Page 12 - ioannou_geraimilianos
P. 12

Θεού»),  πρέπει  προηγουμένως  ο  μοναχός  να  μάθει  να  λέγει  ταπεινά  τι
          σκέπτεται για κάποιο ζήτημα και να το θέτει στη κρίση του προϊσταμένου. Δεν

          πρέπει να παραδίδεται στον λογισμό «ο Γέροντας θα με παρεξηγήσει, θα πει

          ότι  θέλω  να  του  επιβληθώ,  καλύτερα  να  μην  του  πω  απλά  και  ταπεινά  τι

          σκέπτομαι».  Όχι.  Υπάρχει  ένα  πνεύμα  απλότητας  και  «ανοιχτότητας»:  θ’

          ακουστεί  η  γνώμη  του  καθενός,  χωρίς  καθόλου  τέτοιες  προκαταβολικές
          κρίσεις και επιφυλάξεις, μήτε από την πλευρά του αδελφού, μήτε όμως και

          από την πλευρά Γέροντα. Ο Γέροντας δεν θέλει να πνίξει τη γνώμη των παιδιών

          του, δεν είναι ένας δικτάτορας. Ζητά, όπως λέγει και πάλι ο πατήρ Συμεών

          Κραγιόπουλος, την «φιλάνθρωπη υπακοή», την εμπιστοσύνη. Δεν έχει καμιά

          διάθεση για φιλαρχία, δεν είναι εξουσιομανής. Το πνίξιμο της φωνής μας, η

          αποσιώπησή της, ενώ ακόμη είμαστε πνευματικά ανώριμοι, δεν θα βοηθήσει,
          αλλά θα δημιουργήσει, μάλλον, καχυποψία και πικρία.


             Περαιτέρω,  ο  πατήρ  Αιμιλιανός,  μιλώντας  για  ένα  παρεμφερές  θέμα,  τη

          σχέση διακονήματος και λειτουργικής ζωής, λέγει ότι «πρέπει να σκέφτεστε το

          διανόημα σε συνάφεια με την αγρυπνία. Αν έχετε κάτι να πείτε (και) σ’ αυτό

          το  σημείο,  πείτε  το  ελεύθερα».  Δεν  υπάρχει  λόγος,  επαναλαμβάνουμε,  να

          κάνεις  κανείς  δεύτερες  σκέψεις  και  να  τις  «δουλεύει»  εντός  του.  Για  να
          καταλάβουμε όμως ακόμη καλύτερα γιατί ο πατήρ Αιμιλιανός ζητά να λέγει ο

          αδελφός ελεύθερα τη γνώμη του, ας ακούσουμε αυτό το πολύ σημαντικό που

          μας λέγει: «πες ελεύθερα τη γνώμη σου, για να βουβαθεί το εγώ σου, για να

          παύσει να σου επιβάλλεται μεσ’ από τις απαιτήσεις και τις κουβέντες σου».

          Συμβαίνει  δηλαδή  το  εξής  περίεργο  φαινόμενο  (γνωστό  πάντως  και  στην
          ψυχανάλυση  ως  ένα  βαθμό):  τα  πιο  πολλά  από  όσα  σκεπτόμαστε  και

          θεωρούμε  πολύτιμα  κατορθώματα  του  νου  μας,  είναι  συνήθως  σκύβαλα,

          αερολογίες,  ανυπόστατοι  βερμπαλισμοί,  λόγια  του  αέρα,  που  μόλις

          εξωτερικευτούν,  φαίνεται  αμέσως  η  κενότητά  τους.  Μέσα  στο  λόγο  μας

          ανακατεύονται  τα  πάθη  μας,  «η  κακία  της  ημέρας»,  και  γι’  αυτό,  όταν
          ελεύθερα  εξωτερικεύουμε  τη  σκέψη  μας,  οι  ίδιοι  θα  καταλάβουμε  την

          κουφότητά της, την ρηχότητά της –πόσοι λόγοι άλλωστε από όσους εκφέραμε
   7   8   9   10   11   12   13   14   15   16   17