Προσβάσιμη σελίδα

«Κληρονομούσα είναι η εκκλησία, που αποτελείται από τους κληρονόμους του Θεού»

ΟΙ ΨΑΛΜΟΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ  ΩΡΩΝ

Συγκεκριμένα οι μεγάλες Ώρες περιλαμβάνουν τους εξής ψαλμούς:

Α.  ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΩΡΕΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

(Α΄5ος, 44ος, 45ος, – Γ΄66ος, 86ος ,50ος, -Στ΄71ος, 131ος, 90ος, – Θ΄109ος, 110ος, 85ος ) που διαβάζονται την παραμονή των Χριστουγέννων.

Β. ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΩΡΕΣ ΤΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ

 (Α΄5ος, 22ος, 26ος, – Γ΄28ος, 41ος ,50ος, -Στ΄73ος, 76ος, 90ος, – Θ΄92ος, 113ος, 85ος ), που διαβάζονται την παραμονή των Θεοφανείων.

Γ. ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΩΡΕΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

(Α΄5Ος ,89Ος, 100Ος  , Γ΄16Ος, 24Ος, 50Ος, ΣΤ΄53Ος, 54Ος, 90Ος, Θ΄83Ος, 84Ος, 85Ος ) που διαβάζονται στις εβδομάδες της Μ. Τεσσαρακοστής του Πάσχα.

Δ.  ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΩΡΕΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

  (Α΄5ος, 2ος, 21ος, – Γ΄ 34ος, 108ος ,50ος, -Στ΄53ος, 139ος, 90ος, – Θ΄68ος, 69ος, 85ος ), που διαβάζονται την Μ. Παρασκευή το πρωί.

          Όπως βλέπουμε ο 5ος, ο 50ος, ο 90ος και ο 85ος είναι κοινός σε όλες τις Μεγάλες  Ώρες.

ΩΡΑΙ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ

ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ Α΄ ΩΡΑΣ  (5ος, 22ος, 26ος)

Ψαλμὸς ε΄(5)  

Εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ τῆς κληρονομούσης· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

Εισαγωγικά

«Εἰς τὸ τέλος», όπως επιγράφονται και άλλοι ψαλμοί, σημαίνει το τέλος της Παλαιάς εποχής και την έναρξη της νέας, το τέλος της σκιάς του Νόμου και τον ερχομό της Χάριτος με τον ερχομό του Κυρίου, όπως προφητικά αναφέρεται ο Δαυίδ. Κληρονομούσα είναι η εκκλησία, που αποτελείται από τους κληρονόμους του Θεού, μέγιστη τιμή που απέδωσε ο Εσταυρωμένος Χριστός στους πιστούς ανθρώπους.

Α΄Μέρος (2-4) Παράκληση για τον εισακούσει

Β΄Μέρος (5-8) Οι παράνομοι και ο δίκαιος άνθρωπος

Γ΄ Μέρος (9-11) Οι ασέβειες που πικραίνουν τον Θεό

Δ΄ Μέρος (12-14) Ευφροσύνη και χαρά στους αγαπώντες τον Κύριο

Τὰ ῥήματά μου ἐνώτισαι,[1] Κύριε, σύνες[2] τῆς κραυγῆς μου.

(Τα λόγια μου, Κύριε, άκουσέ τα με προσοχή, κατάλαβε την κραυγή μου).

Πρόσχες[3] τῇ φωνῇ τῆς δεήσεώς μου, ὁ Βασιλεύς μου καὶ ὁ Θεός μου.

(Δώσε προσοχή που σε φωνάζω και σε παρακαλώ, εσύ που είσαι ο Βασιλιάς μου και ο Θεός μου).

Ὅτι πρὸς σὲ προσεύξομαι[4] Κύριε· τὸ πρωῒ εἰσακούσῃ[5] τῆς φωνῆς μου.

(Γιατί Σε Σένα θα προσευχηθώ και πρωί πρωί θα ακούσεις τη φωνή μου)

Τὸ πρωῒ παραστήσομαί[6] σοι καὶ ἐπόψει[7] με, ὅτι οὐχὶ Θεὸς θέλων ἀνομίαν σὺ εἶ.

(Το πρωί θα παρουσιαστώ ενώπιόν Σου και θα με εποπτεύσεις, γιατί εσύ δεν είσαι ένας Θεός που θέλει την ανομία).

Οὐ παροικήσει[8] σοι πονηρευόμενος, οὐδὲ διαμενοῦσι παράνομοι κατέναντι τῶν ὀφθαλμῶν σου.

(Δεν πρόκειται να κατοικήσει δίπλα σου πονηρός άνθρωπος, ούτε θα διαμένουν παράνομοι μπροστά στα μάτια Συ).

 Ἐμίσησας πάντας τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀνομίαν, ἀπολεῖς[9] πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος.

(Μίσησες όλους όσους εργάζονται την ανομία και θα καταστρέψεις όλους όσους λένε ψέμματα).

Ἄνδρα αἱμάτων καὶ δόλιον βδελύσσεται Κύριος.

(Άνθρωπο αιμοσταγή και δόλιο τον σιχαίνεται ο Κύριος).

 πρὸς ναὸν ἅγιόν σου ἐν φόβῳ σου, Κύριε, ὁδήγησόν με ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου·

(Στο ναό τον άγιόν  Σου, Κύριε, οδήγησέ με με φόβο Θεού μέσα στο πνεύμα των δίκαιων εντολών Σου).

ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν μου, κατεύθυνον ἐνώπιόν σου τὴν ὁδόν μου.

(σε πείσμα των εχθρών μου ,Κύριε, οδήγησέ με στο δρόμο που οδηγεί σε Σένα).

Ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια· ἡ καρδία αὐτῶν ματαία.

(Γιατί δεν υπάρχει αλήθεια στο στόμα τους και η καρδιά τους επιθυμεί μάταια πράγματα)

Τάφος ἀνεῳγμένος[10] ὁ λάρυγξ αὐτῶν ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν· κρῖνον αὐτοὺς ὁ Θεός.

(Τάφος ανοικτός είναι το λαρύγγι τους και με τη γλώσσα τους λένε δόλια πράγματα. Κρίνε τους εσύ Κύριε).

Ἀποπεσάτωσαν[11] ἀπὸ τῶν διαβουλιῶν αὐτῶν· κατὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀσεβειῶν αὐτῶν, ἔξωσον[12] αὐτούς· ὅτι παρεπίκρανάν σε Κύριε.

(Ας πέσουν έξω με τις συκοφαντίες, σ’υμφωνα με το πλήθος των ασεβειών τους πέταξέ τους έξω, γιατί πολύ σε πίκραναν, Κύριε).

Καὶ εὐφρανθείησαν[13] πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπὶ σέ, εἰς αἰῶνα ἀγαλλιάσονται, καὶ κατασκηνώσεις ἐν αὐτοῖς.

(Έτσι θα ευχαριστηθούν όλοι όσοι ελπίζουν σε Σένα, θα αγάλλονται στον αιώνα του αιώνος, και θα κατασκηνώσεις ανάμεσά τους).

Καὶ καυχήσονται ἐν σοὶ πάντες οἱ ἀγαπῶντες τὸ ὄνομά σου.

(Θα καυχηθούν για Σένα όοι όσοι αγαπούν το όνομά Σου).

Ὅτι σὺ εὐλογήσεις δίκαιον, Κύριε, ὡς ὅπλῳ εὐδοκίας[14] ἐστεφάνωσας[15] ἡμᾶς.

(Γιατί εσύ Κύριε θα ευλογήσεις τον δίκαιον, γιατί μας προστάτεψες με το όπλο της καλής σου διάθεσης).

Στίχοι  που πρέπει να προσέξουμε (Ψαλμὸς Ε΄ (5)

 Κατά των παρανόμων

Τὸ πρωῒ παραστήσομαί σοι καὶ ἐπόψει με, ὅτι οὐχὶ Θεὸς θέλων ἀνομίαν σὺ εἶ. Οὐ παροικήσει σοι πονηρευόμενος, οὐδὲ διαμενοῦσιν παράνομοι κατέναντι τῶν ὀφθαλμῶν σου. Ἐμίσησας πάντας τοὺς ἐργαζομένους τὴν ἀνομίαν, ἀπολεῖς πάντας τοὺς λαλοῦντας τὸ ψεῦδος. Ἄνδρα αἱμάτων καὶ δόλιον βδελύσσεται Κύριος. 

Ο Κύριος δεν έχει καμία σχέση με τους παράνομους, τους πονηρούς τους ψεύτες και τους εγκληματίες. Προφανώς ο ποιητής δεν ανήκει σε καμιά από αυτές τις κατηγορίες, τις οποίες ο ίδιος αποκηρύσσει. Αυτό ακριβώς θέλει να τονίσει ο ποιητής αποσκοπώντας στην βοήθεια του Θεού

Ο ψαλμωδός σε αντιπαράθεση με τους παρανόμους

Ἐγὼ δὲ ἐν τῷ πλήθει τοῦ ἐλέους σου εἰσελεύσομαι εἰς τὸν οἶκον σου προσκυνήσω πρὸς ναὸν ἅγιόν σου ἐν φόβῳ σου. Κύριε ὁδήγησόν με ἐν τῇ δικαιοσύνῃ σου ἕνεκα τῶν ἐχθρῶν μου, κατεύθυνον ἐνώπιόν μου τὴν ὁδόν σου. 

Ο ποιητής αισθάνεται την ανάγκη να ελπίζει στο έλεος του Θεού, γι’  αυτό και καταφεύγει στον άγιο ναό του Θεού με φόβο και πίστη. Και ο ιερέας σε κάθε Θεία Λειτουργία μας προσκαλεί να προσέλθουμε και να μεταλάβουμε των Αγίων Μυστηρίων «μετά φόβου Θεού, πίστεως κι ελπίδας.» Το μόνο όπλο που έχει ο δίκαιος του Θεού είναι η δικαιοσύνη του, με την οποία θα αντιμετωπίσει τους εχθρούς του και θα συνεχίσει την οδό του Κυρίου με την βοήθεια του Κυρίου.

Και πάλι κατά των παρανόμων

Ὅτι οὐκ ἔστιν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν ἀλήθεια, ἡ καρδία αὐτῶν ματαία. Τάφος ἀνεῳγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν, κρίνον αὐτοὺς ὁ Θεός. Ἀποπεσάτωσαν ἀπὸ τῶν διαβουλιῶν αὐτῶν, κατὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀσεβειῶν αὐτῶν ἔξωσον αὐτούς, ὅτι παρεπίκρανάν σε Κύριε. 

Ο ποιητής είναι γεμάτος αγανάκτηση για την θρασύτητα και δολιότητα αυτών που παρανομούν. Στο στόμα τους δεν έχουν ποτέ την αλήθεια αλλά το ψεύδος, η καρδιά τους επιθυμεί μάταια πράγματα, έχουν δηλαδή ματαιοδοξία ή κενοδοξία. Βρώμα και δυσωδία είναι το στόμα τους, όπως ένας ανοιχτός τάφος. «Εκ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το πνεύμα» και εδώ, επειδή η καρδιά τους επιθυμεί τον δόλο, τον εκφράζουν με την γλώσσα τους. Ο ψαλμωδός  θέλει να τους κρίνει αυτούς τους ανθρώπους σύμφωνα με τα λόγια και τα έργα τους. Εκείνο που νοιάζεται είναι να μην επικρατήσουν αλλά να φανερωθούν και να πέσουν στα μάτια της κοινωνίας. Οι ασέβειες των ανθρώπων αυτών έχουν σχέση με την μη αναγνώριση των ευεργεσιών του Θεού προς τους ανθρώπους. Τέτοιοι αχάριστοι άνθρωποι δεν έχουν θέση μέσα στους δικαίους, πρέπει να αποβληθούν και να εξοριστούν, διότι πίκραναν τον Θεό πάρα πολύ με την συμπεριφορά τους.

Σε αντίθεση οι ελπίζοντες επί Κύριον και οι αγαπώντες το όνομά Του

Καὶ εὐφρανθείησαν πάντες οἱ ἐλπίζοντες ἐπὶ σέ, εἰς αἰῶνα ἀγαλλιάσονται καί κατασκηνώσεις ἐν αὐτοῖς, καὶ καυχήσονται ἐν σοὶ πάντες οἱ ἀγαπῶντες τὸ ὄνομά σου. Ὅτι σὺ εὐλογήσεις δίκαιον, Κύριε, ὡς ὅπλῳ εὐδοκίας ἐστεφάνωσας ἡμᾶς.

Σε αντίθετοι με τους παρανομούντες είναι  οι δίκαιοι του Θεού, αυτοί που τηρούν το θέλημά Του, οι οποίοι στηρίζουν την ελπίδα τους σε αυτόν. Σε αυτούς θα μπει μέσα στις καρδιές τους και θα κατασκηνώσει και θα κινείται ελεύθερα. «εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός» (Κορινθ. Β΄, 6, 16). Ας ευφρανθούν λοιπόν όλοι αυτοί και ας χαρούν, διότι ο Θεός θα φωλιάσει στις καρδιές αυτών των ανθρώπων και θα καυχούνται για αυτόν, ενώ όλα τα άλλα θα τα θεωρούν σκύβαλα και τιποτένια.

[1] Προστακτική Αορίσου Ενεργ. Φωνής του ενωτίζομαι, σύνθετο από εν και ωτίζομαι (ους, ωτός) = Το βάζω μέσα στα αυτιά μου, ακούω προσεκτικά.

[2] Προστακτική Αορίστου Β΄του συν –ίημι= το βάζω μέσα μου, στο κεφάλι μου, καταλαβαίνω

[3] Προστακτική Αορίστου Β΄του προσ- έχω=  έχω στραμμένη την προσοχή μου σε κάποιον. Και η προσοχή παράγεται από το προσέχω.

[4] Μέλλοντας του προσ – εύχομαι= κάνω ευχή σε κάποιον

[5] Μέλλοντας, β΄ενικό πρόσωπο του εισακούω. Ο Μέλλοντας κάνει εισακούσομαι.

[6] Μέλλοντας του παρίσταμαι = παρουσιάζομαι.

[7] Μέλλοντας του εφ – ορώ= εποπτεύω. Ο Μέλλοντας κάνει επόψομαι.

[8] Μέλλοντας του παρ(α )– οικώ= κατοικώ δίπλα

[9] Μέλλοντας του απ(ό) – όλλυμι= καταστρέφω. Ο Μέλοντας κάνει απολώ.

[10] Μετοχή Παρακειμένου του ανοίγνυμαι (ανοίγομαι). Ο Παρακείμενος κάνει ανέωγμα και η μετοχή ανεωγμένος,η,ον.

[11] Προστακτική Αορίστου γ΄πληθ. πρόσωπο του από – πίπτω. Ο Αόριστος κάνει απέπεσα, η Προστακτική απόπεσον, σάτω, σατε, σάντων ή σάτωσαν.

[12] Προστακτική Αορίστου του εξ – ωθώ. Ο Αόριστος κάνει εξέωσα, Υποτακτ. Εξώσω, Ευκτική εξώσαιμι, Προστακτική έξωσον, σάτω, σατε, σάντων ή σάτωσαν.

[13] Ευκτική Αορίστου Παθητικού γ΄πληθ. πρόσωπο. Ο Παθητικός Αόριστος κάνει ηυφράνθην, Υπ.ευρανθώ, Ευκτ. ευφρανθείην, ης,η, είημεν,είητε, είησαν,Πρ.ευφράνθητι.

[14] Ευδοκία σύνθετο από ευ + δοκία, απ’ όπου και το ρήμα ευδοκώ. Το δοκώ παράγεται από το δέχ-ομαι. Η δόξα είναι η γνώμη που σχηματίζομαι για κάποιον, καλή ή κακή, συνήθως καλή. Ευδοκία επομένως σημαίνει καλή διάθεση. «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και εν ανθρώποις ευδοκία» σημαίνει «να έχουμε καλή γνώμη για το Θεό,( να λέμε καλά λόγια και να τον δοξάζουμε) που κατοικεί στα ύψιστα της οικουμένης, ενώ  στους ανθρώπους να υπάρχει η καλή διάθεση (του Θεού). «Ο Πατήρ ηυδόκησε, ο Λόγος σάρξ εγένετο» σημαίνει: «Ο Θεός Πατέρας έδειξε την καλή Του διάθεση για τον άνθρωπο και ο Θεός Λόγος έγινε ανθρώπινη σάρκα, ενσαρκώθηκε».

[15] «ως όπλω ευδοκίας εστεφάνωσας ημάς» σημαίνει: «μας στεφάνωσες, μας τίμησες με το στεφάνι της καλής Σου διάθεσης, που αποτελεί για μας όπλο σε.κάθε περίσταση, επομένως : μας προστάτεψες με το όπλο της καλής σου διάθεσης

Πρόσφατες
δημοσιεύσεις
Λόγος και Μέλος: Τετάρτη του Πάσχα
Λόγος και Μέλος: Τρίτη του Πάσχα
Λόγος και Μέλος: Δευτέρα του Πάσχα