Page 17 - karapanagiotis-sindoni
P. 17

Ο Rogers είχε τη δυνατότητα να ελέγξει την πρόταση των Benford και Marino καθώς είχε
            στη διάθεσή του δείγματα της ομάδας STURP, δηλαδή δείγματα από περιοχές του εικονιζόμενου
            σώματος όπως επίσης και δείγματα που είχε μελετήσει ο G. Raes. Τα δείγματα του Raes είχαν εξαχθεί
            από περιοχή της Σινδόνης που συνόρευε με την περιοχή από όπου αποσπάστηκε η λωρίδα για τη
            χρονολόγηση. Συνεπώς ο Rogers είχε τη δυνατότητα να επιτελέσει μία συγκριτική μελέτη. Πολύ
            σύντομα  μετά  την  ανακοίνωση  των  Benford  και  Marino  και  συγκεκριμένα  το  2001,  ο  Rogers
            δημοσίευσε ένα άρθρο υπό τον τίτλο “Supportive comments on the Benford-Marino '16th century
            repairs' hypothesis” με το οποίο παρείχε πλήρη υποστήριξη στο σενάριο που πρότεινε ότι το μέρος
            από  όπου  αποσπάστηκε  η  λωρίδα  για  τη  χρονολόγηση  του  υφάσματος  αντιστοιχούσε  σε
                                     43
            μεταγενέστερη προσθήκη .
                    Έκτοτε  ο  Rogers  δημοσίευσε  και  άλλες  εργασίες  απευθυνόμενος  στο  ευρύ  κοινό.
            Βασιζόμενος κυρίως σε παρατηρήσεις που έκανε με το οπτικό μικροσκόπιο υποστήριξε ότι ενώ η
            περιοχή του σώματος της Σινδόνης είναι ένα κατεξοχήν λινό ύφασμα, τα δείγματα του Raes περιείχαν
            σημαντική ποσότητα βαμβακιού, υλικό που τα διαφοροποιούσε από το (κατά τον Rogers) αυθεντικό
            μέρος της Σινδόνης στο οποίο δεν υπάρχει βαμβάκι. Σημειώνεται πάντως ότι άλλοι ερευνητές έχουν
            αναφέρει  ότι  γενικά  στο  ύφασμα  της  Σινδόνης  βρίσκονται  σποραδικά  διάσπαρτες  κάποιες  ίνες
            βαμβακιού.  Επιπλέον,  με  μικροχημικές  δοκιμές  ο  Rogers  έδειξε  ότι  ενώ  τα  δείγματα  του  Raes
            περιείχαν ποσότητα λιγνίνης που μπορούσε να ανιχνευθεί, τα δείγματα από την αυθεντική Σινδόνη
            δεν  περιείχαν  ανιχνεύσιμη  ποσότητα  λιγνίνης.  Καθώς  η  λιγνίνη  καταστρέφεται  με  τον  χρόνο,  ο
            Rogers υποστήριξε ότι η αυθεντική Σινδόνη είναι παλαιότερη των δειγμάτων του  Raes και κατ’
            επέκταση  των  δειγμάτων  που  χρονολογήθηκαν.  Οι  παρατηρήσεις  αυτές  του  Rogers  είχαν  όμως
            περιορισμένη  αξία  καθώς  τα  δείγματα  του  Raes,  αν  και  γειτνίαζαν  με  τη  λωρίδα  που
            χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση, δεν προέρχονταν από αυτή καθαυτή την λωρίδα.
                    Το  2003  ο  Rogers  παρέλαβε  εναπομείναντα  δείγματα  από  την  περιβόητη  λωρίδα
            χρονολόγησης  και  διαπίστωσε  ότι  οι  παρατηρήσεις  που  διατύπωσε  για  τα  δείγματα  του  Raes
            επιβεβαιώνονται και στα δείγματα της λωρίδας. Επιπλέον, ανέφερε ότι σύμφωνα με αποτελέσματα
            που  συνέλεξε  με  την  οπτική  μικροσκοπία  και  τη  φασματομετρία  μαζών,  τα  δείγματα  του  Raes
            περιείχαν σε μικρές ποσότητες τη βαφή του ριζαριού καθώς επίσης και κόμμι, υλικά τα οποία δεν
            ανιχνεύονται  στα  δείγματα  της  ομάδας  STURP  που  αντιστοιχούν  στο  αυθεντικό  αντικείμενο.  Ο
            Rogers  υποστήριξε  ότι  τα  υλικά  αυτά  χρησιμοποιήθηκαν  προκειμένου  το  μπάλωμα,  στο  οποίο
            αντιστοιχούν η περιοχή των δειγμάτων του Raes και η λωρίδα με την οποία έγινε η χρονολόγηση, να
            μοιάζει  οπτικά  με  το  υπόλοιπο  αυθεντικό  μέρος  του  υφάσματος.  Αυτά τα  αποτελέσματα  και  τα
                                                                                                           44
            συμπεράσματά του ο Rogers τα δημοσίευσε στο έγκριτο περιοδικό Thermochimica Acta το 2005 .
            Το ίδιο έτος ο Rogers νικήθηκε από τον καρκίνο. Πρόλαβε όμως να αφήσει επιστημονικό έργο το
            οποίο αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για τη Σινδόνη του Τορίνο.

            4.4. Άλλες κριτικές για τη διαδικασία δειγματοληψίας της ραδιοχρονολόγησης
                    Εκτός  από  τις  παραπάνω  αιτιάσεις  του  Rogers,  υπάρχουν  και  κάποια  άλλα  σημεία  που
            ρίχνουν σκιές στην όλη διαδικασία δειγματοληψίας που ακολουθήθηκε  για τη ραδιοχρονολόγηση
            της Σινδόνης. Ίσως τα πιο σημαντικά είναι τα ακόλουθα: (1) πρακτικά χρονολογήθηκε ένα μόνο
            δείγμα που αποσπάστηκε από μία περιοχή του αντικειμένου. Το δείγμα αυτό (λωρίδα υφάσματος)
            διαχωρίστηκε σε επιμέρους τμήματα, τα οποία όμως ουσιαστικά συνιστούν ένα και το αυτό  δείγμα.


            43  Rogers 2001.
            44  Rogers 2005.
                                                                                                          16
   12   13   14   15   16   17   18   19   20   21   22