Οι θεοσοφικές δοξασίες περί Θεού
28 Σεπτεμβρίου 2022Εκ διαμέτρου αντίθετες με την Ορθόδοξη Θεολογία είναι οι θεοσοφικές δοξασίες περί Θεού. Σε ερώτηση ενός οπαδού της Μπλαβάτσκυ εάν αποδέχεται τον Δημιουργό Θεό της Βίβλου ο οποίος αποκαλύπτεται στην Ιστορία, η απάντησή της είναι αρνητική: «στο Θεό των χριστιανών, τον Πατέρα του Ιησού, τον Δημιουργό δεν πιστεύουμε. Απορρίπτουμε την ιδέα Θεού προσωπικού». Για την Μπλαβάτσκυ αυτό το οποίο ονομάζουμε Θεότητα είναι μια απρόσωπη θεϊκή δύναμη η οποία ονομάζεται άγνωστη Θεία Ουσία, μοναδική και απόλυτη και παγκόσμια Θεία Αρχή, ανώτερη και απρόσωπη δύναμη, άπειρη Μονάδα, και ως τέτοια είναι πανταχού παρούσα και παντοδύναμη.
Είναι βέβαιο ότι η Μπλαβάτσκυ αντιγράφει στο σημείο αυτό τη θεώρηση περί Θεού του ινδουιστικού θρησκευτικού ρεύματος που ονομάζεται Βεντάτα και σύμφωνα με το οποίο ο Θεός δεν είναι πρόσωπο αλλά απρόσωπη θεϊκή δύναμη. Ταυτόχρονα υιοθετεί την καμπαλιστική αντίληψη που ταυτίζει το Θεό με μια υπέρτατη απρόσωπη δύναμη που ονομάζεται «Έιν-Σόφ».
Σύμφωνα με την Μπλαβάτσκυ η αποδοχή ενός προσωπικού Θεού θα σήμαινε πτώση σε μια σειρά λογικών αντιφάσεων. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Εμείς λέμε – και το αποδεικνύουμε – ότι ο Θεός της Θεολογίας είναι ένα σύνολο αντιφάσεων, κάτι που δεν αντέχει στη λογική. Γι’ αυτό και δεν ασχολούμαστε με αυτόν». Η λογική αντίφαση στην οποία αναφέρεται είναι ότι εφόσον ο Θεός «είναι άπειρος – δηλαδή, δεν έχει όρια – και μάλιστα, εάν είναι απόλυτος, πώς είναι δυνατόν να έχει μορφή; Η έννοια της μορφής προϋποθέτει την ύπαρξη ορίων, μια αρχή και ένα τέλος». Η Μπλαβάτσκυ θεωρεί ότι δεν μπορεί ο Θεός να είναι άπειρος και απόλυτος και ταυτόχρονα να είναι πρόσωπο. Αυτό το θεωρεί λογική αντίφαση που δεν αντέχει στη βάσανο της κοινής λογικής.
Απέναντι σε όλα αυτά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι ο Θεός είναι μεν άπειρος, δεν έχει όρια, αλλά όταν λέμε ότι ο Θεός είναι πρόσωπο δεν αναιρούμε την απειρία Του και την υπερβατικότητά Του διότι δεν αναφερόμαστε στην απρόσιτη και άγνωστη Ουσία Του αλλά αναφερόμαστε στη σχέση και επικοινωνία Του με τον άνθρωπο μέσα στα πλαίσια της αποκάλυψής Του στην Ιστορία. Η Μπλαβάτσκυ δεν μπορεί να κατανοήσει αυτή τη λεπτή διάκριση διότι νομίζει ότι εάν θεωρήσει ότι ο Θεός είναι πρόσωπο θα υποπέσουμε σε ανθρωπομορφισμό. Ενδεικτικά αυτής της σύγχυσης είναι η εξής φράση της: «Σε τέτοιο Θεό δεν πιστεύουμε. Δεν δεχόμαστε την ιδέα κάποιου προσωπικού ή εξωκοσμικού και ανθρωπόμορφου Θεού που δεν είναι παρά η γιγάντια σκιά του ανθρώπου και, μάλιστα, όχι στην καλύτερη εκδοχή του». Ίσως η Μπλαβάτσκυ στην Αμερική συνομίλησε με Προτεστάντες, και ειδικότερα με Μορμόνους, οι οποίοι ερμηνεύοντας κατά γράμμα την Παλαιά Διαθήκη υποστηρίζουν ανθρωπομορφικές αντιλήψεις αποδίδοντας στο Θεό ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Μάλιστα η φράση της Μπλαβάτσκυ: «Δεν δεχόμαστε την ιδέα κάποιου προσωπικού ή εξωκοσμικού και ανθρωπόμορφου Θεού που δεν είναι παρά η γιγάντια σκιά του ανθρώπου», απηχεί την αντίληψη των Μορμόνων ότι ο Θεός είναι ένα ον προσιτό στην ανθρώπινη νόηση και λίγο-πολύ χαρακτηρίζεται από ανθρώπινες ιδιότητες, μόνο που τις κατέχει σε υπερθετικό βαθμό.
Για την Ορθόδοξη Θεολογία όμως, αν και το Θείον είναι άπειρον και ακατάληπτον, όπως επισημαίνει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, όμως μας αποκαλύπτεται. Ο Θεός όντας πρόσωπο έρχεται σε επικοινωνία με τον άνθρωπο. Η δυνατότητα επικοινωνίας στηρίζεται στη δημιουργία του ανθρώπου «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» του Θεού. Το Όμοιον γνωρίζεται από το όμοιο. Μόνο το πρόσωπο μπορεί να γνωρίσει τον Ζώντα Θεό ως Πρόσωπο. Ως πρόσωπο ο Θεός αποκαλύφθηκε στον Μωϋσή λέγοντας «ἐγώ εἰμι ὁ ὤν», δηλαδή, «Το ‘Είναι’ είμαι Εγώ. Ο Θεός, ο Απόλυτος Δεσπότης όλων των αστρικών κόσμων, είναι προσωπικός», αναφέρει ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι ο Θεός είναι πρόσωπο δεν αποδεικνύεται μέσα από περίπλοκους φιλοσοφικούς συλλογισμούς αλλά από την εμπειρία των ανθρώπων στους οποίους αποκαλύφθηκε ο Θεός.
Η Μπλαβάτσκυ μη μπορώντας να απεγκλωβιστεί από την νηπιώδεις θεολογικά ανθρωπομορφικές αντιλήψεις που παρέλαβε από τους Προτεστάντες υποστηρίζει ότι δεν είναι δυνατόν να πιστέψει σε ένα Θεό Δημιουργό διότι εάν ο Θεός «είναι άπειρος – δηλαδή, δεν έχει όρια – και μάλιστα, εάν είναι απόλυτος, πώς είναι δυνατόν να έχει μορφή και να είναι δημιουργός; Προκειμένου να δημιουργεί ένα Ον, πρέπει να σκέφτεται και να καταστρώνει κάποιο σχέδιο. Πώς είναι δυνατόν το Απόλυτο να σκέφτεται – δηλαδή να έχει σχέση με το περιορισμένο, το πεπερασμένο, το καθορισμένο; Αυτό είναι παραδοξολογία από φιλοσοφική και λογική άποψη», αναφέρει χαρακτηριστικά. Κατά συνέπεια, για την θεοσοφική εταιρεία δεν υπάρχει Δημιουργός Θεός του Σύμπαντος.
Για να μην υποπίπτουμε στις ανωτέρω πλάνες της θεοσοφικής εταιρείας οι θεοφόροι Πατέρες μάς δίδαξαν ότι είναι απαραίτητη η διάκριση μεταξύ Ουσίας και Ενέργειας στο Θεό. Όταν λοιπόν λέμε ότι ο Θεός είναι Δημιουργός δεν αναφερόμαστε στην άρρητη και ακατάληπτη, υπερβατική Ουσία Του η οποία δεν μπορεί να γίνει γνωστή, αλλά αναφερόμαστε στις άκτιστες Ενέργειες Του. Όταν λοιπόν ονομάζουμε τον Θεό Δημιουργό αναφερόμαστε στη δημιουργική Του ενέργεια. Γι΄ αυτό οι Πατέρες μας δίδαξαν ότι δύο είναι οι οδοί για να εκφραστούμε για το Θεό: η καταφατική και η αποφατική. Η καταφατική οδός αποτελεί το ανθρώπινο εγχείρημα να υπαχθεί τρόπον τινά το απρόσιτο του Θεού στις οριοθετήσεις των εννοιολογικών σχημάτων καθώς αποδίδουμε στο Θεό ιδιότητες όπως αγαθός, δημιουργός κλπ. Αυτές οι θεωνυμίες δεν είναι αυθαίρετες διότι από τη μια αποκαλύπτουν την ύπαρξη της Θείας Ουσίας, χωρίς πραγματική έκθεση του περιεχοµένου Της, από την άλλη βασίζονται στο γεγονός ότι ο Θεός αποκαλύπτεται και αντικατοπτρίζουν την ποικιλία των Ενεργειών Του.
Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ