Page 10 - bouba_metsovo
P. 10

ΠΡΟΛΟΓΟΣ



            Τέλη Ιουλίου 2014, Μέτσοβο. Στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων για την εορτή της Αγίας
            Παρασκευής  (26  Ιουλίου)  διοργανώθηκε  μια  αναπαράσταση  του  «Αshτιπτάρε»  στην  οποία  οι
            συμμετέχοντες/ουσες παρουσίασαν το  πώς αντάμωναν στο Μέτσοβο οι άνδρες κτηνοτρόφοι με
            τις  οικογένειές  τους  μετά  από  μακρόχρονη  απουσία  των  πρώτων,  έξι  περίπου  μηνών,  στα
            χειμαδιά.  Αφού  «ανταμώσανε»  οι  άνδρες  με  τις  γυναίκες  και  τα  παιδιά  τους  ξεκίνησαν  τα
            τραγούδια και τον χορό, άλλοτε συνοδευόμενα από όργανα κι άλλοτε μόνο φωνές, παράλληλα με
            το  φαγοπότι.  Με  το  πέρας  της  εκδήλωσης  έπιασα  συζήτηση  με  έναν  θείο  μου  περί  της
            αναπαράστασης  που  μόλις  είχαμε  δει.  Εκείνος  φαινόταν  προβληματισμένος.  Μου  είπε  ότι  δεν

            ήτανε  έτσι  το  «Αshτιπτάρε»  κι  ότι  θα  έπρεπε  να  ασχοληθώ  εγώ  με  αυτό,  ως  μεταπτυχιακή
            φοιτήτρια Λαογραφίας.

            Από την μία πλευρά τα προσωπικά μου βιώματα (η πληθώρα των ιστοριών που έχω ακούσει από
            παιδί από τον πατέρα μου, τους θείους, τις θείες για τα πρόβατα, την τότε ζωή, τις δυσκολίες, τις
            χαρές και τις λύπες) κι από την άλλη η αγάπη μου για το χωριό, για το Μέτσοβο, μα κυρίως για
            τους ανθρώπους του, μου έδωσε το έναυσμα να ασχοληθώ όχι απλώς με το «αshτιπτάρε», αλλά
            γενικότερα  με  το  ξεχειμώνιασμα  των  Βλάχων  του  Μετσόβου.  Ο  πολύ  αγαπημένος  μας  θείος

            Σωτηράκης  είχε  πει  αναφερόμενος  στο  πώς  αντιμετωπίζουν  τα  παιδιά  και  τα  εγγόνια  του  τις
            ιστορίες που τους αφηγείται από τη ζωή του: «Σε λέει «Σαν παραμύθι». Σαν... Αυτά που έχουμε
            περάσει  ‘μεις  τα  ‘χουν  σαν  παραμύθια.»  (ΣΥΝ.20).  Με  την  εργασία  αυτή  δίνω,  με  το  δικό  μου
            τρόπο, τη σημασία και αξία που τους πρέπει στα «παραμύθια» αυτά.

            Έτσι προέκυψε η παρούσα εργασία, στην οποία προσπάθησα να συνθέσω —κατά τα μέτρα του
            δυνατού— σαφή και «ολοκληρωμένη» εικόνα του ξεχειμωνιάσματος μέσα από τις αφηγήσεις και
                               1
            τις  βιοϊστορίες  [1]   των  πληροφορητών/τριών  μου.  Οι  αφηγήσεις  αυτές  αφορούσαν  άλλοτε
            προσωπικά τους βιώματα κι άλλοτε αφηγήσεις οικείων τους προσώπων, τις οποίες είχαν ακούσει
            πάμπολλες φορές, ώστε μπορούμε να πούμε ότι είχαν «γαλουχηθεί» με δαύτες.

            Στις προθέσεις μου δεν ήταν ούτε «να ανυψώσω» κάποιους κτηνοτρόφους, ούτε «να χαντακώσω»
            κάποιους άλλους με την έρευνα αυτή, αλλά, μέσα από τις διηγήσεις που συνέλεξα, να αναδείξω
            τις πολλές και διαφορετικές πτυχές κι οπτικές του ξεχειμωνιάσματος μέσα από το πρίσμα/οπτική
            των  αφηγητών/τριών  μου.  Στόχος  μου,  καθ’  όλη  τη  διάρκεια  της  έρευνας,  ήταν  να  κάνω  τους
            πληροφορητές/τριές  μου  να  νιώσουν  οικεία  μαζί  μου,  και  να  «ξεδιπλώσουν»  —σαν  όμορφο

            μετσοβίτικο  υφαντό—  ένα  κομμάτι  της  ψυχής  τους,  τις  αναμνήσεις  τους,  τις  σκέψεις  τους,  τα
            συναισθήματά τους γύρω από τα χειμαδιά και την κτηνοτροφία.





            1   Η  διαφορά  των  αφηγήσεων  με  τις  βιοϊστορίες  είναι  ότι  οι  δεύτερες  είναι  υποκατηγορία  των  πρώτων.  Ενώ  οι
            βιοϊστορίες έχουν αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, προέρχονται μέσα από τα βιώματά του/της πληροφορητή/τριας , οι
            αφηγήσεις συμπεριλαμβάνουν όχι μόνο τις βιοϊστορίες , αλλά και διηγήσεις που αναφέρονται σε περιστατικά που ο/η
            πληροφορητής/τρια έχει ακούσει —δεν έχει ζήσει ο/η ίδιος/α.

                                                            9
   5   6   7   8   9   10   11   12   13   14   15