Για ποιους λόγους μας άφησε ο Θεός τα λείψανα των αγίων;
13 Νοεμβρίου 2022(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου,
Εις τον μακάριον Βαβύλαν
Λόγος δεύτερος
Και εναντίον του Ιουλιανού και των ειδωλολατρών
Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=357353
Ια’. Γι αυτό ακριβώς ο φιλόστοργος πατέρας, βλέποντας ότι ο θυμός έσπρωχνε στον γκρεμό τον ασεβή, φρόντιζε να συγκράτηση τον παράλογο καλπασμό που έκανε σαν άλογο ατίθασο, κι έτρεξε να τον πισωγυρίση με την αυστηρή παρατήρηση. Μα ο άθλιος εκείνος δεν το ανέχθηκε, δάγκωσε το χαλινάρι, ανατινάχθηκε, κυριεύθηκε από θυμό και μανία αντί να σκεφθή λογικά και ρίχτηκε στα βάραθρα της χειρότερης καταστροφής.
Έβγαλε από το δεσμωτήριο τον άγιο και πρόσταξε να τον οδηγήσουν δεμένο στο θάνατο. Και ήταν όσα συνέβαιναν αντίθετα με όσα φαίνονταν: Ο δεσμώτης ελευθερωνόταν απ’ όλα μαζί τα δεσμά κι από όσα είναι πιο σκληρά, κι από τα σίδερα, τις φροντίδες και τους κόπους εννοώ κι απ’ όλα τα άλλα που μας τριγυρίζουν γιατί η ζωή μας είναι προσωρινή.
Κι αυτός που νόμιζε πως ήταν ελεύθερος κλεινόταν σε δεσμά σκληρότερα από το σίδερο και από το διαμάντι, καθώς τον έσφιγγαν η μια αμαρτία μετά την άλλη. Πριν να παραδοθή λοιπόν στη σφαγή εκείνος ο μακάριος, άφησε τελευταία εντολή να θάψουν το σώμα του μαζί με τα δεσμά, δείχνοντας ότι αυτά που θεωρούνται ντροπιασμένα γίνονται σεβάσμια και λαμπρά όταν γίνωνται για τον Χριστό, και ότι αυτός που τα υποφέρει πρέπει όχι μόνο να μην ντρέπεται αλλά και να καυχιέται γι’ αυτά.
Και σ’ αυτό δηλαδή μιμήθηκε το μακάριο Παύλο ο όποιος τριγύριζε πάνω και κάτω τα σημάδια, τα δεσμά, την αλυσίδα και καυχόταν και περηφανευόταν γι’ αυτά που οι άλλοι ντρέπονταν. Κι ότι ντρέπονταν, μας το φανέρωσε αυτός με την απολογία του στον Αγρίππα.
Γιατί όταν εκείνος είπε, «Λίγο ακόμα και με πείθης να γίνω Χριστιανός», ο Παύλος είπε, «θα ευχόμουν στον Θεό και σε λίγο και σε πολύ, όχι μόνο εσύ αλλά και όλοι που βρίσκονται γύρω μας να γίνουν Χριστιανοί, αλλά χωρίς τούτα τα δεσμά».
Αυτό για τα δεσμά δεν θα το έλεγε αν δεν το θεωρούσαν οι πολλοί σαν ντροπή.
Γιατί οι άγιοι αγαπούσαν τον Κύριο γι’ αυτό δέχονταν τα παθήματα για χάρη του Κυρίου με προθυμία μεγάλη και γίνονταν μ’ αυτά πιο χαρωποί. Και ο ένας λέει· «Χαίρομαι για τα παθήματά μου», ο Λουκάς πάλι τα ίδια λέει για όλους τους άλλους αποστόλους, ότι δηλαδή ύστερ’ από το πολύ μαστίγωμα, έφευγαν χαρούμενοι γιατί αξιώθηκαν να κακοποιηθούν*. Για να μη νομίση κανείς άπιστος ότι από ανάγκη και με στενοχώρια έφτασε στα κατορθώματα, προστάζει να θάψουν μαζί με το σώμα του τα σύμβολα των κατορθωμάτων, φανερώνοντας ότι τα ασπαζόταν και τ’ αγαπούσε θερμά από τη θερμή αγάπη που ένοιωθε για το Χριστό.
Και κείτονται τώρα μαζί με την τέφρα οι χειροπέδες, και παρακινούν όλους όσους διοικούν την Εκκλησία όλα να τα υπομένουν με προθυμία μεγάλη και με ευχαρίστηση, ακόμα κι αν είναι να φυλακιστούν, ή να σφαγούν ή ό,τι άλλο να πάθουν, ώστε καθόλου να μην προδώσουν και να προσβάλλουν την ελευθερία που μας χάρισε ο Θεός.
Και αφού ο μακάριος εκείνος έφτασε στο τέλος της ζωής του τόσο λαμπρά, θάλεγε κανείς ότι πρέπει να τελειώσωμε κι εμείς εδώ το λόγο, γιατί μετά το τέλος της ζωής δεν υπάρχουν αφορμές για άλλα κατορθώματα κι ανδραγαθίες, όπως δεν είναι δυνατό κι οι αθλητές να κερδίσουν στεφάνια αφού πια τελειώσουν οι αγώνες. Αλλά οι ειδωλολάτρες είναι φυσικό να τα νομίζουν αυτά, επειδή όλες οι ελπίδες τους σταματούν σ’ αυτή τη ζωή, όμως εμείς, που έχομε το τέλος αυτής της ζωής για αρχή μιας άλλης ζωής πιο ευτυχισμένης, βρισκόμαστε μακριά από αυτή την υποψία και τη γνώμη. Και ότι έχομε δίκιο, αυτό θα το αποδείξωμε καλύτερα σ’ άλλο μας λόγο.
Όμως τα κατορθώματα του γενναίου Βαβύλα μετά το θάνατό του, είναι ικανά ν’ αποδείξουν αληθινά τα λόγια μας. Αφού δηλαδή αγωνίστηκε μέχρι θανάτου για την αλήθεια και αντιτάχθηκε πολεμώντας την αμαρτία μέχρι που έχυσε το αίμα του, και για να μη χαλάση την τάξη στην όποια τον έταξε ο μέγας Βασιλέας, άφησε να πετάξη η ψυχή του, τελείωσε πιο δοξασμένος από κάθε ηρώα.
Ο ουρανός πήρε την ψυχή του, το σώμα που μ’ αυτό αγωνίσθηκε το πήρε η γη, κι έτσι η κτίση μοιράστηκε τον αθλητή. Αν και μπορούσε να μετατεθή κι αυτός σαν τον Ενώχ και να αναληφθή σαν τον Ηλία, σαν αυτούς δηλαδή που μιμήθηκε. Αλλά ο Θεός, που είναι φιλάνθρωπος και δίνει χίλιες αφορμές για να σωθούμε, μας άφησε τα λείψανα των αγίων κι έτσι μας άνοιξε κι αυτό το δρόμο μαζί με τους άλλους, δρόμο που έχει τη δύναμη να μας βοηθήση στην αρετή.
Γιατί μετά από τη δύναμη που έχει ο λόγος των αγίων, έρχονται ύστερα οι τάφοι τους, να ξυπνούν το ζήλο για μίμηση στις ψυχές που τους βλέπουν. Κι όπου συνάντηση κανείς μια τέτοια λειψανοθήκη, καταλαβαίνει αμέσως καθαρά αυτή την ενέργεια, γιατί το θέαμα της λάρνακας μπαίνει μέσα στην ψυχή και την κυριεύει και την ανυψώνει και την κάνει τόσο πρόθυμη για αρετή, που είναι σα να βοηθά με τις ευχές του, να παραστέκη και να βλέπη ο ίδιος ο άγιος που βρίσκεται στον τάφο αυτό.
Τότε αυτός που υποφέρει νοιώθει να γεμίζη δύναμη η ψυχή του, γίνεται άλλος άνθρωπος κι έτσι φεύγει από κει.
Το όραμα εκείνων που έχουν φύγει κυριεύει τις ψυχές των ζωντανών όταν πλησιάζουν στους τάφους. Κι αυτό μπορεί να το μάθη κανείς όταν σκεφθή όσους πενθούν, οι οποίοι μόλις πλησιάσουν τους τάφους των νεκρών και σα να βλέπουν όχι τον τάφο αλλά αυτούς που βρίσκονται στους τάφους να στέκονται όρθιοι, τους φωνάζουν με τα ονόματά τους από μακριά. Και πολλοί που υποφέρουν αβάσταχτα, πάνε δίπλα στα μνήματα των δικών τους που έφυγαν και περνούν όλο τον καιρό τους, πράγμα που δε θα το έκαναν αν δεν έπαιρναν κάποια παρηγοριά βλέποντας αυτό τον τόπο.
Και γιατί λέω τόπο και τάφο; αφού κι ένα ρούχο του νεκρού που θα δουν κι ένας λόγος του που θάρθη στο νου τους, ταράζει την ψυχή τους και ζωηρεύει τη μνήμη τους που πάει να λησμονήση. Γι’ αυτούς τους λόγους μας άφησε ο Θεός τα λείψανα των αγίων.
* Δες Πραξ. 5, 41.
Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=357760
Απόσπασμα από τον Δεύτερο λόγο, «Εις τον Άγιο Μάρτυρα Βαβύλα», του αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, από την έκδοση «Ιωάννου του Χρυσοστόμου έργα», τόμος Ε’, τα «Εγκωμιαστικά β’», των εκδόσεων ο Λόγος. Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Κων. Λουκάκης.