Προσβάσιμη σελίδα

Ο Γ. Χατζηθεοδώρου για το βιβλίο «Από την Πράξη η Θεωρία» του Κ. Καραγκούνη

Εντελώς πρόσφατα μου στάλθηκε ευγενώς σε ηλεκτρονική μορφή, μια σπουδαία πολυσέλιδη εργασία του διακεκριμένου καθηγητή μουσικολογίας στην Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθηνών, κ. Κωσταντίνου Χ. Καραγκούνη.

Πρόκειται για το με τίτλο « Άπό την Πράξη στη Θεωρία– Θεωρητική προσέγγιση της Βυζαντινής-μεταβυζαντινής και Σύγχρονης Ψαλτικής Τέχνης βάσει της Διαμορφωθείσης Ψαλτικής Παραδόσεως» σύγγραμμα, το οποίο ως εκ του όγκου του (1800 περίπου σελίδες) και του αμητού των πληροφοριών και των θεμάτων που περιέχει, σίγουρα αποτελεί προϊόν πολύχρονης σε βάθος εμπεριστατωμένης έρευνας και μελέτης, όπως και ολοκληρωμένης βιωματικής ψαλτικής και διδακτικής προσέγγισης του συγγραφέα.

Είναι πόνημα το οποίο, έρχεται μετά την εργασία του Σ. Καρά (αυτή έχει και πολλά αμφιλεγόμενα σημεία) να εξηγήσει και να αναπτύξει πληρέστερα, ακριβέστερα και σε βάθος πολλά σημεία της θεωρίας, από την πράξη της Ψαλτικής Παράδοσης της Εκκλησίας μας, κάτι που οι μέχρι σήμερα λοιπές θεωρητικές εργασίες ή παρέλειψαν ή έθιξαν εντελώς ακροθιγώς. Επομένως, πρόκειται για μια εργασία η οποία με την πληρότητά και την διεισδυτικότητά της, ήλθε για να ωφελήσει και να μείνει.. Ασφαλώς δε, ως πολύτιμο για τον ελληνικό χώρο θεωρητικό μουσικό σύγγραμμα, όχι μόνο θα πλουτίσει σημαντικά  τη βιβλιογραφία της εκκλησιαστικής μας μουσικής, αλλά  σίγουρα θα καταστεί σημείο αναφοράς στο παρόν και το μέλλον για τους ενασχολούμενους με τη θεωρία της και όχι μόνο.

Πρέπει εδώ να διευκρινισθεί ότι η εργασία αυτή, σύμφωνα και με τον συντάκτη  της « δεν απευθύνεται σε αρχαρίους μαθητάς της Ψαλτικής Τέχνης, όσο, κυρίως, σε διδασκάλους αυτής· αφ ενός, παρέχοντος τα θεολογικά και επιστημονικά τεκμήρια επί των οποίων στηρίζεται το όλο θεωρητικό οικοδόμημά της, αφ ετέρου, προτείνοντας ένα μεθοδολογικό τρόπο διδασκαλίας Πράξης και Θεωρίας».

 Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας, ως εγκρατής θεολόγος που είναι, συν τοις άλλοις, πετυχαίνει και μια εξαίρετη ερμηνεία ώσμωσης ψαλτικής και θεολογίας, κάτι που δεν συναντούμε σχεδόν σε κανένα από  τα εκδοθέντα Θεωρητικά.

Δεν θα αναφερθώ βέβαια διεξοδικά στην ύλη του βιβλίου, ούτε και θα αποτολμήσω κανενός είδους ειδική ανάλυσή της, γιατί θεωρώ ότι κάτι τέτοιο θα πρέπει να γίνει επίσημα σε ειδική μουσικολογική σύναξη από διακεκριμένους μουσικολόγους· απλά και εντελώς ενδεικτικά, για την ανάγκη του τωρινού σημειώματός μου, θα αναφερθώ ακροθιγώς σε μερικές από τις ενότητες που περιέχονται σ’ αυτό.

Κατ’ αρχάς ο συγγραφέας καταχωρεί, αντί εισαγωγής, « Τιμής Ένεκεν» και αυτολεξεί, εκτεταμένα «κείμενα περί Θεωρίας των καθηγητών Θωμά Κ. Αποστολοπούλου και Εμμανουήλ Στ. Γιαννοπούλου», γεγονός που φανερώνει την προσήνεια του χαρακτήρα και της σκέψης του, αλλά και την επιθυμία του για πλήρη διερεύνηση και τεκμηρίωση του έργου του, Τό ίδιο, άλλωστε, κάνει στη συνέχεια και σε επί μέρους ενότητες της εργασίας – ίσως και καταχρηστικά ως προς το πλήθος – για κείμενα των ιδίων επιστημόνων, καθώς και των Χαραλάμπου Σπυρίδη, Αντωνίου Κωνσταντινίδη  και άλλων, μάλλον έχοντας κατά νουν  το απόφθεγμα του Βακχυλίδη: «έτερος εξ ετέρου σοφός, το τε πάλαι, τότε νυν». Με αυτό το πνεύμα, παραπέμπει και με πλήθος υποσημειώσεων  σε πληρέστατη σχετική ελληνική και ξένη βιβλιογραφία, πίνακα της οποίας και παραθέτει το τέλος του βιβλίου του

Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη ( Πρώτο Μέρος-Επιστημονική Τεκμηρίωση, Δεύτερο Μέρος- Από τη Θεωρία στην Πράξη), στα οποία σε 15 συνολικά ενότητες (τρεις στο πρώτο και 12 στο δεύτερο) αναπτύσσονται με τολμηρότητα λεπτομερώς και σε κάθε πτυχή τους όσα αφορούν τη θεωρία της Ψαλτικής Τέχνης.

Στην πρώτη ενότητα – « Θεολογική Τεκμηρίωση», ο συγγραφέας εξετάζει  ενδελεχώς τις επιρροές της Δυτικής Θεολογίας, στη διαμόρφωση και διατύπωση της αναλυτικής σημειογραφίας της Ψαλτικής Τέχνης στη Νέα Μέθοδο και θεωρεί «ότι είναι η Θεολογία και η Πνευματικότητα των δύο κόσμων  Ανατολής – Δύσης εκείνες οι οποίες διαφοροποίησαν την μουσική αυτών και όχι (μόνον) οι ιστορικές, πολιτικές κοινωνικές, ανθρωπολογικές ή θρησκευτικές συνθήκες». Έτσι, αποφαίνεται ότι, κάτω από την επίδρασή της Δυτικής Θεολογίας, καθώς και του Νεοελληνικού Διαφωτισμού: «Η Νέα Μέθοδος εγκατέλειψε τις αρετές της απλότητας και αμεριμνησίας οι οποίες εστόλιζαν την Παλαιά Γραφή – παρά τις δυσκολίες της – και εθεμελιώθη επάνω σε ένα Μουσικό Ορθολογισμό και στην νοοτροπία «ότι βλέπω εκτελώ με τρόπο πειθαναγκαστικό και ψυχοφθόρο» (μεμονωμένη αυτοτέλεια των φθογγοσήμων, αντί της  μεταξύ τους συνέχειας τους ως εικόνας θέσεων, προσπάθεια καταμέτρησης και εκτέλεσης των χρονικών διαρκειών, επιτήδευση φωνητικών γυρισμάτων κ.α.) με αποτέλεσμα ο νους του ψάλλοντος να απομακρύνεται από την προσευχή που είναι το τελικό ζητούμενο.

Στη δεύτερη (τη σπουδαιότερη κατά την γνώμη  μου) ενότητα «Μουσικολογική Τεκμηρίωση» –  εδώ και περίληψη της στα αγγλικά – ο συγγραφέας ασχολείται:

 α΄) με την ανάλυση των γνωστών συστημάτων (4χορδο, 5χορδο, 8χορδο) και των συμφωνιών που προκύπτουν από τη σύζευξη ή  διάζευξή τους, με ή χωρίς τη λήψη προσλαμβανόμενου φθόγγου· υποστηρίζει δε την άποψη ότι το οκτάχορδο, ως οκτάχορδη κλίματα (δυο 4χορδα, με ενδιάμεσο διαζευτικό τόνο), χρησιμοποιήθηκε σχετικά μεταγενέστερα στην αρχαία ελληνική μουσική και αναλογικά περιορισμένα στη εκκλησιαστική, η οποία βασικά στηρίχθηκε για τη λειτουργία και  μελική ανάπτυξή της στο συνημμένο ή διαζευγμένο 4χορδο σύστημα (εξαιρετική εδώ, στην απλοποίηση της και με μουσικά επί του πενταγράμμου παραδείγματα, η αναφορά στα Τέλεια Συστήματα της αρχαίας ελληνικής μουσικής ( Τέλειον Έλασσον, Τέλειον Μείζον, Τέλειον Αμετάβολον.)

 (β΄) με  τη Συστημική Θεωρία των ήχων της Ψαλτικής Τέχνης, όπου και υποστηρίζει ότι, η αντικατάσταση της παλαιάς γραφής με τη νέα ευφυή και εύχρηστη απέφερε, λόγω της εποχής που εμφανίσθηκε,  την ανάγκη «επαναδιατύπωσης της Μουσικής Θεωρίας της Ψαλτικής» η οποία με τη σειρά της ξεπέρασε τα όρια της μέχρι τότε ισχύουσας Θεωρίας με την παλιά γραφή Ψαλτικής Παράδοσης, γεγονός που έγινε αιτία διαμόρφώσης μιας νέας παράδοσης, κυρίως στο θεωρητικό σύστημα. Έτσι, υποστηρίζει ο συγγραφέας, ενώ η  Παλιά Μελική Παράδοση διασώζεται με το νέο σύστημα γραφής, όμως παρατηρείται μεγάλη διάσταση μεταξύ Θεωρίας και Πράξης, με αποτέλεσμα « η θεωρία των Κλιμάκων και συστημάτων των ήχων, να βρίσκεται σε πλήρη διάσταση, από την ισχύουσα Μελοποιητική Πράξη» και ως συμπέρασμα, γράφει: «Πρέπει να προχωρήσουμε σε διόρθωση των Θεωρητικών Συγγραμμάτων, αντικαθιστώντας τις άχρηστες 8χορδες Κλίμακες με κάποιας μορφής ρεαλιστική αναπαράσταση της Συστημικής Θεωρίας των Ήχων, όπου αυτό απαιτείται.» Στη συνέχεια εξηγεί πιο αναλυτικά και παραθέτει πίνακες και σχεδιαγράμματα ήχων που παρουσιάζουν την άποψη του. Πρέπει να σημειωθει ότι οι πίνακες παρουσιάζονται με το ιχνογράφημα «Προσοχή, έχουν αναθεωρηθεί» και τούτο, γιατί όπως διευκρινίζει ο συγγραφέας παρουσιάζει διορθωμένη και ολοκληρωμένη τη θεωρία όλων των Κλάδων των Ήχων. στο δεύτερο μέρος του  παρόντος έργου.

γ΄) Χρησιμοποιώντας τον Πλ. Δ΄ήχο ως παράδειγμα (ο φθόγγος Νη είναι απλά προσλαμβανόμενος, ενώ ο ήχος λειτουργεί βασικά όχι στο τετράχορδο Νη-Γα, αλλά Πα-Δι), ο συγγραφέας κάνει μια απόπειρα « αναθεωρήσεως της Θεωρίας της Ψαλτικής» και εξέτασής της από διαφορετική «νέα οπτική γωνία-όχι νέα· παλαιά, η οποία, όμως,  από τον καιρό της Νέας Μεθόδου και εξής έχει εγκαταλειφθεί και κινδυνεύει να χαθεί.» Παράλληλα υποβάλλει ενδιαφέρουσες  προτάσεις «εναρμονίσεως της Θεωρίας με τη Διδακτική  Πράξη.

Με τις τρεις αυτές ενότητες ολοκληρώνεται το Πρώτο Μέρος το οποίο στην ουσία είναι εισαγωγικό για το Δεύτερο Μέρος της εργασίας όπου και γίνεται η αναλυτική εξέταση, με τη βοήθεια μάλιστα και πολλών πινάκων, της συστημικής μελικής λειτουργίας των οκτώ  και όλων των κλαδικών τους ήχων, και η πρόταση του συγγραφέα για μια νέα ανάγνωση – θεώρηση της Θεωρίας της Ψαλτικής Τέχνης.

Σημειώνω ότι και οι τρεις ενότητες του πρώτου μέρους είναι κείμενα εισηγήσεων – ανακοινώσεων σε ισάριθμα μουσικολογικά Συνέδρια και έχουν ρόλο σταδιακής εισαγωγής στο πνεύμα και τα πορίσματα της μακρόχρονης μουσικολογικής προσέγγισης και έρευνας του συγγραφέα, στο σχετικό αντικείμενο.

Στο Δεύτερο Μέρος της εργασίας ο συγγραφέας, μέσα από 12 ενότητες αναπτύσσει διεξοδικά τις, οπωσδήποτε σε μεγάλο βαθμό ρηξικέλευθες απόψεις – προτάσεις  του, τις οποίες και παραδίδει στην κρίση της ψαλτικής και επιστημονικής μουσικολογικής κοινότητας.

Δεν επεκτείνω την αναφορά μου στο Δεύτερο Μέρος, γιατί εκτός του ότι αυτή έγινε σπερματικά στο Πρώτο Μέρος του περιεχομένου, ο όγκος των σελίδων και η πλήρης κατανόησή του, δεν μπορεί να γίνει και να χωρέσει σε ένα βιβλιοκριτικό σημείωμα. Άλλωστε θα κουράσει. Η πλήρης αφομοίωση και κατανόηση του περιεχομένου του βιβλίου και του πνεύματος του συγγραφέα, θα προκύψει μόνο εάν ο αναγνώστης  – μελετητής και ιδιαίτερα ο δάσκαλος (σ’ αυτόν απευθύνεται βασικά  και αυτός θα ωφεληθεί από αυτό), ενσκύψει στις σελίδες του με επιμέλεια, προσοχή, περιέργεια, ανεπηρέαστη σκέψη και διάθεση.

Κλείνοντας, θεωρώ, συμπερασματικά, ότι η εργασία αυτή του καθηγητή Κωνταντίνου Χ. Καραγκούνη, διαφέρει κατά πολύ από τις μέχρι σήμερα αντίστοιχες θεωρητικές εργασίες, γιατί  ερευνά, ολοκληρώνει και ερμηνεύει δύσβατα θεωρητικά θέματα και δημιουργεί ερεθίσματα για παραπέρα έρευνα. Ως εκ τούτου αποτελεί Σταθμό για  τη μελέτη μέσα από την Πράξη, της από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και τις ημέρες μας, Θεωρίας της Ψαλτικής Τέχνης.

Τα θερμά μου συγχαρητήρια και τις ολόκαρδες ευχαριστίες μου, για το πόνημα που μας παρέδωσε, καθώς και τις ευχές μου για εύκαρπη συνέχεια του μουσικολογικού, του διδακτικού και του ψαλτικού του έργου.

Γεώργιος Ι. Χατζηθεοδώρου

Άρχων μαίστωρ Μ.τ.Χ.Ε.

πρ. Γυμνασιάρχης-πρωτοψάλτης

Πρόσφατες
δημοσιεύσεις
«Ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν Ἁγίων σου», Ιδιόμελο Μ. Τρίτης (Δημ. Μανούσης)
«Κύριε, ἐρχόμενος πρός το πάθος», ἦχ. πλ.α΄ Δοξαστικό Αἴνων Μεγάλης Δευτέρας
«Ο Θεός δεν είναι μόνο ο κύριος της γης αλλά και κάτω από την γη»
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται», Τροπάριο Μ. Δευτέρας (Άρχων Πρωτ. Λεωνίδας Αστέρης)
Κάλαντα Βαΐων (Νεανικό Μουσικό Εργαστήρι Θέρμης)