Page 9 - karapanagiotis-sindoni
P. 9

προέρχονταν για τις γαιώδεις χρωστικές της ώχρας, θα έπρεπε εκτός από τον σίδηρο να ανιχνευθούν
            και άλλα μέταλλα ως προσμίξεις, τα οποία όμως δεν βρέθηκαν στο λινό ύφασμα. Ανιχνεύθηκε όμως
            ασβέστιο και στρόντιο τα οποία σχολιάζονται στην επόμενη παράγραφο. (ε) Τέλος, σύμφωνα με την
            ομάδα  STURP, η πηγή  του  σιδήρου πρέπει να είναι  το αίμα που ανιχνεύθηκε στη Σινδόνη (βλ.
            αποτέλεσμα 4).
                    Η παρουσία ασβεστίου στη Σινδόνη πιστοποιήθηκε με διάφορες μεθόδους ενώ το στρόντιο
            ανιχνεύθηκε κυρίως με την τεχνική XRF. Τα δύο στοιχεία αποδόθηκαν σε προσμίξεις. Η υπόθεση
            αυτή είναι ιδιαίτερα ισχυρή για την περίπτωση του ασβεστίου, καθώς είναι ένα στοιχείο ιδιαίτερα
            διαδεδομένο στη φύση. Το δε στρόντιο ανιχνεύεται πολύ εύκολα με την τεχνική XRF, καθώς το
            στοιχείο  αυτό  αποκρίνεται  εξαιρετικά  στο  φαινόμενο  φθορισμού  ακτίνων  Χ.  Φάσματα  XRF
            καταγράφουν  συχνά  το  στρόντιο.  Για  παράδειγμα,  το  στοιχείο  ανιχνεύθηκε  με  μία  πολύ  έντονη
                                                                                                     11
            φασματική γραμμή XRF κατά την ανάλυση της χρωστικής της αρχαίας πορφύρας της Θήρας , όπου
            η παρουσία του στροντίου δεν ήταν αναμενόμενη.
                    Ένα ακόμη αξιοσημείωτο εύρημα, που σχετίζεται με την παρουσία χρωστικών στη Σινδόνη,
            είναι αυτό που κατέγραψαν οι J.H. Heller και A.D. Adler οι οποίοι ανέφεραν την παρουσία του
            θειούχου υδραργύρου (HgS) σε μόλις ένα όμως δείγμα του λινού υφάσματος, από τα δεκάδες που
                       12
            μελέτησαν . Οι ερευνητές χαρακτήρισαν την ανίχνευση της κόκκινης χρωστικής τυχαία και  την
            απέδωσαν  σε  πρόσμιξη  που  πιθανόν  να  προήλθε  από  καλλιτέχνες  του  Μεσαίωνα  οι  οποίοι
            δημιούργησαν ζωγραφικά αντίγραφα της Σινδόνης. Στο σύνολό της η εργασία των Heller και Adler
            συντάσσεται  με  τα  γενικά  συμπεράσματα  της  ομάδας  STURP  όπως  αυτά  αναφέρθηκαν
            προηγούμενα.
            •  Στην  περιοχή  της  Σινδόνης  που  απεικονίζεται  το  ανθρώπινο  σώμα,  δεν  ανιχνεύθηκε  κάποια
            οργανική  ύλη–συνδετικό  μέσο  που  θα  έπρεπε  να  είχε  χρησιμοποιηθεί  στην  περίπτωση  που  το
            ανθρώπινο σώμα ήταν προϊόν ζωγραφικής. Υπογραμμίζεται όμως ότι στις περιοχές με τις κηλίδες
            (αίματος) ανιχνεύθηκε πρωτεϊνικό υλικό. Η θέση της πλειοψηφίας της ομάδας STURP ήταν ότι αυτό
            το πρωτεϊνικό υλικό πρέπει να προέρχεται  από το αίμα των κηλίδων (βλ.  αποτέλεσμα 4) καθώς
            ανιχνεύθηκε μόνο σε αυτές και όχι στην περιοχή του ανθρώπινου σώματος.
            • Μελετώντας τη Σινδόνη με Οπτικό Μικροσκόπιο, τα τυπικά μορφολογικά χαρακτηριστικά της
            επιφάνειας των ινών του λινού καταγράφηκαν ευδιάκριτα. Σύμφωνα με την ομάδα STURP, στην
            περίπτωση που η Σινδόνη ήταν ζωγραφικό έργο θα ανέμενε κανείς η μορφολογία των ινών του λινού
            να έχει καταπονηθεί και αλλοιωθεί κατά τη διαδικασία της ζωγραφικής, δηλαδή της εναπόθεσης των
            χρωστικών και του συνδετικού μέσου μέσω του πινέλου.

            Αποτέλεσμα  2:  Η  εικόνα  του  ανθρώπινου  σώματος  μάλλον  δεν  είναι  αποτέλεσμα  τοπικής
            καύσης της κυτταρίνης.
                    Σύμφωνα  με  τα  παραπάνω,  η  ομάδα  STURP  συμπέρανε  ότι  το  ανθρώπινο  σώμα  που
            απεικονίζεται στο ύφασμα δεν δημιουργήθηκε με χρήση ξένων προς το ύφασμα υλικών. Συνεπώς η
            ομάδα συμπέρανε πως το ίδιο το υλικό του υφάσματος πρέπει να έχει υποστεί κάποιου είδους αλλαγή
            στην περιοχή που υπάρχει η απεικόνιση του σώματος. Μία τέτοια περίπτωση, που την εποχή που
            διερευνήθηκε θεωρούνταν αρκετά πιθανή, είναι η τοπική καύση της κυτταρίνης. Η διερεύνηση αυτού
            του  σεναρίου  είναι  αρκετά  δύσκολη,  καθώς  το  φαινόμενο  της  καύσης  είναι  πολύπλοκο  και  το
            αποτέλεσμά  του  επηρεάζεται  δραματικά  από  τη  θερμοκρασία  και  τον  χρόνο  έκθεσης  του


            11  Aloupi et al. 2000.
            12  Heller & Adler 1981.
                                                                                                            8
   4   5   6   7   8   9   10   11   12   13   14