συνοπτικά Ευαγγέλια, όπου και οι σχετικές με το πρόσωπο του Ιωάννου πληροφορίες για την προ της Αναστάσεως του Κυρίου περίοδο, το όνομα του αποστόλου Ιωάννου απαντά επίσης, όπως άλλωστε έχουμε αναφέρει και προηγουμένως, και στο βιβλίο των Πράξεων, αλλά και στην προς Γαλάτας επιστολή του αποστόλου Παύλου. Σε ο,τι αφορά ειδικά στο βιβλίο των Πράξεων, το όνομα του Ιωάννου απαντά στα πλαίσια πέντε διηγήσεων, ήτοι εκείνων α) της εκλογής του Ματθίου ως διαδόχου του Ιούδα (1,13), β) της θεραπείας του χωλού μπροστά στην πύλη του Ναού των Ιεροσολύμων και της εκεί ομιλίας του Πετρου (3,1.4.11), γ) της ανάκρισης του Πετρου και του Ιωάννου από το Ιουδαϊκό Συνέδριο (4,13.19), δ) της δράσης του μάγου Σιμωνος στην περιοχή της Σαμάρειας (8,14.25), και ε) της περί του θανάτου του αδελφού του Ιωάννου Ιακώβου και της φυλακίσεως του Πετρου από τον Ηρώδη διηγήσεως (12,1-2). Η σημασία των παρεχομένων στις διηγήσεις αυτές πληροφοριών είναι ιδιαίτερα μεγάλη, καθώς μαζί με τη μαρτυρία του Γαλ. 2,9 συνιστούν τις μοναδικές από τις προερχόμενες από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης πηγές πληροφόρησης σχετικά με τον μετά την Ανάληψη του Κυρίου βίο και δράση του αποστόλου Ιωάννου.

Σύμφωνα λοιπόν με το βιβλίο των Πράξεων, μετά την Ανάληψη του Κυρίου ο απόστολος Ιωάννης διέμενε στην πόλη των Ιεροσολύμων. Κατόπιν σχετικής εντολής της εκεί τοπικής Εκκλησίας μετέβη για κάποιο χρονικό διάστημα μαζί με τον Πετρο στην περιοχή της Σαμάρειας για να επιβλέψει μαζί του την πρόοδο της εκεί νέας τοπικής Εκκλησίας (8,14-25). Ωστόσο, ο Ιωάννης φαίνεται ότι επανήλθε αργότερα στα Ιεροσόλυμα, δεδομένου ότι ο Παύλος κατά την παραμονή του στην πόλη αυτή για την εκεί συγκλιθείσα, όπως αποκαλείται, Αποστολική Συνοδο (48 μ.Χ.[27]) μνημονεύει το όνομα του αποστόλου Ιωάννου, για τον οποίο μάλιστα και αναφέρει ότι μαζί με τον Πετρο και τον Ιακωβο τον αδελφόθεο θεωρούνταν ως οι «στύλοι» της ιεροσολυμιτικής Εκκλησίας, προβάλλοντας έτσι την ιδιαίτερα σημαντική τους θέση σε αυτήν (Γαλ. 2,9).

Εκείνο που προκαλεί όμως ιδιαίτερη εντύπωση στις εν λόγω μαρτυρίες των Πράξεων και της προς Γαλάτας επιστολής, είναι το γεγονός ότι το όνομα του αποστόλου Ιωάννου βρίσκεται, σχεδόν πάντοτε, σε άμεση συνάρτηση με το πρόσωπο του αποστόλου Πετρου. Στο α’ κεφάλαιο των Πράξεων το όνομα του Ιωάννη ακολουθεί αυτό του Πετρου στον κατάλογο των ονομάτων των ένδεκα μαθητών στο υπερώο των Ιεροσολύμων (1,13). Στο γ’ και δ’ κεφάλαιο ο Ιωάννης συνοδεύει τον Πέτρο στο Ναό, όπου στη λεγόμενη Ωραία Πυλη ο τελευταίος θεραπεύει το χωλό και στη συνέχεια κηρύττει στο συγκεντρωμένο πλήθος, με αποτέλεσμα τη σύλληψη, τη φυλάκιση και την ανάκρισή τους από το Ιουδαϊκό Συνέδριο, και εν τέλει την απελευθέρωσή τους. Ενώ, τέλος, στο η’ κεφάλαιο, ο Ιωάννης, και πάλι μαζί με τον Πετρο, φαίνεται να μεταβαίνει στην περιοχή της Σαμάρειας για να επιβλέψει μαζί του την πρόοδο της εκεί νέας τοπικής Εκκλησίας, εξέχουσα προσωπικότητα της οποίας αποτελούσε ο Διάκονος Φιλιππος (8,14-25). Ωστόσο, το πλέον αξιοπρόσεκτο στοιχείο των διηγήσεων αυτών είναι το γεγονός ότι σε όλα αυτά τα περιστατικά ο Πετρος είναι πάντα εκείνος που φαίνεται να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και τον κατεξοχήν πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς οι όποιες αναφορές του Λουκά στο βιβλίο των Πράξεων σχετικά με τον απόστολο Ιωάννη περιορίζονται στην απλή αναφορά του ονόματός του και μόνο[28]. Αίσθηση που αποκομίζει κανείς και από τα όσα σχετικά αναφέρει και ο Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή του[29].

Τα βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν διασώζουν άλλες πληροφορίες σχετικά με το πρόσωπο του αποστόλου Ιωάννου. Το γεγονός ότι το όνομα του συγγραφέα του βιβλίου της Αποκαλύψεως είναι, σύμφωνα άλλωστε και με την αυτομαρτυρία του, το Ιωάννης (1,1.4.9. 22,8), δεν φαίνεται να συνιστά απαραίτητα και αναφορά του εν λόγω βιβλίου στο πρόσωπο του ομωνύμου αποστόλου, δεδομένου ότι οι όποιες περί του εν λόγω Ιωάννη πληροφορίες του βιβλίου αυτού συνίστανται στον ασαφή και μόνο χαρακτηρισμό του τελευταίου ως «δούλου του Θεού» (1,1) και «συγκοινωνού εν τη θλίψει και βασιλεία και υπομονή εν Ιησού» των χριστιανών των τοπικών Εκκλησιών της ευρύτερης περιοχής της Μικράς Ασίας (1,9).

[1] Απ. 1,1.4.9. 22,8.

[2] Μτ. 4,21. 10,2. 17,1. Μκ. 1,19-20.29. 3,16-17. 5,37. 9,2.38. 10,35.41. 13,3, 14,33. Λκ. 5,10. 6,14. 8,51. 9,28.49. 54. 22,8.

[3] Πράξ. 1,13. 3,1.4.11. 4,13.19. 8,14.25. 12,1-2.

[4] Γαλ. 2,9.

[5] Ο Ιάκωβος πρέπει να ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Ιωάννη. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουμε βάσει της ομοιομορφίας στη σειρά των ονομάτων των δύο αδελφών, όποτε αυτά μνημονεύονται, όπου το όνομα του Ιακώβου προηγείται πάντοτε αυτού του Ιωάννη. Μοναδικές εξαιρέσεις αποτελούν τέσσερα χωρία από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και το βιβλίο των Πράξεων (Λκ. 8,51. 9,28. Πραξ. 1,13. 12,2), όπου το όνομα του Ιωάννη προτίθεται εκείνου του αδελφού του Ιακώβου, προφανώς λόγω του ότι για το συγγραφέα των δύο αυτών βιβλίων Λουκά ο Ιωάννης ήταν ο πιο γνωστός από τους δύο αδελφούς. CULPEPPER, John, σελ. 8. Πρβλ. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Εισαγωγή, σελ. 143. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ιωάννης, σελ. 5. FICSON, John, σελ. 953. ΖΟΛΩΤΑΣ, Ευαγγέλιον, σελ. 29.

[6] ΠΑΤΡΩΝΟΣ, Ιστ. Πορεία, σελ. 180. ΒERNARD, Gospel, σελ. xxxv. Ωστόσο το συμπέρασμα αυτό βασιζόμενο σε αγιογραφικές και μόνο μαρτυρίες, όσο εύλογο και αν φαίνεται, στερείται ουσιαστικής και αναντίρρητης αποδείξεως. Κατι, ωστόσο, που δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν ανταποκρίνεται και στην πραγματικότητα. Η δυσκολία εξαγωγής του συμπέρασματος ότι το όνομα της μητέρας των υιών Ζεβεδαίου είναι πράγματι Σαλώμη, ξεκινά από τους ίδιους ακριβώς στίχους από τους οποίους φαίνεται και ότι προκύπτει. Όταν οι δύο Ευαγγελιστές Ματθαίος και Μάρκος μνημονεύουν ο μεν ένας τη «μητέρα των υιών Ζεβεδαίου» (Μτ. 27,56), ο δε δεύτερος τη «Σαλώμη» (Μκ. 15,40), αναφέρονται σε μία από τις τρεις επωνύμως μνημονευόμενες – μέλη μίας ευρύτερης ομάδας γυναικών που παρακολουθούσαν από μακρυά τη Σταύρωση του Ιησού. Έτσι, και μολονότι αμφότεροι οι δύο αυτοί Ευαγγελιστές μνημονεύουν από κοινού τη Μαρία τη Μαγδαληνή και τη Μαρία, τη μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να μας αποδεικνύει ότι και οι δύο τους αναφέρουν ως τρίτο επώνυμο μέλος της ως άνω ομάδος το αυτό πρόσωπο. Γεγονός, που μπορεί να ακυρώσει και κάθε προσπάθεια ταύτισης της Σαλώμης, ως μητέρας των δύο υιών Ζεβεδαίου, με την ανώνυμη αδελφή της μητέρας του Ιησού του Ιω. 19,25. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό, ότι πουθενά αλλού στα Συνοπτικά Ευαγγέλια η στο κατά Ιωάννην δεν γίνεται λόγος για μία τέτοιου είδους σχέση Μαρίας και Σαλώμης. Αξίζει να σημειωθεί ότι προς την κατεύθυνση αυτή φαίνεται να συμβάλλει και η σχετική μαρτυρία του Ευαγγελίου του Λουκά, καθώς σύμφωνα με τα όσα αυτό αναφέρει, συγκεντρωμένες κάτω από τον σταυρό την ώρα του θείου Παθους ήταν οι «Μαγδαληνή Μαρία και Ιωάννα και Μαρία Ιακώβου και αι λοιπαί συν αυταίς» (Λκ. 24,10), γεγονός που διαφοροποιεί τον συγγραφέα του Γ’ Ευαγγελίου έναντι των δύο άλλων Συνοπτικών συγγραφέων ως προς την ταυτότητα του τρίτου επωνύμου προσώπου, καθώς πέρα από τη Μαρία τη Μαγδαληνή και τη Μαρία του Ιακώβου μνημονεύει επωνύμως κάποια Ιωάννα, γνωστή στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο και από τον στίχο 8,3 ως «γυνή Χουζά επιτρόπου Ηρώδου«. Πρόσωπο, που σε κάθε περίπτωση διακρίνεται από αυτό της Σαλώμης – μητέρας των υιών Ζεβεδαίου. Ως εκ τούτου, και βάσει αγιογραφικών και μόνο στοιχείων, η άποψη που θέλει τη Σαλώμη μητέρα του αποστόλου Ιωάννου τίθεται εν αμφιβόλω, καθώς η δια αντιπαραβολής των όποιων παραλλήλων συνοπτικών χωρίων μέθοδος είναι καταδικασμένη να οδηγηθεί σε αδιέξοδο, δεδομένου ότι σύμφωνα με αυτήν η Σαλώμη του Μκ. 15,40 παρουσιάζει τόσες πιθανότητες να είναι μητέρα του αποστόλου Ιωάννου, όσες και η Ιωάννα του Ευαγγελίου του Λουκά (24,10). Πρβλ. CULPEPPER, John, σελ. 8-9. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Εισαγωγή, σελ. 143. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ιωάννης, σελ. 5. FICSON, John, σελ. 5. ΖΟΛΩΤΑΣ, Ευαγγέλιον, σελ. 29.

[7] Μκ. 1,21. Ο ΖΟΛΩΤΑΣ (Ευαγγέλιον, σελ. 28) εκτιμά βάσει συνδυασμού των χωρίων Λκ. 5,10 και Ιω. 1,44 ότι η πόλη καταγωγής του Ιωάννη ήταν η Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, πόλη στη δυτική όχθη της θάλασσας της Γαλιλαίας.

[8] ΕΥΣΕΒΙΟΣ, Περί των τοπικών ονομάτων, ΒΕΠΕΣ 24, 51,29.

[9] Μτ. 4,21-22. Μκ. 1,19-20.

[10] ΡΟΠΣ, Καθημερινή Ζωη, σελ. 284.

[11] Όπ.π.

[12] Όπ.π. Ο Ντάνιελ Ροπς σε άλλο σημείο του ίδιου αυτού βιβλίου (σελ. 242) αναφέρει σχετικά πολύ χαρακτηριστικά ότι «πολύ περισσότερο και από το κρέας, ήταν το ψάρι, εκείνο που αποτελούσε την τροφή του κοσμάκη. Ψωμί και ψάρι ήταν το πιο κοινό φαγητό», σε τέτοιο μάλιστα βαθμό που όταν οι αλιείς της περιοχής της λίμνης της Γεννησαρέτ αποφάσισαν να μην εργάζονται στις ημέρες των εορτών, έγιναν αποδέκτες έντονων διαμαρτυριών από την πλευρά των συμπολιτών τους (σελ. 283). Βλ. και Μτ. 7,10. Μκ. 6,38. Λκ. 11,11. 24,42. Ιω. 21,13). Πρβλ. CULPEPPER, John, σελ. 10.

[13] Βλ. ενδεικτικά Ησ. 8,23 εε. Α’ Μακ. 5,15. Μτ. 4,21. Μκ. 1,19. Λκ. 5,10. Ιω. 21,1.

[14] Η Γαλιλαία, ως η βορειότερη περιοχή της Παλαιστίνης, υπήρξε ανέκαθεν το σύνορο του ιουδαϊκού κόσμου με την ειδωλολατρία, που σε συνδυασμό με τη μεγάλη απόσταση από το εθνικό και θρησκευτικό κέντρο των Ιεροσολύμων, είχε ως αποτέλεσμα οι κάτοικοί της να ήσαν πάντοτε επιρρεπείς στην υιοθέτηση ξένων προς τον ιουδαϊσμό στοιχείων, προερχομένων από τους γειτονικούς ειδωλολατρικούς πληθυσμούς. Το γεγονός όμως εκείνο που επέτεινε ακόμα περισσότερο την ήδη συντελεσθείσα κατά τα προηγούμενα χρόνια εθνική και θρησκευτική διάβρωση του ισραηλιτικού πληθυσμού της Γαλιλαίας ήταν η υποχρεωτική συνύπαρξη και ανάμειξή του με τους επίσης ειδωλολάτρες Ασσυρίους, όταν αυτοί υπό τον Tiglath Pileser III κατέλαβαν το 732 π.Χ. το Βορειο Βασίλειο του Ισραήλ, στην εδαφική κυριότητα του οποίου ανήκε και η Γαλιλαία. Έκτοτε η περιοχή πέρασε στον έλεγχο πολλών ξένων, ειδωλολατρών στο θρήσκευμα, κατακτητών, όπως οι Βαβυλώνιοι, οι Περσες, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, η παρουσία των οποίων είχε ως συνέπεια την ανάπτυξη στην περιοχή του φαινομένου του θρησκευτικού συγκρητισμού.

[15] ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ, Ιστορία, σελ. 402. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ιστορία, σελ. 292.

[16] Α’ Πρλ. 26,3. Β’ Εσδ. 10,6. CULPEPPER, John, σελ. 7.

[17] ΔΕΡΒΟΣ, Γραμματολογία, σελ. 118.

[18] Ας σημειωθεί ότι στην Καινή Διαθήκη, και πλην του εν λόγω αποστόλου, απαντούν με το όνομα Ιωάννης τρία η τέσσερα ακόμα πρόσωπα. Πρόκειται για τους α) Ιωάννη τον Βαπτιστή (Μκ. 1,4. Λκ. 1,13.60. 3,2.15.16.20), β) Ιωάννη Μάρκο (Πραξ. 12,12.25. 13,5.13. 15,37), καθώς επίσης γ) και το ομώνυμο, αλλά άγνωστο κατά τα λοιπά μέλος της ιουδαϊκής ιερατικής οικογένειας του Πραξ. 4,6. Σύμφωνα με την 27η έκδοση του κριτικού κειμένου της Κ.Δ. των Nestle-Aland ως φέρων το όνομα Ιωάννης μαρτυρείται και ένα τέταρτο πρόσωπο, ο πατέρας του Σίμωνος Πέτρου (Ιω. 1,42. 21,15-17), που στο Βυζαντινό όμως κείμενο απαντά με το όνομα Ιωνάς, γραφή που θα πρέπει και να προτιμάται ως πιο κοντινή στην πραγματικότητα, δεδομένου ότι στο Μτ. 16,17 (τόσο στο Βυζαντινό, όσο και στο κριτικό κείμενο) ο Πετρος παρουσιάζεται ως «Σίμων Βαριωνά» (=αραμ. υιός Ιωνά). Πρβλ. HENGEL, Joh. Question, σελ. 109-110.

[19] Η παρουσία της ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης κατά τους χρόνους της Καινής Διαθήκης ήταν παρά τα όποια πρώτα προβλήματα και εμπόδια (π.χ. Μακκαβαϊκή επανάσταση, Φαρισαϊσμός) ιδιαίτερα έντονη, κυρίως στα ανώτερα μορφωτικά και πιο αριστοκρατικά στρώματα της τότε ιουδαϊκής κοινωνίας. Ειδικά δε σε ο,τι αφορά στην περιοχή της Γαλιλαίας η εκεί διείσδυση του ελληνικού πολιτισμού ήταν αρκετά μεγάλη, ώστε πολλοί να θεωρούν ότι είχε πλήρως εξελληνισθεί και πολλοί από τους κατοίκους της να είναι δίγλωσσοι. Παραδείγματα Ιουδαίων εκείνης της εποχής με εξελληνισμένα, η ακόμα και με αμιγώς ελληνικά ονόματα, είναι πολλά, κρίνουμε δε ως άξια ιδιαίτερης αναφοράς εκείνα των μαθητών του Ιησού Ανδρέα και Φιλίππου, καθώς επίσης και εκείνα των ιουδαίων αρχιερέων Ιασωνος, Μενελάου (Μακκαβαϊκή περίοδος), Βοηθού και Θεοφίλου (Ηρωδιανή περίοδος), των Ασμοναίων και Ηρωδιανών αρχόντων Αλεξάνδρου, Αριστοβούλου, Αντιγόνου, Φιλίππου, Αντίπα, Αγρίππα, των ραββίνων Δοσιθέου, Τρύφωνα, Συμμάχου και Αντιγόνου κ.α. Πρβλ. ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ, Ιστορία, σελ. 406-414. ΓΑΛΙΤΗΣ, Ιστορία, σελ. 97-105. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ιστορία, σελ. 293-295.

[20] CULPEPPER, John, σελ. 7.

[21] ΔΑΜΑΛΑΣ, Εισαγωγή, σελ. 139. CULPEPPER, John, σελ. 7-8.

[22] ΔΕΡΒΟΣ, Γραμματολογία, σελ. 118. ΔΑΜΑΛΑΣ, Εισαγωγή, σελ. 139. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ, Εισαγωγή, σελ. 29. CULPEPPER, John, σελ. 7-8.

[23] Πρβλ. ΠΑΤΡΩΝΟΣ, Ιστ. Πορεία, σελ. 277. CULPEPPER, John, σελ. 14-15. ΡΟΠΣ, Καθ. Ζωη, σελ. 283-284.

[24] Πρβλ. ΖΟΛΩΤΑΣ, Ευαγγέλιον, σελ. 29. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ, Εισαγωγή, σελ. 30.

[25] Μτ. 4,21.22. 10,2. Μκ. 1,19.20. 3,17. Λκ. 5, 18. 6,14. [Ιω. 1,41].

[26] ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Εισαγωγή, σελ. 143. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ιωάννης, σελ. 6. WESTCOTT, Gospel, σελ. lxix. STRONG, John, σελ. 681.

[27] ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, Χρονολογία, σελ. 52.

[28] Βλ. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Εισαγωγή, σελ. 145. ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ, Ιωάννης, σελ. 7.

[29] Όπ.π.

Πηγή: Βασίλειος Δ. Τζέρπος, Το Ιωάννειο Πρόβλημα, εκδ. Π. Πουρναρά (Θεσ/νίκη) 2009, σελ. 109-118.