Page 3 - saxinoglou-ierosyni
P. 3

Βλέπουμε,  λοιπόν,  ότι  οι  χριστιανοί  ονομάζονται  «ἱεράτευμα  ἅγιον»  και

                   «βασίλειον ἱεράτευμα», ως σώμα της Εκκλησίας που φέρει την γενική ιεροσύνη, οι

                   οποίοι καλούνται να προσφέρουν τα σώματά τους «θυσίαν ζῶσαν ἁγίαν εὐάρεστον

                   τῷ θεῷ» (Ρωμ. 12, 1) και, φυσικά, δεν αναφέρεται σε ανθρωποθυσίες ο απόστολος
                   Παύλος με αυτή του την διατύπωση, αλλά σε μία θυσία με μεταφορική, συμβολική

                                   1
                   και ηθική έννοια . Όλοι οι χριστιανοί που μετέχουν στην ιεροσύνη του Χριστού είναι
                                                                                 2
                   ταυτόχρονα υποχρεωμένοι να συμμετέχουν και στη θυσία Του . Πρόκειται, δηλαδή,
                   για λατρεία η οποία μεταφέρει και διαδίδει την θυσιαστική αγάπη του Θεού μέσα
                               3
                   στον κόσμο . Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του ιερού Χρυσοστόμου: «Καὶ πῶς ἂν
                   γένοιτο  τὸ  σῶμα,  φησὶ,  θυσία;  Μηδὲν  ὀφθαλμὸς  πονηρὸν  βλεπέτω,  καὶ  γέγονε

                   θυσία·  μηδὲν  ἡ  γλῶσσα  λαλείτω  αἰσχρὸν,  καὶ  γέγονε  προσφορά·  μηδὲν  ἡ  χεὶρ

                   πραττέτω παράνομον, καὶ γέγονεν ὁλοκαύτωμα. Μᾶλλον δὲ οὐκ ἀρκεῖ ταῦτα, ἀλλὰ
                   καὶ  τῆς  τῶν  ἀγαθῶν  ἡμῖν  ἐργασίας  δεῖ,  ἵνα  ἡ  μὲν  χεὶρ  ἐλεημοσύνην  ποιῇ,  τὸ  δὲ

                   στόμα εὐλογῇ τοὺς ἐπηρεάζοντας, ἡ δὲ ἀκοὴ θείαις σχολάζῃ διηνεκῶς ἀκροάσεσιν.

                   Ἡ  γὰρ  θυσία  οὐδὲν  ἔχει  ἀκάθαρτον,  ἡ  θυσία  ἀπαρχὴ  τῶν  ἄλλων  ἐστί.  Καὶ  ἡμεῖς

                   τοίνυν καὶ χειρῶν καὶ ποδῶν καὶ στόματος καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων ἀπαρχώμεθα τῷ
                                                       4
                   Θεῷ · ἡ τοιαύτη θυσία εὐάρεστος» . Και συνεχίζει λέγοντας: «οὕτω καὶ ἡμᾶς τὸν
                   ἅπαντα βίον διακεῖσθαι χρὴ, ὡς λατρεύοντας καὶ ἱερωμένους. Ἔσται δὲ τοῦτο, ἐὰν

                   καθ'  ἑκάστην  ἡμέραν  προσφέρῃς  αὐτῷ  θύματα,  καὶ  ἱερεὺς  τοῦ  οἰκείου  σώματος

                   γίνῃ,  καὶ  τῆς  κατὰ  ψυχὴν  ἀρετῆς·  οἷον,  ὅταν  σωφροσύνην  προσενέγκῃς,  ὅταν
                   ἐλεημοσύνην,  ὅταν  ἐπιείκειαν  καὶ  ἀνεξικακίαν.  Ταῦτα  γὰρ  ποιῶν,  ἀναφέρεις

                   λογικὴν  λατρείαν,  τουτέστιν,  οὐδὲν  ἔχουσαν  σωματικὸν,  οὐδὲν  παχὺ,  οὐδὲν

                             5
                   αἰσθητόν» .



                   1
                     Βακάρος Δ., Η ιερωσύνη στην εκκλησιαστική γραμματεία των πέντε πρώτων αιώνων, Θεσσαλονίκη
                   1986, σελ. 70.
                   2   Βασιλειάδης  Π.,  «Ιησούς  Χριστός,  ο  Μέγας  Αρχιερεύς»  στο:  Ιερά  Σύνοδος  της  Εκκλησίας  της
                   Ελλαδος,  Ειδική  Συνοδική  Επιτροπή  Λειτουργικής  Αναγεννήσεως,  Το  Μυστήριον  της  Ιερωσύνης,
                   Πρακτικά Ζ΄ Πανελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου Στελεχών Ιερών Μητροπόλεων, Κλάδος Ἐκδόσεων
                   τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, 2006, σελ. 42.
                   3  Βασιλειάδης Π., ό.π., σελ. 43.
                   4  PG 60, 595-596.
                   5  PG 60, 597.

                                                            2
   1   2   3   4   5   6   7   8