Page 5 - ioannou_geraimilianos
P. 5

ψυχής  του–  συνήθως  φοβόμαστε  την  αυθεντική,  την  νικηφόρα  πάλη  του
          άλλου,  νιώθουμε  να  μας  βγάζει  από  την  ψευδαίσθηση.  Και  έτσι,  όταν  πει

          κανείς  στον  άλλο  (μοναχό)  για  τον  τάδε  πολιτικό,  τότε,  έστω  κι  αν  δεν  το

          αισθάνεται, συμβαίνει όντως να του έχει επιτεθεί από ψυχοδυναμική άποψη,

          να του έχει καταφέρει ένα κτύπημα.


             Πώς όμως θα μπορέσουμε να γλιτώσουμε από όλη αυτή την απρέπεια, την

          προπέτεια, την ασχημονία; Χρειάζονται άραγε μεγάλοι αγώνες και φοβερές

          ασκητικές  προσπάθειες,  νηστείες  και  χαμευνίες;  Καθόλου  λοιπόν  δεν
          απαιτείται  ένα  νέο  καθηκοντολόγιο:  «μη  το  ένα  μη  το  άλλο…».  Αυτό  που

          χρειάζεται, μαθαίνουμε, είναι παραδόξως να παραδοθούμε απλά «στην άνεση

          της  πνευματικής  ζωής»,  που  σημαίνει,  κατά  την  ταπεινή  μου  γνώμη,  να

          αφήσουμε τον εαυτό μας να αισθανθεί την «ευκολία» της αγάπης -θυμάμαι

          πάντα τον υπέροχο λόγο κάποιου Γέροντα, που μου είπε ότι «η αγάπη είναι
          εύκολη». Γενικά, πρέπει να καταλάβουμε ότι τα «προβλήματα» γεννιούνται

          πάντα ως ψευδοπροβλήματα. Αν διαρκώς τρέχει ο πιστός να γίνει «άγιος»,

          γιατί δεν ταπεινώνεται και δεν εννοεί τι σημαίνει «αχρείοι δούλοι εσμέν», τότε

          πράγματι θα τον νοιάξει πολύ που η ώρα συμβαίνει να είναι 7:25 και όχι 7:20.

          Και  αυτό  γιατί  σκέπτεται:  «τι  σημαντικό  χρονικό  διάστημα  είναι  τα  πέντε
          λεπτά! Αν είχα αγωνιστεί αυτά τα 5 λεπτά, τώρα θα ήμουν άγιος».  Έτσι όμως

          ο χρόνος γίνεται μάστιγα. Γενικά, αν δεν ζει κανείς, όπως λέγει ο πατήρ, «εν

          πνεύματι στην αιωνιότητα», αν διαρκώς, με εγωπάθεια, τρέχει πίσω από την

          αρετή του και το «εγώ» του, τότε πολύ απλά «αρχίζει να υποπτεύεται ο ένας

          τον άλλον, γεννιούνται μικρότητες και μικροψυχίες». Ο μοναχός ζει όμως μια
          ζωή «άνετη», γιατί ακριβώς πέταξε το περιττό, την «κακία της ημέρας», για την

          οποία μίλησε ο Κύριος. Αν δεν νοιάζεται κανείς τι θα γίνει με τα λεφτά του και

          τα πράγματά του, ακόμη –ο πατήρ απευθύνεται σε μοναχούς, γι’ αυτό μιλά με

          τόση  τόλμη-  και  με  την  υγεία  του  (την  οποία  βέβαια  οφείλουμε  όλοι  να

          προσέχουμε κατά το ανθρώπινον), τότε είναι άραγε δυνατόν να φτάσει στο
          σημείο να υποπτεύεται τον άλλο για οποιοδήποτε πράγμα; Και τι άνεση είναι

          αλήθεια να πετάξει κανείς όλη αυτή την ματαιότητα: συμβαίνει μάλιστα καμιά
   1   2   3   4   5   6   7   8   9   10