Page 9 - lidras_kyprianos
P. 9

ἀφοῦ  ἐκ  τῶν  πραγμάτων  ἡ  κατάσταση  ἦταν  ἀπελπιστικὴ  καὶ  κάθε
                   ἐπαναστατικὴ  ἐνέργεια,  ὅσο  πατριωτικὴ  καὶ  νὰ  ἦταν,  δὲν  θὰ  ἀπέφευγε  τὴν
                   καταστολὴ καὶ τὴν αἱματοχυσία. Καὶ βέβαια θὰ ἦταν ἐκ μέρους τοῦ Κυπριανοῦ
                   ἀνόητη ὁποιαδήποτε θυσία τοῦ ποιμνίου του χωρὶς νόημα καὶ χωρὶς σημαντικὸ
                   ἀποτέλεσμα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπορρίπτει αὐτὸ τὸ τόλμημα. Συνεισφέρει ὅμως κατὰ
                   τὸ μέτρο τῶν δυνάμεων καὶ  τῶν δυνατοτήτων του. Κατ’  ἀντιστοιχία κάνει τὸ
                   ἴδιο  μὲ  ἔμμεσο  τρόπο  καὶ  στὴν  ἐγκύκλιο  κατὰ  τῶν  φαρμασώνων.  Δὲν
                   ἐπηρεάστηκε  λοιπὸν  ἀπὸ  τὶς  τουρκικὲς  ἀρχές,  ἀλλὰ  μέριμνά  του  εἶναι  νὰ
                   προστατεύσει τὸ ποίμνιό του ἐκ τοῦ ψυχικοῦ καὶ σωματικοῦ θανάτου.
                      Ὁ «Ἱστορικὸς» τοποθετεῖ αὐτὴ τὴν ἐγκύκλιο τοῦ Κυπριανοῦ στὴν ἴδια τάξη,
                   στὴν  ὁποία  ἀνήκει  καὶ  ὁ  ἀφορισμὸς  τοῦ  Ὑψηλάντη  ἀπὸ  τὸν  πατριάρχη.  Ὁ
                                                                           37
                   ἀφορισμὸς  αὐτός,  γράφτηκε  ἀπὸ  τὸν  οἰκουμενικὸ  πατριάρχη  Γρηγόριο  τὸν  Ε΄
                   τὴν  11η  Μαρτίου  1821,  δύο  ἑβδομάδες  πρὶν  τὴν  ἑλληνικὴ  ἐπανάσταση.
                   Προηγήθηκε ἡ κάθοδος τοῦ Ὑψηλάντη ἐκ τῆς Μολδοβλαχίας ἡ ὁποία θορύβησε
                   τοὺς τούρκους. Οἱ τελευταῖοι, καθὼς διασώζουν οἱ ἱστορικὲς πηγές, ἀνάγκασαν
                   τὸν  πατριάρχη  νὰ  συγγράψει  τὸν  ἀφορισμὸ  αὐτό.  Ὅσο  ὅμως,  πρὸ  τῆς
                   συγγραφῆς  του,  ὁ  πατριάρχης  δὲν  ἐπιθυμοῦσε  νὰ  παρεμποδίσει  τὴν
                   ἐπανάσταση,  ἄλλο  τόσο  μετὰ  τὴν  συγγραφή  του,  ὁ  ἀφορισμὸς  παρέμεινε
                   εἰκονικὸς καὶ ἀνενέργητος. Τόσο ἡ διάθεση, ὅσο καὶ οἱ πράξεις τοῦ πατριάρχη
                   καὶ τῶν λοιπῶν ἀρχιερέων, καταμαρτυροῦνται στὰ ἱστορικὰ κείμενα.
                      Στὴν  περίπτωση  τοῦ  Κυπριανοῦ  δὲν  προηγήθηκε  κανένα  ἐπαναστατικὸ
                   κίνημα, γιὰ νὰ τὸ καταδικάσει, οὔτε πάλιν ἱστορικὰ στοιχεῖα ὑπάρχουν ποὺ νὰ
                   καταδεικνύουν  ἀνάμειξη  καὶ  πιεστικὴ  στάση  τῶν  τούρκων  γιὰ  τὴν  συγγραφὴ
                   τῆς  ἐγκυκλίου  κατὰ  τῶν  φαρμασώνων,  προκειμένου  νὰ  προληφθεῖ  ἡ
                   ὁποιαδήποτε ἔνοπλη κίνηση, ἀπ᾽ ὅπου καὶ ἂν προερχόταν. Ὁ Κυπριανός, διὰ τῆς
                   ἐγκυκλίου αὐτῆς ἀναδεικνύεται, σὲ μία πολὺ πρόωρη ἐποχή, ἄνδρας μὲ δυνατὴ
                   προορατικότητα. Προεῖδε τὶς καταστρεπτικὲς πνευματικὲς συνέπειες, τὶς ὁποῖες
                   ἐγκυμονοῦσε γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἡ Μασωνία, καὶ αὐτὲς ἠθέλησε νὰ προλάβει. Γι᾽
                   αὐτό, σχεδὸν ταυτόχρονα μὲ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Μασωνισμοῦ σὴν Κύπρο, ἐκδίδει
                   τὴν περὶ ἧς ὁ λόγος ἐγκύκλιο. Σὲ ἐπιστολὴ τοῦ γάλλου προξένου Ratez (1815-
                   1817)  38  ,  ἡμερομ.  31  Ἰανουαρίου  1817,  πρὸς  τὸν  γάλλο  πρέσβη  στὴν
                   Κωνσταντινούπολη,  σημειώνεται  γιὰ  πρώτη  φορὰ  ἡ  παρουσία  γάλλων
                   μασώνων στὴν Κύπρο . Στὴν ἐπιστολὴ αὐτή, μετὰ ἀπὸ αἴτηση τοῦ δευτέρου γιὰ
                                          39
                   νὰ πληροφορηθεῖ γιὰ μασωνικὲς στοὲς στὴν Κύπρο, ὁ Ratez δίνει ἀναφορὰ καὶ
                   σχετικὲς  πληροφορίες,  λίαν  ἐνδιαφέρουσες  γιὰ  τὴν  ὑπόθεσή  μας.  Τὴν
                   παραθέτουμε αὐτούσια.
                      «Ἡ ὑμετέρα ἐξοχότης ὁμιλεῖ ἐπίσης διὰ μασσονικὴν στοάν, καθιδρυμένην εἰς
                   τὴν  πόλιν  ταύτην  (Λάρνακα).  Δύναμαι  νὰ  σᾶς  διαβεβαιώσω,  ἐξοχώτατε,  ὅτι
                   οὐδέποτε ὑπῆρξε στοὰ ἐνταῦθα. Πρὸ τῆς ἐνταῦθα ἐλεύσεώς μου εἶναι ἀληθές,
                   ξένοι τινες συνηθροίσθησαν δύο ἢ τρεῖς φορὰς εἰς δεῖπνον εἰς ἐξοχικὸν οἶκον, τὸ
                   ὁποῖον ὀνομάζουσι μασσονικὴν συνέλευσιν. Ὁ κύριος Regnault, προκάτοχός μου,
                   πληροφορηθεὶς  ὅτι  μεταξὺ  αὐτῶν  ἦσαν  καὶ  γάλλοι  ναῦται,  καὶ  ὅτι  τοῦτο

                   37  Κ. ΧΡΥΣΑΝΘΗ, «Παρατηρήσεις πάνω στὴν ἐγκύκλιο», ὅ.π., ΚΣ, ΜΓ΄ (1979) 166.
                   38  Ν. ΚΥΡΙΑΖΗ, «Πρόξενοι καὶ προξενεῖα ἐν Κύπρῳ», ΚΧ, Ζ΄ (1930) 199.
                   39  Τοῦ αὐτοῦ, «Ἡ κυπριακὴ τραγῳδία τοῦ 1821», ΚΧ, Ζ΄ (1930) 41.

                                                            8
   4   5   6   7   8   9   10   11   12   13   14