Page 20 - karatsoulis_exomologisi
P. 20

20
                   κοινή θεϊκή φύση, δεν διασπά την ενότητα της θείας ουσίας . Έτσι ο Θεός είναι μονάδα
                   ως προς την ουσία Του και τριαδικός κατά τις υποστάσεις Του. Η ουσία αποτελεί το κοινό
                   υποκείμενο  των  τριών  προσώπων  ενώ  οι  υποστάσεις  τις  διακεκριμένες  οντότητες,  οι

                   οποίες μετέχουν της κοινής ουσίας και διακρίνονται από τα χαρακτηριστικά ιδιώματα, τα
                                                        21
                   οποία  δηλώνουν  τον  τρόπο  ύπαρξης .  Τα  πρόσωπα  της  θεότητας  έχουν  τα  λεγόμενα
                   υποστατικά  ιδιώματα,  τα  οποία  είναι  ακοινώνητα  και  αμεταβίβαστα.  Ο  Πατέρας  είναι

                                                                                       22
                   αγέννητος, ο Υιός είναι γεννητός και το Άγιο Πνεύμα είναι εκπορευτό .

                          Σταδιακά με την θεολογική εξέλιξη των όρων αυτών ολοκληρώθηκε η διατύπωση
                   του  τριαδολογικού  δόγματος  στη  Β΄  Οικουμενική  Σύνοδο  της  Κωνσταντινούπολης.  Η

                   ταύτιση προσώπου και υπόστασης ήταν μία επαναστατική κίνηση από τους πατέρες, η
                   οποία επηρέασε την φιλοσοφική και θεολογική σκέψη με δύο τρόπους. Πρώτον πλέον το

                   πρόσωπο δεν είναι επίθεμα του όντος αλλά η υπόσταση του όντος καθεαυτή. Και δεύτερον
                   ότι τα όντα δεν αποδίδουν το είναι τους στο είναι καθεαυτό αλλά στο πρόσωπο, δηλαδή

                   το πρόσωπο γίνεται η αρχή και αιτία του όντος. Το πρόσωπο από επίθεμα γίνεται ον καθ’

                   εαυτό και ταυτόχρονα η αρχή και η αιτία των όντων. Αυτό φαίνεται και στην  αρχή της
                   προσωπικής - τριαδικής ζωής του Θεού, στην ενδοτριαδική σχέση, η οποία  συνίσταται όχι

                   στην ουσία του θεού αλλά στο πρόσωπο, και μάλιστα στο πρόσωπο του Πατέρα, ο οποίος








                          20  «…τὸ δὲ ὁμοφυὲς τῆς οὐσίας οὐ διακόπτουσιν. Μ. Βασίλειος, Πρός Εὐνόμιον, Λόγος Β, PG 29,
                   637 C.
                          21   «Διὰ  τοῦτο οὐσίαν μὲν μίαν  ἐπὶ τῆς θεότητος  ὁμολογοῦμεν,  ὥστε τὸν τοῦ εἶναι  λόγον μὴ
                   διαφόρως∙ ὑπόστασιν δὲ ἱδιάζουσαν, ἵν’ἀσύγχυτος ἡμῖν καὶ τετρανωμένη ἡ περὶ Πατρός καὶ Υἱοῦ καὶ ἁγίου
                   Πνεύματος ἔννοια ἐνυπάρχῃ. Μή γὰρ νοούντων ἡμῶν τούς ἀφωρισμένους περὶ ἔκαστον χαρακτῆρας, οἴον
                   πατρότητα καὶ υἱότητα καὶ ἀγιασμὸν, ἀλλ’ ἐκ τῆς κοινῆς ἑννοίας τοῦ εἶναι ὁμολογούντων Θεὸν, ἀμήχανον
                   ὑγιῶς τὸν λόγον τῆς πίστεως ἀποδίδοσθαι.» Μ. Βασίλειος, Ἐπιστολή 236,6, PG 32, 884 ΑB.

                          22  «Ἴδιον δὲ Πατρὸς μὲν, ἀγεννησία∙ Υἱοῦ δὲ, ἡ γέννησις∙ Πνεύματος δὲ, ἡ ἔκπεμψις.» Γρηγόριος
                   Θεολόγος, Λόγος 25, PG 35, 1221 C.
                                                                                                       19
   15   16   17   18   19   20   21   22   23   24   25