«ολόκληρη η Αγία Τριάς αναπαύεται στην καρδίαν μας, όταν την καθαρίσωμε και την κάμωμε  δώρον του Χριστού μας»

23 Μαΐου 2024

Η θέωση του ανθρώπου προϋποθέτει την πλήρη ταπείνωση και αυτοπροσφορά του στον Θεό. Η υπέρτατη δωρεά της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, η θέωση του χριστιανού είναι ο μοναδικός σκοπός του  πιστού. Η θέωση αυτή συντελείται με δύο κινήσεις , μέσα στα πλαίσια της Θείας Αγάπης , με την κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο και με την κίνηση του ανθρώπου προς τον Θεό. Παρά το γεγονός όμως ότι ο άνθρωπος που έχει θεωθεί είναι « έν τελείω Θεώ » , δεν επαναπαύεται σε αυτή τη μακάρια κατάστασή του , αλλά γίνεται « έν  Αγίω Πνεύματι » διάκονος των μυστηρίων του Θεού , υπηρετόντας τους ανθρώπους με τον λόγο και με την αποστολή του,  είναι ικανός να διδάξει τους αδελφούς του για να τους φωτίσει έν Χριστώ και να τους οδηγήσει στη Σωτηρία.

Από την φύση του Άγιος είναι μόνο ο Θεός. Άγιοι γίνονται και οι άνθρωποι , όταν μετέχουν στην αγιότητα του Θεού με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και η μετοχή του ανθρώπου στην αγιότητα του Θεού φανερώνεται στον κόσμο με την ηθική προκοπή και τελειότητά του. Ο Θεός αναπαύεται στους αγίους όπως και οι άγιοι στον Θεό. Οι άγιοι αντανακλούν την Δόξα του Θεού σήμερα στον κόσμο και ο Θεός γίνεται « Θαυμαστός έν τοίς αγίοις αυτού» (Ψαλμ.ξζ’ 36). Το ήθος τους είναι το ήθος του Χριστού  και της Εκκλησίας του και η μιμησή τους είναι μίμηση του Χριστού, είναι συμμόρφωση προς την ζωή του.

Ο Απόστολος των Εθνών ο απόστολος Παύλος στην Α’ προς Θεσσαλονικείς και στην Α’ προς  Κορινθίους επιστολής του προτρέπει τους ανθρώπους να γίνουν μιμητές του Χριστού , να τον ακολουθήσουν και να οδηγηθούν στην αγιότητα «Μιμηταί μου γίνεσθε ,  καθώς καγώ Χριστού» (Α’Θεςς. 1,6 ,Α’ Κορ.11,1).  Οι άγιοι είναι οι ταπεινοί δούλοι του Θεού. Είναι τα μέλη του σώματος του Χριστού, δεν προβάλλουν την ατομικότητά τους αλλά την αφανίζουν για την Δόξα του Θεού. Οι άγιοι ζούνε στον κόσμο για το όνομα του Θεού και υποτάσσουν το θέλημά τους στο Θείο Θέλημα.

Η αναφορά στην αρετή των αγίων είναι αναφορά στην αρετή του Χριστού.  Ανάλογα με την κλίση , το έργο , τον τρόπο ζωής, την αποστολή, το οσιακό ή μαρτυρικό τέλος του καθενός,  διακρίνεται ο χορός των αγίων ,στους αποστόλους, τους προφήτες, τους οσίους, τους μάρτυρες, τους ιεράρχες, τους ομολογητές, τους δικαίους κτλ.  «Όσιοι» είναι οι Χριστιανοί οι οποίοι έφτασαν στην πνευματική τελείωση όχι με τον μαρτυρικό θάνατο αλλά με την προσαρμογή όλης τους της ζωής στο Θείο Θέλημα. Όποιος αναδείχθηκε άγιος μέσα από αλλεπάλληλους αγώνες της ψυχής, οι οποίοι διαδέχθηκαν ο ένας τον άλλο ,  ανέβηκε την κλίμακα της τελείωσης σιγά  – σιγά έχοντας βιώσει έτσι το εσωτερικό μαρτύριο.  Ο Όσιος με τις πράξεις του προσπαθεί πάντα να αναφέρεται άμεσα στον Θεό προσπαθώντας να ταυτίσει το θέλημά του με το Θέλημα του  Δημιουργού. Ο όσιος έφτασε στην αγιότητα με « το μαρτύριο της συνειδήσεως», όρος ο οποίος για πρώτη φορά εισάγεται στον βίο του αγίου Αντωνίου. Οι άγιοι της Εκκλησίας του Χριστού αποτελούν δείκτες ζωής για τους πιστούς μέσα στον κόσμο. Οι βίοι των αγίων είναι ζωντανά υπομνήματα του Ευαγγελίου στην ιστορία της Εκκλησίας. Η Εκκλησία τιμά τους αγίους και προβάλλει την ζωή τους για την πνευματική καθοδήγηση  και οικοδομή των πιστών .

Ο Παντογνώστης Χριστός τον εξέλεξε και μας  πρόσφερε στην δική μας εποχή τον θαυμαστό  νέο όσιο « Ευμένιο Σαριδάκη » , για να σκορπίσει την παρηγοριά στις καρδιές των ανθρώπων και να επουλώσει πολλά τραύματά τους. Η συναρίθμησή του στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας έγινε με την από 14 Απριλίου 2022 πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου που όρισε και την 23η Μαΐου ως ημέρα της μνήμης του.

Ο άγιος Ευμένιος Σαριδάκης γεννήθηκε την πρωτοχρονιά του έτους 1931. Υπήρξε το 8ο  τέκνο της οικογένειας του Γεωργίου και της Σοφίας , μίας  ευσεβούς πολύτεκνης και φτωχής οικογένειας με ιδιαίτερη ευλάβεια και αγάπη για τον Χριστό. Κατοικούσαν στο χωριό Εθιά και αργότερα στο χωριό  Ρωτάσι του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Κατά την άγια βάπτισή του έλαβε το όνομα Κωνσταντίνος. Ο πατέρας του ,Γεώργιος, μετά από δύο έτη από την γέννηση του μικρού Κωνσταντίνου, πέθανε , και η οικονομική  κατάσταση της οικογένειας δυσκόλεψε πιο πολύ.  Η άξια μητέρα του ,Σοφία ,δούλευε σκληρά  πλένοντας ρούχα ξένων για να αναθρέψει μόνη πλέον τα παιδιά της. Ο Κωνσταντίνος με προθυμία βοηθούσε τον ιερέα του χωριού ως νεωκόρος και έκανε μικροθελήματα για να εξοικονομεί οτιδήποτε μπορούσε για να μπορεί να βοηθήσει κι αυτός την οικογένειά του.

Οι συγχωριανοί του, έλεγαν ότι ο Κωνσταντίνος από παιδί ήταν σοβαρός, ευγενικός, χαρισματικός και έξυπνος. Εκείνο το χρονικό διάστημα της παιδικής ηλικίας του Κωνσταντίνου, με την γενική οικονομική κατάσταση της οικογενείας και την κατοχή που μεσολάβησε , μπόρεσε να μάθει λίγα γράμματα. Συνέχεια όμως διάβαζε , εκκλησιαζόταν τακτικά, νήστευε  αρκετά και συχνά προσευχόταν στον Θεό. Καθώς δειπνούσαν στο σπίτι την Πρωτοχρονιά του έτους 1944 ένιωσε μέσα του μία θεϊκή κλίση και με αποφασιστικότητα είπε στην αδερφή του Ευγενία « θα γίνω καλόγερος» , διότι όπως είπε ο άγιος Ευμένιος « μία λάμψη ήρθε και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου , την ίδια στιγμή με φώτισε ο Θεός , την είδα με τα μάτια μου εκείνη την λάμψη που μπήκε μέσα μου ».  Τότε  ήταν μόλις 13 ετών . Από εκεί και στο εξής η επιθυμία του αυτή φούντωνε όλο και πιο πολύ μέσα του και με ανυπομονησία περίμενε να περάσουν τα χρόνια για να φτάσει στην πιο κατάλληλη ηλικία για να πραγματοποιήσει το όνειρό του.

Στην ηλικία των 17 ετών μόλις , έγινε δεκτός ως δόκιμος στην Ιερά Μονή του αγίου Νικήτα, η οποία βρισκόταν κοντά στο χωριό του.  Καθώς εισήλθε στην μονή έδειξε μεγάλη υπακοή στον ηγούμενο π. Ιερόθεο και προθυμία στην εξυπηρέτηση δύο υπερήλικων και τυφλών μοναχών . Στην ηλικία των 20 ετών του εκάρη μοναχός παίρνοντας το όνομα Σωφρόνιος . Μία μεγάλη του επιθυμία που είχε από μικρό παιδί, αυτή του να γίνει καλόγερος, μόλις είχε πραγματοποιηθεί. Πολύ αργότερα διηγούταν  ο ίδιος σε πνευματικά του παιδιά  ότι είχε δεχθεί ως νέος μοναχός πρωτοφανείς επιθέσεις και πειρασμούς από τον διάβολο. Αλλά γινόταν και δέκτης της φανερής προστασίας της Θεοτόκου σε δύσκολες περιστάσεις.  Έπειτα από τρία έτη  από την μοναχική του κουρά ,όταν είχε φτάσει την ηλικία των   23 ετών κλήθηκε να εκπληρώσει τη στρατιωτική του θητεία.  Παρουσιάστηκε στο Μεγάλο Πεύκο Αττικής  και τον κατέταξαν στο Μηχανικό ως μάγειρα. Έδειξε τέτοια διαγωγή κατά την διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας , ώστε κέρδισε αμέσως την εκτίμηση συναδέλφων του και αξιωματικών . Κάθε μέρα ο διοικητής του επέτρεπε να αποσύρεται για λίγο για  να προσεύχεται, πέραν της γενικής Προσευχής , επειδή γνώριζε ότι ήταν καλόγερος .

Τις Κυριακές και τις μεγάλες εορτές του έδινε άδεια να πηγαίνει στον ιερό ναό του αγίου Ελευθερίου Θεσσαλονίκης να εκκλησιάζεται και να ψέλνει . Χαρακτηριστικό υπήρξε το γεγονός πως και ακόμη κατά την στρατιωτική του θητεία ,   τις νηστείες τις κρατούσε όλες με ιδιαίτερη ευλάβεια. Έτρωγε μόνο  ελιές , ψωμί  και κρεμμύδι , αρκεί να μην χαλούσε τις διατεταγμένες νηστείες της Εκκλησίας μας . Κάποια στιγμή όμως αρρώστησε ξαφνικά με υψηλό πυρετό που έφτανε τους 40 και τους 41 βαθμούς. Κατόπιν αυτού , χρειάστηκε να νοσηλευτεί στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη σε στρατιωτικά νοσοκομεία . Κατά την νοσηλεία του διαπιστώθηκε ότι έπασχε από την νόσο του Χάνσεν ( λέπρα). Όταν του ανακοίνωσαν οι γιατροί την διάγνωση της ασθένειας που τον ταλαιπωρούσε, χαρακτηριστική υπήρξε η απάντηση του μοναχού Σωφρονίου ,είπε « η είδηση με γέμισε απέραντη χαρά . Όσο πιο μεγάλη ασθένεια , τόσο πιο μεγάλος σταυρός, τόσο πιο μεγάλη Ανάσταση». Έπειτα συνέχισε να λέει « Πω, πω ,πω! Μεγάλο δώρο μου έδωσες Θεέ μου …. θα έχω μαζί σου μεγαλύτερη συμμετοχή στα Πάθη Σου, αλλά και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ανάστασή Σου! ». Στη συνέχεια, μετά την διάγνωση , τον μετέφεραν στον Αντιλεπρικό Σταθμό που λειτουργούσε τότε στην αγία Βαρβάρα Αττικής.

Την χρονική περίοδο εκείνη που νόσησε ο μοναχός Σωφρόνιος είχαν βρεθεί τα κατάλληλα φάρμακα και η νόσος του Χάνσεν αντιμετωπίζονταν πλέον . Στην περίπτωση του μοναχού Σωφρονίου η  νόσος αυτή αντιμετωπίστηκε με επιτυχία χωρίς παρενέργειες και χωρίς να επιφέρει στο σώμα του τις γνωστές αλλοιώσεις που προκαλούσε αυτή η θανατηφόρα ασθένεια,  πρωτού ανακαλυφθούν τα  φάρμακα που την εξουδετέρωναν.  Από ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο Ιησού Χριστό για την ίαση  του και από αγάπη και συμπόνοια προς τους παλαιότερους ασθενείς που παρέμεναν στον Αντιλεπρικό Σταθμό, ο μοναχός Σωφρόνιος επέλεξε να περάσει εκεί την υπόλοιπη ζωή του προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Η Διεύθυνση του Αντιλεπρικού Σταθμού του παραχώρησε προς τούτο ένα απλό δωματιάκι που ο άγιος το μετέτρεψε σε ατομικό του κελί.  Άρχισε να ζεί και πάλι ως μοναχός με αυστηρή νηστεία, αδιάλειπτη προσευχή  και πλήρη ταπείνωση. Το κελί του έγινε τόπος ιάσεων και παρακλήσεων . Με ανεξάντλητη προθυμία περιποιόταν παράλυτους ασθενείς. Εκτελούσε χρέη νεωκόρου και ψάλτη στον ιερό ναό των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού του αντιλεπρικού σταθμού. Παρασκεύαζε και διένεμε λιβάνι σε ναούς και μοναστήρια.

Το καλοκαίρι φρόντιζε να επισκέπτεται για πνευματικό του ανεφοδιασμό, το Άγιον Όρος , το μοναστήρι της μετανοίας του , και το Ηράκλειο Κρήτης την ιερά μονή Παναγία Καλυβιανή , όπου γνωρίστηκε με τον ιδρυτή της μονής και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης , κ. Τιμόθεο. Το έτος 1957 σταμάτησε να λειτουργεί το  Λωβοκομείο της Χίου, και  τον πατέρα Νικηφόρο και μετέπειτα άγιο Νικηφόρο , και τους λίγους ασθενείς που είχαν απομείνει εκεί τους μετέφεραν στον Αντιλεπρικό Σταθμό της αγίας Βαρβάρας , όπου και το Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων. Έτσι ο ευλαβής λεπρός  μοναχός Νικηφόρος στερήθηκε μεν τον άγιο Άνθιμο της Χίου , αλλά εκεί βρήκε άλλον αγιασμένο γέροντα, τον μοναχό Σωφρόνιο και μετέπειτα άγιο Ευμένιο που διακονούσε εκεί στον Αντιλεπρικό Σταθμό. Ο άγιος  Άνθιμος Χίου έγραφε σε επιστολή του προς τον μοναχό Σωφρόνιο « Πρόσεχε καλά τον θησαυρό που σου έστειλε η Παναγία, διότι έχεις να ωφεληθείς στη ζωή σου από τη ζωή του…». Ο μοναχός Σωφρόνιος ανέλαβε υπό την προστασία του τον νεοφερμένο λεπρό μοναχό Νικηφόρο, και μετέπειτα άγιο Νικηφόρο. Προσέφεραν και οι δυό τους πολύτιμες υπηρεσίες , όχι μόνο στους ασθενείς, αλλά και σε πολλούς Χριστιανούς που προσέρχονταν για να λάβουν την ευχή τους, να παραδειγματιστούν από την υπομονή τους και να ακούσουν τον σωστικό λόγο τους. Οι δύο γέροντες συνδέθηκαν με σπάνια αδελφική φιλία και ο πατήρ Σωφρόνιος όρισε τον άγιο Νικηφόρο πνευματικό του πατέρα και οδηγό του .  Τον άγιο Νικηφόρο διακόνησε ο μοναχός Σωφρόνιος και μετέπειτα άγιος Ευμένιος  μέχρι την οσιακή κοίμησή του , που συνέβη την 4η Ιανουαρίου του έτους 1964.

Ο μοναχός Σωφρόνιος συνέχισε την προσφορά του και έντεκα χρόνια μετά την κοίμηση του αγίου Νικηφόρου , το ετος 1975  χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και έλαβε το όνομα Ευμένιος και το οφύκιο του Αρχιμανδρίτη . Επίσης διακρίθηκε και ως άριστος πνευματικός. Πολλοί απελπισμένοι άνθρωποι γέμισαν ελπίδα , τα δάκρυά τους τα μετέτρεπε σε χαμόγελο και έβρισκαν την χαρά τους. Πολλοί άνθρωποι έπαιρναν θάρρος και συνέχιζαν την ζωή τους αγκαλιάζοντάς τους και παρηγορώντας τους.  Ο άνθρωπος στη ζωή του χρειάζεται θάρρος. Το θάρρος αποτελεί  βασική χριστιανική αρετή. Ο ίδιος ο Χριστός καλεί τους πιστούς να έχουν θάρρος και να πιστεύουν στην νίκη εναντίον του κόσμου, που πρώτος ο ίδιος ως άνθρωπος πραγματοποίησε « Θαρσείτε , εγώ νενίκηκα τον κόσμον» ( Ιω. 16,33).  Χωρίς το θάρρος δεν κατορθώνεται η νίκη στον πνευματικό αγώνα όπως και σε κάθε αγώνα. Η δειλία οδηγεί τον άνθρωπο στην σύγχυση και την απελπισία .   Το θεμέλιο και την νικητήρια δύναμη στην χριστιανική ζωή αποτελεί η πίστη . Έτσι η πίστη προχωρεί με την ελπίδα για να ολοκληρωθεί με την αγάπη που είναι ο ίδιος ο Θεός. Όπως μας διδάσκει ο ευαγγελιστής Ιωάννης ,  « Ο Θεός Αγάπη Εστί » ( Α’ Ιω. 1,14). Ο Χριστός καλεί τον άνθρωπο σε πορεία πίστης « Παρ’ ελπίδα έπ’ ελπίδα » ( Ρωμ. 4,18). Η ελπίδα χρειάζεται υπομονή. Ένα από τα γνωρίσματα του αληθινού χριστιανού είναι η υπομονή στις δυσκολίες της ζωής (Εβρ. 12,1).

Στο έργο « Περί του κατά Θεόν σκοπού», ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης μας λέει πως ,« η αγάπη προς τον Θεό καλλιεργεί την αγάπη προς τον  πλησίον . Όταν αποκτηθεί η πρώτη εύκολα ακολουθεί η δεύτερη ». Αλλά και η αγάπη προς τον πλησίον οδηγεί στην αγάπη προς τον Θεό , όπως μας πληροφορεί ο ιερός Χρυσόστομος  στην ομιλία του « είς Ματθαίον »,  καθώς και ο μεγάλος Βασίλειος στο έργο του « Όροι κατά πλάτος ». Έτσι η αγάπη προς τον Θεό συνδέεται άρρηκτα με την αγάπη προς τον πλησίον. Ουσιαστικά δηλαδή πρόκειται για μία αγάπη με διπλή ενέργεια που μερίζεται  αμερίστως στον Θεό και τον πλησίον ,όπως μας ενημερώνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς , ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης  σε ομιλία του. Ο νέος απεσταλμένος του Θεού, ο ιερομόναχος  Ευμένιος και ακολούθως όσιος Ευμένιος , υπήρξε ένα πρότυπο φροντίδας στον συνάνθρωπο.   Έδειξε ιδιαίτερη αγάπη και συμπόνοια προς τον πλησίον του  και προσπαθούσε να παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια.  Είχε την χάρη να απαλύνει τον κάθε πόνο δίνοντας θάρρος,  κουράγιο, ελπίδα, χαρά και αγάπη σε όσους δοκιμάζονταν . Εξυπηρέτησε πλήθος λεπρών και έκανε την ζωή τους πιο ανθρώπινη.

Ο άγιος αυτός είναι που δέχτηκε τον Σταυρό του Κυρίου για να φτάσει σ ‘ αυτή τη χάρη της Ανάστασης. Στα χρόνια της ζωής του που ακολούθησαν , δοκιμάστηκε η υγεία του από σακχαρώδη διαβήτη , προβλήματα όρασης , ανεπάρκεια νεφρών , πόνους στα πόδια και αλλεπάλληλες εισαγωγές σε νοσοκομεία . Στην πορεία αυτή της κλονισμένης υγείας του έδειξε ιώβεια υπομονή , χωρίς να παύσει να δοξολογεί τον Κύριο Ιησού Χριστό ή να μειώσει την  προσφορά του πνευματικού έργου.   Ο άγιος Ευμένιος , αυτός ο γλυκύτατος ιερομόναχος είχε αφεθεί ολοκληρωτικά στα χέρια του Κυρίου έχοντας την ελπίδα του στο Αγαθό και Τέλειο Θέλημά Του.  Άφησε όλη  την αγιασμένη ζωή του να την κατευθύνει ο Θεός , χωρίς ποτέ να δυσφορήσει και να διαμαρτυρηθεί . Είχε την υπομονή του Ιώβ  στις θλίψεις , στις ασθένειες , στις κακουχίες . Ακόμη και στις στιγμές του αφόρητου πόνου που έκλαιγε , ευχαριστούσε τον Θεό για το  Άπειρο Έλεός Του και για τα πνευματικά δώρα Του.

Μόνο έναν δρόμο γνώριζε ο άγιος Ευμένιος , τον δρόμο της αγάπης  και  της υπομονής. Της αγάπης που κλαίει , που στηρίζει , που παρηγορεί , που διακονεί, που ξεφορτώνει βάρη. Ήταν ο πατέρας των απελπισμένων. Ήταν  αυτός που φανέρωνε στους πονεμένους το αληθινό πρόσωπο του Θεού. Με την άσκηση που ο ίδιος έμαθε από την Αγία Γραφή έγινε δάσκαλος σε πολλούς άλλους . Ο άγιος ήταν αγαπητός από όλους τους ανθρώπους και όλοι ήθελαν να τον έχουν πνευματικό πατέρα, γιατί ο άγιος είχε προικισθεί με πολλά χαρίσματα ενώ απέκτησε και πολλά άλλα με την έντονη ασκητική ζωή , την επίμονη προσευχή  και τις αυστηρές νηστείες . Ακολουθούσε πιστά την ασκητική γραμμή των Πατέρων της Εκκλησίας έχοντας ευσεβή πίστη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό , την οποία είχε μάθει από τις Γραφές . Μελετούσε τον Λόγο του Θεού ημέρα και νύχτα και από την νεότητά του ήδη γνώριζε την Καινή Διαθήκη. Από τα πρώτα του χρόνια γνώρισε τον πόνο και τα βάσανα των ανθρώπων . Αργότερα , ο ίδιος θα γινόταν λιμάνι παρηγοριάς σε χιλιάδες βασανισμένες ψυχές που μετά από χρόνια θα γινόταν γνωστός σε όλον τον κόσμο και θα οδηγούσε πλήθη ανθρώπων στο να γνωρίσουν τον Θεό και να μάθουν  τα διδάγματα του Χριστιανισμού . Αν και με κλονισμένη και επιβαρυμμένη  υγεία ο γέροντας δεν σταμάτησε κανένα από τα άγια καθήκοντά του . Παρ ’ όλη αυτή την δύσκολη κατάσταση της υγείας του , εκείνος έκανε ακόμη μερικά ταξίδια  προς την πνευματική καθοδήγηση  των πιστών και συνέχιζε στο ακέραιον τα ιερατικά του καθήκοντα , ιερές ακολουθίες και ατελείωτες επισκέψεις σε σπίτια  πνευματικών του τέκνων για αγιασμούς , ευχέλαια , εξορκισμούς . Αυτό διήρκησε πάνω από 8 – 10  έτη , οπότε εισήλθε για τελευταία φορά στο νοσοκομείο  «Ευαγγελισμός» , όπου για δύο έτη έμεινε έγκλειστος στον θάλαμο 653 στον 6ο όροφο. Το δωμάτιο νοσηλείας το μετέτρεψε σε καλογερικό κελί , όπου παρά  τα επίπονα προβλήματα της υγείας του , εκτελούσε  με ακρίβεια τον μοναχικό του κανόνα , τις προσευχές , τις ακολουθίες του εικοσιτετραώρου. Είχε γίνει ο θάλαμος  της νοσηλείας του μέρος συνάξεως πολύ κόσμου ώστε να δημιουργούνται προβλήματα συνωστισμού στον όροφο . Όμως το προσωπικό του νοσοκομείου  ήταν ανεκτικό καθώς γνώριζε πως η συνάντηση των ασθενών με τον άγιο γέροντα θα είχε θετική επίδραση στην υγεία τους. Ο άγιος Ευμένιος ακούραστος δεχόταν όλο τον κόσμο που ζητούσε να τον δεί και να του δώσει ευλογία. Αξιοσημείωτο είναι ότι εκείνο το διάστημα έκανε πολλά θαύματα που μαρτυρούνται από ανθρώπους που τα βίωσαν και τα είδαν να συμβαίνουν. Το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου αισθάνονταν την ευλογία του αγίου Ευμενίου , που με το μεγάλο  χαμόγελο που  έβλεπαν συνεχώς στο πρόσωπό του , παρά τους πόνους που ένιωθε ο ίδιος , έπαιρναν θάρρος και ελπίδα και για προσωπικές δυσκολίες  και ιατρικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν στην εφαρμογή του ιατρικού λειτουργήματος.

Στις 23 Μαΐου του έτους 1999 , ημέρα Κυριακή, και ώρα περίπου στις τέσσερις το απόγευμα και σε ηλικία 68 ετών  κοιμήθηκε έν Κυρίω , αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό επί της γής . Κέρδισε όμως η Εκκλησία « έν ουρανοίς » , έναν μεσίτη και πρεσβευτή που θα διαβιβάζει στο εξής τα αιτήματα των πιστών στον θρόνο του Κυρίου. Εκείνη την ημέρα της κοιμήσεώς του , η Εκκλησία μας εόρταζε την μνήμη των αγίων των 318  Θεοφόρων Πατέρων της έν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο πατήρ Ευμένιος ως ιερέας ανήκε στην Ιερά Μητρόπολη Νικαίας  όπου προστάτες άγιοι είναι εκεί οι 318 Θεοφόροι Πατέρες και την ημέρα της εορτής τους  κοιμήθηκε ο άγιος Ευμένιος. Φάνηκε σαν να ήρθαν οι άγιοι Προστάτες της Μητροπολιτικής του  Περιφέρειας να παραλάβουν το εκλεκτό και υπερευλογημένο τέκνο  τους , την ημέρα της εορτής τους. Στον ιερό ναό αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού του Λοιμωδών Νοσοκομείου, τον οποίο  διακόνησε με περίσσεια αυταπάρνηση ο άγιος Ευμένιος,  τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα το σεπτό σκήνωμά  του, με τον κόσμο που τόσο τον αγάπησε να συρρέει προς τον τελευταίο ασπασμό με δάκρυα στα μάτια και βαθειά   συγκίνηση . Εκεί στον ιερό ναό των αγίων Αναργύρων   εψάλλη η εξόδιος ακολουθία από τον μητροπολίτη Νικαίας κ .Αλέξιο πλαισιωμένος από  δεκάδες ιερείς και τη συμμετοχή χιλιάδων πιστών χριστιανών. Ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ. Τιμόθεος επίσης παρευρέθη στην εξόδιο ακολουθία στην Αθήνα, ο οποίος είχε την τιμή από τον Θεό να τον χειροτονήσει κληρικό .

Στην γενέτειρά του την Εθιά Ηρακλείου, κατόπιν επιθυμίας του αγίου, έγινε  ο ενταφιασμός του, την επόμενη ημέρα της κοιμησεώς του ,στον προαύλιο χώρο, στον ιερό ναό που είναι αφιερωμένος στην Παναγία . Εκεί η Παναγία  είχε εμφανισθεί σαν γυναίκα ντυμένη στα μαύρα κάποια ημέρα που ο άγιος  Ευμένιος , μικρό παιδί τότε, άναβε τα καντήλια του ναού και του είπε « εσύ μία ημέρα θα γίνεις ιερεύς». Εκεί στον προαύλιο  χώρο της Εκκλησίας αυτής που συνέβη αυτό το θαυμαστό γεγονός,  έμελλε να είναι και ο τάφος όπου αναπαύεται το σεπτό σκήνωμα του οσίου Ευμενίου. Μετά την κοίμησή του το τίμιο σκήνωμά του εξέπεμπε μία σπάνια γαλήνη και φωτεινότητα αποδεικνύοντας την αγιότητά του. Το σώμα του ήταν ζεστό,  φωτεινό, μαλακό και ελαστικό, δίνοντας την εντύπωση ότι κοιμόταν και έτσι διατηρήθηκε μέχρι τέλους. Ήταν ένα θαύμα, μία επιπλέον απόδειξη της αγιότητάς του.

Ο άγιος Ευμένιος Σαριδάκης άφησε μνήμη πράου, ανεξίκακου, ανιδιοτελή , υπομονετικού και  ταπεινού ανθρώπου. Πραγματοποίησε ένα τεράστιο ποιμαντικό έργο άξιο θαυμασμού. Υπηρέτησε με ιδιαίτερη αγάπη και  αυταπάρνηση τα ιερατικά του καθήκοντα  καθ ‘ όλη την διάρκεια της ζωής του. Δεν σταμάτησε ούτε μέρα χωρίς να προσφέρει στον συνάθρωπο.  Αναλάμβανε  δύσκολες υποθέσεις να φέρει εις πέρας και τα κατάφερνε πάντα . Αναλάμβανε να καθοδηγήσει πνευματικά ανθρώπους  με βαριά  λοιμώδη νοσήματα ανεξαιρέτως ,  που βρισκόταν ακόμη και σε κοινωνικό αποκλεισμό, οδηγώντας τους σε λιμάνι σωτηρίας . Υπήρξε βάλσαμο στις ψυχές των ασθενούντων αυτών ανθρώπων που δοκιμάζονταν και από τις επιδράσεις των ασθενειών τους και από την κοινωνική περιθωριοποίηση. Είχαν βρεί τον πνευματικό τους πατέρα , τον φίλο και πατέρα τους , στο πρόσωπο του γέροντά τους , του γέροντα Ευμένιου , και αισθάνονταν πλέον ότι είχαν έναν άνθρωπο να προσεύχεται γι’ αυτούς , να τους αγαπά και να τους νοιάζεται. Προσέφερε τις διακονίες στους ασθενείς λεπρούς και στους ασθενείς με διάφορα λοιμώδη νοσήματα ως δικούς του ανθρώπους και φίλους, όπως συνήθιζε να λέει και να εννοεί. Καθότι , οι άνθρωποι αυτοί πέρα από την επώδυνη ασθένεια βίωναν και την κοινωνική απόρριψη. Ο πατήρ Ευμένιος με όλο το έργο του που  πραγματοποιούσε ασταμάτητα , άρχισε να μετατρέπεται σιγά – σιγά σε έναν άγγελο επί γής και γι’ αυτή του την αγιοσύνη ο Θεός  τον αντάμειψε με την χάρη των θαυμάτων.

Ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλιβήτης, ο οποίος και αυτός υπηρετούσε ως εφημέριος στο νοσοκομείο της  Πολυκλινικής Αθηνών , έλεγε στον κόσμο  για τον γέροντα Ευμένιο , «να πηγαίνετε να παίρνετε την ευχή του γέροντα Ευμένιου γιατί είναι ο κρυμμένος άγιος των ημερών μας . Σαν τον γέροντα Ευμένιο βρίσκει κανείς κάθε διακόσια χρόνια ». Επίσης τόνιζε ο άγιος Πορφύριος    πως  «πρέπει πάντοτε να είμαστε πλήρεις ελπίδας και αισιοδοξίας και να ξέρουμε ότι ο Χριστός είναι αγάπη !  Όση και να είναι η πτώση , η πίκρα , η κάμψη μας μπροστά στα μεγάλα προβλήματα της ζωής , ποτέ δεν πρέπει να χάνουμε αυτή την εσωτερική χαρά την οποία έχουμε από το γεγονός ότι ο Χριστός είναι Ζών και Παρών  στην ζωή μας ». Ο άγιος Ευμένιος πίστεψε με όλο του το είναι τον Χριστό , τον αγάπησε με όλη του την καρδιά , ακολούθησε και εφάρμοσε το Άγιο Θέλημά Του. Η παρουσία και η Χάρη του Θεού τον συνόδευσε σε κάθε βήμα της ζωής του . Η αγάπη του Θεού , κατά το «όσοι γάρ πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού» ( Ρωμ.8,14).  Έστειλε τον άγιο Ευμένιο σε εμάς τους θνητούς να μας καθοδηγήσει σε τέρμα αγαθό.

 Ο άγιος Ευμένιος Σαριδάκης υπήρξε ιεροπρεπής στην όψη , γλυκύς ,πρόσχαρος και  ευγενέστατος στους τρόπους . Η φωτεινή μορφή του με την κατάλευκη γενειάδα του,  με τα σπινθηροβόλα  και πολύ εκφραστικά του μάτια, σκόρπιζε παντού το πλατύ και ελπιδοφόρο χαμόγελό του μαζί με την απέραντη ευσπλαγχνία του .  Ο λόγος του ήταν , παιδαγωγικός,   σωστικός , σωτηριολογικός , απλός  , κατανοητός από το ποίμνιό του , καθώς μιλούσε  κατευθείαν μέσα στις καρδιές του κόσμου . Τα κηρύγματά του είχαν διδακτικό χαρακτήρα , ενθαρρυντικό και δυναμικό επίσης . Το ύφος τους ήταν λειτουργικό και ιεροπρεπές. Πήγαζαν από την καθαρότητα της καρδιάς του και γι’ αυτό ενέπνεαν και αναγεννούσαν πνευματικά τους ακροατές του , δυναμώνοντάς τους την πίστη στον Τριαδικό Θεό, τον μόνο αληθινό Θεό !

Με την ζωή και το έργο του , δίδαξε σε όλους μας την πίστη , την ελπίδα ,το θάρρος, την υπομονή ,την αγάπη , την πραότητα , την απλότητα, την εγκράτεια, την φιλευσπλαγχνία , την φιλοτιμία , την ανιδιοτέλεια ,  την  ακεραιότητα , την ταπείνωση, την αγωνιστικότητα, την γενναιότητα ψυχής, την ενάρετη ζωή και την  απόλυτη αφοσίωση στον Τριαδικό Θεό. Αναπνοή του ήταν η προσευχή και η ευχαριστιακή δοξολογία προς τον Θεόν.  Έτρεφε ακράδαντη πίστη στην προσευχή δοξολογώντας τον Δεσπότη Χριστό, τον γλυκύτατό του Ιησού Χριστό  και Σωτήρα. Συνήθιζε να μιλά στους ανθρώπους για την δύναμη της προσευχής και για τον τρόπο που απαλύνει αλλά και δυναμώνει την ψυχή . Η επίδοση στην προσευχή  απαιτεί  ταπείνωση , εγρήγορση , αυτοσυγκέντρωση  και προ παντός την Χάρη του Θεού, που μεταμορφώνει και φωτίζει τον νου.  Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναλύοντας την φράση του αποστόλου Παύλου, « ημείς δέ νούν Χριστού έχομεν » ( Α’ Κορ. 2,16), παρατηρεί ότι ο νους Χριστού που αποκτούν οι άγιοι , δεν καταργεί τον ανθρώπινο νου,  αλλά τον λαμπρύνει και τον κάνει Χριστοειδή . Ο όσιος Άνθιμος της Χίου λέει ότι  « η προσευχή είναι ο καθρέπτης   της  ψυχής . Όπως μέσα στον καθρέπτη βλέπει ο άνθρωπος τί λογής είναι η μορφή του , έτσι και με την προσευχή , όταν είναι θερμή και ειλικρινής , αποκαλύπτεται ο εσωτερικός άνθρωπος . Ποιος είσαι, η προσευχή θα σου το δείξει ».

Ο άγιος Ευμένιος  πολλές φορές δάκρυζε και με πόθο παρακαλούσε για την μετάνοια των πνευματικών του παιδιών . Εξομολογούσε ακατάπαυστα  πολλούς ανθρώπους και τους καθοδηγούσε πνευματικά . Η ιερά  εξομολόγηση,ή αλλιώς βάπτισμα δακρύων , είναι απαραίτητη για τον καθαρισμό από τις αμαρτίες , μετά από ειλικρινή μετάνοια, και καθαρός πλέον ο άνθρωπος δέχεται το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού με τη Θεία Μετάληψη , γινόμενος έτσι «σύσσωμος» και « σύναιμος » Ιησού Χριστού και με την πίστη του σε Αυτόν μπορεί να οδηγηθεί στη Σωτηρία, την Αιώνια Ζωή .Η ζωή του αγίου Ευμενίου  ήταν μία  συνεχής κατάσταση  αγίας υπακοής .  Αποτέλεσε   πρότυπο βοήθειας προς  τον πάσχοντα συνάνθρωπο. Ακολουθούσε πιστά το παράγγελμα  του Ιησού Χριστού « δωρεάν ελάβετε , δωρεάν δότε » ( Ματθ.10,5.7-8) . Ο Ιησούς Χριστός ήταν και είναι « ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων » . Η δύναμη  της αγάπης του αγίου Ευμενίου  για τον Χριστό  ήταν στήριγμα και γλυκιά παρηγοριά . Όπως το φως λάμπει και φωτίζει τον κόσμο , έτσι και η ακτινοβολία της μορφής του προσέλκυε σαν μαγνήτης κοντά του πλήθος ανθρώπων.

Έγινε ελπίδα για τους ταλαιπωρημένους οδοιπόρους της ζωής οδηγώντας τους σε λιμάνι σωτηρίας.  Ως φάρος φωτεινός φωτίζει και σήμερα τον δρόμο των πιστών . Η παρηγοριά από τον ουρανό  όπου υπάρχει ο άγιος Ευμένιος που κρατά στα χέρια του δύναμη Θεού με την ολόφωτη αγάπη του σκουπίζει τα δάκρυα του πονεμένου κόσμου , απλώνοντας  παντού την ευσπλαγχνία του και γεμίζοντας με ελπίδες τις καρδιές.  Άφησε μνήμη ταπεινού , μειλίχιου  , φιλότιμου, πράου , σεμνού, ησύχιου, αγαθού, υπάκουου,  σώφρονος, ευγνώμονος, ευλαβούς , ευσεβούς και φιλειρηνικού γέροντα  . Ήταν αγαπητός και θαυμαστός σε όλους  τους ανθρώπους. Ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε , ούτε και φιλονίκησε ή λύπησε κανέναν. Σύγχρονη φωτεινή μορφή της Ορθόδοξης Εκκλησίας . Ακούραστος  εργάτης στον  αμπελώνα του Κυρίου.   Κάθε πονεμένη ψυχή ,δοκιμασμένη από την οδύνη της αρρώστιας ας επικαλείται με θέρμη και πίστη την βοήθεια και μεσιτεία του . Ας αποτελέσει αυτός ο σύγχρονος όσιος της Ορθοδόξου Εκκλησίας  πρότυπο προς μίμηση .

 Στα χείλη κάθε ευλαβούς ψυχής ανεβαίνει ο γλυκός ύμνος , το απολυτίκιο του αγίου  Ευμενίου: «Νήσου  Κρήτης  τόν  γόνον  , Αθηναίων  τό  καύχημα , τών  λεπρών  υπηρέτην λειτουργόν    μέγαν  άριστον , Ευμένιον τιμήσωμεν  πιστοί ,  Νικηφόρου  θείου μαθητήν ,  τόν  παρέχοντα ιάσεις παντοδαπάς ,  τοίς  ευλαβώς   κραυγάζουσιν,  Δόξα  τώ   δεδωκότι  σοί   ισχύν , δόξα  τώ  σέ  στεφανώσαντι , δόξα  τόν   έν   εσχάτοις  τοίς  καιροίς , σέ αγιάσαντι ».

Ας αποτελέσει , λοιπόν , η φωτεινή μορφή του αγίου Ευμενίου πρότυπο για όλους τους ευσεβείς Ορθοδόξους Χριστιανούς και ας είναι πηγή ελπίδας και αισιοδοξίας πάντα παρών στην πιο θερμή γωνιά της ψυχής του κάθε πιστού για να την αρδεύει και να την ζωογονεί. Τιμάται  η μνήμη του από την Ορθόδοξη Εκκλησία την 23η  Μαΐου εκάστου έτους , την ημέρα της κοιμήσεώς του. Ήταν  γνωστός ως  ο «γέροντας των δακρύων». Σύμφωνα με τα λόγια του «όποιος αγαπάει ειλικρινά, δεν κατακρίνει, δεν σιχαίνεται, δεν μισεί ούτε πιστό ούτε άπιστο, ούτε μαύρο ούτε λευκό, ούτε δίκαιο ούτε άδικο και έχει τον εαυτό του χειρότερο απ’ όλους». Επίσης έλεγε ο άγιος Ευμένιος Σαριδάκης  «ολόκληρη η Αγία Τριάς αναπαύεται στην καρδίαν μας, όταν την καθαρίσωμε και την αφιερώσωμε, και την κάμωμε  δώρον του Χριστού μας ».

 Να έχουμε τις πρεσβείες του !