Page 4 - ioannou_geraimilianos
P. 4

τον «καιρό» των άλλων, που παίρνει συνήθως τη μορφή της «φλυαρίας», του
          φόβου  ακόμη  να  σταματήσουμε  να  μιλάμε,  της  «περιεργίας  και  της

          φιλαρχίας», είναι φυσικό να θλίβει τον συνάνθρωπο. Άλλωστε, όταν μιλάμε,

          βρισκόμαστε  πάντα  -πλην  σπανίων  εξαιρέσεων-  στον  κόσμο  της  πλάνης.

          Άραγε, θα πρέπει κι εμάς να μας το θυμίζουν αδιάκριτα συνεχώς;


             Περαιτέρω, ο Γέροντας λέγει, απευθυνόμενος στους μοναχούς, ότι όποιος

          πει «έναν αργό λόγο, μια είδηση από την επικαιρότητα», ζημιώνει τον αδελφό

          του  πολύ.  Μπορεί,  εννοεί,  κάποιος  να  προσεύχεται  με  θέρμη,  να  έχει
          αγωνιστεί πολύ να πετύχει αυτή τη φλόγα, τη ζέση στην προσευχή του, και

          ξαφνικά έρχεται ένας και τον ρωτά: «Το έμαθες; Στον κόσμο ο τάδε πολιτικός

          έκανε  την  εξής  παράνομη  πράξη…».  Γιατί  όμως  αυτή  η  κουβέντα  συνιστά

          άραγε αμαρτία; Γιατί αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, «ασχημονία», η οποία και

          ορίζεται ως η προσπάθεια να «απο-σπάσουμε» τον άλλον από το ουσιώδες
          στο ουτιδανό. Ο μοναχός (αλλά και κάθε άνθρωπος) είναι ο φορέας της δικής

          του εναγώνιας εσωτερικής πάλης για το αγαθό, δίνει κάθε λεπτό τον αγώνα

          για ό,τι θα όριζαν οι υπαρξιστές «αγωνία της ύπαρξης», είναι κλεισμένος στο

          «ταμείο της καρδιάς» του. Έχει ως προσωπικό προνόμιο, δωρισμένο από τον

          Θεό,  την  «εσωτερικότητα»,  την  όποια  ακριβώς  θα  πρέπει  να  μάθουμε  να
          σεβόμαστε πάνω από όλα. Για να βρεθεί κανείς στο Μοναστήρι, ή ακόμη και

          σ’ ένα ναό, για να έχει κλίνει το γόνυ και γείρει την κεφαλή μπροστά σε κάποια

          εικόνα, σημαίνει ότι κατάφερε, με θεία βοήθεια, να «αποσπαστεί» από την

          μέριμνα  και  να  επιλέξει  το  «εν  ου  έστι  χρεία».  Δεν  θα  πρέπει  άραγε  να

          αισθανθούμε το μυστήριο; Κάθε άνθρωπος ζητά, έστω κι αν δεν τολμά να το
          πει  μήτε  στον  εαυτό  του,  τον  σεβασμό  αυτής  της  «ιδιαιτερότητας»  και

          «διαφορετικότητάς» του, της μόνης αληθινής. Όχι βέβαια ότι στον κόσμο δεν

          θα γελάσουμε και δεν θα αστειευτούμε ή και δεν θα διασκεδάσουμε. Αλλά

          όλα  αυτά  μπορούν  να  γίνουν  εν  γνώσει  του  ότι  ο  άλλος  συνιστά

          «εσωτερικότητα». Γι’ αυτό και είναι λάθος να παραγνωρίζουμε, ή ακόμη και
          να  ακυρώνουμε  με  τον  τρόπο  μας,  την  επιθυμία  του  άλλου  για

          «αυθεντικότητα»,  να  προσπαθούμε  να  καταπνίξουμε  τον  «τροπισμό»  της
   1   2   3   4   5   6   7   8   9