Πιστεύω – Ομολογώ – Προσδοκώ

12 Ιουλίου 2021

Το Σύμβολο της Πίστεως

Μόνο με τρία ρήματα

Πιστεύω – Ομολογώ – Προσδοκώ

Εισαγωγικά. Η σοφία των Πατέρων των Οικουμενικών Συνόδων, ιδιαιτέρως της 1ης  και 2ας εκ τούτων, εδράζεται πλην των άλλων και στην σαφή και ολοκληρωμένη σύνταξη του Συμβόλου της Πίστεως. Γνωστού  στο πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, ως το «Πιστεύω». Απαγγέλλεται από όλους τους πιστούς Χριστιανούς σε κάθε λατρευτική σύναξη. Συντάχτηκε μέσα σε μεγάλους συγκλονισμούς της Εκκλησίας, εξ αιτίας πολλών ανόητων Αιρεσιάρχων που απέβλεπαν σε αλλοίωση του σωτηριώδους έργου του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Έκριναν οι Πατέρες και προέβησαν στη σύνταξη ενός απλού, κατανοητού και ολιγόλογου κειμένου, που να περιλαμβάνει ολόκληρη την απολυτρωτική και σωτήρια διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Ταυτόχρονα, διατυπώθηκε σ’ αυτό και το έργο αναγνώρισης της Πίστεως, που οφείλει ο κάθε πιστός να την επιβεβαιώνει ομολογιακά. Τούτο προστέθηκε, για να μπορεί και να δικαιούται κάθε πιστός, ως συνεπής μαθητής του Ναζωραίου, να προσδοκά την αμοιβή του, όπως γράφεται στο κείμενο αυτό. Αυτή η αμοιβή, βεβαίως, δεν είναι άλλη από την γαληνιαία παρούσα ζωή που απολαμβάνει και την τελική κατάκτηση της ουρανίου Βασιλείας του Θεού.

Λεκτική ανάλυση. Σημειώνεται ότι το όλο κείμενο του Συμβόλου τούτου, αποτελείται μόνο από τρεις συντακτικές περιόδους με σύνολο 173 λέξεις. Υπάρχουν δε, μόνο τρία στηρικτικά ρήματα στο όλο κείμενο, ένα σε κάθε περίοδο, στα οποία εδράζεται όλο το γραφικό απόκτημα με απόλυτη λογική σαφήνεια. Το κάθε ρήμα συγκροτεί και συνιστά μία κύρια πρόταση απ’ την οποία συνδέονται και εξαρτώνται δευτερεύουσες προτάσεις.

Τα τρία στηρικτικά ρήματα είναι: Πιστεύω – Ομολογώ – Προσδοκώ, με τους ακόλουθους συμβολισμούς και ερμηνευτικές παραστάσεις.

  1. Το Πιστεύω, ως το πρώτο ρήμα με την έννοια της βεβαίας αληθείας, έχει εννέα (9) συνακόλουθες δευτερεύουσες προτάσεις. Εκφράζει την βασική αρχή της σωτηρίας μας, με έμπρακτη και συνεπή ζωή, ως αυτή του Χριστού. «ο πιστεύων εις εμέ, τα έργα ά εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει», Ιωάν.ιδ΄12. Συνοδεύεται η πρώτη περίοδος με οδηγό το «Πιστεύω», από 159 λέξεις, όπου διατυπώνεται επιγραμματικά όλο το απολυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού. Αυτό, που το εργάστηκε για λογαριασμό του Τριαδικού Θεού, από όπου έλαβε και την εντολή καθόδου στον κόσμο, ως Θεάνθρωπος. Με το πρώτο δημόσιο ξεκίνημά του ο Θεάνθρωπος μάλιστα, έλαβε και το πρώτο αναγνωριστικό μήνυμα του Θεού-Πατρός. Διακήρυξε εξ ουρανού: «αυτού ακούετε», Ματθ.ιζ΄5. Άλλοτε πάλι, ο ίδιος ο Θεός-Πατήρ, βεβαιώνει τον κόσμο: «ο πιστεύων εις τον υιόν έχει ζωήν αιώνιον», Ιωάν.γ΄36. Επιπλέον και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός μας βεβαιώνει: «τούτο δε εστι το θέλημα του πέμψαντός μου, ίνα πας ο θεωρών τον υιόν και πιστεύων εις αυτόν έχη ζωήν αιώνιον», Ιωάν.στ΄40.

Εξ όλων αυτών, ο Τριαδικός Θεός και σύσσωμη η Εκκλησία του δια καθολικής και Οικουμενικής Συνόδου, μέσω του Συμβόλου της Πίστεως, ζητάνε να έχουμε πρώτη την ακλόνητη Πίστη. Ανανεωμένη ιδιαιτέρως, την ώρα που μας καλεί να απαγγέλλουμε το «Πιστεύω». «Ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν».

  1. Το Ομολογώ, ως το δεύτερο ρήμα με την έννοια του αναγνωρίζω ρητώς κάτι ως αληθές, συγκροτεί μία και μοναδικά κυρία πρόταση. Περιλαμβάνει συνολικά έξη (6) λέξεις που αναφέρονται στο μοναδικό άγιο Βάπτισμα αναγνωριζόμενο ως δύναμη εξάλειψης δι’ αυτού του προπατορικού αμαρτήματος. Είναι εξόχως βασικό τούτο διότι αποτελεί προϋπόθεση γνησίας πίστεως και πορείας προς την σωτηρία. Η εντολή του Κυρίου Ιησού, ήταν: «εάν μη τις γεννηθή δι’ ύδατος και Πνεύματος, ού δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού», Ιωάν.γ΄5. Πλέον τούτου, η ομολογία πίστεως στον Ιησού Χριστό, αποτελεί και βασική υποχρέωση των πιστών Χριστιανών. Μάλιστα δε, οφείλεται να γίνεται κάθε ομολογία «ευκαίρως ακαίρως», Β΄Τιμ.δ΄2. Με άκρα σαφήνεια διακήρυξε τούτο ο Ιησούς Χριστός: «πας ος αν ομολογήση εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, και ο υιός του ανθρώπου ομολογήσει εν αυτώ έμπροσθεν των αγγέλων του Θεού», Λουκ.ιβ΄8.

Κατανοούμε επομένως, το μέγεθος της αξίας αλλά και της υποχρέωσής μας να ομολογούμε την πίστη μας στο Χριστό, με όλα τα μέσα που διαθέτουμε. Δηλαδή, με το λόγο, τη διαβίωσή μας και την όλη παράστασή μας. Άλλωστε, βαρύνει το χρέος μας με την παραγγελία του Αποστόλου των Εθνών, του Παύλου. «Είτε ουν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε», Α΄Κορ.ι΄31. Έτσι και η προσδοκία μας ικανοποιείται.

  1. Το Προσδοκώ, ως το τρίτο ρήμα με την έννοια ότι περιμένω κάτι ευχάριστο, με δύο προτάσεις. Η μία κυρία και η άλλη δευτερεύουσα. Αμφότερες περιλαμβάνουν οκτώ (8) λέξεις. Δια των δύο προτάσεων διαφαίνονται δύο ευχάριστα μηνύματα. Πρώτο το βασικό μήνυμα που έφερε στον κόσμο ο Θεάνθρωπος, δηλαδή την Ανάστασή του και την των νεκρών ανθρώπων. «ει δε Χριστός ούκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών», Α΄Κορ.ιε΄17. Η Ανάσταση του Χριστού, επισφράγισε ολόκληρο το απολυτρωτικό έργο του επί της γης. Δεύτερο έφερε και το χαρμόσυνο μήνυμα της νέας εν Χριστώ ζωής, στην παρούσα και την εν ουρανώ. «εί τις εν Χριστώ καινή κτίσις· τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά τα πάντα», Β΄Κορ.ε΄17.

Η Προσδοκία φαντάζει ως το φωτεινό Σέλας των ανέσπερων περιοχών.

Για τους πιστούς που ομολογούν Χριστόν, είναι ανεκλάλητος χαρά.

Δια ταύτα. Είναι γνωστό ότι οι άγιοι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων, διακρινόμενοι για πλεόνασμα σοφίας κοσμικής και πνευματικής, παρέδωσαν όχι μόνο Θεολογική τελειότητα αλλά και Ελληνική γλωσσική αρτιότητα. Δεν βρέθηκαν μέχρι τις μέρες μας γλωσσολογικοί σολοικισμοί και βαρβαρότητες. Ούτε καν ακόμα αυθαίρετοι Θεολογικοί δογματισμοί. Έγραψαν και αποφάνθηκαν με αψεγάδιαστο τρόπο. Προς τούτο και η Οικουμενική Εκκλησία μας στις μέρες μας, σεμνύνεται για την ορθή Θεολογική σκέψη.

Ας κρατήσουμε επομένως, τη συμβολική παράσταση των τριών ρημάτων, που δένουν τον κορμό του Συμβόλου της πίστεως.

Με Πίστη ακλόνητη, με Ομολογία Χριστού, για Προσδοκία Νέας Ζωής.

Σύμβολο της Πίστεως

Πιστεύω εις ένα Θεό, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων.

Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον υιόν του Θεού τον μονογενή, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα προ πάντων των αιώνων.

Φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο.

Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπήσαντα.

Σταυρωθέντα τε υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα.

Και αναστάντα τη Τρίτη ημέρα, κατά τας Γραφάς.

Και ανελθόντα εις τους ουρανούς, και καθεζόμενον, εκ δεξιών του Πατρός.

Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς, ου της βασιλείας ουκ έσται τέλος.

Και εις το Πνεύμα το άγιον, το κύριον, το ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον, το συν Πατρί και τω Υιώ συμπροσκυνούμενον και συνδοξαζόμενον, το λαλήσαν δια των Προφητών.

Εις μιαν, αγίαν, καθολικήν, και αποστολικήν Εκκλησίαν.

Ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών.

Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών.

Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν.